Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

ΠΑΤΗΤΗΡΙ ΤΟΥ 19ου--20ου αιωνα ΣΤΟΝ ΚΑΣΤΑΝΟΛΟΓΓΟ ΜΑΝΩΛΑΤΩΝ ΣΑΜΟΥ





Η περιοχή τού Καστανόλογγου Μανωλατών συνδέεται γεωγραφικά και ιστορικά με τους οικισμούς Μαργαριτών και Βαλεοντατών τους οποίους εξετάζουμε στην εργασία: "ΔΥΟ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΟΥ 18ου αι. ΤΩΝ ΕΞΗ ΣΥΝΟΙΚΙΩΝ ΒΑΛΕΟΝΤΑΤΕΣ - ΜΑΡΓΑΡΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΝΟΡΙΑΚΟΙ ΝΑΟΙ ΤΟΥΣ".



ΜΕΛΕΤΗ - ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ 2008  ΚΑΙ  2018- Ι.Π.ΠΑΡΑΦΕΣΤΑ


Ο΄"Καστανόλογγος", όπου κτίσθηκε  το πατητήρι που θα εξετάσουμε, βρίσκεται στη βόρεια Σάμο, στο όρος "Άμπελος" ή "Καρβούνης", σε υψόμετρο περίπου 600 μ. στην περιφέρεια τού οικισμού Μανωλατών. Συνδέεται ιστορικά και γεωγραφικά με την περιοχή των "Έξη Μαχαλάδων ή Συνοικιών ή Γειτονιών" των οποίων  αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα. Οι κατ΄αρχάς μικρές εγκαταστάσεις  (προ τού 18ου αιώνα) "τροφοδοτήθηκαν" από κατοίκους τού οικισμού των Βουρλιωτών. 


Τμήμα τού Καστανόλογγου - Το πατητήρι σε κύκλο - Δεξιά η Παναγίτσα η Καστανολογίτσα

Ιδιοκτησίας σήμερα Νικήτα Κυπαρίσση, το πατητήρι αναφέρεται ως το πιο σημαντικό τής περιοχής τού Καστανόλογγου. Περιλαμβάνει "καλύβι", κλειστό ληνό, 4 πολήμνια, σταύλο, καζαναστασιά και 2 στέρνες νερού. Το καλύβι (και παλιότερο μικρό πατητήρι) αναγράφεται σε συμβόλαιο που παραπέμπει μέσα στον 19ο αιώνα ενώ η προσθήκη τού μεγαλύτερου πατητηριού κτίστηκε πιθανότατα το 1902 από μαστόρους Καρπάθιους, τους "Γιουτλάκηδες" που κατοικούσαν στο χωριό "Αρβανίτες" τής Σάμου και δραστηριοποιήθηκαν στην περιοχή "Μανωλατών". 

                                             ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΌ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Ο ορεινός όγκος τού Καρβούνη  διατρέχεται στην περιοχή από ρέμα,  το "Κακόρεμα" που πηγάζει κάτω από το ύψωμα "Ντούσα". Το ρέμα αυτό οριοθετεί τις δύο καλλιεργημένες περιφέρειες, των Μανωλατών προς τα δυτικά και των Βουρλιωτών προς τα ανατολικά, και απολήγει - αφού διασχίζει την παλιά εγκατάσταση "Βαλεοντάδες"- στη θάλασσα, στον οικισμό τού Όρμου "Αγίου Κωνσταντίνου". Μια άλλη διακλάδωση τού ρέματος κατευθύνεται στον "Π(ι)νακά", πάνω από τον "Κάμπο Βουρλιωτών" και υδροδοτούσε το "Αυλάκι" (σήμερα Αυλάκια), επίνειο των Βουρλιωτών. Το Κακόρεμα είναι ίσως τo "kestanelik cayi", το ποτάμι με  καστανιές που προσδιόρισε ο γεωγράφος Piri Reis σε χάρτη  (1*), όταν μεταξύ 1500- 1521 μ.Χ. περιέπλευσε τη Σάμο. Το πατητήρι χτίστηκε πάνω στο παλαιό μονοπάτι Μανωλατών-Βουρλιωτών που προσπερνούσε το Κακόρεμα για να συνδέσει τα δύο χωριά. Σήμερα, η έκταση των οκτώ στρεμμάτων παραδοσιακής αμπελοκαλλιέργειας που περιβάλλει το πατητήρι  απέχει μικρή απόσταση από τον επαρχιακό δρόμο. Είναι τμήμα τής ανατολικής περιφέρειας των καλλιεργειών των Μανωλατών. Πάνω από τον Καστανόλογγο είναι τα υψώματα τού "Καρβούνη", η "Τσούκα", η "Ντούσα" και πιο Ν.Α. το  κάστρο τού "Λαζάρου", με τον οχυρό οικισμό τού 13ου αιώνα. Ανατολικά τού Καστανόλογγου είναι η τοποθεσία "Πυρνάρια ή Πρυνάρια" (από τα υψηλά πουρνάρια σε μορφή δέντρων που φύονται στην περιοχή).


Το χωριό "Μανωλάτες" υπήρξε ένας από τούς "Έξη Μαχαλάδες ("Συνοικίες" ή "Γειτονιές" κατά την απόδοση Λογίων τής εποχής) των "Βουρλιωτών":  Μαργαρίτες, Βαλεοντάδες, Μανωλάτες, Νενέδες, Σταυρινήδες, Άγιος Κωνσταντίνος και παρακείμενες άλλες μικρές εγκαταστάσεις κατοίκων
Ο Ε. Σταματιάδης το 1881 αναφέρει:"υπό κατοίκων τής κωμοπόλεως Βουρλιωτών αλλεπαλλήλως οικισθέντα και αποτελούντα ένα δήμον υπό το όνομα δήμου Εξ Γειτονιών... Παλιότερα ήταν διοικητικά ενωμένες με τον Δήμο Βουρλιωτών, τώρα έχουν έδρα τον Άγιο Κωνσταντίνο" (1)




Των "Μανωλατών" την οίκησή,  προσδιορίζει ο Ε.Σταματιάδης περί το 1794 από Μικρασιάτες και Ηπειρώτες. Δημιουργήθηκε από τις παρακείμενες μικρές εγκαταστάσεις:  "Γεωργάτες" με 4 σπίτια,  "Σκοπελίτες" με 13 σπίτια, "Αγγελήδες", των οποίων τα τοπωνύμια διατηρούνται μέχρι σήμερα. Οι κάτοικοι αυτών των κωμιδίων καθώς και τού "Μαχαλά Μαργαρίτες" (30 σπίτια και 107 κάτοικοι) εγκατέλειψαν σταδιακά τα σπίτια τους κι εγκαταστάθηκαν στις Μανωλάτες, ιδρύοντας έτσι τον οικισμό.  Κατά το 1880,  oι Μανωλάτες είχαν 80 σπίτια  και 300 οικιστές.


Στην καρδιά των Μανωλατών
Σπίτι με μπαγδατί στον όροφο Φ.2018

 

 
(20*) Κλιμακωτός δρόμος  
Ενοριακός ναός Μανωλατών
 
Σπίτι στις Μανωλάτες-Φωτ.1997
 Μανωλάτες-Φωτ.1997- Σπίτι Ν.Κυπαρίσση
Βρύση Μανωλατών τού 1815


Αγιος .Γεώργιος-Αποτύπωση Ι.Π.1997

Σώζονται ακόμα κτίσματα τής οικογενειακής εγκατάστασης "Σκοπελίτες", ενώ στις (στους) "Γεωργάτες" υπήρχε παλιό παρεκκλήσι τού Αγίου Γεωργίου, που ξανακτίσθηκε εκ θεμελίων μέσα στην δεκαετία τού 1990. Διατηρήθηκε όμως το τμήμα τού Ιερού.  όπως αποτυπώνεται στη σχετική κάτοψη. Σώζονταν εκεί κολυμβήθρα των βυζαντινών χρόνων. Συνδεδεμένος ο Άγιος Γεώργιος και με το κρασί, ονομάζονταν και "μεθυστής" γιατί την ημέρα τής επετείου τής γιορτής τής καταθέσεως των λειψάνων του (στις 3 Νοεμβρίου) οι γεωργοί ανοίγανε τα σφραγισμένα βαρέλια τού κρασιού, με την ολοκλήρωση τής ζύμωσης. Η ημέρα αυτή ήταν ημέρα γιορτής για όλους και μεγάλης φυσικά οινοποσίας και μέθης.  "Τ’ Αϊ- Γιωργιού του μεθυστή ανοίξαμε βαρέλι κι από μεράκι εμέθυσε και γέρος και κοπέλι".

 


                     ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ- ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΥΓΚΥΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 19ο ΑΙΩΝΑ

 
Τα προϊόντα που παράγονταν και καλλιεργούνταν στις Μανωλάτες και κατά Σταματιάδη συστηματικά μάλιστα στους  Έξη Μαχαλάδες ήταν το κρασί, τα κάστανα, καρύδια, πατάτες, μέλι,  ξυλεία., σύκα (λεριά), εσπεριδοειδή, κεράσια, ροδάκινα και άλλα φρούτα. Από το 1950 εμφανίστηκε και η καλλιέργεια τής μηλιάς στην περιοχή των Μανωλατών. Προσφιλείς ήταν οι μουριές για την παρασκευή μετάξης.
 
Τα προϊόντα  και κυρίως τα σταφύλια και το κρασί συγκεντρώνονταν στις πλησιέστερες "ταβέρνες", αλλά και στον μικρό, αλλά πολύ εύφορο, κάμπο των Βουρλιωτών, όπου τα μετέφεραν οι γεωργοί με υποζύγια μέσω των παλιών μονοπατιών. Ένα παλιό μονοπάτι απ΄αυτά που σώζονται σε καλή κατάσταση οδηγούσε από τις  Μανωλάτες στις Μαργαρίτες, στις Βαλεοντάδες, στον Άγιο Κωνσταντίνο κι από κει παραλιακά στις "Ταβέρνες" τού Κάμπου. Ταβέρνες υπήρχαν και στους οικισμούς Μαργαρίτες, Βαλεοντάτες και αργότερα και στον παραθαλάσσιο οικισμό τού Αγίου Κωνσταντίνου.

Mεταφορά με υποζύγια (2*)
Οι "Ταβέρνες" ήταν πέτρινες μεγάλες αποθήκες κρασιού που κτίσθηκαν στον Κάμπο, για την εξυπηρέτηση του οινεμπορίου της περιοχής. Αρκετές σώζονται γύρω από το εκκλησάκι τού Αγίου Γεωργίου. Εκεί οι αγρότες πουλούσαν τα προϊόντα τους σε εμπόρους και μεσίτες κατά τα χρόνια τής τουρκικής Ηγεμονίας τής Σάμου. Στο πρώτο μισό τού 18ου αιώνα προσπάθησαν οι Προεστοί (Κοτζαμπάσηδες) να στρέψουν την αγροτική καλλιέργεια αποκλειστικά σε μονοκαλλιέργειες καπνού, αμπελιών και ελιάς αποβλέποντας στον δικό τους πλουτισμό από την εμπορία των προϊόντων.

Οι ασθένειες που έπλητταν τα αμπέλια και οι καταστροφές λόγω καιρικών φαινομένων αντιμετωπίζονταν με την προσφυγή σε λιτανείες και σε δεήσεις, Ενδεικτικά αναφέρουμε: Στα 1757, όταν προσβλήθηκαν τα αμπέλια από σκώληκες, προσκλήθηκε από το Άγιον Όρος ο Καισάριος Δαπόντες, για να αγιάσει το νησί και τα αμπέλια με σταυρό που περιείχε τεμάχιο τιμίου ξύλου. Ανταμείφθηκε με πάνω από 1.000 γρόσια και 300 φορτώματα κρασί.  Περιγράφει ο Καισάριος Δαπόντες:
"Η νήσος Σάμος όντας δε τότε αρρωστημένη
απ΄το κακό τών μαμουδιών και καταφαγωμένη,
επρόλαβε μ΄εσήκωσε διά να τήν γιατρέψω,
τών αμπελιών της το κακόν να το εξολοθρέψω.
Και θέλων και μή θέλοντας τήν Σμύρνην παραιτώντας
΄ς τήν Σάμον εκαταίβηκα, χειμώνας πλέον όντας,
τού Δεκεμβρίου τέσσαρες εις το Βαθύ χωρίον,
όπου επροσκαλέσθηκα υπό τών εγχωρίων...
Μ΄εφιλοδώρησαν καλά υπέρ τα χίλια γρόσια,
κοντά ΄ς τά γρόσια και κρασί φορτώματα τρακόσια...
Τούς ευεργέτησα κ΄εγώ καλά με τόν σταυρόν μου
τών αμπελιών τους ψόφησα τήν ψείρα ΄ς τόν καιρό μου". (2)

Δοκιμή  νέων κρασιών - Πύργος 1905-10  (3*)
Στην αρχή τού 19ου αιώνα, η Σάμος παρήγαγε πάνω από 80.000 γομάρια κρασιού (1 γομάρι=80 οκάδες / οκά=1.280 γραμμάρια.). Λόγω τής ασθένειας των αμπελιών (1851) το ποσό αυτό ελαττώθηκε κατά πολύ. Το θειάφι, τελικά, αποδείχτηκε το δραστικότερο φάρμακο κατά τής νόσου κι από "λιβάνι τού διαβόλου" όπως το ονομάζανε έγινε "λιβάνι τού Θεού". Το θείο εισάγονταν από τη Νίσυρο και τη Μήλο, αργότερα δε από τη Σικελία σε μεγάλες ποσότητες. Ο τρόπος παρασκευής τού κρασιού τελικά άλλαξε μετά το 1883, με το να  θειαφίζονται τα κλήματα και να προστίθεται ικανή ποσότητα οινοπνεύματος στα βαρέλια, για να διατηρείται το κρασί από την οξείδωση.

Τα σαμιώτικα κρασιά τιμήθηκαν σε εμπορικές και βιομηχανικές εκθέσεις με μετάλλια: στο Λονδίνο το 1862, στο Παρίσι το 1867, στη Βιέννη σε παγκόσμια έκθεση το 1873, στην Αθήνα με χρυσό μετάλλιο το 1875.

"Η πολιτική των Ηγεμόνων στο β΄μισό τού 19ου αιώνα είχε ολέθριες συνέπειες στη γεωργία, στη ναυτιλία και στο εμπόριο. Οι καταχρήσεις δημοσίου χρήματος, οι σπατάλες κ.λ.π, παράλληλα με την επιβολή σκληρών φόρων από τον Σουλτάνο, είχαν σαν αποτέλεσμα το άδειασμα των δημοσίων ταμείων και τον δανεισμό ακόμα και των Ηγεμόνων από εμποροχρηματιστές.

 "Ταβέρνα" και κρασοβάρελα  στη Σάμο
Οι αγρότες ήταν αναγκασμένοι να πωλούν την πενιχρή αμπελοπαραγωγή τους στους μεσίτες και οινέμπορους που αγόραζαν σε εξευτελιστικές τιμές τα αγροτικά προϊόντα και  ανάγκαζαν έτσι τούς πιο ανήμπορους να χρεώνονται σε τοκογλύφους προκειμένου να επιβιώσουν και να ανταπεξέλθουν στους αβάσταχτους φόρους που τούς είχαν επιβληθεί.  Η εκμετάλλευση των οινεμπόρων και η τοκογλυφία των δανειστών ήταν η βασική αιτία τής εποχιακής μετανάστευσης στη Μ.Ασία, αλλά και τής οριστικής στο εξωτερικό, χιλιάδων Σαμίων. Μόνο στην Μ. Ασία μετανάστευσαν 5.000 αγρότες από τις 8.000 που ήταν τότε στο νησί. Καταχρεωμένοι και καταδιωκόμενοι από τούς δανειστές τους έφταναν στη χρεωκοπία και στις κατασχέσεις των κτημάτων τους. “Από τούς πλειστηριασμούς που ακολουθούσαν Κυριακές πρωί μπροστά στα καφενεία, στις πλατείες των χωριών, ένας στους τρεις οφειλέτες απουσίαζε, παίρνοντας τον δρόμο τής μετανάστευσης, κυρίως στη Μ.Ασία, Αίγυπτο και Μολδοβλαχία (3). (Σε όλα αυτά μπήκε τέλος πολύ αργότερα, το 1934, με τη δημιουργία της Ένωσης Οινοποιητικών Συνεταιρισμών Σάμου. «Μετά την οριστική ήττα τους οι οινέμποροι, και μη έχοντας πλέον τη δυνατότητα να συνεχίσουν το εμπόριο του κρασιού, πούλησαν στην Ένωση τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό τους, τις μεγάλες ταβέρνες, δηλαδή αποθήκες κρασιού, και τις τεράστιες βαρέλες τους, όπου το συγκέντρωναν») (4). 
Η στατιστική  τού 1864 απογράφει 7.790 οικογένειες και 34.018 άτομα. Ο πληθυσμός όμως καθημερινά ελαττώνεται, γιατί αποδημούν οι άνδρες μεταβαίνοντες στη Μικρασία, Ευρωπαϊκή Τουρκία, Αίγυπτο και Παραδουνάβιες πόλεις προς βιοπορισμό, εξ΄αιτίας τής μυκητίασης των αμπελιών τού νησιού που ενέσκηψε από το 1849 και εφεξής και τους στέρησε το κυριότερο προϊόν, τα σταφύλια. (5)
 

Σαμιώτες θεριστές- Ακμπουκί  Μ,Ασίας  (φωτ. Α.Philippson,1904)  (4*)
Στη Μ.Ασία  κατέφευγαν μεταξύ άλλων και στο “Ακ-Κιόϊ”, στο Ασπροχώρι, κοντά στα ερείπια τής Μιλήτου και στις εκβολές τού Μαιάνδρου ποταμού (“Παλάτ-¨Οβας”) για να εργαστούν κυρίως σαν θεριστές. Δίπλα δε στο Ακκιόϊ κατοικούσαν περί το 1880 διακόσιες χριστιανικές οικογένειες. Στην πεδιάδα τού Μαιάνδρου και τής Εφέσου (επαρχία "Ανέων") υπήρχαν αρκετά επίσης χριστιανικά χωριά (6). Η τρίμηνη συνήθως παραμονή τους στην περιοχή, εξασφάλιζε τα μισά σχεδόν έξοδα που είχε μια οικογένεια για να συντηρηθεί. Δούλευαν εκεί με αντίξοες συνθήκες επισιτισμού και στέγασης, με βροχές και καύσωνες, προσβαλλόμενοι από ελονοσία στις ελώδεις κοιλάδες τού Μαιάνδρου. Άλλοι παρέμεναν και για μονιμότερη δουλειά.


Οινοποιητικός χάρτης τής Ηγεμονίας  Σάμου - Μουσείο  ΕΟΣ  ΣΑΜΟΥ
Μπροστά στην απειλή τής συνεχιζόμενης μετανάστευσης και εγκατάλειψης τού αγροτικού κλήρου, ο νέος Ηγεμόνας Αδοσίδης (1873/74 και 1879/1885) φοβήθηκε την κατάρρευση τής οικονομίας του νησιού και τού φοροδοτικού συστήματος τής Ηγεμονίας. Αναζητούσε ευνοϊκότερους όρους δανεισμού, δια μέσου μιας γεωργικής Τράπεζας που έπρεπε να δημιουργηθεί. Παράλληλα προχώρησε σε κοινωφελή έργα: δρόμους, κρήνες νερού, γεφύρια κ.λ.π..

"Το 1883 Γάλλοι οινοποιοί απ΄τη Σμύρνη, έφεραν στη Σάμο τη μέθοδο παρασκευής κοφτών κρασιών με τη χρήση οινοπνεύματος. Με τη νέα μέθοδο τα κρασιά δεν καταστρέφονταν πλέον από ζύμωση και διατηρούσαν το άρωμά τους. Τα επόμενα χρόνια, πολλές γαλλικές εταιρείες εγκαταστάθηκαν στο νησί με ειδικευμένο προσωπικό και μηχανήματα, κατασκευάζοντας επί τόπου κρασιά από ντόπια σταφύλια. Το σαμιώτικο κρασί χρησίμευε ως πρώτη ύλη για την παρασκευή γαλλικών κρασιών" (7).
Στα 1886, η Σάμος παράγει πλέον για εγχώρια κατανάλωση και προς εμπορική εξαγωγή οίνου περίπου 59.000 γομάρια συνολικά (μοσχάτου 40.000, ρομπόλας 8.000, ρητινού 7.000, μαύρου 4.000). Για ιδία χρήση παράγονται άλλα δύο είδη: το κιρκιμπάρι ή τζορνέτο ή λογάδι και το λεγόμενο μαλαβίτζο. Το εξαγωγικό εμπόριο οίνου διεξάγεται με τη Γερμανία, τη Γαλλία, τη Γένουα, την Αίγυπτο, την Τουρκία και τη Ρουμανία.
Παράλληλα γίνεται εξαγωγικό εμπόριο σταφίδων με τη Γαλλία, την Τεργέστη, Ολλανδία, Αγγλία, Τουρκία, Ενετία, τη Ρουμανία και την Αίγυπτο. Οι σταφίδες βραβεύτηκαν κι αυτές σε παγκόσμια έκθεση στο Λονδίνο και στη Φιλαδέλφεια. Το 1881 /82/83 αυξήθηκαν οι εμπορικές σχέσεις με τη Γαλλία.  Η υψηλή  ποιότητα τής σταφίδας σταδιακά όμως έπεσε πολύ, και λίγη μόνον διακινούνταν (εκτός τής Αυστρίας, τής Ρωσίας και τής Γερμανίας όπου η διακίνηση συνεχίστηκε στα ίδια επίπεδα και απευθύνονταν στα φτωχότερα μόνον κοινωνικά στρώματα).
Στα τέλη του 19ου/αρχές 20ου αιώνα, μεγάλα ατμόπλοια και ιστιοφόρα αγκυροβολούν στο Λιμάνι Βαθέος για τη μεταφορά προϊόντων, μεταξύ αυτών  κρασιά και  σταφίδες. "Στο τέλος του 19ου αιώνα, το ναυτικό κέντρο του Αιγαίου, μετατοπίστηκε για πρώτη φορά στο λιμάνι του Πειραιά. Στο επίνειο της νέας πρωτεύουσας κατέληγε το σιδηροδρομικό δίκτυο όλης της χώρας, εκεί απογειώθηκε η βιομηχανία, συγκροτώντας μία ζώνη βαρειάς δραστηριότητας.." (8)



                      ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ ΣΤΟΝ ΚΑΣΤΑΝΟΛΟΓΓΟ (9)


Το ευρύτερο φυσικό περιβάλλον είναι εξαιρετικής ομορφιάς.. Πηγές νερού ποτίζουν την εύφορη γη. H άγρια χλωρίδα τής περιοχής είναι  πλούσια και ενδιαφέρουσα. 
 
ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΑΝΟΛΟΓΓΟΥ: Η αυτοφυής βλάστηση τής περιοχής (και αρκετά πυκνή) συνίσταται σε:
1/ Καστανιές (castanea sativa)
2/ Kότσικες -αλλού στην Ελλάδα τις λένε κουτσουπιές (cercis siliquastrum)
3/ Πουρνάρια ψηλά σε δενδρώδη μορφή (quercus coccifera)
4/ Τσιμιντονιές (Styrax officinalis)
5/ Βελανιδιές φυλλοβόλες "μικρές" με κικίδια
6/ Μέλεγες (fraxinus ornus)
Επίσης πολλά πλατάνια
Πολύ πιο σποραδικά βλέπουμε την τραχεία πεύκη (Pinus brutia), την Pistacia terebinthus, την αγρέλα, την γκορτσιά (Pyrus spinosa/ amygdaliformis) και την μουρτζιά (Crataegus monogyna).
Eπίσης μεμονωμένα συναντώνται τα πρώτα (υψομετρικά) άτομα μαύρης πεύκης. Θα πρέπει να αναφερθεί και η έντονη παρουσία  (αν και όχι δέντρου) τού σπάρτου (spartium junceum).

Κυριαρχούν βέβαια τα αμπέλια, αλλά και οι ελαιώνες, οι μηλεώνες, οι κερασιές και ποικιλία άλλων δένδρων και φυτών.



ΟΙΚΙΣΤΙΚΟ  ΚΑΙ  ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ  ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ  ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΣΤΑΝΟΛΟΓΓΟΥ


Διάσπαρτα πετρόχτιστα  αγροτόσπιτα ("καλύβια") καθώς κι ένας αριθμός παρεκκλησιδίων   μαρτυρούν την διαιώνιση τής ζωής σ΄αυτά τα μέρη. Πολλά καλύβια τού Καστανόλογγου, δυτικά τού Κακορέματος, αλλά και πολλά σπίτια των Μανωλατών χτίστηκαν  από τον Κιρκιτζιώτη και τους Γκιουζέληδες, πρόσφυγες από τη Μ.Ασία.
Δεν έχουμε προς το παρόν πολύ συγκεκριμένες πληροφορίες για τη δραστηριότητα των πετροπελεκητάδων στην περιοχή. Γνωρίζουμε (από προφορικές μαρτυρίες)) ότι προς το τέλος τού 19ου - αρχές 20ου αιώνα δραστηριοποιήθηκαν στην περιοχή Μανωλατών κάποιοι Καρπάθιοι πετροπελεκητάδες γνωστοί ως Γιουτλάκηδες (Γιουτλάκης- προπάππος Νικήτα Κυπαρίσση) εγκατεστημένοι ίσως στο χωριό "Αρβανίτες" τής Σάμου (στις λιθοδομές τους χρησιμοποιούν διάφορα μεγέθη πέτρας και ενδιάμεσα σειρές από μικρότερες). Την ίδια περόδο δραστηριοποιήθηκε επίσης ο μάστορας Κιρκιτζιώτης (από το άλλοτε ελληνικό χωριό Κιρκιντζέ ή Σιριντζέ τώρα τής Μ.Ασίας) ο οποίος κατοικούσε πιθανότατα στο "Πάνω Βαθύ" τής Σάμου. Στις Μανωλάτες έχτισε μεταξύ άλλων, το σπίτι τού Γεωργίου Κιουλάφα το 1932. Οι Γιαβάσηδες, επίσης (Γιαβάσης, έτερος παππούς Νικήτα Κυπαρίσση) από τη Μ.Ασία. δουλέψανε στην ίδια περιοχή. Τέλος οι Γκιουζέληδες (απόγονοι τού μικρασιάτη  Γκιουζέλη )  χτίσανε στις Μανωλάτες, μεταξύ άλλων,  το σπίτι  Νίνου περί το 1962 και  μαζί με τους Κιρκιτζιώτηδες (απόγονοι τού Κιρκιτζιώτη) το σπίτι τής Αγάπης Αγγελή, το 1975.

Ο ναός τών Σαμίων μαστόρων- Ψαχνά Ευβοίας
Φαίνεται πως στη Σάμο τού 19ου (τουλάχιστον) αιώνα υπήρχαν ξακουστοί πετροπελεκητάδες και χτίστες: Το 1862 κατά τις ανταλλαγές πληθυσμών μεταξύ Ελληνικού κράτους και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας φεύγουν εναπομείναντες Τούρκοι από την Εύβοια και αντίστοιχα εκπατρίζονται περίπου 200 οικογένειες από τη Σάμο προς την Εύβοια. Περίπου 30 απ΄αυτές, εγκαθίστανται στα Ψαχνά...στο Σαμιώτικο μαχαλά ή στα Σαμέϊκα. Μεταξύ αυτών ήταν και μερικές ξακουστές οικογένειες πετροπελεκητάδων και χτιστών της εποχής...Έχτισαν δε αφιλοκερδώς στα "Ψαχνά" (στα 1890-1900) τον μεγάλο, βυζαντινού ρυθμού τρισυπόστατο ναό τής Μεταμορφώσεως τού Σωτήρος, πανομοιότυπος με άλλους δύο ναούς στην Σάμο.  (10)



Καλύβια στην περιοχή Καστανόλογγου

 



 




Τα σπίτια και τα καλύβια τού Καστανόλογγου οικοδομούνταν μέσα στους αμπελώνες και καταλάμβαναν συνήθως το πιο βατό μέρος τού κτήματος, προσαρμοζόμενα  στο πρανές τής ορεινής πλαγιάς τού Καστανόλογγου και στις αναβαθμίδες, τις λεγόμενες "πεζούλες" (σκαλούνια). Είναι "ξεροτρόχαλα" (ξερολιθικά) τοιχία που κατασκευάζονται σε υψώματα, για να συγκρατείται το χώμα,  δημιουργώντας επίπεδα τμήματα για τη φύτευση των αμπελιών, των ελαιοδένδρων κ.λ.π... Ιδιαίτερα γνωστές στα νησιά, κυριαρχούν στη Σάμο, λόγω τού ορεινού κυρίως γεωφυσικού περιβάλλοντος.  Η παράδοση αυτή μακράν κρατεί και για το λόγο τής καταφυγής των Σαμιωτών από τούς "σκοτεινούς" ακόμα χρόνους (από τις αραβικές επιδρομές, αλλά και κατά τις συνεχιζόμενες αλλεπάλληλες επιδρομές κατακτητών και πειρατών) σε ορεινές ασφαλείς τοποθεσίες τού νησιού -σε οχυρές πόλεις ή κοντά σ΄αυτές- για την προστασία τους. Εκεί όμως  έπρεπε να δαμάσουν και τις κατεβασιές των βουνών για την επιβίωσή τους. Η περίοδος τής ανασφάλειας των Σαμιωτών αρκεί να πούμε ότι διήρκησε ως τα μέσα τού 19ου αιώνα.
Πριν την ίδρυση  των Μανωλατών (1794), ήταν μόνιμες οικογενειακές εγκαταστάσεις.  Σήμερα με δυσκολία διακρίνονται παλιά ερειπωμένα "καλύβια" αυτής της περιόδου, μέσα στην πυκνή βλάστηση και στα δάση που κατακυριεύουν πολλές εγκαταλελειμμένες καλλιέργειες.   

Ισόγεια καλύβια με προσκτίσματα - Καστανόλογγος  
Τα αγροτόσπιτα τής περιοχής είναι   απλά ορθογώνια (επιμήκη ή τετραγωνισμένα σχεδόν) κτίσματα, κυρίως ισόγεια και μονόχωρα. Συνήθως επεκτείνονται με βοηθητικά  προσκτίσματα, τα "παράσπιτα", για την αποθήκευση των καρπών και τη στέγαση των υποζυγίων. Συχνά πάνω από το βασικό ορθογώνιο υπάρχει ξύλινο πατάρι που καταλαμβάνει συνήθως το μισό περίπου τού όλου χώρου. Εδώ στοιβάζεται ο σανός για τα ζώα ή αποδίδεται ο χώρος στις λειτουργίες τής καθημερινής οικογενειακής ζωής. Η πρόσβαση γίνονταν από μια ξύλινη στενή σκάλα Μέσα σε κάθε αγροτόσπιτο υπήρχε και το πατητήρι, κτιστό ή ξύλινο, ενώ συγχρόνως ο χώρος αυτός προσφέρονταν και για τη διημέρευση των ενοίκων.

Καλύβι ανωκατώγειο μέσα σε αμπελώνα
Έχουν μικρά πορτοπαράθυρα και κυρίως δίρριχτες, τρίρριχτες ή και τετράρριχτες κεραμοσκεπείς στέγες. Κατά μαρτυρίες των ενοίκων τους,  τα περισσότερα σωζόμενα "καλύβια"χτίστηκαν μέσα στον 19ο αιώνα. Αυτό θα συνέβη προφανώς προς το β΄μισό  τού 19ου, εποχή που τα νεοκτιζόμενα σπίτια στη Σάμο επικαλύπτονταν πια με κεραμοσκεπείς στέγες ή αντικαθίστανταν τα παλαιά δώματα με στέγες. Ελάχιστα μικρά ερειπωμένα κτίσματα προδίδουν προγενέστερη ύπαρξη δωμάτων, που μας παραπέμπουν στον 18ο αιώνα.  Η επικάλυψη  κάποιων κτισμάτων  γινόταν ασφαλώς με σχιστόπλακες που αφθονούν στην περιοχή και  εξασφάλιζαν καλύτερες συνθήκες προστασίας από τα καιρικά φαινόμενα (αέρα και χιόνι). Αυτό επιβεβαιώνεται κι από την παλιότερη επικάλυψη τού ναϋδρίου τής "Παναϊτσας Καστανολοϊτσας" (προ τού 1745)  που ήταν από σχιστόπλακες.

Μετά την ίδρυση των Μανωλατών από τους κατοίκους των γύρω εγκαταστάσεων, στα "καλύβια" τού Καστανόλογγου οι αγροτικές οικογένειες περνούσαν  μεγάλα χρονικά διαστήματα, προκειμένου να ασχοληθούν με τις γεωργικές εργασίες και να παρασκευάσουν τα απαραίτητα για τη διατροφή τους κατά τη διάρκεια τού χειμώνα. To συνηθέστερο για τούς κατοίκους των Μανωλατών ήταν η συνεχόμενη διαμονή από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο, ή τουλάχιστον καθ΄όλη τη διάρκεια τού καλοκαιριού. Αυτό ίσχυσε και σε νεώτερους χρόνους.
"Πριν από τον πόλεμο (1940) και για αρκετά χρόνια μετά, όταν έκλειναν τα σχολεία και έμπαινε το καλοκαίρι, ολόκληρος ο αγροτικός πληθυσμός μετακόμιζε στις εξοχές, στα κτήματα με καλύβια.
Το αγροτικό νοικοκυριό, με κύριο άξονα το καλύβι με το φούρνο του, κάλυπτε τις ανάγκες της οικογένειας. Επειδή ο χώρος της καλύβας ήταν μικρός και οι φαμελιές μεγάλες, οι άνδρες και τα μεγάλα παιδιά κοιμόνταν έξω στις τσαρδάκες (τσαρδάκια), που κατασκεύαζαν πρόχειρα με κλαδιά και υλικά που έδινε η φύση. Φυσικά, η μετάβαση της οικογένειας στην εξοχή ....εξυπηρετούσε τις ανάγκες της αγροτικής οικογένειας για την καλλιέργεια των χωραφιών και τη συγκομιδή των καρπών.
Έτσι η Σάμος, κατ’ εξοχήν αγροτικό νησί, είχε γεμίσει από καλύβια, με τον απαραίτητο φούρνο. Εκεί μαγείρευαν, έψηναν το ψωμί τους και φούρνιζαν τα διάφορα προϊόντα που ήταν απαραίτητα για τη διατροφή τους κατά τη διάρκεια του χειμώνα...
Στο διάστημα του καλοκαιριού έπρεπε να μαζευτεί η σοδιά και να αποθηκευτεί στο κελάρι. Ακόμα καθάριζαν τα λιόδεντρα και το έδαφος για το μάζεμα του καρπού. Οι ελιές έπρεπε να μαζευτούν μία μία από τη γη. Ετοίμαζαν τα χωράφια για σπορά, φρόντιζαν τα καπνά και τελείωναν με τον τρύγο". (11)
 
Τα "καλύβια" ήταν λασπόκτιστα, από ανάμικτες, σχιστολιθικές, σκουρόχρωμες πέτρες (καφέ-καφεκίτρινες, ενώ οι γκρίζες επικρατούν π.χ. στα παλιά κτίσματα τού Κοκκαρίου) και άλλες άσπρες. Ηταν δε ανεπίχριστα, σε αντίθεση με πολλά "καλύβια" τής περιφέρειας των Βουρλιωτών, ανατολικά τού Κακορέματος, που  φαντάζουν  κατάλευκα μέσα στους αμπελώνες.  Η άσπρη πέτρα υπάρχει σε αφθονία στις όχθες τού Κακορέματος. Είναι αρκετά γνωστό όμως και το αρχαίο λατομείο λευκού μαρμάρου δυτικά των Μανωλατών. Το παλιό καμπαναριό τού ενοριακού ναού των Μανωλατών (που χρόνια τώρα περιμένει την αναστήλωσή του) έγινε από  λευκό μάρμαρο τού λατομείου, καθώς και τα υπέρθυρα στα ανοίγματα τού ναού. Με άσπρες πλάκες έχει στρωθεί  και το  δρομάκι Β.Α. τού ναού, ενώ χρησιμοποιήθηκε σε λιθοδομές σπιτιών και για την κατασκευή κλιμάκων. Με την ίδια πέτρα στρώθηκε το δάπεδο τού ναού τού Αγίου Γεωργίου στον Μαχαλά Μαργαρίτες και τής Αγίας Τριάδος στις Βαλεοντάτες. Φαίνεται πως το αρχαίο λατομείο συνέχιζε να λειτουργεί, αφού κατά την περίοδο που αναπτύσσονται οι Έξη Μαχαλάδες (18ος-19ος αιώνας) γίνεται χρήση υλικού του.
Το αρχαίο λατομείο- Φ.2018



Ανακάλυψη τού Κούρου-1980/1984
Το δάπεδο τού Αγ.Γεωρίου-Μαργαρίτες

Από προφορικές μαρτυρίες των κατοίκων διαπιστώθηκαν αρχαία κατάλοιπα εκεί, ενώ το λατομείο των Μανωλατών λέγεται ότι τροφοδότησε με μάρμαρο τον ναό τής Ήρας στη Σάμο. Σχετικά δε με τον κολοσσικό κούρο τής Σάμου τού 580 π.Χ., τού οποίου ο κορμός ανακαλύφθηκε το 1980 και η κεφαλή  το 1984, κάνει αναφορά η Αρχαιολόγος Α. Βιγλάκη-Σοφιανού σε ομιλία της το 2012: "Ενας γίγαντας σμιλευμένος σε μάρμαρο από το αρχαίο  λατομείο τού ορεινού χωριού Μανωλάτες, αντίκρισε ξανά, ύστερα από 2500 χιλιάδες χρόνια, το λαμπρό φώς τής Ιωνίας".(12)
 
Δρομάκι στις Μανωλάτες

Σκάλα σε σπίτι τών Μανωλατών-Φ
Ο ενοριακός ναός Μανωλατών
Η Παναγίτσα Καστανολογίτσα

Στον Καστανόλογγο βορειότερα τού πατητηριού, σε μικρή απόσταση, βρίσκεται το δρομικό εκκλησάκι τής "Παναγίτσας τής Καστανολογίτσας" (Μεσοπεντηκοστή) χρονολογούμενο τουλάχιστον προ τού 1745, σε σχετικό Συγγίλιο. Ανήκε στη "Μονή τής Θεοτόκου τού Βροντά" (περιφέρεια Βουρλιωτών). Εδώ εικάζεται, από τα πολλά κεραμικά ευρήματα, ότι υπήρχε βυζαντινή εγκατάσταση. Μέχρι πρόσφατα σώζονταν εκεί μαρμάρινη κολυμβήθρα και κτητορική επιγραφή παλιού ναού. Είναι ένα ταπεινό δρομικό κτίσμα, μονόχωρο, τύπου απλούστατης βασιλικής, σαν πολλά άλλα που συναντώνται στο νησί. Έχει δίρριχτη στέγη που στεγάζονταν από σχιστόπλακες, σήμερα δε από κεραμίδια.





Ο ναϊσκος έχει εξωτερικό μήκος 7,96 μ. στη βόρεια πλευρά του, 8,15 μ. στη νότια (μη συμπεριλαμβανομένου τού προεξέχοντος ιερού) και πλάτος 4,20 μ., με πάχος τοίχων περίπου 0,60 μ.. Οι καθαρές εσωτερικές διαστάσεις του είναι: 3,00Χ6,76μ. Έχει δε ύψος εσωτερικά: 2,20 μ., και 2,75 μ. ως τον "κορφιά" τής στέγης.
Η κόγχη τού ιερού διαμορφώνεται  μέσα στο πάχος των τοίχων. Είναι ημικυκλική, με δίλοβη φωτοθυρίδα και έχει εσωτερική διάσταση ακτίνας 0,90 μ. Φέρει κόγχες προσφοράς και προσκομιδής.
Τα ανοίγματα είναι μικρά: Μία πόρτα ύψους 1,75 μ. και πλάτους 0,80 μ. κι ένα παράθυρο πλάτους 0,57 μ.και ύψους 0,49 μ. στον βόρειο τοίχο τού ναϊσκου. Πέτρινος πάγκος περιβάλλει εξωτερικά το δυτικό και βόρειο τοίχο, πλάτους 0,55 μ., ενώ το ιερό εξωτερικά εδράζεται  σε κρηπίδα.

Παναϊτσα
Παναϊτσα Καστανολογίτσα

 
Αναφέρεται πολύ κοντά και το "μετόχι τού Αγίου Ιωάννου", βορειότερα δε ο "Ευαγγελισμός" (Ασκητού τρύπα) που προδίδουν την παλαιότερη ισχυρή σχέση τής περιοχής με τη Μονή Βροντά. Βορειότερα στον "Καστανόλογγο" βρίσκονται τα εξωκκλήσια τού "Αγίου Τρύφωνα", τού "Αγίου Νικολάου" (στους Αγγελήδες), όπου σώζεται τμήμα παλιάς ξύλινης εικόνας, καθώς και τής "Αγίας Σοφίας" (κάτω από τον Άγιο Τρύφωνα),
Κατά τον 13ο αιώνα άγιος της αμπέλου και του οίνου καθιερώθηκε ο "Άγιος Τρύφωνας", ο οποίος εξακολουθεί και σήμερα να είναι ο άγιος των αμπελουργών. Τιμάται την 1η Φεβρουαρίου, την εποχή συνήθως τού κλαδέματος των αμπελιών. Πολλοί στη Σάμο και σήμερα ακόμα απέχουν από οποιαδήποτε αγροτική εργασία την ημέρα αυτή, ακόμα και από τις εργασίες στους κήπους τους.
Δεκάδες εκκλησάκια τού Αγίου Τρύφωνα υπάρχουν διάσπαρτα στη Σάμο, πολλά ανακαινισμένα στους πρόσφατους χρόνους.

Ο Αγιος Τρύφων-Καστανόλογγος
Ο ΑγιοςΤρύφων με κόφτη (5*)
Άγιος Τρύφων-Καστανόλογγος
 












 

                                                  ΤΟ ΑΜΠΕΛΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΡΑΣΙ



Ο Ε. Σταματιάδης κατά το 1880 περιέγραψε κατά σειρά τις  εργασίες  που αφορούσαν στην προετοιμασία τής γης, στην καλλιέργεια  τού αμπελιού και στην παραγωγή τού κρασιού. Αυτές ήταν: "Το στρεμμάτιασμα, ζευγάρισμα, τρόχισμα κλιμάτων και εμφύτευση, πότισμα, κλάδευμα, πέταμα κληματίδων, ξελάκκισμα, σκάψιμο, αργολόγημα, πρώτο θειάφωμα, διςκάφισμα, δεύτερο θειάφωμα, τρίτο θειάφωμα, τρυγητός, σύναγμα από ηλιάστρες, μεταφορά σταφυλιών, πάτημα, βάλσιμο τζιπούρων στήν πολύμνη, βγάλσιμο από πολύμνη, παραγωγή τζίπουρου".
 
Πρώτη δουλειά του αμπελουργού ήταν το "ξελάκιασμα" του αμπελιού και το "κόπρισμά" του το φθινόπωρο. με χωνεμένη κοπριά. Η κοπριά  μεταφέρονταν στους αγρούς μόνον την Τετάρτη και την Παρασκευή, γιατί πιστεύονταν πως αν γινόταν άλλες ημέρες, η γη θα έβγαζε τόσο χόρτο που θα κατέπνιγε κάθε σπαρτό (την ίδια τακτική τηρούσαν και για τις ετήσιες συνήθως  στεγανοποιήσεις των δωμάτων των σπιτιών).¨"Το Γενάρη, και σπανιότερα το Φλεβάρη, γινό­τανε το κλάδεμα, που απαιτούσε έμπειρο κλαδευτή. Την παλιά εποχή για το κλάδεμα χρησιμοποιούσαν μαχαίρι με ξύλινη λαβή, η λάμα του οποίου ήταν ελαφρά καμπυλω­τή και οδοντωτή...Ο κλαδευτής έπρεπε να γνωρίζει όλα τα μυ­στικά της δουλειάς του, πόσα μάτια να α­φήνει σε κάθε κλήμα και ποια κλήματα να αφαιρέσει από τον πάτο. ..Κατόπιν, το Μάρτη έπρεπε το αμπέλι να σκαφτεί. Ο σκαφτιάς έσκαβε με το διχάλι και έκανε αναχώματα ανάμεσα στις σειρές του αμπελιού.... Τον Απρίλη τα κλήματα άνοιγαν Μετά, το Μάιο, έπρεπε να γίνει το σκάλισμα και να ισοπεδωθούν τα αναχώματα...Παράλληλα έπρεπε να γίνουν και τα θειαφίσματα με ιδιαίτερη επιμέλεια για την προστασία του αμπελιού από διάφορες ασθένειες...Θα έπρεπε να γίνει και το κορφολόγημα, ώστε να περιοριστεί η ανάπτυξη των βλαστών και να πάρουν δύναμη τα σταφύλια".(13)

Για να διεκπαιρεώσουν τις εργασίες των χωραφιών τους, οι αμπελοκαλλιεργητές διατηρούσαν κάποια έθιμα: το "μιτζί" και την "αλλαξιά".
Ο γεωργός που είχε ανάγκη από βοήθεια για τις εργασίες στο αμπέλι του, προκήρυσσε ότι την δείνα ημέρα έχει "μιτζί" (παραφθορά τής τουρκικής λέξης "μετζάανε"= δωρεά, χάρις). Την ορισθείσα ημέρα φίλοι και άλλοι χωρικοί συγκεντρώνονταν στο κτήμα και δούλευαν χωρίς αμοιβή. Ο ιδιοκτήτης  κερνούσε κρασί και "τραγήματα παντοία". Το ίδιο έπρατταν στα χωριά και στις 14 Νοεμβρίου (γιορτή τού Αγίου Φιλίππου) για τις χήρες με μικρά παιδιά που δεν είχαν την ηλικία για να βοηθήσουν  στα οικογενειακά κτήματα. (14)
Για την "αλλαξιά", ο γεωργός προσκαλεί  να τον βοηθήσουν στην καλλιέργεια τού χωραφιού του, πράγμα που θα το ανταποδώσει μόλις τού ζητηθεί. Αυτό φαίνεται να επιβιώνει ακόμα, από κάποιους καλλιεργητές των Μανωλατών.

..Τρύγος -isamos.granekdotes-palies-foto.....
Προς τα τέλη τού 19ου αιώνα με την υπερτίμηση τού κρασιού και τής σταφίδας οι αμπελώνες πήραν τεράστιες διαστάσεις και κατείχαν μεγάλο μέρος τού νησιού. 
Τα κυριώτερα είδη κλημάτων που καλλιεργούνταν ήταν: "Αγίγαρτον, αετονύχι, αϊγιαννήτικο, αραπάκι, ασπρούδι, αυγουλάτο, βασιλοστάφυλο, γιαννακάκι, γκέμερο, εφτάκηλο, κατινπαρμάκι, καριωτάκι, καρτζιώτης, καρυδάτο, κατηκαράς, κηρκισές, κλαρούδα, κοκκινέλι, κρηκινοστάφυλο, κολοκυθάτο, κοτζανίτης, κουντούρα άσπρη και μαύρη, κουσαντασιανό, κριτζανιστό, λαύκα, μαρούδα, μοσχοδιάφυλλο, μοσχάτο άσπρο, μαύρο και ανατολικό, μπεγλέρη, μπεγλέρη κουσανδιανό, ξανθό αετονύχι, παναγίας κλήμα, πεμπεοζούμι, περίκι, προϊμάδι, ρητινό, ροζακί, ρωδίτης,ρούσσο σάμια, σαμοζούμι, σαπίτης,σερίκι, σιδερίτης, σκυλοπνίχτης, τζαούση,τζεκερδεξίδη, φωκιανό, χειμωνιάτικο, χονδρορρήτινο, χονδροστάφυλο".(15)
Από τ΄αμπέλια αυτά οι γεωργοί παρήγαν τα σαμιακά κρασιά και ιδιαίτερα τον ανθοσμία. Σταδιακά μέσα στον 20ο αιώνα, εγκαταλείφθηκαν πολλά απ΄αυτά τα είδη.

Γ.Διολέτης-samoswine.gr
Τον ανθοσμία κατασκεύαζαν ως εξής: Τρυγούσαν τα ώριμα σταφύλια, τα καθάριζαν από σάπιες ρώγες, τα λιάζανε επί 3-4 ημέρες, μετά τα έριχναν στον ληνό, στον οποίο "κατελίμπανον" αυτά επί 4- 5 ημέρες, μέχρι να ωριμάσουν κι άλλα σταφύλια στο αμπέλι  που με την ίδια πάλι προεργασία τα προσθέτανε κι αυτά στο ληνό. Επαναλαμβάνονταν δε ο τρύγος τής αμπέλου το πολύ τρεις φορές. Πριν πατήσουν τα σταφύλια, έπλεναν τα βαρέλια με ζεστό νερό που περιείχε φύλλα τού φυτού "καλοκρασιά". Συλλέγοντας δε από το πολήμνιο (υπολήνιο) τον χυμό που εκχυνόταν λόγω τού βάρους των στρωμάτων των σταφυλιών, τον "πρόωρο " κοινώς, έχυναν αυτόν κατ΄αναλογία στα βαρέλια. Έπειτα πατούσαν τα σταφύλια, έριχναν τον χυμό στα βαρέλια και προσθέτανε και κάποια ποσότητα βρασμένου μούστου ("γλεύκου")  που περιείχε τέφρα ή τιτανώδη γη, κοινώς ασβεστόχωμα.

Πομπηία - Κτιστά πιθάρια κρασιού (6α)
Ύστερα σφραγίζαν τα βαρέλια με σπάρτο για να μη πέσει κάτι ακάθαρτο μέσα και τα άφηναν όσο χρειαζόταν για να επιτευχθεί η ζύμωση.  Τότε  έφραζαν  καλά την οπή και άφηναν το βαρέλι μέχρι τις 3 Νοεμβρίου, επετείου τής εορτής τής καταθέσεως των λειψάνων τού Αγίου Γεωργίου τού μεθυστού (από τούς μεθυσμένους που άνοιγαν εκείνη την ημέρα τα βαρέλια τους). Μερικοί έριχναν μέσα 2-3 οκάδες από το εξαγόμενο (από τα σταφύλια) πρώτο οινόπνευμα. Τα μαύρα όμως σταφύλια τα αφήναν στον ληνό επί 10-15 ημέρες, ενώ δεν προσθέτανε στο κρασί γλεύκο.
(6β)
Μερικοί έριχναν κυδώνια ή τρυφερά κουκουνάρια πεύκου για να πάρει το κρασί άρωμα απ΄αυτά. Τα δε "τζίπουρα" (στέμφυλα) πιέζονταν με πλάκες στο πολήμνι που το φράζανε ερμητικά ώστε να μην εισέρχεται ατμοσφαιρικός αέρας και τα διατηρούσαν μέχρι την άνοιξη. Τότε έχυναν σ΄αυτά νερό και με τον διυλιστήρα (ρακοκάζανο) εξήγαγαν τη σούμα. Όταν θέλανε να επισπεύσουν  τότε έβαζαν τα "τζίπουρα" σε πιθάρι με νερό για να γίνει γρηγορότερα η ζύμωση. Περί το 1880 είχαν ήδη παραληφθεί οι εγχύσεις θερμού γλεύκου, τού προώρου και η πλύση με καλοκρασιά. (16)


           


 ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΗΤΗΡΙΟΥ 
   
Χτίστηκε  μέσα σε αμπελώνα περίπου 8 στρεμμάτων. Βρίσκεται στο υψηλότερο Ν.Δ. σημείο τού κτήματος και καταλαμβάνει μια αρκετά ευρύχωρη "πεζούλα". Στα δυτικά, σε απόσταση λίγων μέτρων περνά το παλιό μονοπάτι που διασχίζει τούς αμπελώνες και τις άλλες καλλιέργειες τού "Καστανόλογγου" και ενώνει τα χωριά "Βουρλιώτες" και "Μανωλάτες".
 

 















Στο υπ΄αρ. 2370 τού 1911 Συμβόλαιο τού Συμβολαιογράφου-Ειρηνοδίκη Αγίου Κωνσταντίνου, Νικολάου Μ.Σαράντου (εδρεύοντος στον Όρμο Αγίου Κωνσταντίνου), ο Ιωάννης Κ. Τσούλος κτηματίας, κάτοικος Μανωλατών. προικοδοτεί στον γιο του Χριστόδουλο Ι. Τσούλο, κάτοικο Μαυρατζαίων, προκειμένου να παραμείνει οικόσιτος σ΄αυτόν ως τα στερνά του, την επόμενη περιουσία που απέκτησε από δωρεά και αγορά ήτοι: "α/ Αμπέλιον σύδενδρον, ποτίσιμον, μετά καλύβης, τής αυλής της μέχρι......" (17).
 
Από τον κουνιάδο του Χριστόδουλο,  αγόρασε το κτήμα  ο Γεώργιος Κονδύλης μετά τη Μικρασιατική καταστροφή.. Ο ίδιος τα προηγούμενα χρόνια πήγε μετανάστης στην Αμερική. (¨Ένα απόσπασμα από διήγηση συγγενούς του αναφορικά με τον Γεώργιο περιγράφει τα εξής: "Πέντε λεπτά αφού σφικταγκάλιασε την σύζυγό του άρτι αφιχθής από την Αμερική, ο Γεώργιος Κονδύλης κάθισε να απολαύσει το φρεσκοψημένο καφεδάκι και στην πόρτα φάνηκαν οι χωροφύλακες. Τη βίαιη στρατολόγηση ακολούθησε επτάμηνη θητεία στην Μικρασία με ασφαλή επιστροφή στη Σάμο λίγο πριν την κατάρρευση τού μετώπου...Το περιβόητο για τον όγκο παραγωγής εκλεκτού μοσχάτου σταφυλιού κτήμα τού Γεωργίου Κονδύλη, κληρονόμησαν τα παιδιά του Ανδρέας και Βασιλεία Κονδύλη και με την σειρά τους το προικοδότησαν στην εγγονή τού Γεωργίου Ευδοκία Παπαχριστοδούλου, το γένος Κονδύλη" (18). 
 
Τέλος, πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες περιήλθε με αγορά στον Νικήτα Κυπαρίσση, κάτοικο Μανωλατών.
 
Διάγραμμα κάλυψης 2008



 
 
 
 
Το πατητήρι χτίστηκε σε δύο φάσεις: 
1) Κατ΄ αρχάς  κτίστηκε το νότιο τμήμα που αποτελείται από δύο χώρους (Β και Γ στην κάτοψη) και επικοινωνούν μεταξύ τους με ενδιάμεσο άνοιγμα.
2) Σε δεύτερη φάση το 1902 χτίστηκε η προσθήκη (Α στην κάτοψη).  


 
 
 
 
 
 

Κτίριο (Α)-Λεπτομέρεια προς νότο
1)Το όλο νότιο δρομικό κτίσμα, εμβαδού 33,30 τ.μ., έχει εξωτερικές πόρτες: στον νότιο τοίχο τού χώρου (Γ), πλάτους 0,91μ. και ύψους 1,75 μ., καθώς και στον ανατολικό τοίχο τού χώρου (Β), πλάτους 1,05μ. και ύψους 1,7 μ.. Στο σημείο αυτό υπήρχε και παλαιότερο παράθυρο πλάτους 0,90μ.και ύψους 1,10 μ., πού κλείστηκε σε απροσδιόριστο χρόνο, τού οποίου τα ίχνη είναι εμφανή. Μέσα στον χώρο (Β), στην ανατολική γωνία των τοίχων, υπάρχει βράχος  και δίπλα του εσωτερικό παράθυρο που επικοινωνεί με τον χώρο (Α) που χτίστηκε σε 2η φάση. Ο χώρος (Β), καθαρών διαστάσεων 3,20Χ3,45 μ. και ύψους 2,70 μ., φαίνεται να είναι  ευτελούς κατασκευής και έχει μεγαλύτερες φθορές στις τοιχοποιίες του.  Ήταν πρόσκτισμα τού κτίσματος (Γ) για σταυλισμό.
Από την κακή σύνδεση που φαίνεται στη  Ν.Α. πλευρά των δύο τοίχων των κτισμάτων (Β και Γ) συμπεραίνουμε πως ήταν μεταγενέστερη προσθήκη. Όσον αφορά στο κτίσμα (Γ), καθαρών διαστάσεων 4,10Χ2,7μ. και ύψους 2,20 μ. ήταν προφανώς το παλιότερο πατητήρι (προ τού 1889). Άλλωστε διαθέτει δύο εξωτερικά πολήμνια: Το πολήμνιο (3) που εφάπτεται στον Ν.Δ. τοίχο και το πολήμνιο (2) που εφάπτεται στον Ν.Α τοίχο. Το τελευταίο πολήμνιο φέρει εσοχή στο πάνω μέρος του για την  κανάτα ή το κρασοπότηρο ή το οινόμετρο αργότερα, για τη συνεχή παρακολούθηση της ζύμωσης. Η εσοχή αυτή λέγεται "πουλίτσα".

 
Κάτοψη πατητηριού
ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ:  Ι.ΠΑΡΑΦΕΣΤΑ- 2008




Διάγραμμα στεγών
τομή Α-Α΄
Τομή Β-Β΄
Β.Α. 'Όψη




Β.Δ. Όψη

Ν.Α. Όψη

Οι λίθινοι, λασπόκτιστοι τοίχοι αυτού τού τμήματος (τουλάχιστον τού Β ), πλάτους 0,50 μ., φαίνεται πως κατασκευάστηκαν πριν τον Κιρκιτζιώτη μάστορα που δούλεψε κατά το 2ο μισό ή προς τα τέλη τού 19ου αιώνα και έκτισε τα περισσότερα "καλύβια" τής περιοχής. παραμένοντας ζωντανός στη μνήμη των κατοίκων των Μανωλατών μέχρι σήμερα. Έκτιζε κατά παράλληλη διάταξη, με στενόμακρες κυρίως πέτρες διαφόρων μεγεθών κι άλλες μικρότερες που τοποθετούσε σαν σφήνες, κατά το βυζαντινό πρότυπο, τη μία πάνω στην άλλη, σε σειρές. Ο άγνωστος μάστορας χρησιμοποιεί κι αυτός πέτρα σχιστολιθική τής περιοχής, βασικά αλάξευτη, πιο στρογγυλεμένη, σε παρόμοια μεγέθη και "γεμίζει" τα κενά με άλλες μικρότερες. Είναι σε χρώματα καφέ, γκρι, κίτρινη ώχρα και λευκό. Αντιπαραβάλουμε σε δύο φωτογραφίες τμήματα τοίχων τού άγνωστου μάστορα τού κτίσματος που εξετάζουμε και τού Κιρκιτζιώτη μάστορα από καλύβι τής περιοχής που ο ίδιος αδιαμφισβήτητα έκτισε:
 
 Πατητήρι-Τοίχος (Γ) αγνώστου τεχνίτη
Λιθοδομή Κιρκιτζιώτη-Φ.1998
Η τεχνική κτισίματος τών Γιουτλάκηδων














Το παλιότερο αυτό κτίσμα ήταν ανεπίχριστο και παρέμεινε έτσι.  Σήμερα  είναι επικαλυμμένο με ανεξάρτητες ξύλινες αυτοφερόμενες στέγες και κεραμίδια, Είναι δίρριχτες και στα δύο τμήματα. Τέλος, μπροστά στο κτίσμα (Β) στην ανατολική πλευρά υπάρχει εξωτερικά πέτρινος πάγκος- κάθισμα.
Διαθέτει δύο πολήμνια (υποληνούς), πετρόκτιστα, κυκλικής διατομής, επιχρισμένα με κουρασάνι για τη στεγανοποίησή τους. Εκεί χύνονταν ο μούστος από τον ληνό που προφανώς θα ήταν μικρός κτιστός ή ξύλινος. Ένα τρίτο πολήμνιο θα συναντήσουμε στο κτίσμα (Α) τής προσθήκης. Δίπλα στο Ν.Δ. πολήμνιο ήταν το καζαναστάσι (ρακοκάζανο) με σύστημα ροής τού νερού για την παρασκευή και ψύχρανση τής "σούμας" (είδος ρακί)

 

Τα πολήμνια

Σε δεύτερη φάση το 1902 χτίστηκε η προσθήκη (Α). Είναι λιθόκτιστη με πέτρες τής περιοχής, λασποκτισμένη και επικαλυμμένη από τρίρριχτη, αυτοφερόμενη, κεραμοσκεπή. Κατασκευάστηκε από Καρπάθιους μαστόρους, γνωστούς (κατά προφορική μαρτυρία) ως Γιουτλάκηδες (από Γιουτλάκης), εγκατεστημένων στο χωριό "Αρβανίτες" τής Σάμου.
 
Το κτίσμα, που θα λειτουργήσει στην πορεία σαν πατητήρι, χτίστηκε σε  επαφή με το παλιό κτίσμα (Β και Γ), εφαπτόμενο κατά 6,00 μ. περίπου στη Β.Δ. πλευρά τού προγενέστερου. Mε τον χώρο αυτό και συγκεκριμένα με τον (Β), επικοινωνεί όπως προείπαμε μέσω ενός ανοίγματος-περάσματος, πλάτους 1,07μ.. Πρόκειται για ένα ορθογώνιο κτίσμα εμβαδού 43,32 τ.μ. και διαστάσεων 7,60Χ5,70 μ.. Διαιρείται -σε  δύο ίσα σχεδόν μέρη (Β.Δ. και Β.Α.)- από ένα πέτρινο στηθαίο πλάτους 0,45 μ. και ύψους 0,60 μ., το οποίο στην Ν.Α. άκρη του είναι χαμηλότερο (κατά μήκος 1,54 μ.), ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση στο Β.Α. τμήμα τού χώρου (Α). Η είσοδος γίνεται από τον Β.Δ. χώρο. Η πόρτα είναι δίφυλλη, πλάτους 1,63 μ. και ύψους 2,00 μ.. Όλα δε τα πορτοπαράθυρα και τα κανάτια είναι ξύλινα, σανιδωτά και πλαισιώνονται εξωτερικά με ξύλινα κασώματα. Στο τμήμα αυτό υπάρχει το 4ο πολήμνιο, εσωτερικό αυτή τή φορά, που εφάπτεται τού στηθαίου. Δίπλα είναι η πρέσα συμπίεσης των σταφυλιών.
Έποψη από την πλευρά τού ληνού

Το Β.Α. τμήμα είναι ο  ληνός διαστάσεων  4,70Χ3,00 μ. και εμβαδού 14,10 τ.μ. Στη νότια γωνία υπάρχoυν ίχνη παλιάς εστίας. Στον Β.Δ. τοίχο υπάρχει παράθυρο πλάτους 1,03 μ. και ύψους 1,04 μ.. Στον  Β.Α. τοίχο, υψηλότερα κατά 0,50 μ. από το δάπεδο τού ληνού, υπάρχει βοηθητική πόρτα εξόδου πάνω ακριβώς από το πολήμνιο (1) (που εφάπτεται τού τοίχου εξωτερικά). Η στάθμη τού ληνού είναι κατά 0,30 μ. χαμηλότερα από το δάπεδο τού πρώτου χώρου εισόδου. Εδώ το στηθαίο έχει ύψος 0,90 μ. από το δάπεδο τού ληνού. Οι λιθοδομές στο χώρο τού ληνού (πάχους 0,50 μ.) είναι επιχρισμένες εσωτερικά με μια στρώση κουρασάνι, για πλήρη στεγανοποίηση. 



"Το κουρασάνι, ένα μίγμα   τριμμένου  κεραμιδιού με ασβέστη. Είναι  ένα κονίαμα που χρησιμοποιήθηκε κατά τη Ρωμαϊκή και Βυζαντινή εποχή. Υστερεί, βέβαια, σε ιδιότητες των υδραυλικών κονιαμάτων, που χρησιμοποιήθηκαν από την κλασική εποχή για τη στεγανοποίηση υδατοδεξαμενών. Πρέπει να έχουμε όμως υπόψη μας ότι χρησιμοποιήθηκε το κουρασάνι κυρίως σε αγροτικές περιοχές, όπου οι ντόπιοι τεχνίτες χρησιμοποιούσαν απλούστερα είδη υλικών". (19)

Μινωϊκός ληνός-(7*)
Αρχαίος ληνός- Μουσείο ΕΟΣ Κορωπίου
  
  








Ληνός τής Ικαρίας (6γ)
Από τους νεολιθικούς ακόμα χρόνους διαπιστώθηκε  η παραγωγή οίνου. "Με βάση μάλιστα πρόσφατη αρχαιολογική ανακοίνωση στο Ντίκιλι Τας – στον προϊστορικό οικισμό από πασσαλόπηκτες καλύβες της μέσης νεολιθικής και πρώιμης εποχής του Χαλκού (6η-3η χιλιετίες π.Χ.) κοντά στον αρχαιολογικό χώρο των Φιλίππων – βρέθηκαν 2.460 καμένοι σπόροι σταφυλιών και 300 φλούδια από σταφύλι ηλικίας 6.500 που πιθανόν χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή κρασιού, αποτελώντας τα αρχαιότερα πατημένα σταφύλια που έχουν έρθει μέχρι σήμερα στο φως".(20) 
Στην αρχαιότητα, οι Έλληνες  κατανάλωναν τον οίνο "κεκραμένο", ανακατεμένο δηλαδή με νερό. Η κατανάλωση "άκρατου" οίνου θεωρούνταν βαρβαρική συνήθεια τών Περσών, Σκυθών, Θρακών κ.α.. 

Πολήμνιο τού 13ου αιώνα-"Καστροβούνι" Σάμου
Πολήμνια στην Αγ.Τριάδα Βαλεοντάτων 18ου-19ου αι.-Φωτ.2018
"Ο παλαιότερος τύπος  πατητηριού είναι οι κτιστοί ληνοί, διαδεδομένοι σε όλη την Ελλάδα από την αρχαιότητα. Τα πατητήρια αυτά ήταν ορθογώνιες λεκάνες με οπή στη βάση για να φεύγει το γλεύκος στο υπολήνιο (πολήμνι).  Τα σταφύλια μεταφέρονταν στον ληνό, τα πατούσαν, ανασήκωναν τα τσίπουρα (στέμφυλα) για να τρέξει το γλεύκος και τα ξαναπατούσαν. Τα υπόλοιπα της δεύτερης σύνθλιψης τα έβαζαν σε πιεστήριο, τη "γαλεάγρα", για να βγάλουν όλο το γλεύκος. Αν δεν χρησιμοποιούσαν γαλεάγρα έριχναν νερό στα στέμφυλα, τα ξαναπατούσαν και άφηναν το μούστο να ζυμωθεί. Το κρασί που παραγόταν έτσι ήταν δεύτερης ποιότητας, το "λάγκερο", ο γνωστός "δευτερίας ή τρυγίας" της αρχαιότητας. Η αποθήκευση και η μεταφορά γινόταν με τα μαγαρικά, πήλινα αγγεία που σταδιακά εξαφανίζονται. Γύρω στο 1000 χρησιμοποιούνται μαγαρικά και βουτσία δηλ. ξύλινα βαρέλια ενώ από τον 14ο αι. μόνο βουτσία. Γύρω στα μέσα της Τουρκοκρατίας οι ληνοί αντικαταστάθηκαν με τις παραβούτες, μεγάλες ξύλινες δεξαμενές" (21).

Παλιό πατητήρι στη Σάμο-Γ.Διολέτης

Παλιό πατητήρι στη Σάμο-Γ.Διολέτης samoswine.gr











Στη Σάμο "ο παραγωγός ετοίμαζε έγκαιρα το πατη­τήρι (τον ληνό), που ήτανε μια χτιστή κυβοειδής μικρή στέρνα, σοβαντισμένη με αμμοκονίαμα: έβαζαν τριμμένο κεραμίδι, άμμο και ασβέστη, έκαναν λάσπη και σοβάντιζαν εσωτερικά τις πλευρές και τον πάτο, για να είναι στεγανό το πατητήρι... Επίσης, ο παρα­γωγός ετοίμαζε τις σταφυλοκοφίνες και άλλα μικρότερα κοφίνια και καλάθια. 

Ροδίτης απ΄τον Καστανόλογγο (από πίνακα)
Ο τρυγητός ξεκινούσε τον Αύγουστο, την επομένη τής Παναγίας, για να τρυγήσουν τα πρώιμα λευκά σταφύλια, τα σταφιδοστάφυλα (σουλτανίνα), να τα ξεράνουν στις απλώστρες και να τα κάνουν σταφίδα. Αργότερα, το Σεπτέμβρη, έκοβαν τα κρασοστάφυλα, γέμιζαν τις σταφυλοκοφίνες και τις φόρτωναν στα άλογα για το πατητήρι, που περίμενε έτοιμο και καθαρό στην αυλή τού σπιτιού. Αργά τη νύχτα, με το λυχνάρι ή τη λάμπα, για να έχουν φύγει οι μέλισσες που μαζεύονταν άφθονες την ημέρα, γινότανε το τσαλαπάτημα των σταφυλιών.
Ο μούστος έτρεχε από το "κουτσουναράκι" σε πέτρινη γούρνα ή σε κάποιο μισοπίθαρο και απ’ εκεί με ένα δοχείο (το καυκί) γέμιζαν το ασκί, για να τον μεταφέρουν στο κρασοβάρελο. Όταν οι πατητές τελείωναν το τσαλαπάτημα, στοίβαζαν στην άκρη του ληνού τα τσίπουρα (στράφυλα), τοποθετούσαν μια φαρδιά σανίδα, συνήθως μια πόρτα, και ανέβαιναν επάνω, για να σουρώσει ο μού­στος καλά"(22).


                       Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΛΗΝΟΥ ΤΟΥ ΚΑΣΤΑΝΟΛΟΓΓΟΥ



Ο ληνός (Α) τού Καστανόλογγου  κατασκευάστηκε γιά ιδία χρήση. Μέχρι τότε το παλιό μικρό πατητήρι (κτίριο Γ) θα κάλυπτε τις αρχικά περιορισμένες ανάγκες τού παλιού ιδιοκτήτη. Στη συνέχεια,  φαίνεται πως η  έκταση αυξήθηκε  από άλλα επιμέρους αγροτεμάχια που σταδιακά περιέρχονταν στην κυριότητά του (το παλιό πατητήρι ανήκε στο αγροτεμάχιο (Ι), όπως φαίνεται στο Διάγραμμα Κάλυψης), συνολικής επιφάνειας 15 στρεμμάτων. Ο αμπελώνας τών 15 στρεμμάτων (σημαντική  έκταση σε σχέση με την κατακερματισμένη σαμιακή γή), δεν μπορούσε πια, παρά να εξυπηρετηθεί από ένα μεγαλύτερο πατητήρι. Είναι και η εποχή που λόγω τής καταπολέμησης των ασθενειών, τής ανατίμησης τού κρασιού και τής μεγάλης ανάπτυξης τού εμπορίου, οι αμπελώνες εξαπλώθηκαν σε όλο το νησί. Γι΄αυτόν τον λόγο συμπεραίνουμε ότι  χτίστηκε  η προσθήκη (Α), με τον νέο ληνό (διαστάσεων 4,70Χ3,00 μ., και εμβαδού 14,10 τ.μ) μέσα στο αγροτεμάχιο (ΙΙ) και σ΄επαφή με το παλαιό κτίσμα, του οποίου  η πρωταρχική χρήση άλλαξε τότε, γιά να εξυπηρετήσει ανάγκες διαβίωσης και παραμονής. ΄Το κτήμα αργότερα μοιράστηκε σε  κληρονόμους μέχρι που πωλήθηκε  κατά το ήμισυ περίπου το 2001, στον νέο ιδιοκτήτη του Νικήτα Κυπαρίσση.

Σταφυλοδόχος στους Βουρλιώτες (8*) Γ. Βαρβάκης
Στα τέλη τού 19ου-αρχές  20ου αιώνα η παραγωγή και το εμπόριο τού κρασιού γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη στη Σάμο. 
"Το 1906 στο Βαθύ λειτουργούσαν πολλοί οινεμπορικοί οίκοι, οι οποίοι συγκέντρωναν το κρασί και το πωλούσαν  στο εξωτερικό συνήθως ως πρώτη ύλη. Γνωστοί εργοστασιάρχες-οινέμποροι της πόλης ήταν  οι Μ.Χατζηγεωργίου, Π.Σοφούλης, Τζ. Νικολαρεϊζης, Αφοι Φραντζή, Αντ. Καφετζιδάκης, Γ.Μανούσος, Ε.Φλετορίδης, Μissir κ.α.πολλοί από τους οποίους είχαν τα οινοποιεία τους (ταβέρνες) στο Μαλαγάρι. Το 1934 στο Μαλαγάρι κατασκευάστηκε  το εργοστάσιο της Ενωσης Οινοποιητικών  Συνεταιρισμών Σάμου (Ε.Ο.Σ.Σ.), η οποία ανέλαβε αποκλειστικά την παραγωγή, επεξεργασία και εμπορία των σαμιώτικων κρασιών"(23).

Αυτοσχέδιο πατητήρι κι ο ασκός
Η αύξηση τής οινοπαραγωγής σε  περιοχές όπου οι περισσότεροι καλλιεργητές εξυπηρετούνταν μέχρι τότε από  μικρούς, ιδιωτικούς ληνούς ή από αυτούς τών γειτόνων τους, απαιτούσε τήν δαπανηρή κατασκευή μεγαλύτερων ληνών. Προτιμούσαν λοιπόν να πηγαίνουν την συγκομιδή τους σε κάποιον ιδιοκτήτη μεγαλύτερου ληνού που θα εξυπηρετούσε καλύτερα τις ανάγκες τους. Αυτός παρέδιδε στον αμπελουργό το μερίδιο τού κρασιού που αναλογούσε στην ποσότητα των σταφυλιών που τού παραδόθηκε.
"Ο κάτοχος του Ληνού αναλαμβάνει αυξημένες ευθύνες διαχειριζόμενος το μούστο των γειτόνων του. Πρέπει λοιπόν να διαθέτει γνώσεις και εμπειρία οινοποιίας και, πριν από την εμφάνιση του οινόμετρου, μόνο ειδικό όργανο ελέγχου ήταν οι αισθήσεις του και κυρίως η γεύση του. Πρέπει να γνωρίζει επίσης τη θέση των αμπελιών του καθενός που του παραδίδει σταφύλια. Ο προσανατολισμός της πλαγιάς προς Νότο ή Βορρά καθορίζει την περιεκτικότητα των σταφυλιών σε σταφυλοσάκχαρο. Η σύνθεση λοιπόν των σταφυλιών ως προς την περιεκτικότητα σε σταφυλοσάκχαρο, πρέπει να γίνει εμπειρικά. Η ίδια πείρα και γνώση απαιτούνται για τη σύνθεση των διαφορετικών ειδών σταφυλιών"(24).

 Ο ληνός που εξετάζουμε, στον Καστανόλογγο, σημαντικός σε μέγεθος στην περιοχή, ήταν ίσως μιά τέτοια περίπτωση; Χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά και μόνο για τις ανάγκες τού κατόχου του, ή μπήκε και σε κοινή χρήση; (Οπως προαναφέραμε, τα "καλύβια" τού Καστανόλογγου διαθέτανε σχεδόν όλα μικρούς ληνούς σε κλειστούς χώρους).
"Την εποχή τού τρύγου άνθρωποι και υποζύγια είναι στο πόδι επί εικοσιτετράωρης βάσης. Την ημέρα τρύγος και επιτόπου κόψιμο, το βράδυ στο πιεστήριο ώσπου να γεμίσουν και τα δύο πολίμνια με....και νωρίς το πρωϊ ν΄αρχίσει η συσκευασία σε ασκούς (δερμάτια) με τα μέτρα. Η μεταφορά στην πλησιέστερη ταβέρνα γίνεται σβέλτα πριν θυμώσει ο μούστος. Τα τσάμπουρα από το πιεστήριο στοιβιάζονται στα ψηλότερα πολήμνια έως χειλέων και αφού σφραγιστούν προσεκτικά, θα παραμείνουν έως να στηθεί η καζαναστιά" (25).

Δερματινοι ασκοί κρασιού- Γ.Διολέτης
Με την περάτωση τής επεξεργασίας στον ληνό οι αμπελοκαλλιεργητές μετέφεραν τον μούστο με τα ζώα, στα κατώγια των σπιτιών τους και τον έριχναν στα κρασοβάρελα.
"Τα πιο παλιά χρόνια, η μεταφορά (τού μούστου) γινόταν με τα «τουλούμια» ( «δερμάτια») και η ποσότητα υπολογίζονταν με τα «μέτρα», δηλαδή χάλκινα σκεύη με χερούλια, τέσσερα σε κάθε δερμάτι, οκτώ στο «γομάρι».  Εδενε με σχοινί το στόμιο («γούλη») του δερματιού με ειδικό κόμπο ώστε και ασφαλές να είναι και εύκολα να λυθεί όταν φτάσει στο βαρέλι. Τα τσίπουρα, δηλαδή ό,τι έμενε από το πάτημα, έμπαιναν στο πολήμνι όπου με τον βρασμό και την προσθήκη αργότερα θαλασσινού νερού (που έδινε μια ιδιαίτερη γεύση) θα μπαίνανε στο «ρακοκάζανο» για να βγει η μυρωδάτη σούμα. Στα βαρέλια λοιπόν ο μούστος άρχιζε να βράζει και μαζί άρχιζε η αντίστροφη μέτρηση και η προσμονή για την πρώτη δοκιμή,σε 45 μέρες περίπου. Σε τακτά διαστήματα γίνονταν το «βούλασμα» (ανακάτεμα του κρασιού) με ένα ειδικό εργαλείο τη «βουλαστήρα» και έλεγχος οπτικός και ακουστικός, ενώ η ανησυχία για κάποια ίσως αποτυχία δύσκολα κρυβόταν (26).

Δερμάτινος ασκός κρασιού   9*
Εδώ και δεκαετίες το πατητήρι  τού Καστανόλογγου άρχισε να υπολειτουργεί. Η χρήση του θα υποτόνισε μάλλον μετά το 1936 όταν, όπως προαναφέραμε, δημιουργήθηκε το εργοστάσιο τής Ενωσης Οινοποιητικών  Συνεταιρισμών Σάμου (Ε.Ο.Σ.Σ.), η οποία ανέλαβε αποκλειστικά την παραγωγή, επεξεργασία και εμπορία των σαμιώτικων κρασιών. Από τότε και ως σήμερα, οι αμπελουργοί μετά τον τρύγο, παραδίδουν τα σταφύλια τους στην Ένωση, κρατώντας ένα μέρος μόνον, για να κάνουν το κρασί τής χρονιάς, για δική τους χρήση.
"Σημεία παραλαβής σταφυλιών υπήρχαν σε πολλά σημεία της περιφέρειας. Στο χωριό μας υπήρχαν μία στον Κάμπο, μια στο χωριό (ενν. Βουρλιώτες), μια στην Βροντιανή, μια στο Σύρραχο και στους Βαλεοντάδες".(27) 
 


Μεταφορά σταφυλιών στην ΕΟΣ Σάμου (10*)
Στον ένα και πλέον αιώνα από την κατασκευή τού ληνού στον Καστανόλογγο, το πατητήρι υπέστη σταδιακά τις φθορές τού χρόνου και χρήζει αποκατάστασης. Τμήματα των λιθοδομών του χρειάζεται να ξανακτισθούν ή να ενισχυθούν, καθώς και να επιχρισθούν εσωτερικά. Οι στέγες να γίνουν εκ νέου, τα κουφώματα επίσης, και άλλες εργασίες που απαιτούνται. Ο τελευταίος ιδιοκτήτης τού πατητηριού, με την αγάπη που τον διακρίνει για την πολιτιστική μας κληρονομιά, έκανε κάποιες αποφασιστικές ενέργειες στο παρελθόν στην κατεύθυνση αποκατάστασής του.  Δυστυχώς, η οικονομική κρίση που εκδηλώθηκε στην Ελλάδα ανέβαλε ή ακύρωσε τις όποιες καλές προσπάθειές  του. Σήμερα συντηρείται από τον ίδιο με "νύχια και με δόντια", ζωντανό όμως πάντα στη μνήμη τών κατοίκων των Μανωλατών. Είναι μέρος τής ζωής τους και τής ιστορίας τους. Μακάρι να μη καταλήξει σ΄ένα ακόμα κουφάρι μέσα στη φύση, που ο ανήσυχος ερευνητής τού μέλλοντος θα προσπαθεί με ανεπαρκή στοιχεία να το "ανιχνεύσει" και να το "αποκαταστήσει" στην φαντασία  του και στα χαρτιά του.

-                                                          -------------------

Η  έρευνα που συνεχίζεται σε όλη την περιοχή θα φέρει πιστεύουμε κι άλλα στοιχεία που θα εμπλουτίσουν και θα διαφωτίσουν την παρούσα προσέγγιση που επιχειρήσαμε σε συνάφεια και με τους δύο άλλους οικισμούς "Μαργαρίτες" και "Βαλεοντάτες".


ΤΕΛΟΣ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΤΟΝ  ΧΡΗΣΤΟ ΓΕΡΑΚΗ  ΓΙΑ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΠΑΡΕΙΧΕ ΣΧΕΤΙΚΆ ΜΕ ΤΗΝ ΧΛΩΡΙΔΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ "ΚΑΣΤΑΝΟΛΟΓΓΟΥ".
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΤΟΝ ΦΙΛΟ  ΝΙΚΗΤΑ ΚΥΠΑΡΙΣΣΗ,  ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΙ  ΓΙΑ ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΜΟΥ ΔΙΕΘΕΣΕ.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΑΓΓΕΛΗ, ΚΑΤΟΙΚΟ ΜΑΝΩΛΑΤΩΝ, ΓΙΑ ΤΙΣ  ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΗΣ  ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΟΥ ΕΞΕΤΑΣΑΜΕ.

                                                                ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


Ληνός 4ου π.Χ. αιώνα

(1) Επ Ι. Σταματιάδης "Ιστορία τής νήσου Σάμου από τών παναρχαίων χρόνων μέχρι τών καθ΄ημάς", Τ.4ος - Εν Σάμω εκ τού Ηγεμονικού τυπογραφείου 1881
(1α) (Σημειώνουμε ότι οι κάτοικοι  όλων των  οικισμών και μικροεγκαταστάσεων που προαναφέραμε αναφέρονται σε αυτούς κυρίως  με το "στις" παρά με το "στους" εκτός από τους Νενέδες- εδώ επικρατεί το αρσενικό).
(2) Επ Ι. Σταματιάδης "Ιστορία τής νήσου Σάμου από τών παναρχαίων χρόνων μέχρι τών καθ΄ημάς", Τ.4ος - Εν Σάμω εκ τού Ηγεμονικού τυπογραφείου 1881 
(3) Ιωάννα Παραφέστα "ΔΥΟ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΟΥ 18ου αι. ΤΩΝ ΕΞΗ ΣΥΝΟΙΚΙΩΝ: ΒΑΛΕΟΝΤΑΤΕΣ - ΜΑΡΓΑΡΙΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΝΟΡΙΑΚΟΙ ΝΑΟΙ ΤΟΥΣ" parafestaresearch.blogspot.gr
(4). Γιώργος Βοϊκλής «Σάμος, σελίδες ιστορίας από τα προϊστορικά χρόνια ως τις μέρες μας"
(5) Εμμ. Ι. Κρητικίδης “Τοπογραφία- Αρχαία και σημερινή τής Σάμου”. Εν Ερμουπόλει- Εκ τού τυπογραφείου Ρενιέρη Πρίντεζη- 1869
(6) Ευστρατίου Ι. Δράκου- Μοσχονησίου “Μικρασιαναί Πραγματείαι-Ιστορικαί και Τοπογραφικαί ήτοι: Αι Εκατονησοι, ο Δήμος Νυμφαίου και η Επαρχία Ανέων” Τεύχος Α', Αθήνησι 1888 Βιβλιοθήκη Αγγελου Ν. Παπακώστα 
(7) .Nτίνος Θ.Κόγιας "ΣΑΜΟΣ 1862-1920 "(φωτογραφίες και καρτ ποστάλ)σ.52   
(8) Νίκος Μπελαβίλας "ΤΡΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΙΡΑΤΕΙΑΣ, ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ, ΔΡΟΜΟΙ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ" Antoine Laurent Castellan,

(9) Χρήστος Γεράκης - Βοτανικές πληροφορίες
(10)  Σπύρος Ραπτάκης. "ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΜΕΣΣΑΠΙΑΣ- ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ"   http://psahnaevia.blogspot.gr/2013/08/blog-post.html
(11) Ν. Νόου "Τα καλύβια και ο ρόλος τους στη ζωή της Σάμου"
(12)  https://www.eurobank.gr/Uploads/pdf/msofianou.pdf 
(13) Αγνωστες ιστορίες για το αμπέλι, τον τρύγο και το κρασί- .isamos.gr/ampeli-trigosrasi/
(14) - (15) - (16)  Επ Ι. Σταματιάδης "Ιστορία τής νήσου Σάμου από τών παναρχαίων χρόνων μέχρι τών καθ΄ημάς", Τ.4ος - Εν Σάμω εκ τού Ηγεμονικού τυπογραφείου 1881 

(17) Το έγγραφο μας  διέθεσε ο  Νικήτας Κυπαρίσσης, κάτοικος Μανωλατών και κτηματίας στον Καστανόλογγο, από το προσωπικό του αρχείο.
(18) Απόσπασμα και στοιχεία από διήγηση συγγενούς  τού  Γ. Κονδύλη που κατέγραψε ο Νικήτας Κυπαρίσσης και ευγενικά μας τα διέθεσε
(19) Πλατής Διαμαντής-Oi ληνοί της Θάσου-www.thassos-island.org
(20) http://homouniversalisgr.blogspot.com/2013/09/blog-post_8.html 
(21) Ελένη Κεφαλοπούλου "Ληνοί,παραβούτες,κρασοβόλια" www.pemptousia.gr/2014/07
(22) "Γιώργος Διολέτης - Tο σαμιώτικο πατητήρι- Ο "ληνός" http://samoswine.gr
"...οι ευχές συνόδευαν τον φρέσκο μούστο και ο ερχομός του στο σπίτι ήταν η αρχή μιας σειράς γευστικών δημιουργιών. Από τον πρώτο ασκό βάζανε μια ποσότητα σε ένα μεγάλο «χαρανί» και άναβαν οι φωτιές στα «πυρομάχια» και «κόβανε» το μούστο οι νοικοκυρές"
(23) Nτίνος Θ.Κόγιας "ΣΑΜΟΣ 1862-1920 "(φωτογραφίες και καρτ ποστάλ) σ.65
(24) Πλατής Διαμαντής Αρχιτέκτων Μηχανικός
(25)  Στοιχεία που συνέλεξε ο Νικήτας Κυπαρίσσης, κάτοικος Μανωλατών.
(26) Γιώργος Διολέτης - Tο σαμιώτικο πατητήρι- Ο "ληνός" http://samoswine.gr
Πλατής Διαμαντής-Oi ληνοί της Θάσου-www.thassos-island.org
(27) Γιώργος Βαρβάκης "Ο ΤΡΥΓΗΤΟΣ" https://mpalos.blogspot.com

                                                                                            ΕΙΚΟΝΕΣ

   (1*) Ο χάρτης τού Piri Reis











(2*) www.isamos.granekdotes-palies-fotografies-tis-samou 
(3*) Aπό το βιβλίο τού Nτίνου Θ.Κόγια "ΣΑΜΟΣ 1862-1920" σ.164
(4*) Aπό το βιβλίο τού Nτίνου Θ.Κόγια "ΣΑΜΟΣ 1862-1920" σ.164
"Το Ακμπουκί ή Ακπούκιοϊ, παραθαλάσσιο χωριό στην κοιλάδα τού Μαιάνδρου, ανήκε στο σαντζάκι τού Αϊδινίου και κατοικούνταν από Σαμιώτες μικρέμπορους, γεωργούς και ψαράδες..." 
(5*) Η εικόνα ανήκει στο εκκλησάκι τών Αποστόλων στον Κάμπο Βουρλιωτών.
(6α*) - (6β*) - (6γ*) και (9*) Αντώνης Ι. Παπαλάς "ΑΡΧΑΙΑ ΙΚΑΡΙΑ" ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Κ. ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΣ- ΙΚΑΡΙΑ 2002
(7*)kritipoliskaihoria.gr 
(8*) www.isamos.grspanies-palies-fotografies-tis-samou και Γιώργος Βαρβάκης"Τρυγητός"
(10*) Γιώργος Βαρβάκης "Ο ΤΡΥΓΗΤΟΣ" https://mpalos.blogspot.com