Εν έτει 2016 που δημοσιοποιούμε αυτή την εργασία, δεν υπάρχει τίποτα πια που να θυμίζει την ήδη κατά το 1999 ερειπωμένη αγροικία που τότε μελετήσαμε. Κατεδαφίστηκε εδώ και αρκετά χρόνια. Εμείς θεωρούμε αναγκαίο να διατηρήσουμε έστω και έτσι την ανάμνησή της, για τον λόγο ότι ήταν από τα λίγα εναπομείναντα δείγματα κτισμάτων με δώμα στη Σάμο που ανάγονταν τουλάχιστον προ τού 1850.
Οι αντικαταστάσεις των χωμάτινων δωμάτων από ξύλινες στέγες με κεραμίδια που κορυφώθηκαν κατά το δεύτερο κυρίως μισό τού 19ου αιώνα, αλλάξανε καθοριστικά την εικόνα των οικισμών. Η νέα οικοδομική τεχνική των στεγών, σχετίζονταν με τις συνεχιζόμενες αφίξεις αποίκων από Πελοπόννησο, Ρούμελη, Ήπειρο κ.λ.π που μετέφεραν τη δική τους συνήθεια στέγασης των σπιτιών. Αυτή, σταδιακά υιοθετήθηκε, κατά τρόπο ώστε σήμερα τα οικιστικά σύνολα τής Σάμου να είναι αμιγώς κεραμοσκέπαστα.
Η αγροικία από Β.Δ. |
Το συγκεκριμένο συγκρότημα κτισμάτων ήταν επίσης ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα παλιάς διώροφης αγροικίας που χρησίμευε όπως φάνηκε, αν όχι σαν κύρια κατοικία καθ' όλη τη διάρκεια τής "ζωής" του, οπωσδήποτε για μακροχρόνια διαμονή, όσο διαρκούσαν τουλάχιστον οι αγροτικές εργασίες συνδυασμένο με μικρό αλώνι, φούρνο και βοηθητικά προσκτίσματα για την αποθήκευση και την αποξήρανση καρπών, τον σταυλισμό των ζώων κ.λ.π. Οι αγρότες που μένανε σε οικισμούς και είχαν τα κτήματά τους μακριά απ' αυτούς, φροντίζανε να χτίζουν κάποιο (συνήθως ισόγειο) κτίσμα για τους ίδιους και τα ζώα τους και μένανε εκεί όσο αυτό ήταν αναγκαίο. Συχνά περνούσαν εκεί όλο το καλοκαίρι. Ενίοτε ήταν μόνιμα εγκατεστημένοι με τις οικογένειές τους.
Τα αγροτόσπιτα στην Σάμο παλιά ονομάζονταν "κελλιά". Στη συνέχεια επικράτησε η ονομασία "καλύβια", ίσως από αποίκους τής Λέσβου που εγκαταστάθηκαν εδώ (στη Λέσβο το αγροτόσπιτο λέγεται "κάλυβος") ίσως από Πελοποννήσιους που σε κάποιες περιοχές αποκαλούσαν τα αγροτόσπιτά τους με τον ίδιο τρόπο. "Κελλιά ή μπαρμπακάδες" λεγόταν τα αγροτόσπιτα στην Ανδρο. "Κελλιά ή κάμαρες" λεγόταν στην Τήνο. "Κέλλος ή κελλί" αναφέρεται στην Κάρπαθο το παράσπιτο για την διαμονή των ζώων και το μαγείρεμα. "Κελλιά" ή "Σταύλα" για τα ζώα, ονομάζονταν και στην Μύκονο.(1)
Η ΑΓΡΟΙΚΙΑ ΠΟΛΥ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟΝ ΜΑΡΑΘΟΚΑΜΠΟ
Ο Μαραθόκαμπος ("Ereza ovasi", στα τουρκαρβανίτικα: "μάραθος" και "κάμπος") σημαντικός οικισμός, πολύ κοντά στην αγροικία που μελετήσαμε, ιδρύθηκε σύμφωνα με τον Μ. Βουρλιώτη, το δεύτερο μισό τού 16ου αιώνα, (προ τού 1580). Κατά τα έτη 1632/3 και 1642 είχε 73 οικογένειες. Μεταξύ 1666 και 1671 αυξάνονται σε 200 οικογένειες- σπίτια (αύξηση 36,5%) και έχει 2 εκκλησίες (2) Ο J.Tournefort το 1702 κατατάσσει το Μαραθόκαμπο ως τον 17ο ανθηρό δημογραφικά οικισμό. Οι κάτοικοί του ασχολούνταν με τη γεωργία, μέχρι τις αρχές τού 18ου. Τότε, λόγω τής αύξησης τού πληθυσμού. επεκτάθηκαν σε παράλιους χώρους και άρχισαν να έρχονται σε επαφή με τήν θάλασσα.
Ίχνη Βυζαντινού οικισμού ήταν ορατά στον Μαραθόκαμπο πριν το 1869 (3).
Στις αρχές τού 17ου αιώνα, ξεκινά το εμπόριο με βάρκες και καϊκια και σταδιακά δημιουργείται ένας εμπορικός ναυτικός στόλος που κατά τα επαναστατικά χρόνια τού 1821 συνέβαλε αποφασιστικά στον αγώνα. Σε κατάστιχο τού 1829, καταγράφεται ένας μεγάλος αριθμός -61 πλοία- αυτού τού στόλου που ανήκε στην Δημογεροντία τού Μαραθοκάμπου. Το 1828 στο χωριό, απογράφονται 116 ναύτες, 26 δύτες και 102 γεωργοί. Στον "Ορμο" (λιμάνι) αναφέρονται 46 οικήματα, εκ των οποίων το ένα είναι το τελωνείο και τα υπόλοιπα μαγαζιά και αποθήκες, δύο ξενοδοχεία, δύο αλατοπωλεία,δύο ρακοπωλεία,και ένα σιδηρουργείο.Οι μόνιμοι κάτοικοι είναι εννέα.
Οι συνθήκες τού Κάρλοβιτς το 1699 και τού Πασάροβιτς το 1718 ενίσχυσαν το εμπόριο και τη ναυτιλία και κατά το 1770-1774 Λάκωνες και Σπετσιώτες ναυπηγοί κατασκευάζουν πλοία με τα οποία οι Σαμιώτες εμπορεύονται με την Ευρώπη και την Ρωσία. (4) Ευνοϊκή και η συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή τού 1774, μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Στον Μαραθόκαμπο σώζονται μερικά δωματοσκέπαστα κτίσματα και αρκετά άλλα που καλύφθηκαν αργότερα με κεραμοσκεπές. Συναντάμε επίσης διαφορετικούς τύπους που σχετίζονται με την "εξέλιξη" τού δωματοσκέπαστου καθώς και με τον "πυργοειδή"τύπο.
ΤΟ ΔΩΜΑΤΟΣΚΕΠΑΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΦΟΡΑ
Τα αρχαιότερα και αγροτικά σπίτια τής Σάμου ήταν με δωμάτινες επικαλύψεις μικρά σε μέγεθος, διώροφα συνήθως και απλούστατης αρχιτεκτονικής, Προσαρμόζονταν σε ένα σταδιακά πυκνοδομημένο οικιστικό ιστό, με όψεις σε στενούς δρόμους (1,50μ -4,00μ περίπου). Η μορφή του ορθογωνισμένη, κυβική ή επιμήκης πρόβαλε προς τον δρόμο συνήθως τη στενή πλευρά, λόγω τής πυκνής δόμησης,εν αντιθέσει με την πλατυμέτωπη διάταξη. Η όλη μορφή ήταν λιτή και κοσμούνταν μόνον από μια σειρά προεξέχουσες σχιστόπλακες, ψηλά στην απαρχή τού δώματος, τα "ακρόδομα". Συχνά με την επέκταση τού ισογείου, το κτίσμα σχημάτιζε ένα γάμμα και δημιουργούσε έτσι, ένα δώμα (το "ηλιακό") που υποκαθιστούσε πολλές φορές την αυλή. Η κύρια αγροτική ενασχόληση των κατοίκων εξυπηρετούνταν από τη διώροφη διάταξη τού κτίσματος, ελλείψει συνήθως αυλικών χώρων, ιδιαίτερα στην καρδιά των οικισμών.
Ο βασικός αυτός τύπος αναπτύχθηκε στα νησιά, περισσότερο ή λιγότερο επιτηδευμένος ή απλουστευμένος, ανάλογα με τη μορφολογία τού εδάφους, την διαθεσιμότητα των υλικών και την τεχνογνωσία, τη γενικότερη ανάπτυξη ή μη τού εμπορίου που ήταν αφορμή (με τα ταξίδια και τις μετακινήσεις) να μεταφέρονται και άλλα αρχιτεκτονικά μοντέλα αλλά και οικοδομικά υλικά, τις διάφορες αρχιτεκτονικές επιδράσεις που δέχτηκαν ή υιοθέτησαν ή μιμήθηκαν στα νησιά, την γενικότερη οικονομική κατάσταση που επικρατούσε και την κατάσταση των ασθενέστερων οικονομικά πληθυσμών, τα γεγονότα που προκαλούσαν ανασφάλεια (επιδρομές κατακτητών, πειρατεία, δουλεμπόριο, σεισμοί, λοιμοί κ.λ.π), την υποδούλωση ή μη σε ξένες δυνάμεις και το καθεστώς φορολόγησης των υπόδουλων, τις μεταναστεύσεις των κατοίκων ή την καταφυγή τους σε κάστρα γι μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Συνέπεια των προηγούμενων, ήταν η διαχρονική εγκατάλειψη τής Σάμου ( προ αυτής τού 1476) από κατοίκους της, επιφέροντας έτσι τη σταδιακή μείωση τού πληθυσμού, η καταφυγή και οίκηση των κατοίκων στα κάστρα (κατά περιόδους μεταξύ 7ου και 2ου μισού τού 15ου αιώνα) και συνεπώς η μηδαμινή μάλλον οικοδομική δραστηριότητα.
(Δωματοσκέπαστα στο "Νιοχώρι")
Γειτονιά στον Πύργο 1902 |
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΔΩΜΑΤΟΣΚΕΠΑΣΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ
** Σχέδιο Α.Χατζημιχάλη- 1928 |
** Σχέδιο Α.Χατζημιχάλη- 1928 |
Το κατώτερο τμήμα τού δωματίου χρησίμευε για όλες τις δραστηριότητες διημέρευσης των ενοίκων καθώς και τον ύπνο. Εκεί στρώνανε το βράδυ και ξεστρώνανε το πρωί για να αποθηκεύσουν τα στρωσίδια στο αμπάρι.
Μέσα στον χώρο τής "παραστιάς" υπήρχε το "ερμάρι" με μια κοίλη θέση χαμηλά, για την στάμνα τού νερού, την "νεροπουλίτζα" ή "σταμνοθήκη". Συναντάμε επίσης γούρνες από σχιστόπλακες κυρίως (νεροχύτες), κάτω από παράθυρα και "νεροπουλίτζες" κάτω από τούς νεροχύτες.
Χτίζονταν και τριώροφα, κυβικής και απλής αρχιτεκτονικής μορφής, μονόχωρα ή δίχωρα.
Η "μισάντρα" σε άλλες περιπτώσεις, χωρίζει δυο δωμάτια αντί τοίχου και σε κάποια πλούσια σπίτια είναι περίτεχνη, με σκαλίσματα που αναπαριστούν άνθη και φύλλα. Στις δυο πλευρές έχει καθ' ύψος από τρείς επιμήκεις θήκες για την τοποθέτηση σκευών. υπάρχουν ξύλινα ταβάνια με κεντρικούς διάκοσμους. Ένα άλλο δωμάτιο συμπεριλαμβάνει την "παραστιά" και είναι χώρος φαγητού και ύπνου και ένα τρίτο είναι ο αποθηκευτικός χώρος τροφίμων, καρπών και οικιακών αντικειμένων. Υπάρχουν συχνά και ξύλινα ταβάνια με κεντρικούς διάκοσμους. Τέτοια σπίτια κοσμούνταν με σκαλίσματα (φυτικές και ζωϊκές παραστάσεις) στα παράθυρα και στις πόρτες. Τα σπίτια αυτά τα αποκαλούσαν "σπίτια" ή "κατοικιές".
Η όλη εγκατάσταση εγγράφεται σε μια ευρύτερη περιοχή διαστάσεων 17,00 Χ 13,00μ περίπου και καταλαμβάνει περί τα 150 τ.μ (κτίσματα και αυλές).
Από την αποτύπωση προέκυψε (ως προς τις διαστάσεις τού κτίσματος) ότι τηρήθηκε η αναλογία κατά τι πλέον τού 1:2,50 για το κυρίως σπίτι και 1: 2,00 για τα προσκτίσματα.
ΤΟ "ΒΑΡΚΑΡΕΤΖΟ" (Α1)
Υπάρχει ο κύριος όγκος, ένα διώροφο πέτρινο κτίσμα Β.Α τής όλης εγκατάστασης, καθαρού ορθογώνιου σχήματος, διαστάσεων 11,05Χ4,16μ.
Το ισόγειο ("βαρκαρέτζο")(Α1) και καθαρών διαστάσεων 9,85Χ2,96
εξυπηρετεί τις αγροτικές εργασίες και την αποθήκευση των καρπών, εργαλείων κ.α. Στην βόρεια πλευρά και σε όλο το μήκος της βρήκαμε τμήματα τού πέτρινου, επιχρισμένου στηθαίου πού όριζε τον χώρο τού πατητηριού(2,50Χ2,96),τον ληνό.
Εξωτερικά, στην Β.Α όψη και κοντά στον ληνό, θα υπήρχε "πολήμνιο" για την αποθήκευση τού κρασιού. Εκεί, σε αυτό το είδος πηγαδιού, έρρεε το κρασί με πήλινο σωλήνα και με την κατάλληλη ρήση τού εδάφους, κατευθείαν από τον ληνό. Δεν μπορέσαμε να τον εντοπίσουμε κάτω από τούς σωρούς πέτρας, αλλά υποδεικνύουμε τρεις πιθανές θέσεις.
Η προσθήκη αυτή δημιούργησε στον όροφο, μπροστά στο "ηλιακό", ένα ευρύτερο δώμα στην κύρια, πλατυμέτωπη όψη τού ορόφου, για καθημερινές λειτουργίες τής οικογένειας, αλλά και για το άπλωμα των καρπών (προς αποξήρανση) και διατροφικών παρασκευασμάτων (σύκα, σταφίδα. τραχανάς κ.α).
Κάτω από το δώμα, ο χώρος (Α3) επικοινωνεί αποκλειστικά με το κατώι τού σπιτιού . Τέτοια κτίσματα, εφ' όσον υπήρχε βεβαίως ο απαραίτητος χώρος, ήταν βολικά χειμώνα - καλοκαίρι για την προσωρινή εναπόθεση των αναγκαίων (καρπών συγκομιδής, εργαλείων κ.α) ακόμα και για το σύντομο δέσιμο τού υποζυγίου σε ώρα εργασίας.Το μαρτυρούν και τα μεγάλα ανοίγματα πρόσβασης.
Ο ΒΟΗΘΗΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ (Α4)- ΤΟ ΠΑΡΑΣΠΙΤΟ
Σε επαφή προς Ν.Δυτικά με τη στενή πλευρά τού σπιτιού υπάρχει ισόγειο κτίσμα (Α4), εσωτερικών διαστάσεων 4,89Χ2,90μ , οι λιθοδομές του οποίου δυτικά δεν "κουμπώνουν" με τους τοίχους τού σπιτιού. Η πρόσβαση σε αυτό γίνεται από την αυλή τού σπιτιού. Πρόκειται για παράσπιτο μαγειρέματος, ζυμώματος τού ψωμιού, λάτρας, αποθήκευσης των απαραίτητων για την καθημερινή χρήση διατροφικών ειδών σε κιούπια (αλεύρι, λάδι, ελιές κ.λ.π).
Συμπεραίνεται αυτό, από το γεγονός ότι είναι μέρος τής περίκλειστης, προστατευμένης αυλής που συνδέεται χωροταξικά αποκλειστικά με το σπίτι και ανεξάρτητα από τα βοηθητικά κτίσματα.
Ο ΣΤΑΥΛΟΣ (Α6)
Στην Ν.Δ πλευρά τού σταύλου, καθ' όλο το μήκος της διαμορφώθηκε ή αφέθηκε "σούδα" (στενωπός ανάμεσα στον σταύλο και την αναβαθμίδα τού εδάφους, την "πεζούλα"), για προστασία τού τοίχου από τα νερά που υπό άλλες συνθήκες θα στραγγίζανε από τη γή κατευθείαν πάνω του.
Ο κατεστραμμένος φούρνος τού αγροτόσπιτου |
Κυβικός φούρνος-Σαραντασκσλιώτισσα |
ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΣΤΟΝ ΟΡΟΦΟ (Α2)
Η πρόσβαση στο σπίτι, αφ' ότου αυτό οικοδομήθηκε, γινόταν με πέτρινη σκάλα όπως συνηθίζονταν στη Σάμο γι' αυτόν τον τύπο τού ορθογώνιου πλατυμέτωπου σπιτιού και πρώτα σε ένα είδος πλατύσκαλου μπαλκονιού, το "ηλιακό" μήκους 2,50μ και πλάτους 1,50μ πού υποβαστάζονταν από δύο πέτρινους τοίχους-φορείς, μήκους 1,50 και πλάτους 0,50. Αυτοί σώζονται ανέπαφοι από κάτω, μέσα στον βοηθητικό χώρο (Α3) και διακρίνονται ως παλαιότεροι. Είναι πανομοιότυποι ως προς τα υλικά και την τεχνική με το κύριο κτίσμα. Το "ηλιακό" ήταν συνηθέστατο στα δωμάτινα σπίτια των οικισμών που λόγω τής πυκνής και ασφυκτικής πολλές φορές δόμησης και συχνά ελλείψει αυλών, ήταν ζωτικής σημασίας για την επέκταση των λειτουργιών τής οικογένειας και το άπλωμα των καρπών. Η σπουδαιότητα τού "ηλιακού" οδηγεί μεταγενέστερα σε απόπειρες στέγασής του. Γίνεται κάτι σαν το "χαγιάτι" ή το "ηλιακό" τής Ηπειρωτικής Ελλάδας.
(Α3) -Στο βάθος οι τοίχοι στήριξης τού χαγιατιού |
Η πλευρά ανόδου στο σπίτι και μπροστά το ηλιακό |
Η είσοδος τού σπιτιού βρισκόταν στο κέντρο ακριβώς τής κύριας Ν.Ανατολικής και πλατυμέτωπης όψης τού ορόφου και ακριβώς πάνω από την πόρτα τού κατωγιού τού χώρου (Α3). Οι κατασκευαστικοί περιοριστικοί κανόνες τών λιθόχτιστων κτισμάτων δεν αφήνουν καμμία αμφιβολία για τη θέση που προσδιορίζουμε. Επίσης τη θέση τής εξώπορτας φανερώνουν και οι παλιοί τοίχοι-φορείς τού χαγιατιού. Τέλος η άποψή μας ενισχύει την αντίληψη ότι το παραδοσιακό πλατυμέτωπο σπίτι στη Σάμο είχε συνήθως την είσοδό του στο κέντρο τής μιας μεγάλης πλευράς του. Η θέση στο κέντρο (ή περίπου στο κέντρο) "διαιρούσε" το μονόχωρο σπίτι σε δύο λειτουργικές ζώνες, χωρίς να παρεμποδίζονται ή να αναμιγνύονται οι λειτουργίες. Αυτό προέτασσε το καθαρό επίμηκες ορθογώνιο, που στη δική μας περίπτωση έχει διάσταση 11,05Χ4,16μ και εσωτερική 9,85Χ2,96μ. Η θέση τής πόρτας και η κυκλοφορία γύρω απ' αυτήν δημιουργούσε δύο λειτουργικά τμήματα, το "αμπάρι" (Β.Α) που καταλάμβανε το 1/3 τού δωματίου και την "παραστιά" στα νότια, δηλαδή το υπόλοιπο 2/3.
To "αμπάρι" (2,50Χ2,96), στην στενή πλευρά τού χώρου, είναι ένα υπερυψωμένο "πατάρι"κατά 0,80μ περίπου από το πάτωμα.
Εκεί στην "θεσά", τακτοποιούσε η οικογένεια τα στρώματα και τα κλινοσκεπάσματα κατά τη διάρκεια τής ημέρας, τα ρούχα σε κασέλα, τα πιοτά στην "καναβέτα"και δεχόταν τούς επισκέπτες στον "σοφά". Ήταν επίσης χώρος διασκέδασης των γυναικών και ύπνου των φιλοξενούμενων. Στο αμπάρι μπορεί να υπήρχαν και εντοιχισμένα ντουλάπια-κόγχες ( μέσα στο πάχος τού τοίχου) τις "παραθύρες". Αυτά θα βρίσκονταν μόνον στην Β.Α πλευρά, η οποία όμως έχει καταρρεύσει και συνεπώς δεν υπάρχουν στοιχεία. Τείνουμε όμως να πιστεύουμε, λόγω τής γενικότερης απουσίας κογχών ακόμα και στο χώρο τής διημέρευσης (όπου συνηθιζόταν επίσης), ότι δεν υπήρχαν ίσως ούτε και στον "σοφά". Μια ξύλινη κασέλα μπορεί να ήταν τοποθετημένη μπροστά από τον "αμπάρι" ώστε να χρησιμεύει και σαν σκαλί ανόδου σε αυτό.
Κάτω από το αμπάρι, υπήρχε το κενό που χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση αναλώσιμων διατροφικών ειδών. Μπορούσε να ήταν ανοιχτό ή σκεπασμένο με κιλίμια. Μέσα στο αμπάρι θα υπήρχε η ιδιαίτερη θέση, η "αμπατάρα" όπου αποθηκεύονταν τα κρεμμύδια.
Το δε πάτωμα, όπως και όλου τού ανωγιού, στηριζότανε σε χοντρούς κορμούς, διατομής 20-25 εκ., και ήταν σανιδωμένο.
Ίχνη τής εστίας σώζονται καθαρά στον τοίχο. Η εστία κατακρημνίσθηκε από την υποχώρηση τού δώματος και τού πατώματος. Θα ήταν ασφαλώς το παραδοσιακό, γωνιακό, σαμιώτικο τζάκι, δηλαδή κωνικό με τοξωτό, ημικυκλικό άνοιγμα, το "καμαρκό", (από ελίτικο ξύλο, ή όρθιες πέτρες, ή τούβλα) 1,00μ περ. ύψους και η βάση του στα 10-20εκ. από το πάτωμα. Εσωτερικά τής εστίας στα πλαϊνά της, υπήρχαν κατά κανόνα, μία ή και δύο μικρές κόγχες. Πάνω από το καμαρκό είχε μικρές ορθογώνιες κόγχες-θυρίδες, τις λεγόμενες "πολίτζες" για τα μαχαιροπήρουνα (ενίοτε είχαν μία μόνον κεντρική). Πάνω από τις "πολίτζες" θα υπήρχε το απαραίτητο "τζακόραφο" για την εναπόθεση αναγκαίων σκευών.
Εστία στο χωριό "Αρβανίτες" |
Εστία σε"καλύβι"-"Παλαιοχώρι" Μαραθοκάμπου |
"Καλύβι" στην "Σαραντασκαλιώτισσα"-Κέρκη |
Εστία στο χωριό "Πύργος" |
ΤΑ ΠΟΡΤΟΠΑΡΑΘΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΤΩΓΙΟΥ
Προβλέφθηκαν εξ' αρχής, δύο πόρτες (πλάτους 1,07μ και 1,25μ.) που έκαναν προσβάσιμο το βαρκαρέτζο από δύο πλευρές. Στη συνέχεια, η μία πόρτα έγινε εσωτερική, όταν ακολούθησε η προσθήκη τού προσκτίσματος (Α3).
Το παράθυρο τού κατωγιού με το ελίτικο δοκάρι |
Το διώροφο κτίσμα από Β.Α- Η σφραγισμένη πόρτα προς το αλώνι |
Πόρτα με ανωπόρτι-Παλαιοχώρι |
ΟΙ ΛΙΘΟΔΟΜΕΣ
Εσωτερικός τοίχος στόν "ληνό" τού κατωγιού |
"Σαρδέλλωμα στο επίχρισμα |
Στο τμήμα τού ληνού (πατητηριού) φαίνεται ιδιαίτερα ενισχυμένη και επιμελημένη. Το επίχρισμα εκεί είναι ισχυρό, λόγω τής ιδιαίτερης χρήσης τού χώρου (κουρασάνι).
Στο πάνω μέρος των ξύλινων μαντωμάτων των ανοιγμάτων, οι τοίχοι ανορθώνονται με δυό-τρεις σειρές λίθων και στην συνέχεια κοσμούνται με γείσο (κοσμήτη), από μία σειρά σχιστόπλακες, τα "ακρόδομα". που αγκαλιάζει ολόγυρα τον όροφο. Οι τοίχοι ορθώνονται κι άλλο και δημιουργούν στηθαίο 30-40 εκ. επιχρισμένο που συγκρατούσε τα χώματα τού δώματος. Αυτό θα απέληγε πιθανότατα (λόγω τής αφθονίας τού υλικού) σε μια σειρά ακόμα σχιστόπλακες που κάλυπταν όλο το πάχος τού στηθαίου τού δώματος. Σε άλλα νησιά, οι πλάκες αυτές είχαν μια κλίση προς το εσωτερικό τού δώματος ώστε να διευκολύνεται η συγκέντρωση τού βρόχινου νερού που στην συνέχεια κατευθύνονταν σε στέρνες, με εξωτερικές υδρορροές (ή και στο εσωτερικό τού σπιτιού, ιδιαίτερα σε οχυρωματικούς οικισμούς). Στη Σάμο, παρά την αφθονία των φυσικών πηγών νερού, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε ότι γινότανε - σε κάποιες περιπτώσεις- συλλογή νερού στα δώματα. Σήμερα, η συγκέντρωση τού βρόχινου νερού σε αγροτικά, κεραμοσκεπή πια "καλύβια" τής Σάμου, γίνεται ενίοτε, με βαρέλια που τοποθετούν οι αγρότες κάτω από τα προεξέχοντα κεραμίδια τής στέγης. Μια λύση ανάγκης, προσαρμοσμένη ίσως σε παλιότερη εμπειρία.
TΟ ΝΗΣΙΩΤΙΚΟ ΔΩΜΑ
Δώμα προσκτίσματος (Α4) |
Δώμα προσκτίσματος (Α6) |
"Πεταύρες" από το δώμα τού ανωγιού |
Επάνω τους τοποθετήθηκαν κλαδιά αρκεύθων και τούφες από αστοιβιές σε πυκνή διάταξη. Μετά απλώθηκε και πατήθηκε το χώμα, ανακατεμένο με μικρές πέτρες και βότσαλα -ολόκληρα ή σπασμένα- και τέλος απλώθηκε (με πάχος 0,25μ περίπου) η στρώση τού «ψαλμοχώματος» (κοκκινόχωμα, πλούσιο σε αργιλικά συστατικά με στεγανωτικές ιδιότητες που προμηθεύονταν μάλλον από την περιοχή των Κουμείκων). Ο Εμμ.Κρητικίδης το 1869 αναφέρεται στην κυανή και μέλαινα γη, στην περιοχή τής Μονής Προφήτου Ηλιού στο Καρλόβασι που συνήθως απλώνανε οι Σαμιώτες πάνω στα δώματα των σπιτιών τους για να μην τρέχουν τον χειμώνα.(7)
και σε άλλα νησιά τού Αιγαίου, ανάλογα με τα υλικά που προσέφερε η φύση στο κοντινό περιβάλλον, χρησιμοποιούσαν φύλλα από καλάμια, φίδες (φοινικική άρκευθος), ξερά φύκια (κουμιδιά), φτέρες, βούρλα, λεπτά κλαδιά λυγαριάς, μυρτιές, κλαδιά με φύλλα ροδοδάφνης (σφάκες-φελλάδι), φύκια ανακατεμένα με άχυρα και χόρτα, αστοιβή (η αστοιβιά), θρούμπια, θυμάρια κ.α, σε πάχος 15εκ.
Κάθε δύο με τρία χρόνια ανανεώνανε την επιφανειακή στρώση τού χώματος, καθαρίζοντας και τα αγριόχορτα που φυτρώνανε και προσθέτανε καινούργιο ψαλμόχωμα. Στα δώματα που γινόταν από σκέτο αργυλόχωμα αυτή η διαδικασία έπρεπε να γίνεται κάθε χρόνο για να εξασφαλιστεί η στεγανότητα τού δώματος. Εδώ θα αναφέρουμε κι ένα έθιμο που τηρούνταν στη Σάμο: Στους αγρούς και τ΄αμπέλια οι γεωργοί μεταφέρανε την κοπριά προς λιπασμό μόνο κατά τις ημέρες Τετάρτη και Παρασκευή, πιστεύοντας ότι διαφορετικά θα έβγαζε η γη τόσο άγριο χορτάρι που θα έπνιγε ο,τι είχαν φυτέψει. Τότε μόνον επιχωματίζανε και τα δώματα των σπιτιών τους για να μη στάζουν.
Στη Χίο προσθέτανε "αστρακιά", ένα ισχυρότατο ασβεστοκονίαμα με υγραυλικές ιδιότητες και μεγάλη αντοχή, στη Σκύρο το "μελάγκι", τεφρόχρωμο στεγανωτικό, στη Λέσβο "λίπεδο" (υλικό από τις αλυκές), στη Σίφνο "κουρασάνι" και "θηραϊκή γή" (ασπρίζανε δε το δώμα με μείγμα από ασβέστη και κατακάθια λαδιού για στεγανοποίηση), στη Σύρο "πορσελάνα" από την Σαντορίνη, στην Αστυπάλαια "γαλαθιά" (μαυρόχωμα) και "πατελιά" (αργυλικό, πολύ συνεκτικό πέτρωμα), στη Λέρο "πατελιά" (μωβ ή μολυβί χρώματος).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Kαταλήγουμε μάλλον ότι επρόκειτο για αγροικία που κατοικούνταν για μεγάλες χρονικές περιόδους, ίσως και μόνιμα σε κάποια φάση. Αυτό προκύπτει από την οργάνωση τού όλου συγκροτήματος, από την επιμελημένη κατασκευή και το μέγεθος τού διώροφου κτίσματος, από την ύπαρξη τού παράσπιτου, από την επέκταση τού ηλιακού και από τον σταύλο με τα ζώα.
Τα μεγέθη τού βαρκαρέτζου και των βοηθητικών προσκτισμάτων δεν δικαιολογούν προσωρινή αποθήκευση τής όποιας κατά εποχές συγκομιδής, μέχρι την μεταφορά τους στο χωριό. Δεν θα απαιτούνταν τόσος χώρος.
Η ύπαρξη αλωνιού και ληνού, υποδηλώνει την παραγωγή σιτηρών καθώς και κρασιού και σταφίδας (εμπορεύσιμα είδη) για τα οποία απαιτείται μεν περιορισμένη χειμερινή ενασχόληση, ικανός δε χώρος για την αποξήρανση τής σταφίδας π.χ, καθώς και την δυνατότητα μεταφοράς τους με υποζύγια στο χωριό και αποθήκευσής τους. Η ύπαρξη σταύλου επίσης απαιτεί μόνιμη ανθρώπινη παρουσία, εκτός κι αν τα ζώα μεταφέρονταν τον χειμώνα στο χωριό, σε άλλο διαθέσιμο χώρο. Σε αυτή την περίπτωση και λαμβάνοντας υπ' όψιν τις ήπιες κλιματικές συνθήκες τής Σάμου και την ίδια σχεδόν υψομετρική θέση τής αγροικίας με αυτή τού Μαραθοκάμπου (250μ περίπου), μια μετακίνηση των ζώων δεν θα χρειαζόταν να γίνει για ξεχειμώνιασμα.
Η αγροικία και συγκεκριμένα η κύρια μονάδα τού διώροφου κτίσματος είχε δύο κατασκευαστικές φάσεις
1η ΦΑΣΗ
Στην αρχική του μορφή είχε πλατύσκαλο (μικρό ηλιακό). Από κάτω σε εσοχή ήταν η πόρτα τού βαρκαρέτζου.
2η ΦΑΣΗ
Μεταγενέστερα, επεκτάθηκε το ηλιακό δημιουργώντας και έναν επιπλέον βοηθητικό χώρο τον (Α3).
Επιγραμματικά τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το σύνολο τού αγροτόσπιτου:
Κτίσμα διώροφο, ορθογώνιο με δώμα, πλατυμέτωπο.
Ισόγειο, μονόχωρο βαρκαρέτζο, με ληνό. Δεν επικοινωνεί με τον όροφο.
Σπίτι στον όροφο, μονόχωρο με παραστιά και αμπάρι, διαιρεμένο κατά 2/3 και 1/3 αντίστοιχα. Η είσοδος διαιρεί τον όροφο στο κέντρο. Ανοίγματα επαρκή.
Δώμα ορόφου με ακατέργαστους κορμούς δέντρων-πεταύρες (μεταγενέστερη χρήση)-αστοιβιές-λάσπη-ψαλμόχωμα και ακρόδομα στους τοίχους.
Δώματα προσκτισμάτων με ακατέργαστους κορμούς δέντρων-φίδες-αστοιβιές-λάσπη-ψαλμόχωμα.
Αυλή περίκλειστη από υψηλούς τοίχους, με φούρνο και δίπλα παράσπιτο σε σχήμα γάμμα. Επικοινωνεί η αυλή με τον όροφο με πέτρινη σκάλα.
Λασπολιθόκτιστο, λασποσοβαντισμένο. Μαντωσιές ξύλινες για πανωκάσια και κατωκάσια, σε παράθυρα και πόρτες.
Ως προς τα κτίσματα, την εργονομία, τα υλικά και τον τρόπο κατασκευής τους, παρατηρούμε χαρακτηριστκά που μας παραπέμπουν στον βασικό τύπο των σπιτιών που διαμόρφωσε την ντόπια λαϊκή παράδοση και τα οικιστικά σύνολα, όπως αυτά συγκροτήθηκαν από το 1550 ως τα μέσα κυρίως τού 17ου αιώνα. Θεωρούμε δε ότι στην περίπτωση τής αγροικίας έχουμε και μια καλύτερη εφαρμογή αυτού τού τύπου σπιτιού, λόγω τής διαθεσιμότητας επαρκούς χώρου, ώστε να αναπτυχθεί το συγκρότημα κατά τρόπο που να καλύπτονται με αρκετή άνεση, όλες οι απλές αλλά ζωτικές ανάγκες των ενοίκων της.
Τέλος, επισημαίνουμε ότι από τα τέλη ήδη τού 18ου αιώνα τα αμιγή σύνολα των δωματοσκέπαστων οικισμών αρχίζουν να διασπώνται μερικώς από παρεμβολές σπιτιών με στέγες των νέων οικιστών, καθώς και από παλιά δωματοσκέπαστα σπίτια επικαλυμένα πια με κεραμοσκεπές που σταδιακά πυκνώνουν, κυρίως στα μέσα τού 19ου αιώνα. Έχουμε δηλαδή ένα νέο κατασκευαστικό τρόπο στέγασης που υιοθετείται και διαδίδεται γρήγορα (ευνοείται δε αυτός, από την άφθονη ξυλεία που παρέχουν τα δάση τού νησιού και από την εντοπία παραγωγή κεράμων). Μπροστά σε αυτή την εξέλιξη, δύσκολα θα φανταζόμασταν να χτίζονται καινούργια σπίτια με χωμάτινα δώματα στις αρχές τουλάχιστον τού 19ου αιώνα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
2- Ιωσήφ Γεωργειρήνη "A description of the present state of Samos, Nicaria, Patmos and Mount Athos"1677
3- Εμμανουήλ Ι.Κρητικίδου-"Τοπογραφία αρχαία και σημερινή τής Σάμου"-Εν Ερμουπόλει-1869
3- Ιωσήφ Γεωργειρήνη "A description of the present state of Samos, Nicaria, Patmos and Mount Athos"1677
4- Μανόλης Α, Βουρλιώτης "Το ναυτικό τού Μραθοκάμπου, 1730-1830.
5- Κώστας Παπαϊωάννου "Σάμος-"Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική"-Εκδ.Οικος ΜΕΛΙΣΣΑ-1983
7- Εμμανουήλ Ι.Κρητικίδου-"Τοπογραφία αρχαία και σημερινή τής Σάμου"-Εν Ερμουπόλει-1869, σ.122
ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ και ΤΥΧΟΝ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
*Ο Μαραθόκαμπος ("Ereza ovasi", στα τουρκαρβανίτικα: "μάραθος" και "κάμπος"- Ε.Μπαλτά "Σουσάμι άνοιξε" Σαμιακές Μελέτες Τ.3ος 1997-98 Πνευματικό Ιδρυμα Σάμου "Νικόλαος Δημητρίου" Αθήνα 1999.
** Σχέδιο Α.Χατζημιχάλη- "ΛΑΪΚΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΣΠΙΤΙΑ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ" 1928- ΣΑΜΙΑΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ (τόμος Ζ, ΑΡ. ΤΕΥΧΟΥΣ 28)- Δεκέμβριος 1981 -https://mpalos.blogspot.com/2015/06/blog-post_15.html
"Το 1904 αποφασίστηκε η ανέγερση ναΐσκου των αγίων Πάντων στην τοποθεσία Σαλή. Όμως ο Μητροπολίτης Σάμου και Ικαρίας Κωνσταντίνος, που ήταν αντίθετος στην οικοδόμηση του ναού, απαγόρευσε στους ιερείς της περιοχής να παραστούν, να τελέσουν αγιασμό και να ευλογήσουν τον θεμέλιο λίθο, με αποτέλεσμα η Βουλή να απευθυνθεί στον Ηγεμόνα, παρακαλώντας τον να επέμβει για να τον μεταπείσει. Παρά τα εμπόδια, η ανέγερση του ναού συνεχίστηκε, καθώς το 1905 αναφέρεται άδεια εκποίησης εκκλησιαστικών κτημάτων για να ενισχυθεί οικονομικά το έργο. Το 1909 μάλιστα αναφέρεται η οικοδόμηση κελίου κοντά στο ναό και η περιτοίχιση του περιβόλου του. Το 1911 έγιναν έργα μεταφοράς νερού στον χώρο του ξωκλησιού". Τags: Μ.Βαρβούνης-Μητρόπολη Σάμου
επίσης: ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΦΤΕΡΙΑΣ -Τεύχος 89 / 2021