Παρασκευή 5 Απριλίου 2019

ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ- ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΕΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΙΟΥ- 1979


Ι.Π.ΠΑΡΑΦΕΣΤΑ: "ORGANISATION SOCIALE et HABITAT D΄UN VILLAGE GREC (ASVESTOCHORI-MACEDOINE)"UNITE PEDAGOGIQUE D΄ARCHITECTURE DE GRENOBLE- FRANCE -1978/79-
(ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 3ου ΚΥΚΛΟΥ ΣΠΟΥΔΩΝ 1978/79)
                                                                                                  ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤH ΓΑΛΛΙΚH:   Ι. ΠΑΡΑΦΕΣΤΑ



                                                                                                        
Θα φιλοξενήσουμε στον διαδικτυακό αυτό χώρο την παρακάτω εργασία, που έγινε στην Μακεδονία, στον οικισμό Ασβεστοχωρίου Θεσσαλονίκης και σχετίζεται με το παραδοσιακό σπίτι στα χρόνια τής οθωμανικής κυριαρχίας (1430 - 1912).
Η Διπλωματική αυτή εργασία εκπονήθηκε το 1978-79 και θα παρουσιαστεί ως είχε με λίγες συντομεύσεις.  Οι αποτυπώσεις των σπιτιών έγιναν την ίδια περίοδο. Οι  φωτογραφίες αφορούν επίσης στην ίδια περίοδο.
Αποφασίσαμε γι΄αυτή  τη δημοσιοποίηση (μετά από 40 χρόνια), όταν διαπιστώσαμε ότι λίγα κτίσματα απέμειναν πλέον από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική στο Ασβεστοχώρι και με τη σκέψη να συμβάλουμε στην ιστορία  τής αρχιτεκτονικής  παράδοσης τού Ασβεστοχωρίου και στη διατήρηση τής ιστορικής, πολιτιστικής μνήμης αυτού.



                                                                                                                                                    Αφιερώνεται στην μνήμη τού πατέρα μου


                                                    ΓΕΝΙΚΗ  ΕΙΣΑΓΩΓΗ


                                     Ι)  ΤΟ  ΠΛΑΙΣΙΟ  ΤΗΣ  ΜΕΛΕΤΗΣ  ΜΑΣ

Το αντικείμενο  τής εργασίας μας αφορά στη μελέτη τής κοινωνικής οργάνωσης και τής παραδοσιακής κατοικίας ενός ελληνικού χωριού, που βρίσκεται στα περίχωρα τής Θεσσαλονίκης.
Επιλέξαμε να εξετάσουμε την κατοικία τού Ασβεστοχωρίου, όπως αυτή διαμορφώνονταν μέσα από την οικονομική και κοινωνική ιστορία τής υπαίθρου στην Ελλάδα, τα ιστορικά γεγονότα, τις μετακινήσεις πληθυσμών,  τις μεταναστεύσεις, την εγκατάλειψη σε μεγάλο βαθμό τής υπαίθρου, την υποβάθμιση και σε μεγάλο μέρος την εξαφάνιση τού ιστορικού δομημένου περιβάλλοντος στη σύγχρονη εποχή.

Αν περιορίσαμε τη σπουδή αυτής της πραγματικότητας στα όρια τού συγκεκριμένου χωριού, είναι γιατί το Ασβεστοχώρι εμφανίζει την ιδιαιτερότητα ότι ενώ βρίσκεται  στην ύπαιθρο, απέχει ελάχιστα από ένα  μεγάλο αστικό κέντρο (την Θεσσαλονίκη) σε πλήρη επέκταση. Θεωρούμε πλεονέκτημα την ιδιάζουσα αυτή θέση, γιατί θα προβάλει  με περισσότερη ακρίβεια τις βασικές κοινωνικές αντιθέσεις που αφορούν τόσο στον αγροτικό ελληνικό πληθυσμό, όσο και σε αυτόν των αστικών κέντρων. 

Εκτός των παραπάνω δυνατοτήτων που μας προσέφερε η θέση τού Ασβεστοχωρίου, μας επέτρεψε να αντιληφθούμε, πώς το σύνολο των ιστορικών, οικονομικών, κοινωνικών δεδομένων  επηρεάζουν και σήμερα, την οποιαδήποτε εξέλιξη τής κατοικίας, οδηγώντας στη μεταμόρφωση έως εξαφάνιση των παραδοσιακών οικιστικών ενοτήτων τής υπαίθρου και των περισσοτέρων ιστορικών αστικών κέντρων. Η ιδέα διάσωσης, συντήρησης, αποκατάστασης τού υποβαθμισμένου  παραδοσιακού δομημένου περιβάλλοντος βρίσκεται σε εμβρυακή φάση και επιχειρείται με "κλισέ" προγράμματα, που υποδηλώνουν την έλλειψη στην πραγματικότητα, πολιτικής βούλησης ή καλύτερα μιας συγκεκριμένης πολιτικής.




                                      ΙΙ )  ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ  ΤΗΣ  ΕΡΓΑΣΙΑΣ  ΜΑΣ 

Το περιεχόμενο τής εργασίας μας χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος, αναλύουμε την κοινωνική οργάνωση τού χωριού και την εξέλιξή του από τους χρόνους τής οθωμανικής κυριαρχίας μέχρι σήμερα. Στο δεύτερο μέρος χρησιμοποιούμε ορισμένα συγκεκριμένα δείγματα παλαιών κατοικιών τού Ασβεστοχωρίου περιγράφοντας αυτές αρχιτεκτονικά. Αναφερόμαστε στις σταδιακές επιδράσεις και μεταβολές που δέχτηκε η παραδοσιακή κατοικία, λόγω των σύγχρονων αναγκών και τάσεων και τέλος στον αρχιτεκτονικό πολυμορφισμό που είναι ήδη έκδηλος  στον τόπο αυτό από τις σύγχρονες οικοδομές που ανεγείρονται.

Πιο συγκεκριμένα, στο πρώτο μέρος, θα τοποθετήσουμε το χωριό Ασβεστοχώρι όχι μόνον όσον αφορά στο φυσικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται (γεωγραφικό, γεωλογικό, κλίμα), αλλά λαμβάνοντας υπ΄όψιν τα δεδομένα, ιστορικά, οικονομικά, πολιτιστικά, που επέδρασαν στην εξέλιξή του. Η εξέταση όλων αυτών των δεδομένων θα μας επιτρέψει να αναλύσουμε τις επιπτώσεις που μπορούν να έχουν σε ένα ελληνικό χωριό φαινόμενα γενικότερα, όπως τής ανάπτυξης τού καπιταλισμού στην Ελλάδα, το πρόβλημα τής μετανάστευσης στο εξωτερικό κ.λ.π., φαινόμενα που υποθηκεύουν το οικονομικό μέλλον ενός χωριού και μεταβάλλουν την κοινωνική και πολιτιστική του δομή. Θα ολοκληρώσουμε αυτό το πρώτο μέρος τής εργασίας μας με τη περιγραφή της σημερινής χωροταξικής οργάνωσης τού χωριού.

Στο δεύτερο μέρος θα ξεκινήσουμε με συγκεκριμένα παραδείγματα σπιτιών, προκειμένου να περιγράψουμε τούς διαφορετικούς κυρίαρχους τύπους παραδοσιακής κατοικίας Κατόπιν θα αναφερθούμε  σύντομα στην σύγχρονη κατοικία, για να αναδείξουμε τις προοπτικές ανάπτυξης τής κατοικίας, όχι μόνο στο Ασβεστοχώρι, αλλά γενικότερα.

Η σύνθεση τέλος των δύο μερών θα μας οδηγήσει αναπόφευκτα στο γενικότερο πρόβλημα στέγασης των λαϊκών κοινωνικών στρωμάτων στην Ελλάδα σήμερα, καθώς  και στο ζήτημα που  αφορά στη διάσωση τής παραδοσιακής κατοικίας- αρχιτεκτονικής  και των παραδοσιακών οικιστικών συνόλων.




                                                    ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 
Ι) ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΜΑΣ 
ΙΙ ) ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΑΣ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 
                                                   ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
                            ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙ: ENA ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΧΩΡΙΟ
Ι ) ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΙΙ ) ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΤΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟ                             
ΙII )  IΣΤΟΡΙΚΆ ΔΕΔΟΜΕΝΑ
              Α )  1430-1912 : ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ (1430-1912)
              Β )  ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ ΜΑΣ  
ΙV )  ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ  ΔΕΔΟΜΕΝΑ
           Α )  ΕΘΙΜΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ
                   1 )  Ο βλάχικος γάμος
                   2 )  Η θυσία τού κόκκορα
                   3 )  Τα πανηγύρια
                   4 )  Η κληρονομική μεταβίβαση
 V )  ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ  ΔΕΔΟΜΕΝΑ
           Α )  Ο  ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ  ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ  ΤΗΣ  ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
                   1 )  Η γέννηση τού καπιταλισμού στην Ελλάδα
                   2 ) Η εξάρτηση τής ελληνικής οικονομίας
           Β )  Η ΓΕΩΡΓΙΑ : ΜΙΑ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΕ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΗΣΗ
                   1 ) Η κοινωνική θέση των  αγροτών στη διάρκεια τής οθωμανικής κυριαρχίας
                   2 )  Το αγροτικό ζήτημα μετά την ανεξαρτησία
                   3 )  Ο ρόλος τής Αγροτικής Τράπεζας
                   4 )  Η κατάσταση στο Ασβεστοχώρι
           Γ )  Η ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ : ΜΙΑ ΑΝΘΗΡΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1950
           Δ )  ΈΝΑ ΕΜΠΌΡΙΟ ΠΟΥ ΧΆΘΗΚΕ
           E )  H BIOMHXANIA ΕΞΌΡΥΞΗΣ
           ΣΤ )  ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
                   1 )  Περίοδος 1901-1940 
                                   α ) Η αγροτική "έξοδος"
                                   β )  Οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία (1922)
                                   γ )  Η μετανάστευση στο εξωτερικό
                   2 )  Περίοδος από το 1950 μέχρι σήμερα (1978)
                                   α )  Η αγροτική "έξοδος" 
                                   β )  Οι συνέπειες τής "εξόδου" στον τομέα τής στέγασης στις πόλεις
                                   γ )  Η μετανάστευση στο εξωτερικό
           Ζ )  ΤΟ  ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ  ΜΕΛΛΟΝ  ΤΟΥ  ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙΟΥ 
                   1 )  H κοινωνική διασπορά
                   2 )  Ο "θάνατος" τού χωριού και ενσωμάτωση  στα προάστια τής Θεσσαλονίκης                              3 ) Ολοκλήρωση τού προγράμματος  εισόδου τής Ελλάδας στην Κοινή Αγορά και οι συνέπειες 
VI -  ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ  ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ
           A -  AΠΟΥΣΙΑ  ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ
           Β -  Η ΟΜΑΔΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ ΚΑΤΑ "ΝΗΣΙΔΕΣ"
           Γ - ΟΙ  ΔΡΟΜΟΙ,  ΟΔΟΙ  ΔΙΕΙΣΔΥΣΗΣ
           Δ -  ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ
           Ε - ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

                                                      ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
                                         Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΟ ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙ
 Ι )  ΕΙΣΑΓΩΓΗ 
 ΙΙ ) Η ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ 
            Α )  ΤΟ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΠΙΤΙ
                   1) Μορφολογία
                   2)  Τρόπος κατασκευής
                   3) Εσωτερική διάταξη τού σπιτιού και οργάνωση των λειτουργιών
                   4) Διακοσμητικά στοιχεία και σύμβολα 
            Β )  ΤΟ "ΕΝΤΟΠΙΟ" ΣΠΙΤΙ 
                  1) Μορφολογία
                  2) Τρόπος κατασκευής
                  3) Εσωτερική διάταξη τού σπιτιού και οργάνωση των λειτουργιών
                  4) Διακοσμητικά στοιχεία και σύμβολα 

        Γ )  ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΣΠΙΤΙΩΝ 
 III )  Η  ΚΑΤΟΙΚΙΑ  ΣΗΜΕΡΑ (1978)
 IV )  ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΤΕΓΑΣΗΣ
           Α ) Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΚΙΑΣ
           Β ) Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ
                  1 )  Οι ιδιοκτήτες γης
                  2 ) Οι κατασκευαστικές επιχειρήσεις
                  3 ) Το Κράτος
                  4 ) Ο ρόλος των Τραπεζών
           Γ )  Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ
           Δ )  Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ
 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


 



                                                    ΠΡΩΤΟ  ΜΕΡΟΣ
                       
                     ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙ: ENA  ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ  ΧΩΡΙΟ

Το Ασβεστοχώρι και τα λατομεία - Φωτογραφία 1978 (μοντάζ) ,  Ι.Παραφέστα
                                                    
  Ι ) ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Όταν επιλέγουμε να μελετήσουμε την κατοικία και μάλιστα ενός οικιστικού συνόλου βρισκόμαστε μπροστά σε μία πραγματικότητα που δεν γίνεται κατανοητή παρά μόνον αν την εντάξουμε μέσα στο φυσικό της πλαίσιο με τα γεωγραφικά της δεδομένα φυσικά, επίσης τα ιστορικά, πολιτιστικά, οικονομικά κ.λ.π. που άμεσα επηρεάζουν τη αρχιτεκτονική ανάπτυξη στην περιοχή.
Στο πρώτο μέρος τής εργασίας μας, θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε ότι η επικρατούσα κατοικία σε ένα χωριό σαν το Ασβεστοχώρι είναι η αντανάκλαση τού κοινωνικού και φυσικού πλαισίου μέσα στο οποίο εισάγεται αυτή.
Η ανάλυση όλων αυτών των δεδομένων θα μας επιστρέψει βαθιά στο χρόνο, στην ιστορία τού χωριού - και πιο συγκεκριμένα στην εποχή τής οθωμανικής κυριαρχίας - και θα επεξεργαστούμε ζητήματα όπως τον μαρασμό τής αγροτικής δραστηριότητας, την λεγόμενη εσωτερική μετανάστευση των αγροτών προς τα αστικά κέντρα, τη μετανάστευση προς το εξωτερικό, φαινόμενα που έχουν σαν βασική αιτία την  καπιταλιστική ανάπτυξη στην Ελλάδα (κάτω μάλιστα από συνθήκες ολοκληρωτικής εξάρτησης από  δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις), αλλά και τα γεγονότα που ακολούθησαν μετά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο, από την πολιτική εξολόθρευσης που άσκησαν οι νικητές τού εμφυλίου πολέμου, με συνέπεια την απομάκρυνση από τις εστίες τους, των ηττημένων.


                            ΙΙ )  ΤΟ  ΧΩΡΙΟ   ΜΕΣΑ  ΣΤΟ  ΦΥΣΙΚΟ  ΤΟΥ  ΠΛΑΙΣΙΟ

 
Βρίσκεται στην κεντρική Μακεδονία, στα περίχωρα τής Θεσσαλονίκης. Η μορφολογία τής περιοχής χαρακτηρίζεται από τον ορεινό όγκο τού Χορτιάτη και μια αλυσίδα  λόφων που φέρει το όνομα τού Ασβεστοχωρίου. Οι λόφοι αυτοί αποτελούν τα βόρειο-δυτικά όρια τής πεδιάδας τής Θεσσαλονίκης, που εκτείνεται νότιο-δυτικά μέχρι το Αιγαίο πέλαγος, σε σχήμα πετάλου.   Ιδρυμένο το χωριό στις πλαγιές δύο λόφων, και σε υψόμετρο περίπου 400μ, προσφέρεται εξ ολοκλήρου στο βλέμμα τού επισκέπτη, λόγω τής πρανούς διάταξής του. Η εικόνα τής περιοχής συμπληρώνεται βόρειο-ανατολικά τού χωριού, από την ύπαρξη τής σημαντικής λίμνης  "Αγίου Βασιλείου" (Λαγκαδά-Κορώνεια).
Το Ασβεστοχώρι είναι ένα χωριό 3.000 κατοίκων.  H ολική έκταση τής κοινότητας δεν ξεπερνά τα 3,5 τετρ.χιλιόμετρα.  Το χωριό παρουσιάζει μία σύνθετη εικόνα, από παλιά και καινούργια κτίσματα, παραδοσιακά και σύγχρονα. Αποτυπώνεται η εντυπωσιακή εικόνα τής μετάβασης από την αγροτική οικονομία στην προσαρμογή στο καπιταλιστικό μοντέλο αστικής ανάπτυξης. Είναι, κατά μία έννοια, ένας ακόμα τόπος έκφρασης των αντιθέσεων τής σύγχρονης κοινωνίας στην ελληνική ύπαιθρο.
Περίχωρα Θεσσαλονίκης & Ασβεστοχώρι σε κύκλο

Το  Ασβεστοχώρι  μας έδωσε κατ΄αρχήν την εντύπωση ότι  έλειπε από εκεί η ζωή. Η απουσία ενός πόλου ψυχαγωγίας, μιας δημόσιας πλατείας απαραίτητης σε κάθε  ελληνικό χωριό - εκεί όπου όλα συμβαίνουν: το παζάρι, τα πανηγύρια, οι κοινωνικές σχέσεις, το καφενείο- ήταν σημαντική από την άποψη αυτή.
Το χωριό εκτείνεται και κατοικείται πολύ περισσότερο στον βόρειο λόφο. Εκεί οι κύριες όψεις των σπιτιών προτάσσονται προς τον νότο για να επωφεληθούν καλύτερα από τον ήλιο. Ο νότιος λόφος είναι λιγότερο πυκνοκατοικημένος κι ένα μέρος του χρησιμοποιείται σαν βοσκοτόπι. 
Το Ασβεστοχώρι δεν υπακούει σε καμία χωροταξική αρχή. Τριγυρισμένο από λόφους, θα λέγαμε ότι ψάχνει διέξοδο ακολουθώντας τα περάσματα, τα ανοίγματα ανάμεσα στους λόφους, και δεν βρίσκει παρά μόνον δύο λύσεις επέκτασης: είτε την επέκταση προς ανατολάς, είτε  προς δυσμάς, έχοντας σαν άξονα την κύρια οδό που συνδέει την Θεσσαλονίκη με το Ασβεστοχώρι και συνεχίζει προς τον Χορτιάτη (παλιό ορεινό χωριό στην περιοχή). Βόρειο-ανατολικά δε τού χωριού, προς την λίμνη Αγίου Βασιλείου και το ομώνυμο χωριό, βρίσκονταν τα βοσκοτόπια των κτηνοτρόφων.

Στα δυτικά τού χωριού, μια σημαντική έκταση καταλαμβάνουν τα λατομεία εξόρυξης ασβεστολίθου και οι εγκαταστάσεις παραγωγής ασβέστου. Η εκμετάλλευση των λατομείων από τα τέλη ακόμα τού 17ου αιώνα  (κύρια πηγή  εσόδων για αρκετούς άνδρες τού χωριού) προκάλεσε βαθιές μεταβολές στο περιβάλλον, μεταμορφώνοντας λίγο-λίγο  το δυτικό τμήμα τού Ασβεστοχωρίου. Ο ορεινός όγκος τού Χορτιάτη και η αλυσίδα των λόφων που προαναφέραμε είναι κυρίως βραχώδεις και κρυσταλλο-σχιστολιθικοί (σχ. Αρ. 1 ). Τα ασβεστολιθικά πετρώματα εξασφάλιζαν στους εγκατεστημένους κατοίκους τις πρώτες ύλες για τα οικοδομήματά τους. Φαίνεται πως μέσα στον 18ο αιώνα αναπτύχθηκε η οργανωμένη παραγωγή ασβέστου και συνεχίζεται  μέχρι σήμερα

                                                                  Σχ.  Αρ.1


 Γεωλογικός-Εδαφολογικός & Γεωργικών καλλιεργειών χάρτης


Το κλίμα τής περιοχής είναι μεσογειακού τύπου.  Κατά την ταξινόμηση Koplen (σχ. Αρ.2) είναι τύπου Cfa.. Οι επικρατούντες άνεμοι είναι: βόρειος και ανατολικός το χειμώνα / νότιος και νοτιοδυτικός την άνοιξη. Η περιοχή είναι μάλλον ξηρή, κυρίως το καλοκαίρι. Ο πιο βροχερός μήνας είναι ο Δεκέμβρης και ο πιο ξηρός ο Αύγουστος  (σχ. Αρ.3).

                                   ΣΧ. Αρ  2                                                                      ΣΧ. Αρ. 3                                                 





Στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, λόγω τού   κλίματος, λειτουργεί ένα από τα μεγαλύτερα σανατόρια της χώρας για φυματικούς ασθενείς. Το υγιεινό κλίμα  προσέλκυε επίσης παραθεριστές, κυρίως από την Θεσσαλονίκη, που διέμεναν σε νοικιασμένα σπίτια Ασβεστοχωριτών. Η τάση αυτή ήταν έντονη προπολεμικά, όταν θέριζε τον πληθυσμό η φυματίωση. Πολλοί  κάτοικοι τής πόλης κατέφευγαν στο βουνό για παραθερισμό. Το Ασβεστοχώρι ήταν ένας προορισμός. Σήμερα η προσέλευση είναι σχεδόν μηδενική.


                             
                                             III )  IΣΤΟΡΙΚΆ ΔΕΔΟΜΕΝΑ


Ξεκινώντας από τις αλβανικές ακτές, περνούσε από την Αχρίδα, το Μοναστήρι, λίγο βόρεια από το Αμύνταιο, νότια από τη Βεγο­ρίτιδα λίμνη, από την Έδεσσα, Πέλ­λα, Χαλκηδόνα, Θεσσαλονίκη {χωρίς να την διασχίζει), από τις βορειοδυτι­κές παρυφές του Χορτιάτη, αμέσως νότια από τις λίμνες του Λαγκαδά και της Βόλβης, από τις ακτές του Στρυμονικού κόλπου, από τους Φιλίπ­πους, την Καβάλα, Νέα Καρβάλη, Ξάνθη, Κομοτηνή, Μάκρη, Αλεξαν­δρούπολη, Πέρινθο και κατέληγε στο Βυζάντιο.

Read more http://history-of-macedonia.com/2010/08/27/egnatia-odos-arxaia/
Ξεκινώντας από τις αλβανικές ακτές, περνούσε από την Αχρίδα, το Μοναστήρι, λίγο βόρεια από το Αμύνταιο, νότια από τη Βεγο­ρίτιδα λίμνη, από την Έδεσσα, Πέλ­λα, Χαλκηδόνα, Θεσσαλονίκη {χωρίς να την διασχίζει), από τις βορειοδυτι­κές παρυφές του Χορτιάτη, αμέσως νότια από τις λίμνες του Λαγκαδά και της Βόλβης, από τις ακτές του Στρυμονικού κόλπου, από τους Φιλίπ­πους, την Καβάλα, Νέα Καρβάλη, Ξάνθη, Κομοτηνή, Μάκρη, Αλεξαν­δρούπολη, Πέρινθο και κατέληγε στο Βυζάντιο.

Read more http://history-of-macedonia.com/2010/08/27/egnatia-odos-arxaia/
Ξεκινώντας από τις αλβανικές ακτές, περνούσε από την Αχρίδα, το Μοναστήρι, λίγο βόρεια από το Αμύνταιο, νότια από τη Βεγο­ρίτιδα λίμνη, από την Έδεσσα, Πέλ­λα, Χαλκηδόνα, Θεσσαλονίκη {χωρίς να την διασχίζει), από τις βορειοδυτι­κές παρυφές του Χορτιάτη, αμέσως νότια από τις λίμνες του Λαγκαδά και της Βόλβης, από τις ακτές του Στρυμονικού κόλπου, από τους Φιλίπ­πους, την Καβάλα, Νέα Καρβάλη, Ξάνθη, Κομοτηνή, Μάκρη, Αλεξαν­δρούπολη, Πέρινθο και κατέληγε στο Βυζάντιο.

Read more http://history-of-macedonia.com/2010/08/27/egnatia-odos-arxaia/
Η λειτουργία του ταχυδρομείου βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη συντήρηση αλόγων σε σταθμούς που υπήρχαν κατά μήκος των δρόμων (mansiones και mutationes), και παρείχαν την δυνατότητα αλλαγής αλόγων. Οι σταθμοί είχαν οργανωθεί κυρίως για την εξυπηρέτηση του αυτοκρατορικού ταχυδρομείου και τις μετακινήσεις των κρατικών αξιωματούχων. Οι Mutationes ήταν μικροί σταθμοί με βασικό σκοπό τον ανεφοδιασμό και βρίσκονταν σε απόσταση 7 ή 14 ρωμαϊκών μιλίων ο ένας από τον άλλο, ενώ οι Mansiones ήταν πανδοχεία που υπήρχαν κάθε 30 με 40 μίλια, δηλαδή μιας μέρας δρόμο. Παράλληλα υπήρχαν και σταθμοί σε πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις, οι Stationes, που ήταν κωμοπόλεις ή πόλεις, στις οποίες μπορούσε κάποιος να μείνει περισσότερες μέρες.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο : https://taxydromeio.gr/roman-era-byzantium/ | ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΟ
Η λειτουργία του ταχυδρομείου βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη συντήρηση αλόγων σε σταθμούς που υπήρχαν κατά μήκος των δρόμων (mansiones και mutationes), και παρείχαν την δυνατότητα αλλαγής αλόγων. Οι σταθμοί είχαν οργανωθεί κυρίως για την εξυπηρέτηση του αυτοκρατορικού ταχυδρομείου και τις μετακινήσεις των κρατικών αξιωματούχων. Οι Mutationes ήταν μικροί σταθμοί με βασικό σκοπό τον ανεφοδιασμό και βρίσκονταν σε απόσταση 7 ή 14 ρωμαϊκών μιλίων ο ένας από τον άλλο, ενώ οι Mansiones ήταν πανδοχεία που υπήρχαν κάθε 30 με 40 μίλια, δηλαδή μιας μέρας δρόμο. Παράλληλα υπήρχαν και σταθμοί σε πολύ μεγαλύτερες αποστάσεις, οι Stationes, που ήταν κωμοπόλεις ή πόλεις, στις οποίες μπορούσε κάποιος να μείνει περισσότερες μέρες.

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο : https://taxydromeio.gr/roman-era-byzantium/ |

 Α )  ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ  ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ  ΣΤΗΝ  ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ (1430-1912)

Με δεδομένη τη θέση τού Ασβεστοχωρίου λίγα μόλις χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, η ιστορία τού χωριού αυτού είναι στενά δεμένη με την ιστορία τής πόλης, που υπήρξε η δεύτερη πολιτιστική και διοικητική πρωτεύουσα (μετά την Κωνσταντινούπολη), στα χρόνια τού Βυζαντίου.
Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται πάνω στην "Εγνατία" οδό (συνέχεια τής Απίας οδού των Ρωμαίων), ξακουστό στρατιωτικό και εμπορικό δρόμο κατά τη διάρκεια τής ρωμαϊκής κυριαρχίας και των χρόνων τής βυζαντινής αυτοκρατορίας από τον οποίο διακινούνταν επίσης το ταχυδρομείο και οι χρηματαποστολές.  Κατευθύνονταν μέσω Δυρραχίου  και Θεσσαλονίκης, συνδέοντας τη Ρώμη με την Κωνσταντινούπολη (σώζονται ακόμη λείψανα πυργίσκων  που κατασκευάζονταν κάθε 1.000 βήματα και χρησίμευαν για τη στάθμευση των διερχομένων, την ξεκούραση, την εναλλαγή των αλόγων κ.λ.π.).
                            
Στα 1430 (23 περίπου χρόνια πριν την άλωση τής Κωνσταντινούπολης), οι Τούρκοι κατέλαβαν την Μακεδονία και την Θεσσαλονίκη. Μετά από αλλεπάλληλους επιδρομείς και κατακτητές,  οι Οθωμανοί  έφτασαν τελευταίοι στη Θεσσαλονίκη, για να παραμείνουν εκεί επί πέντε περίπου αιώνες. Στα 1571 ξέσπασε η αποτυχημένη επανάσταση κατά την οποία 3.000 Μακεδόνες σφαγιάστηκαν ή εστάλησαν στην Κωνσταντινούπολη σαν σκλάβοι. Λόγω όμως των συνεχιζόμενων αγώνων, οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν μία σχετική αυτονομία στις επαρχίες τού Ολύμπου, τής Κοζάνης, των Βοδενών, τής Βέροιας, των Μαντεμοχωρίων και τής Καλαμαριάς.
Την ίδια περίοδο, πλοία φορτωμένα με φυγάδες Εβραίους φτάνουν στη Θεσσαλονίκη από την Ιβηρική κυρίως χερσόνησο. Αυτοί διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο τόσο στην ελληνική οικονομία (πριν και μετά την απελευθέρωση), όσο και στην κοινωνική ζωή (το Ασβεστοχώρι, χρησίμευσε σαν θέρετρο για ορισμένους πλούσιους Εβραίους εμπόρους ).
Στα 1821 η εξέγερση των Μακεδόνων, στην οποία είχε ενεργή συμμετοχή και το Ασβεστοχώρι θα πνιγεί στο αίμα. Θα πρέπει να περιμένουν  90 χρόνια μέχρι να απελευθερωθεί η περιοχή αυτή, στις 26 Οκτωβρίου 1912. 
Αυτή την εποχή, στη Θεσσαλονίκη, οι κάτοικοι δεν ξεπερνούσαν τις 120.000. Περίπου οι μισοί ήταν Εβραίοι. Οι Έλληνες μόλις υπερέβαιναν τις 15.000. Εκτός των Τούρκων οι υπόλοιποι, περίπου 10.000, συνθέτανε ένα μωσαϊκό από Βούλγαρους, Σέρβους, Αλβανούς, Κροάτες, Γάλλους, Ιταλούς, Αυστριακούς και Τσιγγάνους. Μπροστά σε αυτή την πληθώρα των φυλών, θρησκειών, εθνοτήτων, ορισμένα επαγγέλματα και εμπορικές δραστηριότητες ήταν επιμερισμένες, με σιωπηρή συμφωνία, κατά τρόπο σχεδόν αποκλειστικό, ανάμεσα στις διαφορετικές κοινότητες. Έτσι, το επάγγελμα τού αρτοποιού ή τού οικοδόμου ήταν πρακτικά,  προνόμιο των Χριστιανών. Τα μαγαζιά που πουλούσαν κατ΄αποκλειστικότητα γιαούρτια και χαλβά ανήκαν στους Αλβανούς. Οι Εβραίοι είχαν όλο σχεδόν το κινητό εμπόριο (υφάσματα, κλωστικά, μικρο-αντικείμενα...). Αργότερα δε, μετά την ανεξαρτησία, οι Εβραίοι κατείχαν στα χέρια τους το μεγαλύτερο μέρος τού εμπορίου.

Το Ασβεστοχώρι, πολύ κοντά στην Θεσσαλονίκη, δεν έμεινε ανεπηρέαστο από την ιστορική πορεία τής πόλης. Ας δούμε από πιο κοντά την πληθυσμιακή σύσταση αυτού τού χωριού και των κοινοτήτων που το συνέθεταν κατά την ίδια περίοδο.  
Το χωριό ήταν πάνω ή πολύ κοντά στην Εγνατία οδό. Ένας πυργίσκος-σταθμός (σύμφωνα με μαρτυρίες) υπήρχε  στα όρια σχεδόν τού σημερινού κεντρικού δρόμου, απέναντι από το κτίριο όπου στεγάζονται οι κοινοτικές αρχές. Τον πυργίσκο φύλαγαν την νύχτα οι "Πασβάνηδες" - νυχτοφύλακες (Πασβάνηδες επίσης διέσχιζαν τη νύχτα τα δρομάκια τής Θεσσαλονίκης για να δώσουν το σινιάλο τού ύπνου στους κατοίκους, κι αυτό μέχρι το 1912).

Το χωριό συστάθηκε σαν μία οντότητα με την ονομασία "Νεοχώριον"(στα τέλη τού 1600) από την ένωση τριών μικρο-εγκαταστάσεων που προϋπήρχαν: 
 "Βολτσιβού" (Volci=λύκοι)
 "Κούγκι" (σωλήνας) ή "Σαράντη" (πηγή νερού)
 "Μονόσπιτο" (βυζαντινός όρος για το ισόγειο σπίτι)

Με την επικράτηση των Οθωμανών, Τούρκοι μετανάστες από το Ικόνιο τής Μικράς Ασίας έρχονται κι εγκαθίστανται στο χωριό. Το ονομάζουν "Κερέτς- Κιοϊ" που σημαίνει χωριό του ασβέστη. Το σύγχρονο όνομα τού χωριού διατηρεί την ίδια σημασία.
Το Ασβεστοχώρι κατοικήθηκε από τρεις κοινότητες. Μαρτυρίες κι αναμνήσεις μεταφέρονται από τούς κατοίκους, μέχρι σήμερα. Ηταν οι κοινότητες  των Παεζάνων, των Βλάχων και  των Αγραφιωτών.

Σχετικά με τους "Παεζάνους" διαβάζουμε σε ένα κείμενο τού 1880 ότι στα περίχωρα τής Θεσσαλονίκης και βόρεια τής πόλης, βρίσκεται το Νεοχώριο με 3.000 ψυχές, στους πρόποδες τού Χορτιάτη.  Οι κάτοικοι δεν αυτοαποκαλούνται Βούλγαροι αλλά Παεζάνοι, όνομα τού οποίου την προέλευση αγνοούμε (1)
Αυτό το ασαφές απόσπασμα μας αφήνει να υποθέσουμε μάλλον, ότι οι Παεζάνοι  δεν ήταν  Βούλγαροι, αλλά κι ότι  υπήρχε στο χωριό  κοινότητα Βουλγάρων. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κατοίκων, πράγματι υπήρχε βουλγαρική κοινότητα στο χωριό, με την οποία επί μακρόν διατηρούσαν  πολύ κακές σχέσεις. Αργότερα, τα πνεύματα ηρέμησαν και ο ελληνικός πληθυσμός κατέληξε να μάθει και την σλαβική γλώσσα. 
Μια παλιά ονομασία τού χωριού ήταν "Παεζάνοβο". Φαίνεται πως επρόκειτο για παλιότερους κατοίκους. Θα μπορούσε άραγε η λέξη "Παεζάνος"(ή payzanos-paysanos) να συσχετισθεί με το "αγρότης"(payzan-paysan); Κάποιος  εντόπιος δηλαδή αγροτικός πληθυσμός που να χαρακτηρίστηκε έτσι από μεταγενέστερους οικιστές (π.χ. από Βλάχους τής Ηπείρου που ήταν βασικά κτηνοτρόφοι).

H παρουσία των Βουλγάρων στην  περιοχή τής Θεσσαλονίκης επιβεβαιώνεται από τον Γενικό Πρόξενο τής Γαλλίας εκείνης τής εποχής (1773-1819): "Εάν βγούμε προς τα δυτικά (τής Θεσσαλονίκης), βρίσκουμε ένα πληθυσμό ψαράδων και ναυτικών, στο σύνολο Ελλήνων, ενώ ανατολικά συναντάμε Βούλγαρους αποίκους. Αυτός ο διαχωρισμός ανάγεται στον 5ο μ.Χ αιώνα, εποχή κατά την οποία οι επιδρομείς Βούλγαροι έγιναν οι κύριοι τής ανατολικής περιοχής" (2)


Το Ασβεστοχώρι- Ο βόρειος λόφος- Φωτογραφία 1978 ,  Ι.Παραφέστα   
 
Οι "Βλάχοι" κατοικούσαν στην περιοχή των Ιωαννίνων. Επαναστάτησαν  και καταδιώχθηκαν από τον Αλί Πασά. Διέφυγαν από την Ήπειρο και διασχίζοντας τα βουνά ήρθαν να εγκατασταθούν στο Ασβεστοχώρι. Η εγγύτητα ασφαλώς, με μία μεγάλη πόλη σαν την Θεσσαλονίκη τούς  πρόσφερε  τη δυνατότητα  ανταλλαγής και  διακίνησης των ζωικών  βασικά προϊόντων τους.
Μεταξύ των "Βλάχων" και των "Παεζάνων" δημιουργήθηκαν διαφορές, τέτοιες, που οι  Παεζάνοι που κατείχαν τον βόρειο ηλιόλουστο λόφο απαγόρευαν στους Βλάχους να εγκαθίστανται εκεί. Έτσι οι Βλάχοι αναγκάστηκαν να κατοικήσουν τον νότιο λόφο και το χαμηλό πέρασμα ανάμεσα στους δύο. 
Οι Αγραφιώτες ήρθαν στο Ασβεστοχώρι για να εργαστούν σαν βοσκοί στην υπηρεσία πλούσιων κτηνοτρόφων τού χωριού.

Φαίνεται πως κατά τον 17ο αιώνα το χωριό περιελάμβανε 1.200 σπίτια, που κατοικούνταν από πολυάριθμες οικογένειες. Ήδη από αυτή την εποχή,  τεχνίτες εξειδικευμένοι στην κατεργασία  τού ασβέστη ταξίδευαν στην Βουλγαρία, Μικρά Ασία και αλλού, ενώ προϊόντα μεταφέρονταν επίσης με τα ζώα, από ασβεστοπαραγωγούς και εμπόρους. Ωστόσο η οικονομία τού χωριού παρέμενε αγροτική και κτηνοτροφική για τους περισσότερους κατοίκους. 


Εκτός τής  ελληνικής γλώσσας στο Ασβεστοχώρι  παλαιότερα μιλούσαν τη σλαβική γλώσσα των Βουλγάρων που είχαν εγκατασταθεί στο χωριό, όπως προαναφέραμε. Φαίνεται πως και οι Έλληνες κάτοικοι μάθανε αυτή τη γλώσσα. Μιλούσαν επίσης  τη μακεδονική (σλαβικής επίσης προέλευσης) και τέλος τη βλάχικη που είναι λατινογενούς προέλευσης.


Το Ασβεστοχώρι κατά την δεκαετία 1970-1980
 

 

Β )  ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΜΕΧΡΙ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ ΜΑΣ

Η Θεσσαλονίκη, η "περιπόθητη πόλη" (ville convoitee) όπως ονομάζονταν και στην γλώσσα των διπλωματών, ήταν το μήλο τής έριδος στον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων τής εποχής. Σημαντικό λιμάνι, φυσική έξοδος των Βαλκανίων στην ανατολική Μεσόγειο, η πόλη γνώρισε περιόδους μεγάλης ευημερίας σαν κόμβος εμπορικών συναλλαγών ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση.
Η περίοδος κατά την οποία η Θεσσαλονίκη άρχισε να προσδένεται οργανικά στο ελληνικό Κράτος αντιστοιχεί στην κήρυξη τού Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Την εποχή αυτή στην Αθήνα υπήρχε ένα μυστικό παρασκήνιο των μεγάλων δυνάμεων, για να κερδηθεί από αυτούς η εύνοια τής Ελλάδας.
Οι ξένες επιρροές πάνω στην πολιτική τού καινούργιου ελληνικού Κράτους οδήγησαν στη ρήξη τού βασιλέα με τον Πρωθυπουργό Βενιζέλο, ο οποίος εγκαταστάθηκε τελικά στη Θεσσαλονίκη. Οι δυνάμεις τής ΑΝΤΑΝΤ αποβίβασαν τα στρατεύματά τους στην μακεδονική πρωτεύουσα για να "βοηθήσουν" τη Σερβία που είχε αρχίσει να υποκύπτει στα χτυπήματα των Αυστρο-Γερμανών, με τους οποίους είχαν συμμαχήσει οι Βούλγαροι. Με αυτό τον τρόπο, οι δυνάμεις τής ΑΝΤΑΝΤ παραβίασαν την ουδετερότητα τής Ελλάδας και άνοιξαν ένα συνεχές μέτωπο πολέμου στα ελληνο-σερβικά σύνορα. Η Μακεδονία και ειδικά η Θεσσαλονίκη γίνεται ο τόπος για την εγκατάσταση και τη διέλευση μιας πληθώρας ξένων στρατευμάτων: αγγλικά, ινδικά, ρώσικα, σέρβικα, ιταλικά, γαλλικά, σενεγαλέζικα, μαροκινά...

Μετά τη "Μεγάλη πυρκαγιά" του 1917, που κατέστρεψε ολοσχερώς την πόλη τής Θεσσαλονίκης, προέκυψε η ανάγκη στέγασης χιλιάδων ανθρώπων. Η κρίση αυτή οξύνθηκε από τη μαζική άφιξη το 1922 των προσφύγων από τη Μικρά Ασία. Η ανταλλαγή πληθυσμών επίσης, που συμφωνήθηκε μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, έφερε στην Ελλάδα για εγκατάσταση 1.200.000 άτομα, από το 1920 μέχρι το 1928. Το ιστορικό αυτό γεγονός εξηγεί κατά πολύ τη δημογραφική έκρηξη που παρατηρείται στα περίχωρα τής Θεσσαλονίκης αυτή την περίοδο.
Στο μεταξύ μετά τη Συμφωνία τού Νεϊγύ τού 1919  όλοι οι σλαβόφωνοι που βρίσκονταν σε ελληνικό έδαφος μπορούσαν να μεταναστεύσουν στη Βουλγαρία. Τελικά στα 1932  66.126 άτομα εγκατέλειψαν την Ελλάδα, εκ των οποίων 2.590 άτομα προέρχονταν από την περιοχή τής Θεσσαλονίκης

" Ενώ το 1912 οι Έλληνες δεν αντιπροσώπευαν παρά το 42,6% του μακεδονικού πληθυσμού έναντι 39,4% Μουσουλμάνων, 9,9% Βουλγάρων και 8,1% διαφορετικών ομάδων (ιδιαίτερα Εβραίων), στα 1926 οι Έλληνες προσέγγισαν το 89,8%, οι Μουσουλμάνοι είχαν φύγει όλοι, οι Βούλγαροι και οι Εβραίοι μειώθηκαν στο 5,1% και στο 6,1% αντίστοιχα. Στη Μακεδονία, οι πρόσφυγες αντιπροσώπευαν το 45% τού συνολικού πληθυσμού και στη Θράκη το 35%. Ακόμα κι αν τα επίσημα στοιχεία που δόθηκαν από την κυβέρνηση φαίνονταν υπερβολικά, μαρτυρούν ωστόσο τη βαθιά μεταβολή στην εθνική δομή όλης τής Βόρειας Ελλάδας". (3)

Πολύ αργότερα, την επομένη τού  Β΄ Παγκοσμίου  Πολέμου, χιλιάδες άνθρωποι θα έρθουν να εγκατασταθούν στα μεγάλα αστικά κέντρα, τόσο για να αναζητήσουν εργασία, όσο και για να αποφύγουν τις πολιτικές συνέπειες τού εμφυλίου πολέμου. Οι αγωνιστές τού απελευθερωτικού και αντιφασιστικού αγώνα έγιναν βορά στη βία τής αστικής τάξης, στην εξουσία. Στερούμενοι όποιας δυνατότητας εργασίας στα χωριά τους υποχρεώνονταν να τα εγκαταλείψουν ελπίζοντας πως θα κερδίσουν την "ανωνυμία" τους  στις μεγάλες πόλεις και θα μπορέσουν να επιβιώσουν.

Ωστόσο η ανοικοδόμηση τής Θεσσαλονίκης μετά τη μεγάλη πυρκαγιά τού 1917 που κατέκαψε την πόλη  και η ανοικοδόμηση από τις καταστροφές τού Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τής πόλης και τής περιφέρειας έγιναν αφορμή ευημερίας για τα λατομεία τού Ασβεστοχωρίου, που προμήθευαν με δομικά υλικά τα κατασκευαστικά αυτά έργα.



                                          ΙV )  ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ  ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Το Ασβεστοχώρι- Φωτογραφία 1978 ,  Ι.Παραφέστα

 
Α )  ΕΘΙΜΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

Η διαφορετικότητα των κοινοτήτων που εγκαταστάθηκαν στη διάρκεια τής ιστορίας στο Ασβεστοχώρι, εξηγεί τον πλούτο τού κοινωνικού ιστού, πολιτιστικού, θρησκευτικού και των παραδόσεων που απορρέουν. Παραθέτουμε ενδεικτικά κάποια από τα έθιμα και τις πρακτικές που μας περιέγραψαν ηλικιωμένοι Ασβεστοχωρίτες.

1 )  Ο βλάχικος γάμος 

Οι γάμοι των Βλάχων ήταν ένα μεγάλο γεγονός, που αφορούσε όλους τούς κατοίκους τού Ασβεστοχωρίου. Η διάρκειά τους καθορίζονταν από τον ενθουσιασμό και τη φυσική αντοχή των συμμετεχόντων. Μπορούσε να διαρκέσει και μία εβδομάδα. Πρόκειται για ένα έθιμο που έφεραν οι Βλάχοι από τον τόπο καταγωγής τους, την Ήπειρο. Την παραμονή τού γάμου, η νύφη έκανε το γύρο τού χωριού με υφάσματα, υφαντά, κεντήματα, φορτωμένα σε άλογα, τα οποία μοίραζε στους χωριανούς. Συνοδεύονταν από μουσικούς με παραδοσιακά όργανα. Την επομένη, ο γάμος γινόταν στην εκκλησία κι επιτέλους η νύφη  φορούσε τη φορεσιά που ετοίμαζε και κεντούσε επί μακρόν. Συνήθως ήταν λευκή. Κατά τον γάμο, το ζευγάρι δέχονταν  δώρα, συνήθως  ζώα. Κατόπιν, η γιορτή συνεχιζόταν στους αγρούς.
Η παράδοση αυτή  υπέρ-εκτιμητέα  από τούς παλιούς κατοίκους τού χωριού, δεν χάθηκε εντελώς. Σήμερα (1978), ορισμένες νέες κοπέλες προτιμούν αυτόν τον γάμο. Αν και δεν υπακούει εντελώς στο παλιό τελετουργικό, ωστόσο διασώζει εν μέρει την  λαϊκή παράδοση.

2 )  Η προσφορά τού κόκκορα 

Ένα άλλο έθιμο του Ασβεστοχωρίου, που επικρατούσε κι αλλού στη Μακεδονία (τουλάχιστον), σχετίζεται με την κατοικία. Ήταν η θυσία τού κόκκορα, έθιμο που σχετίζεται προφανώς με αρχαιότερα τελετουργικά. Κατά την κατασκευή ενός σπιτιού, κατά τη διάνοιξη των θεμελίων, ο ιερέας τού χωριού, παρόντων των συγγενών και φίλων των ιδιοκτητών, διάβαζε τις ευχές. Ο ιδιοκτήτης έσφαζε έναν κόκκορα κι έχυνε το αίμα του στη γη, εκεί όπου τοποθετούνταν αμέσως μετά, ο πρώτος θεμέλιος λίθος. Στους καλεσμένους προσφέρονταν κρέας και κρασί. 
Η παρουσία τού ιερέα συμβόλιζε την παρουσία τού Θεού και την ευλογία Του για το καινούργιο σπίτι,  ενώ η προσφορά τού κόκκορα αντιπροσώπευε τη θυσία προς τον Θεό.  Το αίμα, τέλος, που χυνόταν στη γη θα έκανε γερά τα θεμέλια.
Ωστόσο, ποια ήταν  η κοινωνική εξήγηση αυτού τού εθίμου;  Εξέφραζε ασφαλώς τους φόβους  που η κατασκευή ενός σπιτιού προκαλούσε στον ιδιοκτήτη του. Ένα σπίτι απαιτούσε έξοδα και κόπο. Η στέρεη κατασκευή του ήταν πρωταρχικής σημασίας. Η ταραχώδης κι αβέβαιη επίσης ζωή τού αγρότη δεν εγγυόταν πάντα ένα αίσιο αποτέλεσμα σε ένα τέτοιο εγχείρημα. Χρειαζόταν συνεπώς τη θεϊκή υποστήριξη, που κερδίζονταν με την προσφορά τού κόκκορα. Το έθιμο αυτό επιβιώνει (εν μέρει) μέχρι σήμερα. Συνηθίζονταν και στη Θεσσαλονίκη, μέχρι και την τελευταία δεκαετία. Τώρα πια σπανίζει.


3 )  Τα πανηγύρια 

Τα πανηγύρια  ήταν μεγάλες λαϊκές γιορτές, που συγκέντρωναν στον ίδιο χώρο τους ντόπιους κατοίκους, αλλά και κι αυτούς των γύρω χωριών. Τελούνταν συχνά, με την ευκαιρία θρησκευτικών εορτών, και κυρίως για να τιμήσουν την μνήμη τού προστάτη αγίου τού κάθε χωριού (τού Αγίου Γεωργίου προκειμένου για το Ασβεστοχώρι). Είναι ένα συνηθισμένο γεγονός στην Ελλάδα ακόμα και σήμερα. Στα πανηγύρια οι χωριανοί είχαν την ευκαιρία να γλεντήσουν, να χορέψουν τους παραδοσιακούς χορούς τους, να συναναστραφούν μεταξύ τους, να δρομολογήσουν αρραβώνες και γενικά, να αναπτύξουν τις κοινωνικές σχέσεις τους. Στις γιορτές αυτές συχνά γίνονταν και εμποροπανήγυρη, για  την οποία κατέφθαναν έμποροι από πολύ μακριά για να πουλήσουν τα προϊόντα τους.

Αν και τα περισσότερα έθιμα  βρίσκουν την έκφρασή τους μέσα από θρησκευτικές αφορμές και  τελετουργικά,  βασίζονται  στις υπάρχουσες κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των χωριανών. Ωστόσο κι ο οικογενειακός πυρήνας βρίσκεται στην βάση κάποιων παραδόσεων που συχνά έχουν την "δύναμη νόμου".
 

4 )  Η κληρονομική μεταβίβαση

Μεταξύ  των εθίμων και των παραδόσεων τού Ασβεστοχωρίου, πρέπει να σημειώσουμε αυτά που στηρίζονται στις στενές σχέσεις των μελών τής ίδιας τής οικογένειας. Η οικογένεια είναι σημαντική όχι μόνο σαν πυρήνας επικεντρωμένου ενδιαφέροντος, αλλά επίσης σαν ξεχωριστή  και ευδιάκριτη ενότητα μέσα στην κοινωνική διάρθρωση τού χωριού.  Από άποψη πολιτιστική οι τρόποι με τους οποίους- σαν οντότητα  - η οικογένεια παρεμβαίνει, αποτελούν μια ενδιαφέρουσα πτυχή τής κοινωνικής και πολιτιστικής οργάνωσης κάθε κοινότητας. Έτσι, το σύστημα π.χ. τού προικώου καθώς και της κληρονομικής διαδοχής στο Ασβεστοχώρι επηρεάζει την κοινωνική δομή τού χωριού. Ο διαμερισμός, η κατάτμηση των κληρονομούμενων σπιτιών ιδιαιτέρως,  έχει βαθιές συνέπειες στην εργονομία και στην εμφάνισή τους (όπως το ίδιο συμβαίνει και σε νεώτερες  κατασκευές)  (Παράδειγμα σπιιού Αρ.10 - Σχ. Αρ.5). Δύο αδελφοί, για παράδειγμα, μπορούν να μοιραστούν το πατρικό σπίτι, χωρίζοντας αυτό με έναν τοίχο κι αργότερα να επεκτείνουν ή να μεταβάλλουν το τμήμα που  ανήκει στον καθένα, σύμφωνα με τις ανάγκες τους.
Έτσι είδαμε στο Ασβεστοχώρι π.χ. ένα σπίτι, το μισό τού οποίου ήταν σε κακή κατάσταση, γιατί αυτός ο κλώνος (παρακλάδι) τής οικογένειας είχε αρχίσει να χάνει τα χωράφια  του και βρισκόταν σε ένδεια, ενώ, το άλλο μισό σπίτι αποκαταστάθηκε και επεκτάθηκε λόγω τής ευημερίας που απολάμβανε η άλλη πλευρά.

Σε άλλη περίπτωση διαπιστώσαμε ότι οι δύο οικογένειες είχαν την οικονομική δυνατότητα να επεκτείνει ο καθένας το τμήμα που τού ανήκε, αλλά με διαφορετικό τρόπο και αισθητική. Ωστόσο υπάρχουν και περιπτώσεις όταν τα αδέλφια είναι πολλά και προκειμένου να διατηρηθεί το πατρικό σπίτι ακέραιο, να κατοικείται κατόπιν συμφωνίας από έναν μόνον από τους δικαιούχους. Συχνά χρειάζεται να ρίξουν λοταρία προκειμένου να καταλήξουν σε μία λύση. Οι υπόλοιποι αδελφοί κτίζουν εξ αρχής τα σπίτια τους και φροντίζουν ώστε όλα να είναι ίδια και στον ίδιο βαθμό εξοπλισμένα.
Εάν, στην περίπτωση αυτή, ο αμοιβαίος κοινωνικός έλεγχος διασφαλίζει την ομοιότητα και την ομογένεια των κατοικιών, σε άλλο παράδειγμα μία ιδιοκτησία που προέκυψε επίσης από το μοίρασμα τού πατρικού σπιτιού μπορεί να καταλήξει σε απόλυτη ανομοιογένεια, με το καθεστώς τής συγκατοίκησης.
Συνεπώς με το σύστημα τής κληρονομιάς εδραιώνονται ανάμεσα στον ένοικο και στο σπίτι του συναισθηματικές και λειτουργικές σχέσεις. H θεώρηση τού σπιτιού δεν σχετίζεται μόνο με τη ζωή τού ενός από τούς χρήστες του, αλλά όλων των κληρονόμων. Το  βαθύ δέσιμο στην πραγματικότητα προέρχεται κυρίως από την ακολουθία των θανάτων και των γεννήσεων που συνέβησαν εκεί.
Τέλος, το σπίτι αποτελεί από άλλη άποψη, το κέντρο τού κοινωνικού και οικονομικού μικρο-συστήματος που εξασφαλίζει την επιβίωση τής οικογένειας αυτής καθ΄εαυτής. Με αυτή την προοπτική το σπίτι παίζει συχνά ένα σημαντικό ρόλο σαν μέσο ή σαν τόπος παραγωγής.

Στο Ασβεστοχώρι, όπως παντού στην Ελλάδα, η απόκτηση ιδιόκτητης κατοικίας είναι σύμβολο κοινωνικής βλέψης (στόχου) των κατοίκων, ακόμα κι αν πρόκειται για ένα δωμάτιο. Προσδίδει ένα "κύρος" στον ιδιοκτήτη του, αλλά πάνω από όλα το αίσθημα τής ασφάλειας.

Η καθημερινή φροντίδα τού σπιτιού ανήκε αποκλειστικά στη γυναίκα. Ωστόσο παρά τον επιβαρυμένο ρόλο της ήταν σεβαστή ως  οικοδέσποινα τού σπιτιού. Συμμετείχε  δε στις θρησκευτικές και στις περισσότερες κοινωνικές εκδηλώσεις τού χωριού. Στην ευθύνη των γυναικών εκτός τού νοικοκυριού και των αγροτικών και άλλων δραστηριοτήτων ήταν η φροντίδα των παιδιών και των γερόντων καθώς και η ύφανση στον αργαλειό τού αναγκαίου για την οικογένεια ρουχισμού κι ό,τι άλλο χρειαζόταν  για την επάνδρωσή του, το σπίτι. Επίσης η δημιουργία τής προίκας  των κοριτσιών ήταν δική της ευθύνη. Η γυναίκα στο Ασβεστοχώρι συμμετείχε πάντα στην παραγωγή. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες γηραιών κατοίκων δούλευε στα χωράφια, ενίοτε μόνη της, αν γυρίσουμε μάλιστα στην εποχή τής οθωμανικής κυριαρχίας κατά την οποία οι άνδρες συμμετείχαν λιγότερο στις εργασίες και περνούσαν περισσότερο χρόνο στα καφενεία συζητώντας με τούς ομοϊδεάτες τους.

Σήμερα στο Ασβεστοχώρι αρκετές γυναίκες που δεν εργάζονται περνούν τον περισσότερο χρόνο τους στο σπίτι , απασχολούμενες με τις δουλειές τού σπιτιού. Η καθαριότητα τού σπιτιού (αλλά και τού δρόμου μπροστά από κάθε σπίτι) απαιτεί χρόνο και κόπο. Διαπιστώσαμε ότι οι Ασβεστοχωρίτισσες, αγαπούν την τάξη και την καθαριότητα. Τα δωμάτια παρουσιάζονται απλά και με ελάχιστα έπιπλα. Τα απαραίτητα σύνεργα για την καθαριότητα τού σπιτιού  αλλά και πολλά άλλα αντικείμενα είναι καλυμμένα συχνά πίσω από κουρτίνες, σε αυτοσχέδιες "ντουλάπες" (ή στην αποθήκη τού σπιτιού). Αυτή η αίσθηση τής λιτότητας και τής τάξης καταλήγει τελικά στο να αφήνει άδειους χώρους μέσα στο σπίτι, που φαίνονται εκ πρώτης όψεως ανεκμετάλλευτοι.
Αντίθετα, παρατηρήσαμε ότι τα σπίτια των νέων ζευγαριών είναι υπερβολικά διακοσμημένα με μικροαντικείμενα,  που καταλαμβάνουν ενίοτε, κάθε διαθέσιμη επιφάνεια. Άλλοτε εκφράζουν την οικονομική άνεση των ιδιοκτητών. Συχνά τα αντικείμενα αυτά είναι δώρα γάμου συγγενών και φίλων. Η ζωή των κατοίκων τού χωριού, με την εύκολη πια πρόσβαση στο αστικό κέντρο τής Θεσσαλονίκης, επηρεάζεται όλο και περισσότερο από τη ζωή και τις συνήθειες τού αστικού πληθυσμού.




                                            V )  ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ  ΔΕΔΟΜΕΝΑ

Α )  Ο  ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ  ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ  ΤΗΣ  ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

1 )  Η γέννηση τού καπιταλισμού στην Ελλάδα

Στις αρχές τού 19ου αιώνα, " η διαδικασία ανάπτυξης τού κεφαλαίου στην Ελλάδα ήταν αργή και επώδυνη. Ο ελληνικός καπιταλισμός βρέθηκε από την αρχή στον χώρο των αντιθέσεων και των συγκρούσεων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που έβλεπαν στην Ελλάδα μία πηγή πρώτων υλών και φτηνού εργατικού δυναμικού. Την έβλεπαν επίσης σαν μία αγορά για τα προϊόντα τους, σαν μία σφαίρα επιρροής για τα στρατηγικά τους συμφέροντα". (4) 
Την εποχή αυτή, οι τρεις "προστάτιδες" δυνάμεις- Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία - που ανοιχτά απέβλεπαν στα συμφέροντα τους  ελίσσονταν με σκοπό να κερδίσουν την εύνοια τού βασιλιά.
Το 1860 εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια μιας καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η βιομηχανική δραστηριότητα έμενε πολύ περιορισμένη. "Σε μία χώρα όπου η βιομηχανική ανάπτυξη δεν είναι αναπόσπαστο μέρος και όπου συνεπώς το βιομηχανικό κεφάλαιο δεν μπορεί να οργανωθεί, η οικονομική πρόοδος είναι αργή ενώ η φεουδαρχική οργάνωση παραμένει πανίσχυρη". (5)

                                                          ΠΙΝΑΚΑΣ  Αρ. 4  (6)

                   ΠΑΓΙΑ  ΚΕΦΑΛΑΙΑ  ΣΤΗΝ  ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Αλλά η γρήγορη αύξηση των εμπορικών πλοίων και η θεαματική ανάπτυξη τού εμπορίου επέφεραν τη δημιουργία μιας αστικής τάξης. "Τα κύρια κέντρα τής οικονομικής και πολιτιστικής δραστηριότητας ήταν ακόμα εκτός συνόρων αλλά......σημαντικά ελληνικά κεφάλαια επενδύονταν στη χώρα και γίνονταν ένας πόλος  έλξης για τούς Έλληνες που ζούσαν εκτός των ορίων τού Κράτους (δικό μας: σε σύνολο 3.000.000 Ελλήνων, μόλις μετά βίας 700.000 ζούνε μέσα στο ελληνικό Κράτος). Η τάση αυτή κερδίζει γρήγορα την αστική τάξη τής Κωνσταντινούπολης και άλλων μεγάλων πόλεων τής οθωμανικής Αυτοκρατορίας..." (7)
Ωστόσο η Ελλάδα απείχε πολύ από το να γίνει μία βιομηχανική χώρα. Για την ανάπτυξη, το βάρος έπεσε στο εμπόριο και στη χρηματοδότηση από το εξωτερικό. Το βιομηχανικό προλεταριάτο των πόλεων ήταν σε εμβρυακή κατάσταση. Μόλις στην αλλαγή τού αιώνα, ο αριθμός των εργαζομένων στη βιομηχανία αγγίζει τις 20.000. Παρά την γέννηση ενός συνδικαλιστικού κινήματος, αυτό παραμένει πάρα πολύ αδύναμο και  διάσπαρτο ώστε να μπορέσει, πολιτικά και κοινωνικά, να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Η κοινωνική τάξη, που σε αυτήν την περίοδο αναδύθηκε, ήταν η μικροαστική τάξη. Το δε ποσοστό τού αστικού πληθυσμού αυξήθηκε από  8%  στο 28%, το 1879.
"Η Ελλάδα απελευθερώθηκε ακριβώς λίγο πριν την περίοδο κατά την  οποία ο θρίαμβος τού καπιταλισμού και τής τεχνολογίας μείωνε την απόσταση μεταξύ των διαφορετικών χωρών...Μερικές δεκαετίες μετά την απελευθέρωση, οι ξένες επενδύσεις κάλυπταν τα 2/3 τού συνολικού επενδεδυμένου κεφαλαίου στην χώρα". (8)
H εξωτερική πολιτική, τα δημοσιονομικά και η πώληση όπλων ήταν οι τομείς απολύτου ελέγχου από τις "προστάτιδες" δυνάμεις. Τα δάνεια που χορηγούνταν στο Κράτος με σκανδαλώδη ρήτρα (επιτόκια) οδήγησαν το 1893 στην πτώχευση των Τραπεζών και στην κατάσχεση των κατατεθειμένων εισοδημάτων των Ελλήνων από τις μεγάλες δυνάμεις, διαδικασία που έγινε με πολύ "λεπτότητα", με το διακριτικό όνομα "Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος".

 
                           Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΟΠΩΣ ΔΑΜΟΡΦΩΘΗΚΕ  ΑΠΟ ΤΟ 1832 ΩΣ ΤΟ 1922





Τα δέκα χρόνια πολέμου στη Μικρά Ασία έφεραν σαν αποτέλεσμα το διπλασιασμό των ελληνικών εδαφών (63.211 km2 το 1912,  130.119 km2 το 1922) (σχ.6). Οι συνέπειες τού πολέμου ήταν η εισροή  1,5 εκατομμυρίου προσφύγων τής Μικράς Ασίας. Η κοινωνική και οικονομική  επανένταξή τους θα αποτελούσε το πιο σοβαρό και επείγον πρόβλημα τής χώρας. Ωστόσο ο αστικός πληθυσμός γνώρισε μία σημαντική ανάπτυξη  στις μεγάλες πόλεις, όπου και δημιουργήθηκε πρώτη φορά ένα σημαντικό προλεταριάτο των πόλεων. Εκατοντάδες χιλιάδες προσφύγων, ανέργων και αστέγων, ιδρύσανε τεράστιες  παραγκουπόλεις γύρω από τα μεγάλα αστικά κέντρα. Αυτοί γίνανε τα φτηνά εργατικά χέρια κι "έκαναν πραγματικότητα τη δημιουργία τής σημερινής ελληνικής βιομηχανίας αναπτύσσοντας έτσι τις παραγωγικές δυνάμεις". (9) Ήταν το φτηνό εργατικό δυναμικό που προσφέρθηκε στους βιομηχάνους. Η βιομηχανική παραγωγή τριπλασιάστηκε σχεδόν ανάμεσα στο 1923 και 1939.

                                                       ΠΙΝΑΚΑΣ  Νο 5  (10)

                              ΔΕΙΚΤΕΣ  ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
__________________________________________________________________________________

               1923 :  37                 1928  : 59                    1934 : 76                    1939 : 106
               1925 :  50                 1931 : 65                     1937 :  91
___________________________________________________________________________________

 Πηγή : Economic development-analysis and case studien
            Harper et Sow, New York, 1964, p.511
            M. Nikolinakos "Etudes sur le capitalisme grec" op.cit.p.54

"To μέρος τού εθνικού προϊόντος που προέρχονταν από τις δραστηριότητες των αστών και μικροαστών (βιομηχανία, ναυτιλία, βιοτεχνία, εμπόριο) αντιστοιχούσε περίπου στο 24% το 1825,  στο 24% το 1875,  στο 32% στο 1900  και στο 38% στο 1910". (11)


2 )  Η εξάρτηση τής ελληνικής οικονομίας

Η αστική τάξη στην Ελλάδα, υποταγμένη από τής εμφάνισής της ακόμα στο ξένο κεφάλαιο, αναπτύχθηκε μαζί του χωρίς να διαμορφώσει μια  καθαρή, δική της φυσιογνωμία. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ο ανταγωνισμός μεταξύ των ξένων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και οι μεταβολές των συσχετισμών δυνάμεων εξακολούθησαν να εκφράζονται στην Ελλάδα με κάθε τρόπο και ρόλο καθ΄όλη τη διάρκεια τής αναπτυξιακής περιόδου και έως τις ημέρες μας. Ο γαλλικός επεκτατισμός ήταν πρώτος, ενώ ο ανταγωνισμός μεταξύ Άγγλων και Γερμανών γίνεται κύριος μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Μετά τον πόλεμο ο κυρίαρχος αμερικάνικος ιμπεριαλισμός παίρνει τη θέση των Άγγλων στην Ελλάδα. Η οικονομική εξάρτηση (σε όφελος του ξένου κεφαλαίου) επιδρά με καθοριστικό τρόπο στη διαδικασία ανάπτυξης τού καπιταλισμού. Η ελληνική βιομηχανία μένει οπισθοδρομική για μια μεγάλη ιστορική περίοδο. Η οικονομία συντηρεί τα χαρακτηριστικά μιας αγροτικής οπισθοδρομικής χώρας.
Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο η διείσδυση των ξένων κεφαλαίων στην ελληνική οικονομία ενδυναμώνεται και ο ανταγωνισμός οξύνεται ανάμεσα στο αμερικανικό ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο  και σε αυτό τής δυτικής Ευρώπης, που θέλει να κερδίσει  καλύτερες θέσεις στην ελληνική επικράτεια. Το ντόπιο κεφάλαιο, για να βγει απ΄αυτόν τον ανταγωνισμό και να διατηρήσει τις θέσεις του σε κάποιους τομείς, ασκεί μια σχετική επενδυτική δραστηριότητα.
Στο τέλος των ετών 1950-1960 και στις αρχές των ετών 1960-1970 μια σειρά βιομηχανιών δημιουργήθηκαν και θέτουν ορισμένες βάσεις για τη βαριά βιομηχανία. Με τη συνεργασία τού ξένου κεφαλαίου ξεκίνησαν τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά (1958), εγκαταστάθηκαν τα διυλιστήρια τού Ασπρόπυργου (1959) και εκσυγχρονίστηκαν.τα ορυχεία τού λιγνίτη στην Πτολεμαΐδα. Η παραγωγή σε αυτές τις μονάδες απαιτούσε μεγάλο εξοπλισμό, ηλεκτρική ενέργεια κι ένα δίκτυο επικοινωνιών. Βλέπουμε λοιπόν να αναπτύσσονται όλοι αυτοί οι κλάδοι, καθώς επίσης και η μεταλλουργία. Παράλληλα, καινούργιοι κλάδοι δημιουργήθηκαν, συγκεκριμένα στο πεδίο τής βιομηχανίας χημικών και  πετρελαίου που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των αμερικανικών κεφαλαίων τής  ΕSSO PAPAS. (12)

Η ανάπτυξη τής βιομηχανίας, που συντελέστηκε με την εκμετάλλευση τού εθνικού πλούτου τής χώρας (αλλά και των εργαζομένων), επέφερε σημαντικές μεταβολές στην ελληνική οικονομία. Η βιομηχανική παραγωγή ξεπερνά τώρα την αγροτική παραγωγή. Αλλά η πρόοδος τής βιομηχανίας που επιτεύχθηκε στα τελευταία 15 χρόνια , έχει όλα τα χαρακτηριστικά τής εξάρτησης. Η κατασκευή μέσων παραγωγής είναι σχεδόν απούσα. Στον τομέα αυτό η ελληνική βιομηχανία είναι απόλυτα εξαρτημένη από την δυτική βιομηχανία. Η βιομηχανική παραγωγή υπηρετεί τις ανάγκες των πολυεθνικών εταιρειών και όχι τόσο τις ανάγκες τής εσωτερικής αγοράς ή τής αγροτικής οικονομίας.
Παράλληλα, στην αγροτική οικονομία αποκρυσταλλώνονται κάποιες διαδικασίες που οδηγούν στη διεύρυνση των καπιταλιστικών σχέσεων και στην προλεταροποίηση ενός μεγάλου μέρους των αγροτών. Η κυβερνητική πολιτική για να προσαρμόσει τη αγροτική οικονομία στην Κοινή Αγορά, πιέζει τούς χωρικούς να εγκαταλείψουν τις παραδοσιακές καλλιέργειες για να εφαρμόσουν τη μονοκαλλιέργεια. Αλλά αυτό απαιτεί μηχανήματα, χημικά και καινούργιες μεθόδους καλλιέργειας. Η πολιτική αυτή οδηγεί σε μαρασμό τούς φτωχούς αγρότες και στην ισχυροποίηση των μεγάλων καπιταλιστικών αγροτικών επιχειρήσεων.
Η διαδικασία ανάπτυξης τού ελληνικού (εξαρτημένου)  καπιταλισμού προκαλεί χαοτικές συνέπειες στην κοινωνική και πολιτιστική οργάνωση όλης τής χώρας, και θα δούμε ότι αντανακλώνται αυτές με συγκεκριμένο τρόπο στα μικρά χωριά σαν το Ασβεστοχώρι: με την φτωχοποίηση των αγροτών, την εγκατάλειψη των χωραφιών, τη μαζική έξοδο των πληθυσμών  στα αστικά κέντρα και τη μετανάστευση στο εξωτερικό, με τη σταδιακή εγκατάλειψη τού πολιτιστικού περιβάλλοντος, με τα χωριά πίσω ερειπωμένα και με την αναγκαστική προλεταριοποίηση μεγάλου μέρους τής αγροτιάς.  Η αριθμητική δύναμη τής εργατικής τάξης αυξήθηκε. Μεγάλωσε συνεπώς και ο  ρόλος τής εργατικής τάξης στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες.
Στο πεδίο τής κατοικίας καταλήγουμε σε μια ακραία κατάσταση τόσο μέσα στα αστικά κέντρα, όπου η μεγάλη εισροή φτωχών πληθυσμών οδηγεί για άλλη μια φορά σε παράνομη κατοχή γης και στη δημιουργία νέων παραγκουπόλεων (στην περιφέρεια τής πόλης) όσο και στα χωριά, όπου λόγω τής  "αγροτικής εξόδου" συντελείται η σταδιακή κατάρρευση τού οικιστικού ιστού λόγω των εγκαταλελειμένων σπιτιών.


Β )  Η ΓΕΩΡΓΙΑ : ΜΙΑ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΕ ΠΑΛΙΝΔΡΟΜΗΣΗ

Μέχρι τις αρχές τού 20ου αιώνα η Ελλάδα υπήρξε μια χώρα ουσιαστικά αγροτική. Είναι λοιπόν σημαντικό  να περιγράψουμε την κατάσταση των αγροτών, τόσο κατά τη διάρκεια τής οθωμανικής κυριαρχίας και τού φεουδαρχικού συστήματος, όσο και μετά την ανεξαρτησία, ώστε να καταλάβουμε τις συνέπειες  στο πεδίο τής κοινωνικής οργάνωσης και συνεπώς και τής κατοικίας στην ελληνική ύπαιθρο.

1 ) Η κοινωνική θέση των Ελλήνων αγροτών κατά τη διάρκεια τής οθωμανικής κυριαρχίας

Η οικονομική και κοινωνική οργάνωση των περιοχών που κατακτήθηκαν από τους Οθωμανούς υπέκυπτε στους κανόνες τού Ισλάμ. Αυτοί αφορούσαν στο δικαίωμα τής ζωής και τής ιδιοκτησίας και επέτρεπαν την ελεύθερη πρακτική τής θρησκείας όλων των λαών πού δέχονταν χωρίς αντίσταση  την οθωμανική κυριαρχία. Σύμφωνα όμως με τις βασικές αρχές τού φεουδαρχικού συστήματος όλη η γη ανήκε στον Σουλτάνο, ο οποίος τη μοίραζε σε στρατιωτικούς και διοικητικούς υπαλλήλους.

 Έτσι "στην Μακεδονία..το μεγαλύτερο μέρος των εύφορων πεδιάδων έγινε  ιδιοκτησία των Τούρκων (δκ: η γη που δόθηκε στους χριστιανούς περιορίζονταν στις ορεινές περιοχές τής Μακεδονίας) είτε με τη μορφή τής ατομικής ιδιοκτησίας, είτε με τη μορφή κρατικής ιδιοκτησίας (δκ: "Τιμάρια": γη που καλλιεργούνταν από δουλοπάροικους-κολίγους, από τούς οποίους οι Τούρκοι είχαν κάποια δικαιώματα). Ένα άλλο μέρος τής γης δόθηκε στα μοναστήρια. Οι χριστιανοί αγρότες γίνονταν κολίγοι ή δουλοπάροικοι, κάτω από οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που ποίκιλαν από μέρος σε μέρος". (13)
Υπήρχε κι ένας αριθμός αγροτών που δούλευαν για Έλληνες γαιοκτήμονες. Υπήρχαν επίσης αγρότες, μικροϊδιοκτήτες γης, εγκατεστημένοι στα ελεύθερα χωριά, που δεν ανήκαν δηλαδή, σε κάποιο "τσιφλίκι" (μεγάλη ιδιόκτητη έκταση γης που μπορεί να περιελάμβανε και χωριά).  Οι τελευταίοι προστατεύονταν από τον ισλαμικό νόμο, ο οποίος, ενδιαφερόμενος βασικά για την γη, απαγόρευε τη μετατροπή των ελεύθερων γαιών σε "τσιφλίκια" και το αντίθετο.
Μπορούμε λοιπόν να διακρίνουμε γενικά δύο τάξεις: τούς φτωχούς αγρότες χωρίς δική τους γη (ακτήμονες) και τούς μικροϊδιοκτήτες γης.

" Στις πεδιάδες, εκεί όπου η γη δεν συγκεντρώνονταν στα χέρια λίγων πλούσιων γαιοκτημόνων, ήταν διάφοροι αξιωματούχοι Τούρκοι που την κατείχαν καθώς και χριστιανοί φεουδάρχες που προσλάμβαναν φτωχούς αγρότες για να καλλιεργούν τα χωράφια τους, τούς κήπους τους ή τα αμπέλια τους, κι αυτό σύμφωνα με τον νόμο που προϋπήρχε στην Ελλάδα πριν το 1821 και για καιρό μετά και με τον οποίο
α) ο αγρότης καλλιεργούσε τη ξένη γη με δικά του έξοδα και αφού πλήρωνε τη δεκάτη αποζημιώνονταν για τα έξοδά του. Μοιράζονταν δε την σοδειά μισά-μισά με τον ιδιοκτήτη.
β)  ο αγρότης καλλιεργούσε τη γη με έξοδά του, μετά πλήρωνε τη δεκάτη και έδινε στον ιδιοκτήτη το 1/3 της εναπομένουσας σοδειάς.
γ)   ο αγρότης ήταν επιφορτισμένος όχι μόνο με τα έξοδα και τη δεκάτη, αλλά τού επιβάλλονταν επιπλέον να δίνει ένα μέρος τής σοδειάς, απαραίτητο για τη σπορά, ακόμα κι αν το χωράφι δεν είχε αποφέρει αρκετή". (14)

2 )  Το αγροτικό ζήτημα μετά την ανεξαρτησία

"Η οθωμανική δεκάτη ήταν το 10%  τού ακαθάριστου προϊόντος κάθε χρονιάς. Συνέχισε να υπάρχει και μετά τη γέννηση τού ελληνικού Κράτους. Επιπλέον ένα ενοίκιο τού 15% επιβλήθηκε στους αγρότες που καλλιεργούσαν εθνικές γαίες. Αυτοί οι δύο φόροι μείωναν το  αγροτικό ετήσιο εισόδημα κατά 30-45%". (15)
Οι εθνικές γαίες ήταν σε μεγάλο μέρος οθωμανικοί τομείς που περιήλθαν στο ελληνικό κράτος. Θεωρητικά οι αγρότες ήταν ελεύθεροι να ενοικιάσουν εθνική γη. Αλλά η επιλογή αυτή δεν ήταν επικερδής, παρά μόνο για τούς μικρούς ιδιοκτήτες που επιθυμούσαν να καλλιεργήσουν συμπληρωματική γη. Για τους φτωχούς, ακτήμονες αγρότες η επιλογή δεν ήταν καθόλου ελεύθερη. Αν δεν μπορούσαν να νοικιάσουν γη πέθαιναν τής πείνας, κι αν ακόμα νοίκιαζαν, λιμοκτονούσαν.
Η ύπαρξη των εθνικών γαιών δεν κατάφερε  παρά να δημιουργήσει σύγχυση όσον αφορά στο αγροτικό ζήτημα. Οι ιδιοκτήτες γης επέμεναν στο να πουληθούν οι εθνικές γαίες, ενώ οι αγρότες ήλπιζαν ότι θα αναδιανεμηθούν δωρεάν. Το αστικό κράτος, όμως, δεν διατίθετο να χάσει μια τόσο σημαντική πηγή εσόδων. Χρειάστηκε σχεδόν ένας αιώνας για να κάνει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις  και να προσπαθήσει να λύσει το αγροτικό πρόβλημα. Αναμένοντας, στο μεταξύ, η αγροτική παραγωγή όλο και περισσότερο εδραιώνονταν στη βάση τής μικρής ιδιοκτησίας. Οι τοπικοί άρχοντες, που ενίοτε κατείχαν τεράστιες εκτάσεις, κρατούσαν το μεγάλο μέρος τής αγροτιάς οικονομικά εξαρτημένη από αυτούς και συνεπώς κάτω από την πολιτική κηδεμονία τους. (πίνακας Αρ.6)

                                                      ΠΙΝΑΚΑΣ Αρ. 6  (16)

Μέχρι το 1916 υπήρχαν 2.260 τσιφλίκια στην Ελλάδα:
______________________________________________________________________________________________
                                     Μακεδονία                              818
                                     Θεσσαλία - Άρτα                    584
                                     Ήπειρος                                   410
                                     Δυτική Θράκη                           84
                                     Πελοπόννησος και νησιά        363
______________________________________________________________________________________________
 Πηγή: "Thèmes de Macédoine", Périodique no 2, Thessalonique, Mars-Avril 1977


Αυτή λοιπόν, ήταν η κατάσταση στην Ελλάδα μετά την ανεξαρτησία της: ένας πληθυσμός  κατά 95% αγροτικός και μια οικονομική δομή ανά περιοχές, ημιφεουδαρχική. Η αγροτική μεταρρύθμιση παρέμενε το πιο επείγον κοινωνικό-πολιτικό πρόβλημα, ενώ η άφιξη των προσφύγων από τη Μικρά Ασία το 1922 όξυνε το πρόβλημα περισσότερο.
Στη Μακεδονία, που ανεξαρτοποιήθηκε το 1912, βασίλευε ακόμα το φεουδαρχικό οθωμανικό σύστημα τής μεγάλης γαιοκτησίας. Ο φόβος μιας κοινωνικής επανάστασης (το 1910 είχε προηγηθεί μια από τις σημαντικότερες εξεγέρσεις τής εποχής που πνίγηκε στο αίμα - τού Κιλελέρ στην Θεσσαλία- όπου βασίλευε το σύστημα τής μεγαλοκτημοσύνης) και η αυξανόμενη πίεση που ασκούσαν οι πρόσφυγες καθιστούσαν αναγκαία  την επίσπευση της μεταρρύθμισης. Ο πρωθυπουργός Ελ.Βενιζέλος δήλωσε  εκείνη την εποχή: " Μόλις θα γίνουν ιδιοκτήτες (οι φτωχοί αγρότες), θα καταλάβουν τι σημαίνει ατομική ιδιοκτησία και θα γίνουν οι υποστηρικτές της". (17) 
Η κυβέρνηση προχώρησε με διάταγμα στην απαλλοτρίωση του συνόλου σχεδόν των μεγάλων ιδιοκτησιών και  στην αναδιανομή τους στους ακτήμονες αγρότες. Έτσι διανεμήθηκαν περισσότερα από 1.200.000 εκτάρια ήτοι το 38% τής γης. Η εφαρμογή όμως τής μεταρρύθμισης, εξ΄αιτίας τής αντίδρασης των ιδιοκτητών γης, δεν ολοκληρώθηκε παρά το 1937. Δυστυχώς, ο καταμερισμός σε εξαιρετικά μικρά μερίδια ήταν ανεπαρκής για να εξασφαλίσει στον πληθυσμό μια σωστή διαβίωση. Το 36% των αγροτικών εκμεταλλεύσεων ήταν κατώτερο των 10 εκταρίων, το 36% ήταν από 10 ως 30 εκτάρια, το 24% από 30 ως 100 εκτάρια και μόλις το 4% άνω των 100 εκταρίων.
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, ένα μεγάλο μέρος τού πληθυσμού αποφασίζει να μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες.

3 )  Ο ρόλος τής Αγροτικής Τράπεζας

Η Αγροτική Τράπεζα ιδρύθηκε το 1929, αλλά δεν έλυσε κανένα πρόβλημα. Ασφαλώς, πολλοί αγρότες πήραν δάνεια, αλλά λόγω των ανεπαρκών κεφαλαίων τής Τράπεζας τα δάνεια ήταν υπερβολικά μικρά για να διασφαλίσουν  μια αλλαγή στις τεχνικές μεθόδους τής παραγωγής. Πολλοί αγρότες εξαρτήθηκαν οικονομικά από το Κράτος και ζητούσαν πάγωμα των μικρών χρεών τους που δεν μπορούσαν να εξοφλήσουν. Αυτό επέφερε μια εντονότερη και διαρκή πολιτική εξάρτηση από τούς τοπικούς πολιτικούς, ενίσχυσε τις σχέσεις πατερναλιστικού και πελατειακού τύπου ανάμεσα στους αγρότες και στους κρατικούς παράγοντες. Το φαινόμενο άλλωστε ισχύει ως και σήμερα. Αυτό στο οποίο αποσκοπούσε ο αγρότης ήταν σε ένα μικρό δάνειο, ή  στην διαγραφή ενός παλιού χρέους ή σε μια σωστή τιμή για τα προϊόντα του. Η ικανοποίηση των αιτημάτων γινόταν πάντα σε προσωπικό επίπεδο και ανάλογα με τις σχέσεις που συντηρούνταν με τους τοπικούς παράγοντες-εκπροσώπους  των εκάστοτε τάσεων τής κεντρικής πολιτικής εξουσίας.

4 )  Η κατάσταση στο Ασβεστοχώρι

Το φεουδαρχικό σύστημα υπήρξε επί μακρόν η πραγματικότητα τής οικονομικής ζωής στο Ασβεστοχώρι. Διαρκούσης τής οθωμανικής κυριαρχίας οι κάτοικοι ήταν κολίγοι, απλοί καλλιεργητές γης που ανήκε στους Τούρκους. Ο Ε.M. Couzineri, Γενικός Πρόξενος τής Γαλλίας στην Θεσσαλονίκη από το 1773 ως το 1819, περιγράφοντας τα περίχωρα τής Θεσσαλονίκης αναφέρει σχετικά:
" Έγιναν (οι Τούρκοι) κύριοι τής γης και μείωσαν τούς κατοίκους τής υπαίθρου στο επίπεδο τού απλού καλλιεργητή. Οι Έλληνες και Βούλγαροι γαιοκτήμονες αποτελούν εξαιρέσεις". (18)
Οι χωρικοί πλήρωναν διάφορους φόρους όπως η "δεκάτη", υποχρεώσεις πολύ βαριές σε σχέση με τα εισοδήματά τους. Για την επιβίωσή τους λοιπόν, προκειμένου να μειώσουν τις συνέπειες, κατασκεύαζαν κρυφές αποθήκες μέσα στα σπίτια τους για να φυλάξουν ένα μέρος τής αγροτικής παραγωγής. Τέτοιες αποθήκες υπάρχουν ακόμα σε μερικά σπίτια, όπως και σημεία διαφυγής των κατατρεγμένων ενοίκων. Ένα τέτοιο σημείο διαφυγής που είδαμε επί τόπου ήταν μια θυρίδα τοίχου , με την μορφή μικρού ντουλαπιού, που επικοινωνούσε με το όμορο σπίτι. Κατά τις μαρτυρίες των γερόντων φαίνεται πως υπήρχαν τέτοια "δίκτυα" διαφυγής και σε άλλα σπίτια.

Οι κύριες καλλιέργειες τού χωριού ήταν αυτές τού σίτου, τού καλαμποκιού, τού κριθαριού και κυρίως των κλημάτων. Από το ίδιο κείμενο τού Couzineri στα 1800, όπου περιγράφει ο ίδιος την ύπαιθρο κοντά στη Θεσσαλονίκη,  διαπιστώνουμε την ύπαρξη καλλιεργημένων εκτάσεων στην περιοχή ενδιαφέροντός μας.
"Οι πλαγιές τού Όρους Χορτιάτης επεκτείνονται βόρειο-δυτικά τής πόλης, σε μια περιοχή γεμάτη κήπους, αμπέλια, κ.λ.π.....Ο Χορτιάτης καλλιεργείται εντατικά στις πλαγιές του, μέχρι τα μισά αυτών". (19)
Οι καλλιέργειες παρέμειναν η πρώτη ασχολία των κατοίκων τού Ασβεστοχωρίου, και μετά την απελευθέρωση τού 1912. Κατά την διάρκεια δε τού Α΄Παγκοσμίου πολέμου, καταστράφηκαν όλες. Σε αυτό συνέβαλαν και οι 'Αγγλοι, καταστρέφοντας εκατοντάδες εκτάρια αμπελώνων προκειμένου να εγκαταστήσουν στην περιοχή μονάδες τού στρατού τους και  να κατασκευάσουν στρατιωτικό νοσοκομείο (στην θέση τού σημερινού σανατορίου).  Παρ' όλο που ήταν γνωστοί οι ιδιοκτήτες αυτής τής γης, δεν αποζημιώθηκαν ποτέ .
Κατά την διάρκεια τού μεσοπολέμου η γεωργία ξαναπαίρνει τη θέση της στο χωριό για να ικανοποιήσει σχεδόν αποκλειστικά τις ανάγκες κάθε οικογένειας. Δεν γνώρισε μια πραγματική ανάπτυξη, ιδιαίτερα αυτήν την εποχή κατά την οποία τα ξένα κεφάλαια διεισδύουν στη χώρα για να επενδύσουν στη βιομηχανία και να ελέγξουν την ελληνική οικονομία.

Μετά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο οι Ηνωμένες Πολιτείες θα εδραιώσουν ένα ρόλο ισχύος στην Ελλάδα, επενδύοντας  κεφάλαια στην τοπική βιομηχανία (Σχέδιο Marshall).

Η αγροτική μεταρρύθμιση για άλλη μια φορά δεν θα μπορέσει να λύσει τα προβλήματα των αγροτών, αφού δεν επενδύθηκαν κεφάλαια στον τομέα τής γεωργίας. Συγχρόνως η μηχανοποίηση στις καλλιέργειες και η εκβιομηχανοποίηση ορισμένων αγροτικών προϊόντων θα οδηγήσουν στην καταστροφή τις μικρές αγροτικές ιδιοκτησίες. Έτσι στο Ασβεστοχώρι, όπως παντού άλλωστε στα  χωριά τής Ελλάδας, οι καλλιέργειες γίνονταν όλο και πιο σπάνιες, ενώ η αγροτική "έξοδος" έγινε το θεμελιώδες κοινωνικό πρόβλημα.

Στον πίνακα που ακολουθεί, διακρίνουμε την πτώση τού ποσοστού τού αγροτικού πληθυσμού στη χώρα, πτώση που γίνεται εντονότερη μετά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο.

                                     
                                                       ΠΙΝΑΚΑΣ  Αρ. 7  (20)
_________________________________________________________________________________________
                            Έτος                     Αγροτικός πληθυσμός
__________________________________________________________________________________________                        
                            1928                                    54%
                            1940                                    52,5%
                            1951                                    47,5%
                            1961                                    43,8%      (Μακεδονία: 46,1%)
                            1971                                    35,1%
_________________________________________________________________________________________

 Πηγή: Statical Yearbook of Greece 1972 p.26




Γ )  Η ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ : ΜΙΑ ΑΝΘΗΡΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1950

Στα χωριά οι συνέπειες είναι καταστροφικές και για την κτηνοτροφία. Στο Ασβεστοχώρι σήμερα μετρούν μετά βίας 2.000 πρόβατα και κατσίκια, ενώ στα 1922 υπήρχαν 12.000. Τελείωσε η εποχή που οι χωρικοί πουλούσαν τα κτηνοτροφικά τους προϊόντα στη Θεσσαλονίκη και κάλυπταν έτσι τις ανάγκες μεγάλου μέρους  τής περιφέρειας. Αυτή την όχι και τόσο μακρινή εποχή πουλούσαν το γάλα τους στην Θεσσαλονίκη, πριν να μαραζώσει με την σειρά της η κτηνοτροφία από την αγροτική κρίση. Θυμόμαστε την ιστορία των Αγραφιωτών που εγκαταστάθηκαν στο Ασβεστοχώρι  για να εργαστούν σαν βοσκοί στην υπηρεσία πλουσίων κτηνοτρόφων. Σήμερα ακόμα και τα βοσκοτόπια είναι σπάνια.

Στην περιοχή τής Θεσσαλονίκης μετά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο έγινε μια μεγάλη μεταβολή τής κοινωνικής δομής. Η ανάπτυξη τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής καθώς και η αδιαφορία όλων των κατά σειρά κυβερνήσεων, όσον αφορά τη γεωργία και την κτηνοτροφία, οδήγησαν στην εσωτερική μετανάστευση (1955-1961), στην οποία εξωθήθηκαν αναγκαστικά πολυάριθμοι χωρικοί. Έτσι στη Θεσσαλονίκη  και στα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα η κατάσταση έγινε εκρηκτική, ενώ ένα μέρος μόνο τού αγροτικού πληθυσμού απορροφήθηκε εργασιακά από τα εργοστάσια και την οικοδομή, και ένα μεγάλο μέρος έμεινε στην ανεργία. Στον πίνακα που ακολουθεί (Αρ.8) μπορούμε να δούμε την μεγάλη αύξηση τού πληθυσμού των πόλεων.


                                                     ΠΙΝΑΚΑΣ Αρ. 8  (21)
_________________________________________________________________________________________ 
 Έτος             Αστικός πληθυσμός          Ημι-αστικός πληθυσμός          Αγροτικός πληθυσμός 
_________________________________________________________________________________________
1971                        73,45%                                   11,36%                                       17,20%
1963                        69,5%                                     11,8%                                         18,7%
_________________________________________________________________________________________
 Πηγή: Ελληνική Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, 1961


H μεταβολή τής κοινωνικής δομής αγγίζει το σύνολο τής χώρας με πολύ σκληρές συνέπειες για τη γεωργία και τον αγροτικό πληθυσμό. Την ίδια περίοδο ο αριθμός των βιομηχανικών εργατών και των οικοδόμων πολλαπλασιάζεται (πίνακας Αρ. 9)

                                                   
                                                          ΠΙΝΑΚΑΣ  Αρ. 9  (22)

                                 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚA  ΕΝΕΡΓΟΣ  ΠΛΗΘΥΣΜΌΣ
_______________________________%___________________________%_________%_______________________
Σύνολο             3.638.601                   100                   3.283.880                100
___________________________________________________________________________________________
Γεωργία            1.960.446                   53,9                  1.330.320                40,5              -33%
___________________________________________________________________________________________
Βιομηχανία          488.577                   13,4                     539.880                16,4              +22%
___________________________________________________________________________________________
Οικοδόμοι            167.364                     4,6                     255.020                  7,7              +65%
___________________________________________________________________________________________
Υπηρεσίες            878.212                   24,2                  1.075.880                39,9              +46%
___________________________________________________________________________________________
 Πηγή: Οικονομικός Ταχυδρόμος 1971



Δ )  ΈΝΑ ΕΜΠΌΡΙΟ ΠΟΥ ΧΆΘΗΚΕ

Πολύ πριν τον 15ο αιώνα οι έμποροι από τηνΜακεδονία μετέφεραν σιτάρι, μαλλί, δέρματα και βαμβάκι μέχρι τα μεγάλα κέντρα κατανάλωσης και εμπορίου, όπου οι Βενετοί  αγόραζαν τα προϊόντα και τα έστελναν στην Ιταλία. Η Θεσσαλονίκη υπήρξε ένα σημαντικό εμπορικό κέντρο την εποχή τής Ενετικής κυριαρχίας.
Μετά τον 15ο αιώνα, με την εγκατάσταση εκεί Γάλλων και  στην συνέχεια  Άγγλων εμπόρων, αλλά και άλλων δυτικών εμπόρων τής Ανατολής, η ελληνική εμπορική δραστηριότητα επεκτάθηκε. Επαφές δημιουργήθηκαν με την δυτική Ευρώπη και το εμπόριο έφτανε μέχρι την Ουγγαρία, δια μέσου τής Σερβίας, τής Βουλγαρίας κ.λ.π.

Στον  πίνακας Αρ.10,  διαπιστώνουμε την κίνηση τού εξαγωγικού εμπορίου στα τέλη τού 19ου, αρχές 20ου αιώνα.

                                                               ΠΙΝΑΚΑΣ Αρ. 10   (23)



Κατ΄αυτήν την περίοδο, σύμφωνα με  τις διηγήσεις των γερόντων, το Ασβεστοχώρι έπαιξε σημαντικό ρόλο στις εμπορικές αυτές δραστηριότητες. Χωρικοί έφευγαν με τα ζώα τους για να πουλήσουν σε μακρινές χώρες τα προϊόντα τους. Ωστόσο ορισμένα από αυτά πουλιόταν στην  αγορά τής Θεσσαλονίκης. Μέχρι πρόσφατα το ίδιο το χωριό ήταν ένα εμπορικό κέντρο, γνωστό στην περιοχή. Μεγάλα εμπορικά παζάρια για τα οποία κατέφθαναν  έμποροι κι από άλλες περιοχές, καταλάμβαναν τον κεντρικό δρόμο. Η ανάμνηση αυτών των παζαριών μένει ολοζώντανη στους γηραιότερους κατοίκους.


E )  H BIOMHXANIA ΕΞΌΡΥΞΗΣ


Το Ασβεστοχώρι και τα λατομεία- Φωτογραφία 1978 ,  Ι.Παραφέστα


Το χωριό κτίστηκε όπως είδαμε σε λόφους πλούσιους σε ασβεστολιθικά πετρώματα, απ΄όπου εξορύσσονται οικοδομικά υλικά, που προμηθεύουν την ευρύτερη περιοχή τής Θεσσαλονίκης (σχ. Αρ.1).
Από την οθωμανική ακόμα κυριαρχία και από τα τέλη μάλλον τού 17ου αιώνα οι κάτοικοι  τού χωριού επεξεργάζονταν τον ασβεστόλιθο, παρήγαν ασβέστη και μετακινούνταν για να εμπορευθούν το προϊόν. Από αυτή την δραστηριότητα προέκυψε όπως είπαμε  και το όνομα τού χωριού. 
Το Ασβεστοχώρι σήμερα ακόμα, διαθέτει ενεργά λατομεία εξόρυξης ασβεστόλιθου, παρ΄ότι δεν βρίσκεται σε βιομηχανκή ζώνη. Αλλωστε κανένα κυβερνητικό πρόγραμμα δεν προβλέπει κάτι σχετικό για την περιοχή στο άμεσο μέλλον. Αντίθετα η περιφέρεια αυτή προορίζεται για κατοίκηση (σχ. Αρ.18).



Σήμερα, στην είσοδο τού χωριού, βρίσκουμε τέσσερις επιχειρήσεις, που έχουν την εκμετάλλευση των παρακάτω λατομείων:
1 - "Νίκη", με 35 εργαζόμενους, όλοι μέτοχοι, που κατοικούν στο χωριό.
2 - "Πρόοδος", με 30 εργάτες. Κατεργάζεται χαλίκι.
3 - "Ομόνοια", με 22 ως 30 εργάτες. Κατεργάζεται  πέτρα, άμμο και χαλίκι.
4 - "Συνεταιρισμός Κυψέλη", με 120 περίπου εργάτες. Είναι εξοπλισμένη με επτά φούρνους παρασκευής ασβέστη και παράγει 50 ως 60 τόννους ασβέστη κατά έτος.
Τέλος, υπάρχει μια πέμπτη, μικρότερη  επιχείρηση που παρασκευάζει αποκλειστικά ασβέστη, με 25 εργάτες, εκ των οποίων οι 16 προέρχονται από το Ασβεστοχώρι.
Συνολικά απασχολούνται περίπου 240 άτομα στα λατομεία, με τον μεγαλύτερο αριθμό ανδρών να προέρχονται από το χωριό και με ημερομίσθιο που κυμαίνεται από 300 ως 400 δραχμές.

Στην περιφέρεια τής Μακεδονίας, σύμφωνα με στοιχεία που αφορούσαν το έτος 1961, υπήρχαν 407 λατομεία και ορυχεία, που απασχολούσαν 6.757 εργάτες και μεταλλωρύχους, σ΄ένα σύνολο ενεργού τότε πληθυσμού 814.335 ατόμων.


                                                      ΑΣΒΕΣΤΟΛΙΘΙΚΕΣ ΖΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ


Η περιφέρεια Θεσσαλονίκης είναι μια από τις σημαντικότερες ασβεστολιθικές ζώνες όλης τής χώρας (σχ. Αρ, 1) και χαρακτηρίζεται από την ανώτερη ποιότητά τού προϊόντος της. Περιέχει 46% με 47%  μαγνήσιο, ενώ το ποσοστό αργίλου, πυριτίου και άλλων νοσηρών συστατικών είναι πολύ αδύναμο.
Σε γενικές γραμμές, "η παραγωγή ασβεστόλιθου στη Μακεδονία γνώρισε πτώση μετά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο, εξ΄ αιτίας τής μειωμένης χρήσης του στο εξωτερικό. Αλλά η παραγωγή συνεχίστηκε μετά το 1958 για να υπερβεί στα 1960 τα επίπεδα που ίσχυαν πριν τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο και να καταλήξει στα 1961, σε μια παραγωγή 259.063 τόννων (αξίας 50.000.000 δρχ.). Το προϊόν εξάγονταν είτε σε μορφή ακατέργαστη, είτε μετά από ψήσιμο σε απλούς φούρνους".(24)




ΣΤ )  ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ 

Στις προηγούμενες παραγράφους είδαμε ότι μια από τις άμεσες συνέπειες τής καπιταλιστικής ανάπτυξης ήταν η έντονη μετανάστευση τού πληθυσμού.  Οι μαζικές μετακινήσεις πραγματοποιήθηκαν τόσο εντός των συνόρων τού νέου Κράτους (έξοδος από την ύπαιθρο προς τα αστικά κέντρα), όσο και προς τις βιομηχανικές χώρες τού εξωτερικού. Συρροή επίσης προσφύγων έχουμε αυτή την φορά από τη Μικρά Ασία προς την ΄Ελλάδα. Θα αναφερθούμε περιληπτικά στο ζήτημα τής μετανάστευσης και των άμεσων ή έμμεσων συνεπειών της σε ότι αφορά στους  οικισμούς τής υπαίθρου και στην παραδοσιακή κατοικία.

1 )  Περίοδος 1901-1940 

α ) Η "αγροτική έξοδος"

Εκθέσαμε ήδη το πρόβλημα τής "αγροτικής εξόδου" αναφερόμενοι στα αγροτικά προβλήματα και στην υποβάθμιση των συνθηκών ζωής των Ελλήνων αγροτών. Την εποχή αυτή κυριαρχούν οι μεγάλοι γαιοκτήμονες, ενώ καμία κυβέρνηση δεν θέλησε πραγματικά να λύσει τα προβλήματα των αγροτών. Αντίθετα, με την προσχώρηση καινούργιων περιοχών στο Ελληνικό Κράτος, βρίσκουμε τεράστιες εκτάσεις να ανήκουν σε λίγους γαιοκτήμονες.
Η μαζική άφιξη των προσφύγων από την Μικρά Ασία (1922) ενέτεινε κατά πολύ το πρόβλημα. Πολλοί φτωχοί αγρότες, κατεστραμμένοι από την πολιτική του Ελληνικού και ξένου κεφαλαίου, υποχρεώνονται να κατευθυνθούν προς τις μεγάλες πόλεις για να αναζητήσουν δουλειά σαν εργάτες. Η "έξοδος" αυτή, που είχε ένa διαρκή και σποραδικό χαρακτήρα, κορυφώθηκε στον μεσοπόλεμο, περίοδο  κατά την οποία το 23,6% τού πληθυσμού ήταν άνεργοι.

β )  Οι πρόσφυγες από την Μικρά Ασία (1922)

Η εισροή των προσφύγων
Η ήττα στην Μικρά Ασία αντιστοιχεί για την Ελλάδα, εκτός των άλλων, σε μια δημογραφική έκρηξη.  Η μαζική άφιξη των Ελλήνων και η υποχρεωτική ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας  καθώς και μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, αύξησε απότομα τον πληθυσμό τής χώρας κατά 1.200.000 άτομα. Αν θεωρήσουμε ότι η ετήσια μέση αύξηση τού πληθυσμού ήταν 1,46%, διαπιστώνουμε εύκολα ότι ο αριθμός των προσφύγων αντιστοιχούσε σε μια δεκαπενταετή  δημογραφική αύξηση τού πληθυσμού. Αυτή η βίαιη εξέλιξη δημιούργησε ορισμένες κοινωνικές ιδιαιτερότητες. Ο αστικός πληθυσμός τής χώρας αυξήθηκε σημαντικά ενώ η όψη των πόλεων άλλαξε.
΄Ηδη η αγροτική έξοδος προς τις πόλεις αύξανε συνεχώς τον αστικό πληθυσμό πριν ακόμα από την καταστροφή στη Μικρά Ασία. Αλλά αυτή η αύξηση γινόταν σταδιακά, ενώ οι μάζες των Μικρασιατών προσφύγων βρέθηκαν βιαίως συγκεντρωμένες στις πόλεις και κυρίως στα προάστια, κάτω από  άθλιες συνθήκες ζωής. Σύμφωνα με στοιχεία τής Επιτροπής για την Αποκατάσταση των Προσφύγων, 109.612 οικογένειες εγκαταστάθηκαν στις πόλεις και 150.000 στην ύπαιθρο. Το 1928 οι πρόσφυγες αποτελούν το 31,7% τού πληθυσμού των πόλεων. Οι αγρότες πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Μακεδονία και στην Θράκη, περιοχές που είχαν χάσει ικανό αριθμό κατοίκων λόγω τής υποχρεωτικής ανταλλαγής των πληθυσμών.
" Η μάζα των προσφύγων ήταν για το μονοπωλιακό κεφάλαιο φτηνά εργατικά χέρια και μάλιστα πρώτης εργασιακής ποιότητας. Η αξιοποίησή τους όμως, ήταν και η μεγάλη ευκαιρία των εργαζομένων  για μια επίθεση κατά τής εξουσίας.  Την επιχείρηση αξιοποίησης των προσφύγων, που στόχευε στο να ικανοποιήσει τα συμφέροντα τού μονοπωλιακού κεφαλαίου, επιλήφθηκε κατά το πρώτο διάστημα η Επιτροπή για την Αποκατάσταση των Προσφύγων". (25)
   
Η Επιτροπή για την Αποκατάσταση των Προσφύγων
Η επιτροπή δημιουργήθηκε από την Κοινωνία των Εθνών, όταν το Ελληνικό Κράτος ζήτησε το πρώτο δάνειο για τούς πρόσφυγες. Περιελάμβανε ως αναγκαία συνθήκη εκπροσώπους των οικονομικών οργανισμών των δανειστών:  Hambros Bank (Αγγλία), Speyer (Ηνωμένες Πολιτείες) και  Εθνική Τράπεζα Ελλάδος. Δεύτερη αναγκαία συνθήκη που τέθηκε, ήταν: ο επικεφαλής Πρόεδρος τής Επιτροπής να είναι Αμερικανός. Το ύψος αυτού τού δανείου ήταν 12.000.000 δολάρια και ο τόκος  ανέρχονταν στο 7%.

Ποια ήταν τα αποτελέσματα που έφερε η  Ε.Α.Π.; Μεταξύ 1924-1930 η Επιτροπή διαμοίρασε σε 109.612 οικογένειες προσφύγων 765.754.154 δολάρια, ήτοι το 5% τού ποσού που είχε στην διάθεσή της. Κάθε οικογένεια πήρε 7 δολάρια, ήτοι 1,2 δολάρια το χρόνο.(26) Επρόκειτο για μια φαρσοκωμωδία που σήμαινε ότι το μονοπωλιακό κεφάλαιο θα είχε σύντομα στη διάθεσή του φτηνό εργατικό δυναμικό, μέσα σε φρενήρεις συνθήκες.
Οι υπεύθυνοι τού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών σημειώνουν ότι: "Χάριν στην αφθονία τού εργατικού δυναμικού, στους πρόσφυγες και στα ελληνικά και ξένα κεφάλαια, οι παραγωγικές δυνάμεις άρχισαν να αναπτύσσονται και η βιομηχανοποίηση τής χώρας άρχισε να αναπτύσσεται". (27)
Η μοίρα των προσφύγων που είχαν εγκατασταθεί στην ύπαιθρο ήταν ακόμα χειρότερη. Η   Ε.Α.Π  εξυπηρέτησε πιστά τα συμφέροντα των καπιταλιστών και σε αυτό το πεδίο. Διαμοίρασε στις αγροτικές οικογένειες  3.518.471,339 δολάρια, δηλαδή το 26,9% περίπου τού συνολικού ποσού που διέθετε. Αλλά κι αυτό το ποσό δεv δόθηκε σε χρήμα. Η  Ε.Α.Π  δάνειζε  (σε αντιστοιχία τού αναλογούντος ποσού) οικοδομικά εργαλεία, ενώ  οι αγρότες επέστρεφαν στη συνέχεια κάποιο αδρό ποσό που εκτιμούνταν με βάση την τιμή κατασκευής των σπιτιών τους. Η Επιτροπή υποχρέωσε όλους τούς πρόσφυγες να πληρώσουν επίσης την κατασκευή έργων υποδομής και κοινής ωφελείας (52% τού συνολικού ποσού). Επιπλέον το Κράτος υποχρέωσε τούς αγρότες πρόσφυγες να πληρώσουν ακριβά τη γη που πήραν. Έτσι κάθε οικογένεια έπρεπε να πληρώσει 65 δολάρια, ενώ εισέπραττε σαν χορηγία 24 περίπου δολάρια.
Τι σήμαιναν όλα αυτά;
Η   Ε.Α.Π., από την ίδρυσή της είχε σκοπό να μετατρέψει τούς αγρότες πρόσφυγες σε φτηνή εργατική δύναμη, για να αξιοποιήσει τις πεδιάδες τής Μακεδονίας και τής Θράκης, στο πλαίσιο βέβαια των συμφερόντων τού μονοπωλιακού κεφαλαίου.
Κάθε οικογένεια δέχτηκε 62 στρέμματα γης, αλλά ήταν ελάχιστοι εκείνοι, που μπόρεσαν να καλλιεργήσουν αυτή τη γη. Οι  αγρότες πρόσφυγες είχαν ανάγκη από πραγματική οικονομική βοήθεια για να καλλιεργήσουν τα χωράφια τους και να μπορέσουν στη συνέχεια να εξοφλήσουν τα χρέη τους. Τελικά, η υποταγή τής αγροτικής οικονομίας στα μονοπώλια πέτυχε και η υλοποίηση αυτού τού σχεδίου πραγματοποιήθηκε από την "Επιτροπή για την Αποκατάσταση των Προσφύγων".

Παράλληλα η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος λανσάρει το σύνθημα: "Οργανωθείτε ώστε η Ε.Τ.Ε να σας χορηγήσει δάνεια". (28) Κατά την διάρκεια τού έτους 1924 δημιουργήθηκαν 1.035 αγροτικοί συνεταιρισμοί. Στα τέλη τού 1929 ξεπέρασαν τούς 5.000, ενώ κατά τον Α΄Παγκόσμιο πόλεμο ήταν λιγότεροι από 150. Αυτοί οι συνεταιρισμοί αποτελούσαν το καλύτερο μέσο για να εξασφαλιστεί η επιστροφή των κεφαλαίων, που είχαν επενδυθεί στην ύπαιθρο από τα μονοπώλια, με τη μορφή πιστώσεων. Με αυτό το μέσον, ο απόλυτος έλεγχος τής αγροτικής παραγωγής και η μονοπώληση τού εξαγωγικού εμπορίου (κατ΄ουσία αγροτικών προϊόντων) έγιναν δυνατά. Φυσικά στους συνεταιρισμούς εκτός των προσφύγων προσχωρούσαν και οι ντόπιοι Έλληνες αγρότες.

γ )  Η μετανάστευση στο εξωτερικό

Από τις αρχές τού 20ου αιώνα το φαινόμενο τής μετανάστευσης στο εξωτερικό παίρνει ξαφνικά μεγάλες διαστάσεις. Το μεγαλύτερο κύμα μετανάστευσης κατευθύνεται προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, ο αριθμός των μεταναστών κατά την περίοδο 1901-1921 είναι περίπου 400.000 άτομα, από τούς οποίους το 95%  πηγαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ίδιο ποσοστό ως προς τον τόπο προορισμού ισχύει και για την περίοδο 1922-1940, μόνο που ο αριθμός των προσφύγων μειώνεται αισθητά, στους 93.000.
Για να καταλάβουμε καλύτερα την κοινωνικο-οικονομική σημασία αυτών των αριθμών, πρέπει να λάβουμε υπ΄όψιν μας ότι το 1901 ο ελληνικός πληθυσμός, που δεν συμπεριελάμβανε ούτε την Μακεδονία, ούτε την Κρήτη, πλησιάζει τούς 2.500.000 κατοίκους. Από την άλλη, η πλειοψηφία των προσφύγων μεταξύ 1901-1912 (συμπεριλαμβανομένης τής περιόδου τής απελευθέρωσης) προέρχονται κυρίως από τη Μακεδονία και την Κρήτη,  περιοχές που θίχτηκαν βάναυσα από την μάστιγα τής μετανάστευσης, φαινόμενο που στη συγκεκριμένη περίοδο αποτέλεσε μια πραγματική αιμορραγία. Στην απώλεια μέρους τού πληθυσμού πρέπει να προσθέσουμε και την απώλεια των ανθρώπων  κατά την έκβαση των πολέμων εκείνης τής εποχής. 
Η πολιτική πίεση που ο λαός ασκούσε εναντίον των εκάστοτε κυβερνήσεων, μέσα από τούς αγώνες του για ψωμί και δουλειά, εξασθένησε προσωρινά λόγω τής μετανάστευσης. Έτσι η αστική τάξη στην εξουσία εδραίωνε την θέση της για καιρό ακόμα. Από άλλη δε άποψη η μετανάστευση προσέφερε στις ξένες χώρες υποδοχής φτηνά εργατικά χέρια, για να αναπτύξουν την δική τους παραγωγή με χαμηλότερο κόστος.

2 )  Περίοδος από το τέλος τού Β΄Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι σήμερα (1978)

Μετά την απελευθέρωση, λόγω τής πολιτικής των Άγγλων και μετέπειτα των Αμερικανών, ο διωγμός  των αγωνιστών τού Ε.Α.Μ. και των δημοκρατικών αγροτών που συμμετείχαν η που βοήθησαν τα αντάρτικα απελευθερωτικά σώματα, και η τακτική των δολοφονιών,  φυλακίσεων, εκτελέσεων,  εξοριών κ.λ.π. πήραν  διάσταση εξολόθρευσης. Όσοι αγρότες μπορούσαν να διαφύγουν ενώνονταν στα βουνά με τα αντάρτικα σώματα που άρχισαν για δεύτερη φορά να σχηματίζονται, εν όψει τής νέας βίας και τρομοκρατίας. Κατά  τη διάρκεια πλέον των συγκρούσεων τού Κυβερνητικού με τον Δημοκρατικό στρατό (εμφύλιος) εκκενώθηκαν με τη βία πάρα πολλά χωριά προκειμένου να απομονωθεί και να εξολοθρευτεί  ο Δημοκρατικός Στρατός. Χιλιάδες αγρότες οδηγήθηκαν στις πόλεις και στιβαγμένοι όπως-όπως σε άθλια κτίρια, χωρίς καμια άλλη μέριμνα, προσπάθησαν να επιβιώσουν. Τα χωριά ερήμωσαν και η οποιαδήποτε παραγωγή σταμάτησε. Όσοι επέστρεψαν, χρειάστηκε να ξεκινήσουν από την αρχή, σε ένα κλίμα συνεχιζόμενης τρομοκράτισης για όλη, τουλάχιστον, την δεκαετία τού ΄50.

α )  Η αγροτική "έξοδος" 

Το 1955 ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για την ένταξη τής Ελλάδας στη ΕΟΚ , το δε 1961 υπογράφηκε η συμφωνία που αφορούσε στο στάδιο προσαρμογής τής χώρας. Η ελληνική κυβερνητική πολιτική για να προσαρμόσει μεταξύ άλλων την αγροτική οικονομία στις επιταγές τής Ε.Ο.Κ. προκειμένου να επιτύχει την οριστική ένταξή της, εξωθεί τους αγρότες στην εγκατάλειψη των παραδοσιακών καλλιεργειών και στην οργάνωση μονοκαλλιεργειών, που απαιτούν ένα βαθμό μηχανοποίησης και καινούργιες γεωργικές και χημικές μεθόδους. Αυτό οδήγησε στην εξαθλίωση των φτωχών αγροτών και στην ισχυροποίηση  των μεγάλων καπιταλιστικών γεωργικών επιχειρήσεων. Ο πληθυσμός αυτός φτάνει και πάλι στις μεγάλες πόλεις, ελπίζοντας στην εύρεση εκεί εργασίας. Είναι μια από τις δύο λύσεις  που προσφέρεται στον πληθυσμό τής υπαίθρου μπροστά στο δίλημμα στο οποίο βρίσκεται. Η άλλη λύση είναι  η μετανάστευση στο εξωτερικό. 
΄Ετσι, η πληθυσμιακή σύνθεση των πόλεων που είχε φτάσει στο 37,7% στα 1951,  βρίσκεται στο 43,3% στα 1961 και στο 53,2% στα 1971. Ο πληθυσμός δε τής υπαίθρου μειώνεται από 47,5% το 1951 στο 43,8% το 1961 για να φτάσει  στο 35,1% το 1971 (29)

Από το 1965 ως το 1971, η "εσωτερική" μετανάστευση αύξησε τον πληθυσμό τής περιφέρειας τής Αθήνας κατά 177.700 κατοίκους και τής Θεσσαλονίκης κατά 31.100 κατοίκους, ελαττώνοντας συγχρόνως τον πληθυσμό τής υπαίθρου κατά 210.000 κατοίκους (πίνακας Αρ.11).

                                                    ΠΙΝΑΚΑΣ  Αρ. 11 (30)
 _____________________________________________________________________________________
Περιοχές                                                                                           Αύξηση           Μείωση
______________________________________________________(+)__________(-)_____________________
Αθήνα                                  218,2               40,5                                177,7
Θεσσαλονίκη                        46,9                15,7                                  31,1
Πάτρα                                   9,7                  8,4                                    1,3
Αστικές περιοχές                 117,5               104,7             16,2             12,8
Ήμι-αστικές περιοχές            67,4                80,3               9,0                                  12,9
Αγροτικές περιοχές              51,4                261,4             108.6                              210,0
_____________________________________________________________________________________
 Πηγή: Ελληνική Εθνική Στατιστική Υπηρεσία


Ο αγρότης, ξεριζωμένος από την ύπαιθρο, προλεταριοποιείται στα μεγάλα αστικά κέντρα. Ωστόσο οι τοπικές βιομηχανίες δεν μπορούν να απορροφήσουν όλο το προσφερόμενο σε αυτές εργατικό δυναμικό.  Αυτό επιφέρει με την σειρά του  την υποαπασχόληση, την ανεργία και τη μετανάστευση στο εξωτερικό. Από την άλλη, η αύξηση τού πληθυσμού των μεγάλων αστικών κέντρων επισείει  την ανάγκη άμεσης στέγασης τού ξεριζωμένου από τον τόπο του νέου εργατικού δυναμικού.


β )  Οι συνέπειες τής "εξόδου" στον τομέα  της στέγασης, στις πόλεις

Το πρόβλημα τής στέγασης εντάθηκε όπως είδαμε  μετά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο,  λόγω αφ΄ενός μεν των μεγάλων καταστροφών κατά την διάρκεια τού πολέμου, αφ΄ετέρου δε τής εσωτερικής μετανάστευσης τού αγροτικού πληθυσμού.
΄Ετσι στα διάφορα αστικά κέντρα δημιουργήθηκε μια εκρηκτική κατάσταση όσον αφορά στο στεγαστικό, που είχε σαν συνέπεια να δοθεί προτεραιότητα στην επίλυση αυτού τού προβλήματος. ΄Ετσι, βοήθειες και διευκολύνσεις προσφέρθηκαν για τη διείσδυση τού μικρού και μεσαίου τοπικού κεφαλαίου (κατασκευαστικά δάνεια, αύξηση τού συντελεστή δόμησης και των ορόφων κ.λ.π.).
Το αποτέλεσμα τής παραπάνω πολιτικής ήταν να μεταβληθεί η κατασκευαστική δραστηριότητα σε έναν υπερτροφικό τομέα τής ελληνικής οικονομίας, τομέα που απορροφά ένα τεράστιο ποσοστό των συνολικών επενδύσεων του κεφαλαίου (πίνακας Αρ.12).

                                                    
                                                     ΠΙΝΑΚΑΣ Αρ. 12  (31)
______________________________________________________________________________________

ΕΤΟΣ             Σύνολο επενδύσεων (Ι)                     Επενδύσεις σε στεγαστικό (Ι)                         %
______________________________________________________________________________________ 1950                      6.216                                                     1.753                                           28,2
1953                      8,911                                                     2.936                                           32,7
1956                      15.243                                                   4.927                                           32,7
1959                      22.470                                                   5.264                                           23,7
1961                      31.310                                                   6.158                                           19,7
1963                      30.602                                                   8.099                                           26,5
1966                      47.531                                                  13.282                                          28,0
1969                      75,127                                                  22.258                                          29,6
1972                     108.885                                                 30.721                                          29,1
_______________________________________________________________________________________
(Ι)  σε εκατομμύρια δραχμές
 Πηγή: Ελληνική Εθνική Στατιστική Υπηρεσία


Η παρουσία του Τραπεζικού κεφαλαίου είναι επίσης πολύ σημαντική στον τομέα, ιδιαίτερα για τις χορηγήσεις κατασκευαστικών δανείων. (πίνακας Αρ. 13)


                                                       ΠΙΝΑΚΑΣ Αρ. 13  (32)

                                      ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ  ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ  ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Πηγή: Τράπεζα τής Ελλάδος

Η ανάπτυξη τού κατασκευαστικού τομέα βασίστηκε στην κερδοσκοπία τού τελικού προϊόντος (στέγη-εμπόρευμα) και στη γη. Χρησιμοποιήθηκε για να αναθερμάνει την εθνική οικονομία, με συνέπεια να εμφανίζεται η εικόνα μιας χώρας που "προοδεύει" με γρήγορους ρυθμούς και σε "υγιείς" βάσεις. Ευνόησε δε ένα μεγάλο δίκτυο οικονομικών δραστηριοτήτων που αφορούσε  αγοραπωλησίες οικοπέδων και ακινήτων, συμβάσεις αντιπαροχών και άλλες σχετικές δικαιοπραξίες,  επιχειρήσεις δομικών υλικών και μια μεγάλη γκάμα συναφών με την οικοδομή επαγγελμάτων, κ.λ.π.. Τελικά ένας μεγάλος αριθμός μικρών κατασκευαστών και εμπορικών επιχειρήσεων απασχολούν σήμερα ένα πολύ σημαντικό μέρος τού ενεργού πληθυσμού (πίνακας Αρ.14).

                                                         ΠΙΝΑΚΑΣ Αρ. 14

                                     Μονάδες παραγωγής δομικών υλικών
___________________________________________________________________________________
 Κλάδοι                                          Αριθμός Μονάδων                      Εργαζόμενοι
____________________________________________________________________________________
Ορυχεία                                                   1.360                                        9.941
Τούβλα-κεραμίδια                                    1.088                                      10.682
Ξυλεία                                                    12.340                                      25.579
Μεταλλουργία                                          7.300                                      21.000
Βαφές                                                         139                                        1.983
Τζάμια                                                           24                                            856
Τσιμέντο-γύψος                                        1.200                                        8.500
Ηλεκτρικά                                                    400                                        5.100
______________________________________________________________________________________
Σύνολο                                                     23.881                                     83.750
_____________________________________________________________________________________
 Πηγή : Βιομηχανική απογραφή τού 1969


Παρ΄όλα αυτά, οι ανάγκες στέγασης των λαϊκών στρωμάτων βασικά δεν ικανοποιήθηκαν. Μεγάλο μέρος αυτού τού πληθυσμού  συνεχίζει να στεγάζεται σε άθλιες συνθήκες. Το μέγεθος τού προβλήματος  είναι εμφανές στην σημερινή πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Ορισμένοι αριθμοί που ανακοινώθηκαν επισήμως στη Βουλή, τον Οκτώβριο τού 1977, διαφωτίζουν το πρόβλημα:
-97.000 οικογένειες διαβιώνουν σε παράγκες
-115.000 οικογένειες διαβιώνουν κοινοβιακά, σε απαράδεκτες συνθήκες
-1.600.000 Ελλήνων δεν έχουν τρεχούμενο νερό
-1.000.000 δεν εξυπηρετούνται από αποχετευτικό δίκτυο
-5.500.000 δε διαθέτουν μπάνιο

                                                 ΠΙΝΑΚΑΣ  Αρ. 15

                             Στοιχεία αναγκαίου εξοπλισμού  στις κατοικίες, στα 1961
_____________________________________________________________________________________
Στοιχεία άνεσης                                   Σύνολο                       Μεγάλες                 Περιοχές
                                                            χώρας                          πόλεις                   αγροτικές
_________________________________%_______________%_______________%_______________________
Κουζίνα                                                 69,5                            73,9                           65,0
Ηλεκτρισμός                                          53,2                            89,5                          13,5
Μπάνιο ή ντουζιέρα                               10,5                            21,5                          0,7
W.C. με εγκατ. υγιεινής                          14,6                            29,6                          1,1
W.C. άλλων τύπων                                64,3                            60,2                           58,3          
Παροχή νερού εντός κτιρίου                   28,7                           55,2                           3,8
_______________________________________________________________________________________
Πηγή : Υπηρεσία στέγασης



Για τα λαϊκά στρώματα το πρόβλημα παραμένει οξύτατο. Προσπάθησαν να το λύσουν με δικά τους μέσα, με αυθαίρετες κατασκευές. Έτσι, μόνο στην Αθήνα, από το 1945 μέχρι σήμερα, περισσότερα  από 400.000 άτομα κατασκεύασαν αυθαίρετα τα σπίτια τους στις εκτός σχεδίου πόλεως περιοχές, τα οποία νομιμοποιούνται σταδιακά ενίοτε υπό την πίεση των κατοίκων τους, αλλά κυρίως με την πρωτοβουλία διαφόρων κατά καιρούς πολιτικών για ψηφοθηρικούς λόγους (πίνακας Αρ.16).


                               ΠΙΝΑΚΑΣ Αρ.  16  (33)

   Η ανάπτυξη τής αυθαίρετης κατοικίας μεταξύ 1945-1956
_____________________________________________________
                                                
1945                  Παράνομες κατοικίες                 3.870
1946                                                                       6.799    
1947                                                                      11,212
1948                                                                      10.962
1949                                                                      13.748
1950                                                                      20.104
1951                                                                      20.747   
1952                                                                      22.140
1953                                                                      34.422
1954                                                                      46.672
1955                                                                      49.029
1956                                                                      42.602
______________________________________________________
ΣΥΝΟΛΟ                                                              282.257
______________________________________________________


Το Κράτος, παρά την επίσημη απαγόρευση, πρακτικά ανέχθηκε αυτές τις κατασκευές και μάλιστα βασίστηκε σε αυτές, γιατί πρόσφεραν προσωρινά μια λύση στο πρόβλημα τής λαϊκής κατοικίας, χωρίς καμία χρηματο-οικονομική συμμετοχή από το Κράτος. Η ανοχή αυτή είχε άλλωστε το πλεονέκτημα να ηρεμεί την κοινωνική και πολιτική αναταραχή, που συνόδευε την εσωτερική μετανάστευση.
Όσον αφορά την αγροτική κατοικία, δεν γίνεται και δεν λέγεται τίποτα. Σε τι θα εξυπηρετούσε αφού η εσωτερική και η εξωτερική μετανάστευση εκκένωσε την ύπαιθρο; Οι εργασίες που θα μπορούσαν πλέον να γίνουν εκεί, είναι επισκευαστικές και μερικές προσθήκες, για τις οποίες δίνεται βοήθεια με τη μορφή ασήμαντων δανείων τού Υπουργείου Γεωργίας, δια μέσου τής Αγροτικής Τράπεζας τής Ελλάδας. 
Ωστόσο σήμερα, με  κρατική παρότρυνση,  οι κάτοικοι που επιθυμούν να μετατρέψουν τα παραδοσιακά οικήματά τους  σε ξενώνες στις τουριστικές κυρίως περιοχές, δικαιούνται σημαντικών δανείων. Τα αποτελέσματα είναι τέτοια, ώστε πολλοί κάτοικοι αναζητώντας διέξοδο, έγιναν ξενοδόχοι και σερβιτόροι στο πλαίσιο τής "τουριστικής βιομηχανίας", που προχωρά με γοργά βήματα και  μεταβάλλει τη χώρα σε τόπο δεύτερης κατοικίας τής ευρωπαϊκής αστικής τάξης, και σε φτηνό θέρετρο για τούς Ευρωπαίους εργαζόμενους.


γ )  Η μετανάστευση στο εξωτερικό 

Η υποβάθμιση των συνθηκών ζωής, ο συνεχιζόμενος (με διάφορους τρόπους) κατατρεγμός των αριστερών πολιτών, η υποαπασχόληση, η ανεργία εξωθούν ένα μεγάλο μέρος τού πληθυσμού στο εξωτερικό. Το νούμερο που δημοσιεύτηκε από το O.C.D.E  αναφορικά με την μερική ανεργία στα 1961 προσεγγίζει τα 600.000 άτομα, ενώ η ανεργία τα 200.000 άτομα.

"Υπολογίσαμε ότι μεταξύ τού 1951 και 1960, η  μετανάστευση, αυτή καθ΄εαυτή, απορρόφησε 210.000 άτομα. Μόνο στην Γερμανία, η απογραφή τού 1963 κατέγραψε 110.000 ΄Ελληνες εργάτες, και αυτή τού 1965, 181.000" (34)

"Στα 1964, η ετήσια έξοδος των μεταναστών αυξήθηκε στις 105.569 έναντι 100.072 το 1963. Μεταξύ αυτών 79.459 εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη, εκ των οποίων 73.343 στην Γερμανία" (35)

Στον πίνακα Αρ.17 που ακολουθεί, μπορούμε να παρατηρήσουμε την αύξηση των Μακεδόνων μεταναστών  προς το εξωτερικό, κατά την περίοδο  1961 ως  1967.


                                                    ΠΙΝΑΚΑΣ  Αρ. 17  (36)

Διανομή των μεταναστών προς το εξωτερικό σύμφωνα με τον τόπο καταγωγής τους. Αφορά   μόνο την περιφέρεια Αθηνών και την Μακεδονία.
_____________________________________________________________________________________
Έτη                                   Περιοχή Αθηνών                              Μακεδονία
_____________________________________________________________________________________ 
1961                                          7.474                                                13.531                  
1962                                        13.088                                                31.332
1963                                        17.091                                                31.734
1964                                        14.815                                                37.186
1965                                        16.994                                                44.901
1966                                        15.331                                                27.213
1967                                        11.090                                                10.144
_____________________________________________________________________________________
1961 ως 1967                         95.863                                              196.046
_____________________________________________________________________________________ 
Πληθυσμός                        1.852.709                                            1.896.112
το 1961
_____________________________________________________________________________________
 Πηγή: Τράπεζα Ελλάδος "Η ελληνική οικονομία στα 1967" σ.46


Παρατηρούμε ότι στα 1967 (χρονιά που εκδηλώθηκε το φασιστικό πραξικόπημα), ο αριθμός των μεταναστών (από τη Μακεδονία κυρίως) σημειώνει μια αξιοσημείωτη πτώση, Το φαινόμενο αυτό εξηγείται λόγω τής παρεμπόδισης τής μετανάστευσης από την μεριά τού καθεστώτος, που επιχειρούσε να προβάλλει στην Ευρώπη το "κοινωνικό" του πρόσωπο και την "κοινωνική πρόοδο" που είχε δήθεν επιτευχθεί  στην χώρα. Με τον αστυνομικό έλεγχο σε κάθε αίτηση μετανάστευσης, με τις απαγορεύσεις εξόδου από την χώρα των αριστερών πολιτών και με την καθυστέρηση έκδοσης διαβατηρίων που οφείλονταν στο ανακριτικό "έργο" τής Ασφάλειας, το καθεστώς προσπάθησε να περιορίσει τη μετανάστευση και μεταξύ άλλων, τις συνέπειες τού αντιφασιστικού κινήματος που αναπτύσσονταν στην Ευρώπη και επηρέαζε την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.
Σήμερα, η μείωση τής ελληνικής μεταναστευτικής ροής προέρχεται και από την πολιτική των δυτικο-ευρωπαϊκών κυβερνήσεων,  που εν όψει τής  καπιταλιστικής κρίσης και με το πρόσχημα τού αγώνα κατά τής ανεργίας, επιδίδονται σε μέτρα αστυνομοκρατίας. Αντιμετωπίζοντας τούς μετανάστες σαν αποδιοπομπαίους τράγους, οι κυβερνήσεις δεν διστάζουν να τους απελάσουν εντελώς αυθαίρετα.


Ζ )  ΤΟ  ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ  ΜΕΛΛΟΝ  ΤΟΥ  ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙΟΥ 


1 )  H κοινωνική διασπορά 

Η εγκατάλειψη των καλλιεργειών και τής κτηνοτροφίας επέφεραν βαθιές οικονομικές μεταβολές που αποτυπώνονται τόσο στην κοινωνική δομή τού χωριού, όσο και στον ίδιο τον οικιστικό ιστό και στην κατοικία, όπως θα δούμε στο δεύτερο μέρος αυτής τής εργασίας. Το Ασβεστοχώρι δεν μπορούσε να αποτελέσει την εξαίρεση. Η κατάσταση όπως εξελίχθηκε σήμερα, είναι η "φυσική" συνέπεια τής -καπιταλιστικού τρόπου- ανάπτυξης τής οικονομίας που οδηγεί  στο μαρασμό τής υπαίθρου.
Το Ασβεστοχώρι, πυκνοκατοικημένο χωριό, παλιό εμπορικό κέντρο τής περιοχής με σημαντική αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή και εμπόριο, καθώς και με εξορυκτική δραστηριότητα εμπορεύσιμων επίσης δομικών υλικών, με σχολείο,  χάνι,  καφενεία, παζάρια, με τα εμπορικά του μαγαζιά στον κεντρικό δρόμο τού χωριού, έσφυζε από ζωή με τις υπαίθριες δραστηριότητες, τις παραδόσεις του, τα έθιμα,  τις επαφές με άλλα γειτονικά χωριά κ.λ.π...

Ασβεστοχώρι-Ερειπωμένο κτίσμα- Ι.Π.1978
Σήμερα πολλές παραδοσιακές κατοικίες εγκαταλείφθηκαν (ή ερειπώσανε) από οικογένειες που έφυγαν στη Θεσσαλονίκη ή στο εξωτερικό, αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής (υπάρχουν στην Ελλάδα σήμερα, 600.000 εγκαταλελειμμένες κατοικίες, εκ των οποίων οι 400.000 βρίσκονται σε περιοχές ήμι-αστικές ή αγροτικές).(37)
Από την άλλη, ορισμένοι κάτοικοι που κρατούν κάποια μικρή επιχείρηση ή δουλεύουν στα λατομεία, κατασκεύασαν καινούργια σπίτια προσαρμοσμένα στις σύγχρονες ανάγκες.
Η κερδοσκοπία στη γη και στο τελικό προϊόν που  είναι η κατοικία άγγιξε επίσης αυτόν τον τόπο. Μικρά κτίρια τριών-τεσσάρων ορόφων κατασκευάστηκαν ήδη, με τον νόμο τής "αντιπαροχής".
To παραδοσιακό δομημένο περιβάλλον βαδίζει στην ολική καταστροφή του και  η αρχιτεκτονική κληρονομιά υποβαθμίζεται μπροστά στις νέες ανάγκες και στις νέες επιταγές τής σύγχρονης ζωής.


2 )  Ο "θάνατος" τού χωριού και η ενσωμάτωση του στα προάστια τής Θεσσαλονίκης

Στο κυβερνητικό πρόγραμμα που αφορά στη Θεσσαλονίκη και στα περίχωρα , διαπιστώνουμε ότι το Ασβεστοχώρι είναι ενταγμένο σε ζώνη που προορίζεται για κατοίκηση. Αυτή η ζώνη βρίσκεται σε αντίθετη γεωγραφικά θέση, από τη βιομηχανική ζώνη τής πόλης. Υπολογίζοντας την αύξηση τού πληθυσμού τής Θεσσαλονίκης και των προαστίων της, καθώς και των προοπτικών επέκτασής της που καθορίζονται από διάφορους παράγοντες, διαφαίνεται ότι το Ασβεστοχώρι θα μετατραπεί στα επόμενα χρόνια, σε ένα ακόμα προάστιο τής πόλης. Η τάση επέκτασης αν επιβραδυνθεί, θα οφείλεται στην ενεργή λατομική ζώνη,  που θα υπάρχει ίσως για καιρό ακόμα, αποτρέποντας προσωρινά μια πιο ταχεία οικοδόμηση τής περιοχής.
Ωστόσο, η ζώνη μεταξύ Ασβεστοχωρίου και Θεσσαλονίκης συμπεριλαμβάνεται στις ζώνες τάσεων επέκτασης τής πόλης (Σχ. Αρ. 18).

                                                 ΣΧ. Αρ.18

Α -  ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΔΙΑΔΟΧΙΚΕΣ ΑΚΤΙΝΕΣ
Β -  ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΟΣ
Γ -  ΤΑΣΕΙΣ ΕΠΕΚΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΑ ΕΜΠΟΔΙΑ


Μετά τη ζώνη τού Ασβεστοχωρίου με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη, συναντάμε ένα σύνολο αυθαίρετων κατοικιών (  το 3,5 χιλιόμετρο, όπως ονομάζεται), που συγκροτήθηκε μετά το 1961 και καταλαμβάνει τον άγονο λόφο τής Πολίχνης, σε υψόμετρο 200μ.. 
"H πόλη αυτή περιλαμβάνει 800-900 κατοικίες, που κτίστηκαν σε -εκτός σχεδίου πόλης- περιοχή τής Θεσσαλονίκης, μεταξύ 1961-1971, από τούς πρόσφυγες τής αγροτικής εσωτερικής μετανάστευσης (80.500 άτομα, συνολικά)". (38)
Η κυβερνητική πρόγνωση (Κ.Ε.Π.Ε), αφορά στην προβλεπόμενη πτώση τού ενεργού αγροτικού πληθυσμού κατά 95.000 άτομα μεταξύ 1972 και 1987 στην περιοχή τής Θεσσαλονίκης (αγροτικός ενεργός πληθυσμός: 245.000. Προβλεπόμενος πληθυσμός για τα έτη από 1972 ως 1987: 150.000, ήτοι μείωση κατά 95.000 άτομα).  Λαμβάνοντας υπ΄όψιν τα παραπάνω νούμερα αντιλαμβανόμαστε ότι όλος αυτός ο πληθυσμός θα κατευθυνθεί κυρίως προς τη Θεσσαλονίκη, όπου η αστυφιλία θα οξύνει ακόμα περισσότερο το πρόβλημα τής στέγασης.

                                                          
3 )  Η ολοκλήρωση τού προγράμματος για την είσοδο τής Ελλάδας στην Κοινή Αγορά και οι συνέπειες για τούς χωρικούς.

Η πολιτική εισόδου τής Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ όπως προαναφέραμε, και η προσπάθεια προσαρμογής τής ελληνικής οικονομίας, κυρίως τής αγροτικής, στις επιταγές και στα πρότυπα των χωρών τής Κοινής Αγοράς, καταστρέφουν τα φτωχά και τα μεσαία στρώματα τής αγροτιάς. Για να επιτευχθεί το επίπεδο που χρειάζεται για την ολοκλήρωση, ως προς την αγροτική οικονομία, απαιτείται η χρήση μηχανών και μοντέρνοι μέθοδοι καλλιέργειας.Αλλά τα κρατικά δάνεια, και ιδιαιτέρως τής Αγροτικής Τράπεζας (δημιουργήθηκε το 1929), όχι μόνο δεν βοηθούν, αλλά βυθίζουν ακόμα περισσότερο τούς αγρότες στα χρέη. Οι μονοκαλλιέργειες που επιβλήθηκαν σαν προϋπόθεση ένταξης από την Ε.Ο.Κ. απαιτούν πολύ μεγάλα μέσα. Για τον λόγο αυτό οι αγρότες δεν διστάζουν να εγκαταλείψουν τα πάντα για να γίνουν εργάτες ή οικοδόμοι στα αστικά κέντρα. Από την άλλη σκοπιά, με το σύνθημα τής  ένταξης στην Κοινή Αγορά, δημαγωγώντας η κυβέρνηση επωφελείται για να ζητάει περισσότερη "λιτότητα και θυσίες" από τον λαό ώστε να μπορέσει  στο μέλλον "να απολαύσει την εύκολη ζωή που η Ε.Ο.Κ. θα προσφέρει". Ωστόσο πρέπει να αναφέρουμε ότι στις χώρες τής Κοινής Αγοράς οι άνεργοι σήμερα υπολογίζονται σε 6.000.000,  με πρόβλεψη να ξεπεράσουν τα 7.000.000.


                                 VI -  ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗ  ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ

Το Ασβεστοχώρι- Αεροφωτογραφία προ τού 1978

Προκειμένου να κλείσουμε την γενική παρουσίαση τού Ασβεστοχωρίου, και προτού  αντιμετωπίσουμε το  πιο συγκεκριμένο πεδίο που αφορά στην αρχιτεκτονική τής κατοικίας εκεί, θα παραθέσουμε τα συμπεράσματά μας γι΄αυτό το πρώτο μέρος, παρουσιάζοντας την γενική χωροταξική οργάνωση τού χωριού.

A -  AΠΟΥΣΙΑ  ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

Η χωροταξική διαμόρφωση τού Ασβεστοχωρίου έγινε με άναρχο τρόπο. Οι δρόμοι διαμορφώθηκαν με αξιοσημείωτη "ευελιξία", σύμφωνα με την θέση των σπιτιών, αλλά και τα σπίτια προσαρμόζονταν στην συνέχεια, εξ ίσου ευέλικτα, στους ήδη σχηματισμένους δρόμους. Η  διευθέτηση κάθε στοιχείου έγινε με δυναμικό τρόπο. Ωστόσο,  η διαμόρφωση τού χωριού  εκφράζει τα τοπικά δεδομένα όπως προσδιορίστηκαν μέσα από την ιστορική διαδρομή τού οικισμού και με όλη την ποικιλομορφία τους. Εκφράζει τον παλμό ενός ζωντανού οργανισμού, που είχε τη δύναμη να προσλαμβάνει, να αφομοιώνει, να διαχειρίζεται αντιθετικά στοιχεία ή να τα προσαρμόζει  σε μία καινούργια κατασκευαστική σύνθεση. Έτσι, η ορθή  και η αμβλεία γωνία π.χ. μπορούν να συνυπάρχουν, όπως και η ελεύθερη δομή κατά "νησίδες" δεν αντιτίθεται στη μέριμνα τού να διατηρηθεί η γεωμετρία των όγκων των διαφορετικών τύπων κατασκευών.

Δρομάκι  Ασβεστοχωρίου στα 1978-Φ. Ι.Π
Το Ασβεστοχωρίου στα 1978-Φ.Ι.Π

























Οι δρόμοι, μετά τη "χάραξή" τους  στρώνονταν με πέτρες, με ένα σύστημα στο κέντρο ροής των υδάτων  (αυλάκι). Τα σπίτια με την σειρά τους, ακολουθούν αυτή τη χάραξη εκθέτοντας την κύρια όψη τους  κατά μήκος τού δρόμου. Σήμερα οι νέες κατασκευές υπακούν φυσικά σε αυτά τα δεδομένα. Οι ίδιοι οι κάτοικοι "υπερασπίζονται" αυτή την αρχή, των ορίων τού δρόμου, όταν επιχειρείται η καταπάτησή τους.

Είναι φανερό ότι στο Ασβεστοχώρι, όπως στα περισσότερα χωριά στην Ελλάδα, παρουσιάζεται ένας  εμφανής πολυμορφισμός που οφείλεται στις κατασκευαστικές συνήθειες των διαφορετικών κοινοτήτων που συνήθως τα κατοικούσαν. Οι τοπικές ιδιαιτερότητες γενικότερα τής κατοικίας των βυζαντινών χρόνων εμπλουτίστηκαν κατά την διάρκεια τής οθωμανικής κυριαρχίας με νέους τύπους και νέα στοιχεία. Οι διαφορετικές επίσης οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες αποτυπώνονταν στον οικιστικό ιστό επιδρώντας στην αρχιτεκτονική παράδοση. Παράλληλα, κάποιες "εισαγόμενες" ιδέες από τα μεγάλα αστικά κέντρα και από την Ευρώπη επηρέασαν ή και αντικατέστησαν, άμεσα και έμμεσα, τη βυζαντινή παράδοση φτάνοντας μέχρι τη σύγχρονη εποχή.


Β -  Η ΟΜΑΔΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ ΚΑΤΑ "ΝΗΣΙΔΕΣ" 

Εξετάζοντας το σχέδιο τού Ασβεστοχωρίου που συντάχθηκε κατά  τη διάρκεια τού Β΄Παγκοσμίου Πολέμου (σχ. 19) παρατηρούμε μια συγκεντρωτική τάση των κτισμάτων σε "άναρχες νησίδες" που περιβάλλονται από ένα δαιδαλώδη ιστό δρομίσκων και μονοπατιών. Τα πέτρινα δρομάκια και μονοπάτια οδηγούσαν από την είσοδο των σπιτιών στον κεντρικό δρόμο τής αγοράς, στην εκκλησία, στο σχολείο, στη βρύση τού χωριού κ.λ.π.. κι από εκεί με μονοπάτια στα χωράφια, στις στάνες και στα βοσκοτόπια.
ΣΧ. Αρ. 19 -Σχέδιο Ασβεστοχωρίου-Υλοποιήθηκε κατά την διάρκεια τού Β΄Παγκοσμίου Πολέμου

 
Είναι η ίδια η ζωή, η δραστηριότητα και οι ανάγκες των κατοίκων, που "χάραξαν" παλαιότερα τις διαύλους επικοινωνίας και καθόρισαν τα όρια, δημιουργώντας σταδιακά ομαδοποιήσεις σπιτιών ανά "νησίδες". Με την κατοχύρωση τού ιδιοκτησιακού  καθεστώτος οι δρόμοι αποκτούν κι αυτοί νομική (κοινοτική) προστασία, σαν κοινόχρηστοι χώροι. Οι κατοικίες καθώς βρίσκονται εσωτερικά των ορίων των "νησίδων" αυτών, αφήνουν στο κέντρο έναν άδειο χώρο. Εκεί εκτυλίσσονται οι οικονομικές δραστηριότητες, η εκτροφή των ζώων, η επεξεργασία των αγροτικών προϊόντων κ.λ.π..
Το σχήμα των "νησίδων" είναι κυρίως ορθογωνισμένο κατά κάποιο τρόπο, καμπύλο, τριγωνικό κ.λ.π.. (σχ. Αρ.20). Είναι ένα ελεύθερο σύστημα χωρίς ορθολογικό σχεδιασμό, βασισμένο σε μια αυθόρμητη οργανική ανάπτυξη και στη διαδοχική ικανοποίηση των αναγκών.

 
                                                                    ΣΧ. Αρ. 20


Μετά από επιτόπια έρευνα διαπιστώσαμε ότι οι περισσότερες από τις "νησίδες" σχηματίζονται από σπίτια, που ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Συναντήσαμε μάλιστα και μία περίπτωση κατά την οποία τρία αδέλφια κατείχαν ένα τμήμα τής "νησίδας" με τα σπίτια τους γύρω  από μία κοινή μισοσκέπαστη αυλή.

Αυλόπορτα- 1978
Αυλόπορτα και υψηλοί τοίχοι- Φ. 1978



















Σπίτι με προεξοχές πάνω από τον δρόμο- Φ.1978
  

Οι μαντρότοιχοι και η μεγάλη πόρτα τής αυλής δεν επέτρεπαν στους περαστικούς να βλέπουν ό,τι συνέβαινε εκεί μέσα. Αυτό μας έκανε να σκεφτούμε τη συγκεντρωτική μορφή των σπιτιών στην αρχαία Ελλάδα, με διατεταγμένα τα δωμάτια γύρω από έναν υπαίθριο χώρο απαραίτητο για την ιδιωτικότητα  των ενοίκων του, αλλά και για τον καλό εξαερισμό και φωτισμό. Αυτή η οργάνωση έχει σαν αποτέλεσμα την αναδίπλωση τού σπιτιού προς το εσωτερικό και την απομόνωσή του από το εξωτερικό πλαίσιο. Πολλές κατοικίες είναι εγκαταλελειμμένες σήμερα και δεν ήταν εύκολο να διαπιστώσουμε τον γενικότερο ίσως χαρακτήρα αυτής τής περίπτωσης. 
Η εικόνα "στενότητας"- πυκνής δόμησης και των καμπυλωτών δρόμων που κάθε τόσο διασταυρώνονται μεταξύ τους μας παραπέμπει στην γενικότερη αντίληψη τού ανθρώπου τού Μεσαίωνα για τον χώρο του, που σχετίζονταν με την ασφάλειά του και την δυνατότητα εύκολης συγκέντρωσης τού πληθυσμού (αντίληψη κοινή άλλωστε στην μεσαιωνική Δύση).


Γ - ΟΙ  ΔΡΟΜΟΙ,  ΟΔΟΙ  ΔΙΕΙΣΔΥΣΗΣ 

                

  ΣΧ Αρ.21
Οι δρόμοι (κάποιοι από τους οποίους έχουν δοθεί σήμερα στην κυκλοφορία των αυτοκινήτων), καθώς και τα μονοπάτια διασταυρώνονται κάθετα, οριζόντια ή με κυκλική φορά ακολουθώντας το πρανές τού εδάφους (σχ. Αρ.21) και μετατρέπονται ενίοτε σε απότομες σκάλες. ΄Αλλα  δρομάκια, διαμορφωμένα ομόκεντρα, λειτουργούν σαν στοιχεία διείσδυσης στον χώρο και συνδέουν τα διάφορα σημεία τού χωριού. Ο δρόμος είναι δημόσιος χώρος, ωστόσο η όψη του αλλάζει από το γεγονός ότι κάθε κάτοικος βάζει το προσωπικό του στίγμα στο τμήμα  τού δρόμου που περνά μπροστά από την ιδιοκτησία του. Ο δρόμος, πολύ σημαντικό στοιχείο στην δομή τού χωριού,  οδηγεί στα κομβικά σημεία αυτού ή απλά απολήγει σε μια αυλή ή μπροστά σε έναν πέτρινο τοίχο. Δρόμος, αυλή, σπίτι απαρτίζουν ένα κύτταρο που επαναλαμβάνεται με ελάχιστες εξαιρέσεις.
Η κυρίαρχη στενότητα των δρόμων και η πυκνή διάταξη των διασταυρώσεων επιτρέπουν την εύκολη προέκταση-συνέχιση των δρομίσκων που διεισδύουν με ελιγμούς ανάμεσα σε αυλές ή γίνονται αδιέξοδα δρομάκια που δημιουργούν προσβάσεις σε κύριες όψεις σπιτιών, σχηματίζοντας μικρά πλατώματα. Σε κάθε διασταύρωση μας περιμένει ένα διαφορετικό σύστημα κυκλοφορίας και νέες οπτικές εκπλήξεις. Στο σχ. Αρ.24/25  εντοπίζουμε όλους τούς δυνατούς τύπους  διασταυρώσεων των δρόμων που συναντήσαμε στο Ασβεστοχώρι. Επιλέγοντας  κάποιες απ΄αυτές, παρουσιάζουμε σε τρία σκιτσογραφήματα την διαφορετική θέαση (έποψη) και τούς διάφορους τρόπους διείσδυσης των μονοπατιών μέσα στον οικιστικό χώρο. 
Διακρίνουμε στο Ασβεστοχώρι τρεις τύπους δρόμων: τούς σημερινούς αυτοκινητόδρομους, τούς πέτρινους παλαιούς πεζόδρομους και τέλος τα μονοπάτια που περιβάλλουν το χωριό κι οδηγούν στην ύπαιθρο (σχ. Αρ.22).
ΣΧ, Αρ. 22

Κατά την διάρκεια τής οθωμανικής κυριαρχίας (όπως και στο Βυζάντιο) κάποια χωριά που αναπτύχθηκαν σαν μικρά ή μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα, διέθεταν  έναν ανοιχτό χώρο προορισμένο για την πώληση αγροτικών και κτηνοτροφικών κυρίως προϊόντων. Εκεί στην λεγόμενη "εμποροπανήγυρη - ζωοπανήγυρη" συγκεντρώνονταν πληθυσμός από τις γύρω περιοχές ή και από άλλες πιο απομακρυσμένες,  για να αγοράσει ή να πουλήσει τα προϊόντα του. Συχνά, ο χώρος αυτός ήταν σε επαφή ή συνδέονταν με έναν κεντρικό εμπορικό δρόμο, όπου βρίσκονταν τα "μαγαζιά".
Στο Ασβεστοχώρι, τον ρόλο τού εμπορικού, κεντρικού δρόμου είχε η σημερινή εμπορική οδός που χωρίζει στα δύο το χωριό, διασχίζοντας αυτό από το ένα μέρος στο άλλο, κατευθυνόμενη από την μία πλευρά προς την Θεσσαλονίκη και από την άλλη πλευρά προς το βουνό Χορτιάτης και το ομώνυμο χωριό.

Βάσει των πληροφοριών που μας παρείχαν  οι Δημοτικές αρχές,  επιβεβαιώθηκε ότι  ο χώρος τού εμπορικού κέντρου και τής εμποροπανήγυρης -κατά την διάρκεια τής οθωμανικής κυριαρχίας διευρύνονταν κατά πολύ πέραν τού σημερινού νοτίου ορίου τής  κεντρικής οδού. Στην ίδια χρονική περίοδο ένας δεύτερος δρόμος, αρκετά σημαντικός, περνούσε μπροστά από το σχολείο, κτίριο επιβλητικού μεγέθους. Κι εκεί υπήρχαν μερικά εμπορικά καταστήματα.
Ένας άλλος δρόμος,  που χαρακτηρίζεται από τις συνεχείς συμβολές παράδρομων, ξεκινά από έναν μικρό πόλο (νησίδα Α-σχ.23) και κατευθύνεται "αποφασιστικά" θα λέγαμε προς ένα άλλο κέντρο, την εκκλησία τού Αγίου Γεωργίου. Ο δρόμος αυτός διασχίζει κάθετα το χωριό, "προσελκυόμενος" από τον ναό, στον οποίο κι άλλοι δρόμοι έρχονται και καταλήγουν εκεί.

                                                           ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ Αρ. 23

                                                 ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ




Αυτό το θρησκευτικό κέντρο και μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε μια ενδιαφέρουσα και κυρίαρχη δομή  (σχ.23c). Ένα μονοπάτι που συναντούσε (δια μέσου γέφυρας) τον κύριο δρόμο τού χωριού, κατευθύνονταν προς την εκκλησία διασχίζοντας ένα πευκοδάσος. Προτού φτάσει στην εκκλησία, το μονοπάτι διασταυρώνονταν οριζόντια με ένα άλλο, διευρύνονταν σε αυτό το σημείο και πρόσφερε έτσι μία ιδανική τοποθεσία δίπλα στο δάσος, για διάφορες κοινωνικές δραστηριότητες.

Οι στενοί δρόμοι τού Ασβεστοχωρίου διεισδύουν ανάμεσα στις αυλές των σπιτιών, ή ανάμεσα σ΄ένα σπίτι κι έναν ανοικτό χώρο, ή ανάμεσα σε μία αυλή και το "κενό", ή  ανάμεσα σε ένα σπίτι και μία σκάλα. Οι δυνατότητες ποικίλλουν αλλά μπορούν να συνοψιστούν  σε δύο βασικούς τύπους:  πορεία ανάμεσα σε εμπόδια και πορεία με θέα, συχνά γενική, προς όλο το χωριό (σχ. Αρ.24/25).


                      ΣΧ. Αρ. 24 /25- ΔΙΑΣΤΑΥΡΩΣΕΙΣ ΔΡΟΜΩΝ  & ΕΜΠΟΔΙΑ-ΘΕΑ
                                                               



 
Δ -  ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΧΩΡΟΣ
  

Ορισμένα ιστορικά χαρακτηριστικά τής χωροταξικής οργάνωσης τού Ασβεστοχωρίου ευνοούν και σήμερα ακόμα τις συναντήσεις και ανταλλαγές, τόσο ανάμεσα στους κατοίκους, όσο κι ανάμεσα σε αυτούς και τούς παραθεριστές (ελάχιστοι πλέον σήμερα). Η πυκνή δόμηση, οι μικρές οικείες  διαστάσεις των δημοσίων χώρων, η μετακίνηση με τα πόδια, η ευκολία των συναντήσεων στα στενά δρομάκια και των συναθροίσεων μπροστά στις αυλόπορτες των σπιτιών, η ευκολία για το παιδικό παιχνίδι στο πλήθος των χώρων που σχηματίζονται από τις διασταυρώσεις των δρομίσκων κ.λ.π., είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά τού δομημένου ιστού που καλλιέργησαν την αυθόρμητη ιδιοσυγκρασία των κατοίκων και την κοινωνικότητα αυτών που οικειοποιούνται το δημόσιο χώρο. Η δομή επίσης τής οικογένειας και οι σχέσεις της με τους γείτονες επιτρέπουν την άσκηση κοινών μικρο-δραστηριοτήτων  στον δημόσιο χώρο.
Η ζωή πολύ εύκολα μεταφέρεται  από το σπίτι στο δρόμο. Πολλές κοινωνικές δραστηριότητες εκτυλίσσονταν στο δρόμο και στους δημόσιους χώρους: Τα παζάρια, τα πανηγύρια, οι γάμοι, διάφορα έθιμα κ.λ.π.. Στον δημόσιο χώρο αναπτύσσονταν και καλλιεργούνταν οι ανθρώπινες σχέσεις.
Οι κάτοικοι  διαμόρφωσαν στη ροή τού χρόνου το χωροταξικό  περιβάλλον τους σύμφωνα με τις ιστορικές συγκυρίες, τις οικονομικές δραστηριότητές  και τον τρόπο ζωής τους που καθορίζονταν από τη θρησκεία τους και τα έθιμά τους. Αλλά και το ίδιο το χωροταξικό περιβάλλον με τη σειρά του διευκόλυνε και συντηρούσε  τις ανθρώπινες σχέσεις και την κοινοτική ζωή γενικότερα.


Ε - ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ


1) Δημοτικές Υπηρεσίες
Όλες οι υπηρεσίες στεγάζονται σήμερα (1978) σε ένα μικρό, σύγχρονο κτίσμα στο μέσον περίπου τής κεντρικής οδού τού χωριού.

2) Το σχολείο τού Ασβεστοχωρίου
Η οργάνωση τής σχολικής διδασκαλίας τα τελευταία χρόνια και μέχρι το 1976 ήταν προβληματική στο χωριό δεδομένης τής απουσίας επαρκών και  σύγχρονων αιθουσών, καθώς και τής έλλειψης δευτέρου διδασκάλου.
Σήμερα τα παιδιά εγκαταστάθηκαν σε καινούργιο κτίριο, που βρίσκεται στη δυτική είσοδο τού χωριού. Φαίνεται πως έχει  αρκετά  μειονεκτήματα σαν κτίριο, αλλά είναι τουλάχιστον ασφαλές.
Τα παιδιά τού παιδικού σταθμού είναι περί τα 10, ηλικίας 4 και 5 ετών. Ο παιδικός σταθμός λειτουργεί στο κτίριο τού Δημοτικού σχολείου. Αυτό περιλαμβάνει  6 τάξεις για 40 συνολικά παιδιά.
Από το 1976 το χωριό διαθέτει τρεις τάξεις Γυμνασίου που στεγάζονται κι αυτές στο ίδιο κτίριο. Οι μαθητές στερούνται χώρου και εργαστηρίων, ενώ μετά την τρίτη τάξη υποχρεώνονται να ανεβοκατεβαίνουν καθημερινά στη Θεσσαλονίκη, εφ΄όσον επιθυμούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους, διαφορετικά εγκαταλείπουν το σχολείο και ψάχνουν για εργασία.
Τέλος, το χωριό διαθέτει ένα Ινστιτούτο Αγγλικών, που στεγάζεται σε ένα πρόχειρο παράπηγμα απέναντι από το σχολείο τού χωριού.

3) Υγειονομικές Υπηρεσίες
Βρίσκουμε  στο χωριό δύο φαρμακεία που καλύπτουν επαρκώς τις ανάγκες των κατοίκων, Υπάρχει επίσης ένα ιατρείο τού Ι.Κ.Α. με τρεις γιατρούς, ενώ δύο άλλοι ιδιώτες γιατροί εγκαταστάθηκαν στο χωριό. Ωστόσο στην πραγματικότητα από άποψη υγειονομικής κάλυψης  το Ασβεστοχώρι, και παλιότερα και σήμερα εξαρτιόταν  από την πόλη. Είτε επρόκειτο για ιατρικές αναλύσεις, για εξειδικευμένους γιατρούς είτε για νοσηλεία σε νοσοκομεία, οι κάτοικοι "κατέβαιναν" στη Θεσσαλονίκη και μάλιστα στις προβλεπόμενες -από τη διοίκηση τού Κεντρικού Νοσοκομείου- ημέρες, κατά την διάρκεια των οποίων δέχονταν ασθενείς  που κατοικούσαν εκτός Θεσσαλονίκης (12 ώρες την εβδομάδα). "Οι κάτοικοι τής Θεσσαλονίκης, καθώς και οι κάτοικοι τής γύρω επαρχίας εξυπηρετούνται σήμερα από 10 δημόσια υγειονομικά ιδρύματα 3.603 κλινών και από 57 ιδιωτικές κλινικές 1.814 κλινών. Η Θεσσαλονίκη δεν έχει απλά ανάγκη επέκτασης, αλλά (και) από την δημιουργία μιας υγειονομικής υποδομής". (39)
Πολύ κοντά στο Ασβεστοχώρι, λόγω τού ξηρού κλίματος, ιδρύθηκε από τούς Αγγλους στρατιωτικό νοσοκομείο  το οποίο αγοράστηκε περί το 1920 από το Ελληνικό Κράτος και έκτοτε λειτούργησε (με κτιριακές προσθήκες) και λειτουργεί ακόμα ως Σανατόριο φυματικών ασθενών. Προκάλεσε αρχικά την αντίδραση των Ασβεστοχωριτών, δεδομένου τού μεγάλου αριθμού ασθενών που συνέρρεαν στο νοσοκομείο, τής μεγάλης έξαρσης τής ασθένειας εκείνη την περίοδο που φόβιζε τούς ανθρώπους, αλλά και τής τεράστιας προκατάληψης που είχε σαν συνέπεια την κοινωνική περιθωριοποίηση ακόμα και των υγιών πλέον ατόμων. Ωστόσο, σύμφωνα  με μαρτυρίες, φαίνεται πως αρκετοί  Ασβεστοχωρίτες βοήθησαν  άτομα που είχαν αποθεραπευτεί αλλά δεν ήταν πλέον ευπρόσδεκτα στις οικογένειές τους, προσφέροντας  μικρά προσκτίσματα για την διαμονή τους.


                                            

                                                    ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟ

                                Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΟ ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙ

                                                          Ι )  ΕΙΣΑΓΩΓΗ 


Τμήμα τού οικισμού- Φ.1978


Στο δεύτερο μέρος τής εργασίας μας, θα εξετάσουμε πιο συγκεκριμένα, τις κυριότερες μορφές κατοικίας που διασώζονται ακόμα  στο Ασβεστοχώρι. 

Θα αναλύσουμε κατά πρώτον την παραδοσιακή κατοικία τού Ασβεστοχωρίου, διακρίνοντας  τυπολογικά το τούρκικο σπίτι από τα  σπίτια των παλαιότερων κατοίκων (που για λόγους συντόμευσης θα τα αποκαλούμε στο εξής, σπίτια των "εντοπίων" ή "εντόπια").
Ορισμένες  αποτυπώσεις σπιτιών των δύο μεγάλων  κατηγοριών θα μας δώσουν στην συνέχεια, μια ακριβή εικόνα τής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής τού Ασβεστοχωρίου.

Σύντομη αναφορά επίσης κάνουμε στην σύγχρονη κατοικία στο Ασβεστοχώρι.

Τέλος, θα προσεγγίσουμε  γενικότερα το στεγαστικό πρόβλημα στη δεκαετία που διανύουμε, καθώς και το πρόβλημα διάσωσης τής παραδοσιακής κατοικίας και αρχιτεκτονικής, εξετάζοντας κάποιες "προοπτικές", με δεδομένη την θέση που κατέχει η κατοικία στο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα που επικρατεί σήμερα στην Ελλάδα και στον τρόπο που η πολιτεία προσπαθεί να το διαχειριστεί.


                                              

 
                                             

                                                ΙΙ ) Η ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΚΑΤΟΙΚΙΑ 


Οδηγηθήκαμε  από τα στοιχεία και τις αποτυπώσεις σπιτιών στο να διακρίνουμε κατ΄αρχήν  δύο βασικούς τύπους κατοικίας στο Ασβεστοχώρι: Το τουρκικό σπίτι και τα σπίτια των "εντοπίων". Η διάκριση αυτή  βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια, όπως στην εξωτερική έποψη, στον τρόπο κατασκευής, στην εσωτερική διάταξη των χώρων, στη διακόσμηση των σπιτιών, αλλά και  στην εθνική καταγωγή και κοινωνική - πολιτική θέση των ιδιοκτητών τους.
Στην κατηγορία των "εντοπίων" σπιτιών θα βρούμε διαφορετικούς τύπους ή παραλλαγές που σχετίζονται με τις διαφορετικές κοινότητες που κατοίκησαν στο χωριό. Η προσπάθεια που έγινε δεν μπορεί να καλύψει  το σύνολο των ιδιαιτεροτήτων των τύπων αυτών. Υπάρχει επίσης ένας αριθμός (μικρός) σπιτιών που έχουν μικτά στοιχεία, ενώ ορισμένες κατοικίες εμφανίζουν  ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στους κόλπους τού ιδίου τύπου.


Α )   ΤΟ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΠΙΤΙ

1) Μορφολογία

Είναι διώροφο σπίτι, που χαρακτηρίζεται κυρίως από την αυστηρή ογκοπλασία του, τετράγωνο ή ορθογωνισμένο, προορισμένο στο να μην εξελιχθεί περαιτέρω. Σε καμία περίπτωση, αυτός ο τύπος τού σπιτιού δεν επεκτείνεται με προσθήκες   που θα μπορούσαν ενδεχομένως να εξυπηρετήσουν καινούργιες ανάγκες των ενοίκων τους.

Σπίτι τούρκικου τύπου-  Φωτ. 1978
Είναι κατοικίες που σέβονται τις αρχές τής αξονομετρίας και τής απόλυτης συμμετρίας, με ένα (συνήθως) μικρό μπαλκόνι τοποθετημένο στο κέντρο τού ορόφου ανάμεσα σε δύο παράθυρα.
Η κοινωνική τάξη στην οποία ανήκουν οι Τούρκοι ιδιοκτήτες τους γίνεται σαφώς αισθητή. Ενίοτε η κατοικία ανήκει σε έναν προύχοντα Τούρκο (παράδειγμα σπιτιού Αρ.1- βλέπε παρακάτω). Το  σπίτι κυριαρχεί στην γειτονιά, όχι τόσο λόγω τού μεγέθους του που δηλώνει σαφώς την κοινωνική καταγωγή τού ιδιοκτήτη, όσο λόγω τού αρχιτεκτονικού του ρυθμού.
Όσον αφορά στη λειτουργικότητα τού σπιτιού παρατηρούμε την απουσία σημαντικών χώρων για την αποθήκευση προϊόντων αγροτικής παραγωγής κ.λ.π., γεγονός που εξηγείται από την κοινωνική θέση των ιδιοκτητών που ζούσαν από τη φορολόγηση κυρίως των Ελλήνων αγροτών και των γαιών τους.
Στον τύπο αυτού τού σπιτιού, ως προς τη βασική ογκοπλασία τους, δεν θα βρούμε ουσιαστικές διαφοροποιήσεις, ακόμα και στα σπίτια που κατοικούνταν από Τούρκους που ανήκαν σε κατώτερη κοινωνική τάξη. Η μόνη διαφορά έγκειται στην τονισμένη απλότητά τους καθώς και  στην έλλειψη  διακοσμητικών στοιχείων  (παράδειγμα σπιτιού Αρ.2). Διατηρούν όλα την οξυκόρυφη στέγη στο κέντρο τής κυρίας όψης, τα κεντραρισμένα μπαλκόνια, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις τα μπαλκόνια αυτά δημιουργούν μια εσοχή προς το εσωτερικό των σπιτιών, ή λείπουν εντελώς. Τα σπίτια αυτά ήταν βαμμένα με πολύ έντονα χρώματα χοντρο-κόκκινο, λουλακί, ώχρα...

2)  Τρόπος κατασκευής

Στην παράγραφο αυτή, θα εξετάσουμε τούς τρόπους κατασκευής που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια τής οθωμανικής κυριαρχίας και αφορούν όχι μόνο στα σπίτια τού τουρκικού τύπου, αλλά επίσης και σε αυτά τού "εντόπιου" τύπου που θα δούμε στο επόμενο κεφάλαιο.
Είναι λιθόκτιστα στο ισόγειο, από πέτρινους  χοντρούς τοίχους, ενώ οι τοιχοποιίες τού ορόφου είναι ξυλόπηκτες, από ξύλινες κατασκευές που γέμιζαν εσωτερικά με ένα μείγμα λάσπης και χαλικιών (τσατιά ή τσατμάδες).
Οι πέτρινοι τοίχοι: Χρησιμοποιούνταν αργοί, άξεστοι λίθοι πλευράς περίπου 15 εκ.. Η σύνδεση γίνονταν κυρίως με λάσπη. Ο κτίστης για να γεμίσει τα κενά ανάμεσα στις πέτρες, εφάρμοζε άλλες μικρότερες σφήνες ή κομμάτια σπασμένων κεραμιδιών για να ενισχύσει την κατασκευή.
Ανά 40 εκ.περίπου τοποθετούνταν ένα ξύλινο δοκάρι (μάντωμα, μαντωσιά, χατήλι), που διέτρεχε τον τοίχο και επέτρεπε την καλύτερη σταθεροποίησή του.
Πέτρες  και άλλα οικοδομικά υλικά αναζητούνταν στα νταμάρια, ενώ ξυλεία προμηθεύονταν από τα δάση τής ευρύτερης περιοχής. Οι πέτρινοι τοίχοι επιχρίονταν με ασβεστοκονίαμα.

Οι ξύλινοι τοίχοι: Κατασκευάζονταν από κάθετες,  οριζόντιες και διαγώνιες  δοκούς που σχημάτιζαν φατνώματα, επάνω στα οποία καρφώνονταν λατάκια  που απείχαν μεταξύ τους περί το ένα εκατοστό (παράδειγμα σπιτιού Αρ.2 -Σχ. 26). Όλο αυτό το σύστημα στερεώνονταν στη θέση του πάνω στα δοκάρια τού δαπέδου και τού ταβανιού. Οι κάθετοι δοκοί τοποθετούνταν μεταξύ τους σε απόσταση  50 εκ. περίπου. Ενίοτε χρησιμοποιούνταν δοκοί μεγαλύτερης διατομής που τοποθετούνταν ανά 1,50 μ. περίπου.
Με αυτή την μορφή ο ξυλότοιχος ήταν  ελαφρύς και αντισεισμικός και χρησίμευε  σαν εσωτερικό διαχωριστικό των δωματίων. Το συνηθέστερο που συναντήσαμε στο Ασβεστοχώρι ήταν το γέμισμα των ξύλινων αυτών κατασκευών με λάσπη και χαλίκι. 
Για το επίχρισμα  των παραπάνω τοίχων ενεργούσαν ως εξής: Το χαρμάνι τής πρώτης επίστρωσης παρασκευάζονταν από ασβέστη και τρίχες κατσίκας. Πριν απλωθεί στα λατάκια τής ξυλοκατασκευής ο μάστορας χτυπούσε τα ξύλα με σφυρί ώστε να δημιουργήσει μία πιο ανώμαλη επιφάνεια που θα επέτρεπε την καλύτερη πρόσφυση τού υλικού. Η δεύτερη στρώση (μετά το στέγνωμα τής πρώτης) γινόταν με ψιλή άμμο ενώ η τρίτη με ψιλή επίσης άμμο αλλά κοσκινισμένη. Αυτή η τελευταία στρώση τριβόταν με τσουβάλια.

Η στέγη τού τουρκικού σπιτιού είναι ξύλινη, τετράρριχτη και σχηματίζει μια ακόμα μικρή  οξυκόρυφη στέγη στο κέντρο τής κύριας όψης. Από κάτω δημιουργείται ενίοτε ελεύθερος χώρος  (μικρή σοφίτα). Τα στοιχεία αυτά εισήχθησαν από την Ανατολή.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο (πολύ διαδεδομένο στη Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια τής οθωμανικής κυριαρχίας)  που το συναντούμε σε ένα μόνον από τα διασωθέντα σπίτια τού Ασβεστοχωρίου, είναι το "καφάσι" (ή "σαχνισί"= προεξοχή τού ορόφου τού σπιτιού ή τμημάτων αυτού στην κύρια όψη- Παράδειγμα σπιτιού  Αρ. 1). Το καφάσι διεύρυνε το χώρο τού σπιτιού, χωρίς να παραβιάζεται ο κοινόχρηστος χώρος των δρόμων, αφού αναπτύσσονταν πάνω από αυτόν. Παράλληλα ήταν και καθιστικός χώρος των μουσουλμάνων γυναικών, που μπορούσαν ελεύθερα από εκεί να παρακολουθούν την κίνηση στο δρόμο. Το "καφάσι" σαν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό βοηθούσε στην καθημερινότητα των γυναικών, δεδομένης τής περιορισμένης κοινωνικότητας που απέλαυον αυτές.
Υπάρχει  και μια άλλη κατασκευαστική μέθοδος (θα τη συναντήσουμε και στα σπίτια των "εντοπίων"), η περιμετρική τοποθέτηση ξύλινων δοκαριών μέχρι το ύψος όπου ο πέτρινος τοίχος συνδέεται με τον ξύλινο τοίχο τού ορόφου. Με αυτόν τον τεχνικό τρόπο ισχυροποιείται η κατασκευή, αλλά δεν απολείπεται  και το ιδιαίτερο αισθητικό αποτέλεσμα.

3) Εσωτερική διάταξη τού σπιτιού και οργάνωση των λειτουργιών

Τα  τουρκικά σπίτια τού Ασβεστοχωρίου χρησιμοποιούν - σχεδόν κατά  κανόνα - και τούς δύο ορόφους αποκλειστικά για κατοίκηση. Συχνά υπάρχουν μικρά δευτερεύοντα κτίσματα (προσκτίσματα) στην αυλή, αλλά σπανίως για σταυλισμό ζώων. Η απουσία επίσης ενός χώρου σχετιζόμενου με τις αγροτικές ασχολίες μαρτυρά ότι οι ιδιοκτήτες αυτών των κατοικιών ζούσαν από άλλες πηγές  εσόδων. Η οικονομική θέση τού ιδιοκτήτη σαφώς επηρέασε την εσωτερική διάταξη  τού σπιτιού  και την οργάνωση των λειτουργιών του. Βρίσκουμε φυσικά στο ισόγειο έναν αποθηκευτικό χώρο για τη συντήρηση τροφίμων και κρασιού.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό τού τουρκικού σπιτιού είναι το απόλυτα συμμετρικό πλάνο του με ένα κεντρικό χώρο και στους δύο ορόφους, δεξιά και αριστερά τού οποίου βρίσκονται τα υπνοδωμάτια. Το ισόγειο προορίζεται για τις ημερήσιες δραστηριότητες που αφορούν στις ανάγκες των ενοίκων, ενώ ο δεύτερος όροφος προορίζεται για τον ύπνο,  την υποδοχή των επισκεπτών, προσφέροντας επίσης τη δυνατότητα στις γυναίκες τού σπιτιού να περνούν εκεί τις βραδυνές ώρες.
Σε αυτόν τον τύπο τού σπιτιού δεν υπάρχει οργανωμένη κουζίνα που θα διευκόλυνε την παρασκευή των γευμάτων. Αυτή η δραστηριότητα μετατοπίζεται με μεγάλη ευκολία από το εσωτερικό τού σπιτιού  στην αυλή. Η αυλή οργανικά συνδεδεμένη με την κατοικία πρόσφερε ένα προστατευμένο -από το βλέμμα των γειτόνων- χώρο, χάριν στους υψηλούς τοίχους που την περιβάλλουν. Εδώ εκτελείται ένας μεγάλος αριθμός οικιακών δραστηριοτήτων. Στο παράδειγμα τού τουρκικού σπιτιού Αρ. 2 παρατηρούμε μικρά, χαμηλά κτίσματα, τοποθετημένα κατά μήκος τής αυλής. Πρόκειται για μεταγενέστερα προσκτίσματα που δημιουργήθηκαν για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των Ελλήνων ιδιοκτητών, που κατοίκησαν  το σπίτι μετά την απελευθέρωση τού χωριού.

4) Διακοσμητικά στοιχεία και σύμβολα

Η διακόσμηση  των σπιτιών είναι βασικά ανύπαρκτη με εξαίρεση το σημαντικότερο και πλουσιότερο από αυτά, που ανήκε στον τοπικό Τούρκο Διοικητή. Τα σκίτσα που αφορούν στο παράδειγμα σπιτιού Αρ.1,  μας δίνουν ένα δείγμα των διακοσμητικών στοιχείων του  ανατολίτικου χαρακτήρα.


                                         
Β ) ΤΟ "ΕΝΤΟΠΙΟ" ΣΠΙΤΙ

1) Μορφολογία

Η μορφή τής "εντόπιας" κατοικίας -στα μονώροφα σπίτια- έχει σαν βάση το σχήμα ενός τετραγώνου, που επαναλαμβάνεται  κατά μήκος μια ή δύο φορές, αλλά με κάποια "ευελιξία". Διαπιστώνουμε λοιπόν μια σχετική ελευθερία στην προοπτική ανάπτυξης τού οικοδομήματος,  συγκρινόμενου αυτού με το τουρκικό σπίτι. Το οικοδόμημα  αναπτύσσεται κατά μήκος με συμπληρωματικά παράσπιτα, σύμφωνα με τις  κατά καιρούς νέες ανάγκες των ιδιοκτητών. Γενικά, είναι χαμηλότερα κτίσματα σε σχέση με το κύριο οικοδόμημα.
Ο τύπος  τού μονώροφου σπιτιού κατοικήθηκε από "εντόπιους" κοινωνικά μη προνομιούχους κατοίκους. Σήμερα (1978),  ένας μεγάλος αριθμός των ιδιοκτητών μονώροφων σπιτιών εργάζονται στα λατομεία. Πρόκειται για σπίτια μικρών διαστάσεων με δύο ή τρία στη σειρά δωμάτια. Συχνά παρατηρούμε ότι οι τοίχοι των σπιτιών που ευθυγραμμίζονται  στο  μέτωπο τού δρόμου, είναι εξωτερικά στρογγυλεμένοι στις ακμές τους προς άμβλυνση των γωνιών και συνεπώς προς διευκόλυνση τής προσπέλασης των φορτωμένων υποζυγίων.
Εκτός των μονώροφων κατασκευών οι κατοικίες αναπτύχθηκαν και καθ΄ύψος (2 ή 3 όροφοι) με συγκεκριμένη μορφή. Αυτή διακρίνεται είτε από το ορθογώνιο σχήμα της, τού οποίου η μεγάλη πλευρά τοποθετείται παράλληλα προς το δρόμο και αποτελεί την κύρια όψη τού σπιτιού (πλατυμέτωπη διάταξη), είτε από το  τετραγωνισμένο (ή σχεδόν) σχήμα. Στην πρώτη περίπτωση, τα διάφορα δωμάτια ευθυγραμμίζονται στη σειρά ( Σχ. 27Α), ενώ στη δεύτερη περίπτωση τα στοιχεία επαναλαμβάνονται διαιρώντας χοντρικά το χώρο τού σπιτιού σε τέσσερα ίσα μέρη (Σχ. 27Β).


ΣΧ.Αρ. 27
Μια άλλη οργάνωση συνίσταται στο να διαιρεθεί το σπίτι σε δύο ζώνες (Σχ.27C), όταν η πρόσβαση στους ορόφους  γίνεται από το εσωτερικό τού σπιτιού και απαιτείται χώρος.
Σε αρκετές  από αυτές τις κατοικίες φαίνεται πως διέμεναν εύποροι αγρότες. Το μέγεθος και ο αριθμός επίσης των αποθηκών αποδεικνύει τη σπουδαιότητα τής αγροτικής δραστηριότητας και την οικονομική κατάσταση τής οικογένειας.
Ο δεύτερος όροφος πολλών "εντοπίων" σπιτιών διαθέτει στη μια από τις όψεις του (σπανιότερα και στις δύο) μια προεξοχή πλάτους ως ένα μέτρο περίπου, εξασφαλίζοντας έτσι μεγαλύτερη χρηστική επιφάνεια στον πρώτο όροφο. Αυτό το τμήμα (το προεξέχον τού σπιτιού),  εδράζεται σε χοντρά κάθετα δοκάρια τοποθετημένα στο μήκος τού τοίχου. Στο Ασβεστοχώρι (όπως και στην παλαιά πόλη τής Θεσσαλονίκης) βρίσκουμε συχνά αυτό το κατασκευαστικό στοιχείο και μάλιστα όταν το σπίτι "βλέπει" σε δρόμο. Λόγω της στενότητας των δρόμων και των μικρών διαστάσεων των οικοπέδων το σπίτι μπορούσε  κατ΄αυτόν τον τρόπο να προεκταθεί πάνω από τον δρόμο, χωρίς να παρεμποδίζει τη διέλευση πεζών και υποζυγίων.

Σπίτι με προεξοχή και ξύλινα φουρούσια-Φωτ. 1978


Χαρακτηριστικό στοιχείο τού "εντόπιου" σπιτιού, το "χαγιάτι", συναντάται συχνά στον οικισμό.. Είναι ένας ξύλινος ημίκλειστος εξώστης, σε εσοχή τού κυρίου όγκου τού σπιτιού ή και σε στεγασμένη προεξοχή αυτού, που  στοχεύει  στη δημιουργία ημιυπαίθριου χώρου και στη  μέγιστη λειτουργική εκμετάλλευση τού ορόφου. Ήταν καθιστικός χώρος, αλλά εκεί  εκτυλίσσονταν  βασικά διάφορες οικιακές δραστηριότητες, αποξήρανση καρπών. επεξεργασία αγροτικών προϊόντων κ.λ.π.
Στο χαγιάτι επίσης απολήγει η  σκάλα  πρόσβασης στον όροφο, είτε είναι  εξωτερική είτε εσωτερική.

 
 2) Τρόπος κατασκευής


Τοίχος με μαντωσιές Φ. 1978
Το "εντόπιο" σπίτι κατασκευάζεται με δύο τρόπους. Πέτρινο σε όλους τούς ορόφους,  ή πέτρινο στο ισόγειο και με ξυλοκατασκευές (ξυλόπηκτο- με τσατιά -τσατμάδες) στο όροφο. Η κατασκευή των πέτρινων τοίχων ενισχύεται κατά διαστήματα (περίπου 0,80/1,00μ) με ξύλινα δοκάρια (μαντωσιές, μαντώματα). Κατά την κατασκευή των εξωτερικών τοίχων, όταν αυτοί ήταν σε επαφή με ξένη ιδιοκτησία, οι τεχνίτες άφηναν τρύπες στον τοίχο, ορατές εξωτερικά, σαν σημάδια προσδιορισμού των ορίων τού νεοκτισμένου οικοδομήματος.
Εξηγήσαμε ήδη τη διαδικασία κατασκευής τού σκελετού των ξυλόπηκτων τοίχων. Στα "εντόπια" κτίσματα που μελετήσαμε οι τοίχοι αυτοί περιείχαν  άψητα λασπότουβλα (πλίνθους) (σχ. Αρ.28 στο παράδειγμα σπιτιού Αρ, 8).

Τα τούβλα γίνονταν από ένα μείγμα  πηλού (περιείχε και μια  ποσότητα άμμου) και νερό που χύνονταν σε ειδικά καλούπια (χωρίς πάτο) και τοποθετούνταν σε καθαρή, στέρεη και επίπεδη επιφάνεια για να στεγνώσουν. Όταν η φόρμα στερεοποιούνταν αρκετά, αφαιρούσαν τα καλούπια και ξανάρχιζαν την ίδια εργασία. Η άργιλος δεν ξεπερνούσε το 40% τού μίγματος. Συνήθως, πρόσθεταν κατά την διάρκεια τής προετοιμασίας μια μικρή ποσότητα άχυρων σαν συνδετικό υλικό. Η χρήση των πηλότουβλων ήταν πολύ συνήθης, ιδίως στα χωριά, και λιγότερο δαπανηρή. Επιπλέον εξασφάλιζε ιδανική μόνωση για το κρύο και τη ζέστη.
Ξυλόπηκτο στον όροφο σπίτι- Φωτ.1978
Γι΄αυτόν τον τύπο οικοδομημάτων το ξύλο ήταν ένα πολύ-χρησιμοποιημένο υλικό. Στέγες, σκελετοί ξυλόπηκτων τοίχων  ταβάνια, εσωτερικές  σκάλες,  πορτοπαράθυρα,  χατήλια (ξυλομαντωσιές), κιγκλιδώματα, κορνιζώματα, ράφια κι άλλες λεπτομέρειες στο εσωτερικό των σπιτιών είναι όλα από ξύλο. Ξύλινα "μαντώματα" βρίσκουμε στις γωνίες των τοίχων τού ορόφου μέχρι τηνστέγη, κάτι που δεν παρατηρείται στα ισόγεια των πέτρινων κτισμάτων.
Οι στέγες ήταν τετράρριχτες εξ΄αιτίας τού κλίματος. Ο σκελετός καλύπτονταν είτε από ξύλινα λατάκια είτε από καλάμια. Επικαλύπτονταν με βυζαντινού τύπου κεραμίδια.
Φαίνεται πως οι τεχνίτες δεν  λείπανε από το χωριό. Διασώζονται σπίτια, η κατασκευή των οποίων (λόγω π.χ. τού ιδιαιτέρου ύψους τους) απαιτούσε  έμπειρους μαστόρους με τεχνικές γνώσεις. Αυτοί προέρχονταν, ίσως, από την κοινότητα των Ηπειρωτών που είχαν εγκατασταθεί στο Ασβεστοχώρι. Παρατηρήσαμε άλλωστε ότι τα σπίτια των πιο ευκατάστατων Βλάχων, είναι περισσότερο επιβλητικά, ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο για άλλα πιο ευτελούς κατασκευής οικήματα  π.χ. τα σπίτια των Αγραφιωτών (φτωχών βοσκών στην υπηρεσία ευκατάστατων Βλάχων κτηνοτρόφων), που εγκαταστάθηκαν αργότερα στο νότιο λόφο.


3) Εσωτερική διάταξη τού σπιτιού και  οργάνωση των λειτουργιών

Η μονώροφη κατοικία διατηρεί πάντα την ίδια ευθυγραμμισμένη διάταξη των δωματίων. Υπάρχει πάντα ένα κύριο δωμάτιο, στο οποίο η οικογένεια  συγκεντρώνεται. Χρησιμοποιείται παράλληλα και σαν χώρος ύπνου. Ένα δεύτερο δωμάτιο αφιερώνεται στις μαγειρικές δραστηριότητες.

Φωτ. 1978
Στα μεγαλύτερα σπίτια υπάρχει συνήθως ένα ιδιαίτερο δωμάτιο, που έχει τη χρήση  "σάλας". Διαπιστώνουμε ότι τα δωμάτια εύκολα μεταβάλλονται και αλλάζουν λειτουργίες, ανάλογα με τις ανάγκες τής οικογένειας. O εξοπλισμός και η επίπλωση τού σπιτιού είναι περιορισμένη στα απολύτως αναγκαία . Μεγάλη λιτότητα κυριαρχεί σε αυτά τα σπίτια.
Οι ποικίλες δραστηριότητες μετατοπίζονται με ευκολία στην αυλή. Άλλωστε, το πήγαινε-έλα είναι συνεχές, αφού το πηγάδι, που βρίσκεται συνήθως σε μια άκρη τής αυλής, είναι η μόνη πηγή υδροδότησης.
Φωτ, 1978
Αυτό που επίσης σημειώνουμε, είναι η απουσία αποθηκών και άλλων παράσπιτων, που θα μαρτυρούσαν την οικονομική θέση των ενοίκων των λιγοστών μονώροφων σπιτιών. Ωστόσο θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για εργαζόμενους στα λατομεία. 

Όσον αφορά στις διώροφες και τριώροφες κατοικίες διακρίνουμε γενικά δύο μεγάλες κατηγορίες σύμφωνα με την μορφή και την εσωτερική οργάνωση τού σπιτιού:
α) Το παραλληλόγραμμο σχήμα, με πλατυμέτωπη τοποθέτηση σε δρόμο ή σε αυλή και με τα δωμάτια σε ευθύγραμμη διάταξη, και 
β) το τετραγωνισμένο σχήμα, με εσωτερική διάταξη δωματίων σε μορφή (θα λέγαμε για ευκολία) "πλέγματος".
 
α) Στην κατηγορία αυτή διασώζονται κατοικίες όπου όλα τα δωμάτια είναι στη σειρά. Σε  μια περίπτωση, διαπιστώσαμε ότι υπήρχε  ένα κεντρικό δωμάτιο (όπως στα τούρκικα σπίτια), αλλά πολύ μικρότερων διαστάσεων. Αυτό το σπίτι ήταν το μοναδικό που στερούνταν αποθηκευτικού χώρου  και προσκτισμάτων στην αυλή που θα μαρτυρούσαν τη σχέση τού ενοίκου του με την τοπική γεωργική ή κτηνοτροφική δραστηριότητα.
Μπορούμε ασφαλώς να εκλάβουμε   το τελευταίο αυτό σπίτι σαν ένα παράδειγμα ενδιάμεσου αρχιτεκτονικού τύπου. Πρόκειται για κατασκευή που έχει  σαφή εσωτερική οργάνωση και  λειτουργίες παρόμοιες με αυτές τού τουρκικού σπιτιού. Ωστόσο  συμπεριλήφθηκαν στην κατασκευή του  στοιχεία των "εντοπίων" σπιτιών. Πολλές εξηγήσεις μπορούν να δικαιολογήσουν την ύπαρξη αυτού τού ενδιάμεσου τύπου. Την εκδοχή π.χ. ενός διοικητικού υπαλλήλου, ελληνικής καταγωγής, που "αντιγράφει" μιμούμενος τον τρόπο ζωής των Τούρκων Διοικητών ή προσπαθεί (και με αυτόν τον τρόπο) να είναι αρεστός σε αυτούς. Την εκδοχή επίσης τής ανάγκης  ενός Τούρκου διοικητικού να γίνει περισσότερο αποδεκτός από τον πληθυσμό τού χωριού, προσεταιριζόμενος κάποιες από τις τοπικές  αρχιτεκτονικές συνήθειες,  ως προς την εξωτερική τουλάχιστον όψη τού σπιτιού του.

Σπίτι με αυλή & παράσπιτο στα αριστερά - Φωτ. 1978- Ι.Π.
Σε όλα τα διώροφα σπίτια οι αποθήκες και η κουζίνα βρίσκονται στο ισόγειο (παραδείγματα σπιτιών Αρ.6,8,9,10,11). Η κουζίνα είναι εξοπλισμένη με τζάκι και με ένα πάγκο όπου τοποθετείται το δοχείο νερού (σχ. 29α στο παράδειγμα σπιτιού Αρ.6).Το νερό προέρχεται από το πηγάδι, που βρίσκεται στην αυλή.
Στα τριώροφα σπίτια η κουζίνα βρίσκεται τώρα στο τρίτο επίπεδο. Δεν είναι ιδιαίτερα εξοπλισμένη, αλλά εδώ πλέον η γυναίκα ετοιμάζει το φαγητό και εδώ γευματίζει η οικογένεια. Στην πλειοψηφία  των κατοικιών η ύπαρξη κουζίνας υιοθετήθηκε πολύ  αργότερα, καθόσον οι καινούργιες ανάγκες και οι νέες ιδέες αντικαθιστούσαν τις παλιές απλές συνήθειες, που διαιωνίζονταν επί μακρόν, όταν η παρασκευή τού φαγητού  γίνονταν στην αυλή,  σε κάποιο πρόσκτισμα. 


Σπίτι στο Ασβεστοχώρι με αυλή και πρόσκτισμα - Φωτ. 1978
Μπορούμε λοιπόν, να προσδιορίσουμε την ύπαρξη τριών παραδειγμάτων κατοικιών (παραδείγματα σπιτιών Αρ. 5,7,10) που χαρακτηρίζονται από την απουσία ενός εξοπλισμένου χώρου που θα κάλυπτε τις λειτουργίες τής κουζίνας. Σήμερα το πρόβλημα λύθηκε, κυρίως με την κατασκευή ενός συμπληρωματικού δωματίου μέσα στην αυλή για την κάλυψη αυτών των αναγκών. 

β) Στα σπίτια με διάταξη τύπου "πλέγματος" παρατηρούμε σε γενικές γραμμές δύο εφαρμοσμένες εκδοχές σχετικά με την κυκλοφορία στο εσωτερικό τού σπιτιού και συγκεκριμένα όσον αφορά στη  σκάλα ανόδου προς τούς ορόφους.
Όταν η κυκλοφορία γίνεται από το εσωτερικό τού σπιτιού, αυτό χωρίζεται σε δύο ζώνες. Η μία "θυσιάζεται" για την διέλευση και η άλλη  (διαιρεμένη ή όχι σε δωμάτια) είναι προορισμένη για την κατοίκηση (όταν μια σκάλα σημαντικών διαστάσεων αντικαταστάθηκε μεταγενέστερα από  άλλη μικρότερη και απλούστερη, οι ιδιοκτήτες επωφελήθηκαν τού χώρου που ελευθερώθηκε για να προσθέσουν ένα επιπλέον δωμάτιο).
Σε αυτόν τον τύπο διάταξης οι αποθήκες βρίσκονται στο ισόγειο, το δεύτερο επίπεδο κρατήθηκε για τον ύπνο και το τρίτο επίπεδο για τις ημερήσιες δραστηριότητες. Εκεί  βρίσκεται το δωμάτιο των επισκεπτών και χρησιμοποιείται από την οικογένεια και σαν χειμερινό δωμάτιο. Σε αυτό  το δωμάτιο  συνηθέστερα βρίσκουμε το τζάκι,  απλό και λιτό (σχ.29β στο παράδειγμα σπιτιού Αρ.6).
Τα χαγιάτια και κάποιες ταράτσες (δώματα πάνω από ισόγεια τμήματα των σπιτιών- δωματερά σπίτια) είναι συχνά σημαντικών διαστάσεων. Η ύπαρξή τους εξηγείται λόγω των αγροτικών δραστηριοτήτων που εκτυλίσσονται  στο σπίτι ( αποξήρανση σπόρων και καρπών, προετοιμασία τροφών για το χειμώνα κ.λ.π.) και απαιτούν έναν μεγάλο χώρο (παράδειγμα σπιτιού Αρ.7). Σύμφωνα με τις προφορικές μαρτυρίες των σημερινών ενοίκων του,  η κατασκευή τού σπιτιού Αρ.7 ανάγεται στον 16ο αιώνα. Θεωρείται δε στο χωριό ως το παλαιότερο σπίτι.
Στην αυλή αυτών των κατοικιών συγκεντρώνονταν μία σειρά λειτουργιών όπως η εκτροφή οικόσιτων ζώων, ο σταυλισμός, το πλύσιμο των ρούχων δίπλα στο πηγάδι, το ψήσιμο τού ψωμιού στο φούρνο κ.λ.π.. Τέλος εκεί βρίσκονταν και ο "απόπατος" (τουαλέτα) , σε μια απομακρυσμένη γωνιά τής αυλής.


4) Στοιχεία  διακόσμησης
 

Γείσο ξύλινο- Φωτ.1978
Προεξοχή με ξύλινο γείσο
Χρονολογία κατασκευής στο υπέρθυρο














Η διακόσμηση των "εντοπίων" σπιτιών είναι πολύ φτωχή έως ανύπαρκτη, εκτός από κάποια απλά υπέρθυρα όπου αναγράφεται με ανάγλυφο τρόπο η χρονολογία κατασκευής των σπιτιών και από τις γωνίες των τοίχων, όπου η εφαρμογή για  κατασκευαστικούς λόγους των ξύλινων μαντωμάτων μετατρέπονταν συχνά σε απλουστευμένο διακοσμητικό στοιχείο. Τα ξύλινα επίσης γείσα κάτω από τις στέγες κοσμούσαν τις λιτές επιφάνειες.



 Γ )  ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΣΠΙΤΙΩΝ

















ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΣΠΙΤΙ

















                                              




"ΤΟΥΡΚΙΚΟ" ΠΑΡΑΘΥΡΟ
ΣΧΕΔΙΟ 26




                      

     






 




























 
















 



















 























 



ΣΧ. Αρ. 29α και Αρ.29β





 













 












 






 




















 
 
























ΣΧΗΜΑ 28






 

ΣΠΙΤΙ ΠΟΥ ΜΟΙΡΑΖΕΤΑΙ ΑΠΟ  2  ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ







 



















                                                        ΜΑΓΑΖΙΑ - ΚΑΤΟΙΚΙΕΣ
Κατάστημα στο Ασβεστοχώρι- Φ.1978
Κατάστημα στο Ασβεστοχώρι- Φ.1978






                                            III )  Η   ΚΑΤΟΙΚΙΑ  ΣΗΜΕΡΑ (1978)


Το Ασβεστοχώρι σήμερα, χάνει σταδιακά την αρχιτεκτονική παράδοσή του. Όσα κτίσματα απέμειναν, υποβαθμίζονται σιγά-σιγά. Ο οικισμός  υποφέρει ήδη από τα χαλάσματά του, που ορισμένα μάλιστα αποτελούν κίνδυνο για τους περαστικούς και τα παιδιά που παίζουν ολόγυρα. Οι ιδιοκτήτες τους τα εγκατέλειψαν για μια καλύτερη ζωή στα αστικά κέντρα ή στο εξωτερικό. Τα σπίτια αυτά στερούμενα κάθε φροντίδας δεν μπόρεσαν να αντισταθούν στη φθορά τού χρόνου και κατέστησαν ακατοίκητα. Οι γείτονες, όπως μας εξήγησαν, περιμένουν εδώ και καιρό τα συνεργεία τού Δήμου για να  κατεδαφίσουν ορισμένα  από αυτά τα σπίτια.
Σε άλλες περιπτώσεις, κάποιοι από τους ιδιοκτήτες τους που ζουν τώρα κυρίως στην Θεσσαλονίκη, επεμβαίνουν έγκαιρα, αποκαθιστούν τα πατρικά τους σπίτια και τα χρησιμοποιούν για τις διακοπές τους.
Όσο για την πλειοψηφία  των Ασβεστοχωριτών που κατοικούν μόνιμα στο χωριό, επιδιορθώνουν και μετατρέπουν τα σπίτια τους εσωτερικά, με σκοπό να ανταποκρίνονται αυτά στις σύγχρονες ανάγκες (π.χ. εγκαταστάσεις χώρων υγιεινής, σύγχρονες κουζίνες..).
Ένα άλλο μέρος τού πληθυσμού προσθέτει στο παλαιό οικοδόμημα ένα ή δύο καινούργια δωμάτια. Στις κατοικίες αυτές διαπιστώνουμε την σπουδαιότητα που έχει για τούς ενοίκους τους η κουζίνα. Τις κτίζουν μεγάλες, καλά εξοπλισμένες, διατηρώντας παράλληλα και παλιότερες συνήθειες π.χ το ντιβάνι και φυσικά το τραπέζι στο κέντρο τής κουζίνας, αφού στο δωμάτιο αυτό η οικογένεια περνά και πάλι τον περισσότερο χρόνο. Εδώ συναναστρέφονται τούς φίλους και συγγενείς, εδώ επίσης διαβάζουν τα παιδιά.
Η σάλα είναι συνήθως πολύ μικρή. Είναι ένα κλειστό δωμάτιο που ανοίγει μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Τον υπόλοιπο χρόνο η φιλοξενία ακόμα και των ξένων προσφέρεται όπως προαναφέραμε στο χώρο τής κουζίνας. Εκεί δεχόμασταν κι εμείς την εξαιρετική φιλοξενία τους όσο καιρό αποτυπώναμε και μελετούσαμε τον οικισμό, και τους ευχαριστούμε ιδιαίτερα για την βοήθεια που μας παρείχαν.
Τέλος, ένα άλλο μέρος των κατοίκων κατασκευάζει  "εκ θεμελίων" μονοκατοικίες ή εγκαθίστανται σε διαμερίσματα νέων οικοδομών (τριών ή τεσσάρων ορόφων), που ακολουθούν όλες τις αστικές προδιαγραφές και τις ανέσεις. Οι μονοκατοικίες κτίζονται με τούβλα (σπάνια με πέτρα) και έχουν τετράριχτες στέγες. Έχουν σχεδόν όλες ταράτσες και μπαλκόνια και διαθέτουν αυλές. Ακολουθούν σχεδόν πάντα το τετράγωνο σχεδόν σχήμα.
Σε άλλες περιπτώσεις, λόγω οικονομικών δυσκολιών, ο ιδιοκτήτης τελειώνει το ισόγειο, όπου κι εγκαθίσταται, μέχρι τη μελλοντική περάτωση των υπολοίπων ορόφων, που προορίζονται είτε για προίκα των παιδιών του είτε για οικονομική εκμετάλλευση. Για το λόγο αυτό δεν τοποθετεί  στέγη, ενώ τα σίδερα βρίσκονται... σε αναμονή (συχνά για πολλά χρόνια, όπως παντού στην Ελλάδα). Είναι μια συνηθισμένη πλέον εικόνα τού ελλαδικού χώρου, που υποδηλώνει την περιοδική καθ΄ύψος επέκταση των οικοδομών, ανάλογα τής οικονομικής δυνατότητας τού ιδιοκτήτη, αλλά και μιας "πρόβλεψης", ενίοτε τελείως υποθετικής ή αβάσιμης, που σχετίζεται  με ενδεχόμενη μελλοντική αύξηση τού συντελεστή δόμησης στην περιοχή κ.λ.π..



                                     IV )  ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΤΕΓΑΣΗΣ 

Στο κεφάλαιο αυτό και δεδομένης τής διαπίστωσης που κάναμε που αφορά στη συνεχιζόμενη υποβάθμιση τού παραδοσιακού οικιστικού περιβάλλοντος (έως και στην πιθανότατη ολοσχερή  εξαφάνισή του) τού Ασβεστοχωρίου, θα αναφερθούμε σύντομα σε κάποια στοιχεία σχετικά με την κατοικία και τη στέγαση, που καταδεικνύουν ότι οποιαδήποτε προτεινόμενη λύση στην κατεύθυνση προστασίας και διατήρησης τού παραδοσιακού δομημένου περιβάλλοντος προσκρούει σήμερα τουλάχιστον σε ισχυρούς ανασταλτικούς παράγοντες.


Α ) Ο ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΚΙΑΣ

Η κατοικία  συνιστά ένα απαραίτητο κοινωνικό αγαθό. Ωστόσο στο καπιταλιστικό σύστημα όπου κυριαρχούν οι εμπορικές σχέσεις, η κατοικία έχει κι αυτή έναν εμπορικό χαρακτήρα. Με το σύστημα τής αντιπαροχής, με την  πολυώροφη πλέον αύξηση των κτισμάτων, με την ανάληψη τής κατασκευής από κατασκευαστικές εταιρείες η κατοικία γίνεται κλασσικός τύπος εμπορεύματος. 
Η κρατική πολιτική στέγασης αντανακλά τον χαρακτήρα και τον σχεδιασμό  ανάπτυξης της χώρας.  κατά την αντίληψη και τα συμφέροντα τής κυρίαρχης τάξης, σχεδιασμός που υπαγορεύει και τις βασικές επιλογές της όσον αφορά γενικότερα στην κατασκευαστική δραστηριότητα.
Παρά τη μεγάλη ανάπτυξη τού τομέα τής κατασκευής οι ανάγκες  στέγασης των λαϊκών μαζών, όπως είδαμε, δεν ικανοποιήθηκαν. Αυτό μοιάζει  αυτονόητο, με δεδομένο  ότι είναι αδύνατον στις σημερινές συνθήκες να λυθεί η αντίθεση ανάμεσα στην αξία χρήσης τής κατοικίας σαν κοινωνικό αγαθό και στην κερδοσκοπική της φύση, σαν "εμπορικό προϊόν", δηλαδή την αξία ανταλλαγής. Η καπιταλιστική κοινωνία όχι μόνο δεν μπορεί να λύσει αυτήν την αντίθεση, αλλά αντιθέτως είναι υποχρεωμένη να την οξύνει όλο και περισσότερο. 
"...Κατ΄αρχήν είναι η λύση τού κοινωνικού προβλήματος, δηλαδή η κατάργηση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που καθιστά συγχρόνως δυνατή τη λύση τού προβλήματος στέγασης" (40)
Οι ανάγκες  των μεσαίων και ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων καλύφθηκαν ως ένα βαθμό (αποτέλεσμα της δυνατότητας  μεγάλων κερδών που προσέφερε αυτή η αγορά), ενώ τα φτωχά κοινωνικά στρώματα προσπάθησαν να "επιλύσουν" το πρόβλημά τους με την πολιτική τής "ίδιο-κατασκευής", αλλά κυρίως με τις αυθαίρετες κατασκευές.
'Οσον αφορά στην αγροτική κατοικία, το παλαιό κτισμένο περιβάλλον στην ύπαιθρο καταρρέει. Το κράτος χορηγεί πολύ λίγα δάνεια, δια μέσου τής Αγροτικής Τράπεζας Ελλάδος. Οι 25.000 δραχμές, που η Τράπεζα χορηγεί στους αγρότες, δεν αρκούν για  σοβαρές επισκευές στα σπίτια τους.

Σύνολα εργατικών καταλυμάτων, ιδιωτικών ή κρατικών, δημιουργήθηκαν σε περιοχές όπου υπάρχουν μεγάλες βιομηχανικές μονάδες (Άσπρα σπίτια, Πεσινέ, Λάρκο, Δ.Ε.Η κ.λ.π.). Ωστόσο το φαινόμενο αυτό δεν πήρε σημαντικές διαστάσεις, γιατί οι μεγάλες βιομηχανικές μονάδες προτιμούσαν να εγκαθίστανται κοντά ή μέσα στα αστικά κέντρα, προκειμένου να έχουν στη διάθεση τους (όσο πιο κοντά), τα απαραίτητα έργα υποδομής (μέσα μεταφοράς, λιμάνια, εργατικό δυναμικό κ.λ.π.) με μικρό κόστος (συνέπεια αυτής τής τακτικής είναι εκτός άλλων και η μόλυνση τού περιβάλλοντος).



Β ) Ο ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

Οι τεχνικές  κατασκευής  των οικοδομών  παραμένουν βασικά σε σχεδόν πρωτόλεια επίπεδα. Παρά τις ήδη υπάρχουσες τεχνολογικές δυνατότητες, στο γιαπί εφαρμόζονται οι παραδοσιακοί τεχνικοί τρόποι, που εξυπηρετούν τις πολυάριθμες  εταιρίες μικρού κεφαλαίου (των μικροεργολάβων), που αποσκοπούν στο όσο πιο μικρό κόστος  κατασκευής και συνεπώς στο μεγαλύτερο κέρδος, με την απόλυτη κρατική ανοχή. Αυτή σχετίζεται με τα ιδιαίτερα οφέλη που παρέχει η έντονη οικοδομική δραστηριότητα  στην  ενίσχυση τής ελληνικής οικονομία, τής οποίας έγινε βασικός "αιμοδότης". Τίποτα δεν θα έπρεπε να ανακόψει την πορεία της.  Άλλωστε εμφανίστηκε κι ένα αναπτυσσόμενο βιομηχανικό δίκτυο παραγωγής  υλικών, αναπόσπαστο από την οικοδομική δραστηριότητα.
Το Κράτος αποφεύγει να συγκρουστεί  με τις διάφορες εταιρείες  και με τούς εργολάβους, παίρνοντας μέτρα που θα άνοιγαν τον δρόμο τού "εκσυγχρονισμού" τού τομέα, προϋπόθεση τού οποίου θα ήταν και η ύπαρξη μεγάλων οικοπέδων προς δόμηση. Αντί αυτού συντηρεί τα συμφέροντα των μικροϊδιοκτητών γης (φαινόμενο που κυριαρχεί στις πόλεις) αποφεύγοντας την οποιαδήποτε επίσης σύγκρουση μαζί τους.  Αδύναμο να αντιμετωπίσει έγκαιρα και αποτελεσματικά το στεγαστικό πρόβλημα και μπροστά στον κίνδυνο γενικότερων λαϊκών εκρήξεων  που ελλοχεύουν, συμμετέχει με επιχορηγήσεις στον τομέα τής κατασκευής-στέγασης δια μέσου διαφόρων οργανισμών και τραπεζών.  


Ας εξετάσουμε στην συνέχεια ορισμένους παράγοντες, που επεμβαίνουν στο δίκτυο τής  κατασκευής.

1 )  Οι ιδιοκτήτες γης

Η γη είναι ένα φυσικό αγαθό και σαν τέτοιο δεν έχει άλλη αξία παρά μόνον την αξία χρήσης. Η αποκλειστικότητα  τής γης από τον ιδιοκτήτη της δίνει σε αυτήν εμπορευματικό χαρακτήρα. Η μονοπώληση τής γης επιτρέπει στον ιδιοκτήτη να εισπράττει ένα μέρος τού κέρδους: είναι το σύστημα τής "αντιπαροχής" κατά το οποίο ο ιδιοκτήτης γης διαθέτει το οικόπεδο σε κάποια εργολαβική εταιρεία και λαμβάνει (κατόπιν κατασκευής) κτιστή επιφάνεια, βάσει συμφωνίας και ισχύοντος ποσοστού επί τού οικοπέδου. Η τιμή τού τελικού προϊόντος, δηλαδή η κατοικία, συμπεριλαμβάνει το μερίδιο γης που διέθεσε ο ιδιοκτήτης γης, την τιμή των υλικών, την εργασία, γενικότερα το κόστος κατασκευής και φυσικά το κέρδος τού κατασκευαστή. Η αύξηση τής τιμής κατοικίας ή των ενοικίων, η εμπορευματική δηλαδή εκμετάλλευσή της, εξωθεί στην αύξηση τού μεριδίου αντιπαροχής, από όπου εξαρτάται με την σειρά της η τιμή τού οικοπέδου.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, η εκμετάλλευση τής γης και οι υψηλές τιμές των κατοικιών δεν αφήνουν αδιάφορη την πολιτεία, η οποία έχει μεγάλα συμφέροντα στον τομέα τής κατασκευής, στον οποίο παρεμβαίνει με διάφορους τρόπους. Παράλληλα εξυπηρετεί  τα συμφέροντα των επιχειρηματιών  παραγωγής οικοδομικών υλικών.
]

2 )  Οι κατασκευαστικές επιχειρήσεις 

Χάριν στο θεσμό τής "αντιπαροχής" που δημιουργήθηκε μετά τον πόλεμο, με τον νόμο 3741/29 που αφορούσε στην κατασκευή σε ορόφους (πολυκατοικίες) και σε άλλες διευκολύνσεις που δόθηκαν από το κράτος, τα μικρά οικόπεδα προσέφεραν τη δυνατότητα στο μικρό κεφάλαιο να επενδύσει στην κατασκευή. Η τεράστια ζήτηση στέγης επέτρεπε στους κατασκευαστές να πουλούν βάσει σχεδίων με μεγάλες προκαταβολές, ώστε να εξασφαλίζουν με τον τρόπο αυτό ένα μέρος τού αναγκαίου κεφαλαίου για την συνέχιση και περάτωση των εργασιών.
Οι μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες, που ασχολούνταν μέχρι τώρα με έργα υποδομών, άρχισαν λίγο-λίγο να ενδιαφέρονται για την κατοικία. Βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα από ξένα κεφάλαια, που τις ελέγχουν (Standart-Hellas, Hellas-Can κ.λ.π.).


 3 )  Το Κράτος

Το κράτος  συμμετέχει στην παραγωγική διαδικασία  τού τομέα τής στέγασης άμεσα ή έμμεσα. Η παρέμβαση γίνεται με δύο τρόπους:
- με την άμεση κατασκευή κατοικιών για ορισμένες προνομιούχες κατηγορίες
- με δάνεια που δίνονται στους προνομιούχους δια μέσου διαφόρων οργανισμών ή άλλων που ασκούν μερικό έλεγχο.

Οι επενδύσεις στον τομέα τής κατασκευής κατοικιών βρίσκεται σε κατώτατο επίπεδο σε σχέση με την ιδιωτική συμμετοχή. 

                                                            ΠΙΝΑΚΑΣ  Αρ. 30

                                                      Επενδύσεις στην στέγαση  (41)
____________________________________________________________________________________
                              Σε εκατομ. δραχμές                                                   Σε ποσοστό
____________________________________________________________________________________
Έτη          Σύνολο          Κρατικό         Ιδιωτικό                       Σύνολο         Κρατικό              Ιδιωτικό  
                                     κεφάλαιο         κεφάλαιο                                          κεφάλαιο             κεφάλαιο
____________________________________________________________________________________
1963           8.099              272                 7.827                                                 3,4                      96,6
1964          10.011             377                 9.634                                                 3,8                      96,2
1965          11.893             500               11.393                                                 4,2                      95,8
1966          13.288             781               12.507                                                 5,0                      94,1
1967          12.092             711               11.381                           100                5,9                      94,1
1968          16.911             675               16.236                                                 4,0                      96,0
1969          22.258             615               21.643                                                 2,8                      97,2
1970          20.316             801               19.515                                                 3,9                      96,1
1971          24.771          1.475               23.296                                                 6,0                      94,0
1972          31.721          1.543               30.178                                                 4,9                      95,1
____________________________________________________________________________________
 Πηγή: Ελληνική Εθνική Στατιστική Υπηρεσία "Des calculs Nationaux de Grece"


Οι επιχορηγήσεις είναι σχετικά πιο σημαντικές όταν διατίθενται από τον "Αυτόνομο Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας", από τον "Οργανισμό Λαϊκής Κατοικίας", από τον "Αυτόνομο Κατασκευαστικό Οργανισμό Αξιωματικών" κ.λ.π.
Τα θεσμικά όργανα (που ήταν τρόποι τής έμμεσης κρατικής επέμβασης στον τομέα) μετατρέπονται αναλόγως, προκειμένου να εξυπηρετήσουν καλύτερα τις ανάγκες τής κατασκευαστικής δραστηριότητας, ή δημιουργούνται νέοι θεσμοί στην υπηρεσία τής γενικής οικονομικής πολιτικής.

4 )  Ο ρόλος των Τραπεζών 

Από την αρχή τής ανάπτυξης τού κατασκευαστικού τομέα το Τραπεζικό κεφάλαιο κατέχει σημαντική θέση. Οι τράπεζες συμμετέχουν βασικά μέσω δανείων και παράλληλα χειρίζονται τις κρατικές επιδοτήσεις  που αφορούν στην "ιδιοκατασκευή". Καταφέρνουν να αποσπάσουν ένα σημαντικό μέρος των αντιπαροχών και συμβάλλουν στην γενικότερη αύξηση των τιμών τής κατοικίας, των ενοικίων και κατά συνέπεια των τιμών γης.
Οι ιδιοκτήτες μεγάλου αριθμού οικοδομών στα κέντρα κυρίως των μεγάλων πόλεων έχουν ίδιον συμφέρον από την αύξηση των τιμών γης, που τους δίνει τη δυνατότητα μεγαλύτερης εκμετάλλευσης.
Ο μεγαλύτερος χορηγός μέχρι σήμερα είναι η "Εθνική Κτηματική Τράπεζα της Ελλάδος" (44% των μετοχών της ελέγχονται σήμερα από την Εθνική Τράπεζα Ελλάδος). Άλλοι φορείς είναι το "Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων", το "Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο" και η "Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος". Με τον νόμο 1003/72, επέρχεται αλλαγή σε αυτό το σύστημα: το "Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων" έχει την δυνατότητα να επενδύσει σε όλα τα επίπεδα τής οικοδομικής παραγωγής , από την απόκτηση γης μέχρι την διάθεση τού προϊόντος, δημιουργώντας έτσι την επιχείρηση "Εθνική Εταιρεία Πίστωσης  Ερευνών και Κατασκευών". Είναι σαφές ότι οι Τράπεζες θα έχουν όλο και πιο σημαντικό ρόλο στον τομέα τής οικοδομής και ο έλεγχος θα είναι όλο και μεγαλύτερος.


Γ )  Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ


Η ποιότητα τής κατασκευής εξαρτάται από τη φύση και τον χαρακτήρα τής παραγωγής μέσα σε ένα δεδομένο σύστημα εμπορευματοποίησης τής κατοικίας και μεγάλων συμφερόντων. Σχετίζεται με τις κοινωνικές τάξεις στις οποίες απευθύνεται το τελικό προϊόν, αλλά και με τη "χαλαρή" άσκηση των καθηκόντων των αρμοδίων υπηρεσιών ελέγχου τής οικοδομής. Πρόσφατα αναπτύχθηκε μια προβληματική που κατέληξε σε προτάσεις όπως "τη θέσπιση κριτηρίων ποιοτικού ελέγχου για τις μελέτες και τις πιστές εφαρμογές τους". Προτείνεται ακόμα και ο έλεγχος τής ποιότητας των υλικών κατασκευής. Αυτό για καιρό πιστεύουμε θα προσκρούει στα συμφέροντα εργολάβων και εταιρειών.
  

Δ )  Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ

"΄Ενα πρώτο βήμα για να σωθούν τα αγροτικά χωριά που καταρρέουν και να αναγεννηθούν σαν ζωντανά κέντρα τής επαρχίας, άρχισε στην  Ξάνθη και στην Ροδόπη. Μια επιτροπή τής Αγροτικής Τράπεζας θα συγχρονίσει διάφορα προγράμματα για να βελτιώσει τις συνθήκες στέγασης και των υποδομών σε αγροτικά κέντρα".(42)
Στην περιοχή αυτή υπάρχουν 355 χωριά, 34 εκ των οποίων επελέγησαν για να υλοποιηθούν τεσσάρων ειδών εργασίες:
- Κατασκευή -επέκταση -επισκευή σπιτιών με την χρηματοδότηση τής Αγροτικής Τράπεζας τής Ελλάδας.
- Δημοτικά κτίρια, κέντρα νεότητας και παιδικοί σταθμοί.
- Ανοιχτοί χώροι (παιδικές χαρές, πεζοδρόμια,  δεντροφύτευση...).
- Εργασίες υποδομών (  παροχή νερού, ηλεκτρισμού, αποχετευτικών δικτύων, κατασκευή δρόμων).

Διατίθεται γι΄ αυτές τις εργασίες ένα κονδύλι 457,5 εκατομ. δραχμών, ήτοι 285 εκατομ. για έργα υποδομών και 172,5 για στεγαστικά δάνεια ( 5 εκατομ. δραχμές θα διατεθούν για την κατοικία σε κάθε χωριό). Το πλάνο θα εκτελεστεί μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Αν εξετάσουμε τα νούμερα θα διαπιστώσουμε ότι το ποσό που θα αναλογεί σε κάθε οικογένεια  είναι ασήμαντο. Πρόκειται για μια δημαγωγική εξαγγελία τής κυβέρνησης, προκειμένου να κατευνάσει τις αντιδράσεις των κατοίκων τής περιοχής.

Το άρθρο συνεχίζει: "Ευχόμαστε ότι αυτό το πρόγραμμα θα εφαρμοστεί σε όλη την χώρα, γιατί είναι η μόνη λύση ώστε να παραμείνει ο πληθυσμός στα χωριά που ερημώθηκαν. ΄Αλλωστε οι αρμόδιες υπηρεσίες εκτίμησαν ότι μεταξύ των 10.500 χωριών τής χώρας, 5.500 μόνο χωριά είναι βιώσιμα,στο μέτρο που οι κάτοικοι θα προβούν σε επισκευές και σε αναγκαίες αναδιατάξεις των σπιτιών τους".

Το Υπουργείο Δημοσίων ΄Εργων, δια μέσου τής Υπηρεσίας Στέγασης οργάνωσε μια έκθεση με θέμα την αγροτική κατοικία, με σκοπό να αναδείξει ότι η παραδοσιακή αρχιτεκτονική μπορεί να προσαρμοστεί στις καινούργιες κατασκευές και να διατηρηθεί έτσι ο παραδοσιακός χαρακτήρας σε σύγχρονα οικοδομήματα. Έβαλε σε εφαρμογή προγράμματα αποκατάστασης ορισμένων κατεστραμμένων από τούς σεισμούς χωριών και επείγοντα αναπτυξιακά κατασκευαστικά προγράμματα. Δεδομένου δε ότι οι νέες κατασκευές θα επηρέαζαν αρνητικά το παραδοσιακό ύφος τού χωριού, η Υπηρεσία σχεδίασε έναν αριθμό "μοντέλων" επί σχεδίων-προτύπων κατοικιών, προσαρμοσμένων σε κάθε περιοχή.
"Το εγχείρημα θα ολοκληρωθεί.... Η προσπάθειά μας δεν περιορίζεται μόνο στην κατασκευή λίγων ωραίων σπιτιών, αλλά έχει βαθύτερο νόημα. Να  σχηματίσουμε τον χαρακτήρα τού χωριού και τον χαρακτήρα των ανθρώπων. Κάνουμε σπίτια και τα σπίτια κάνουν εμάς...Σκοπός μας δεν είναι να διατηρήσουμε τα ελληνικά χωριά...αλλά να κρατήσουμε τούς κατοίκους, να φέρουμε εκεί κι άλλους, ανεβάζοντας το επίπεδο τής ζωής... 500 κατοικίες κατασκευάστηκαν (ακολουθώντας τα καινούργια σχέδια) από τις 3.000 που προγραμματίστηκαν να γίνουν στα χωριά, που χτυπήθηκαν από τούς σεισμούς στην Αιτωλοακαρνανία..., παρ΄όλο που το 25% των κατοίκων ενώ χρησιμοποιούν τα σχέδια επιμένουν να τα επιστεγάζουν με ταράτσες μπετού κι όχι με κεραμίδια". (43)

Αυτό που διαπιστώνουμε επίσης είναι ότι αναζητούνται από την κυβέρνηση φτηνές λύσεις  για να στεγάσει τις χιλιάδες των άστεγων, τα σπίτια των οποίων καταστράφηκαν από τούς σεισμούς. Είναι δύσκολο να δεχτούμε ότι θα έδινε έρεισμα στους κατοίκους αυτούς να ξαναχτίσουν  παραδοσιακά σπίτια, όταν τα στεγαστικά δάνεια δεν φτάνουν ούτε για την επισκευή των παλιών σπιτιών.
 Όσον αφορά επίσης την  συγκράτηση ή επαναφορά τού πληθυσμού στα χωριά, πόσο είναι αυτό εφικτό, όταν η ίδια η κυβέρνηση στο πλαίσιο τής ένταξης στην Κοινή Αγορά προγραμμάτισε την μείωση τού αγροτικού πληθυσμού από 40% σε 20% μέσα στα 10 επόμενα χρόνια; Πως να παραμείνουν οι αγρότες στα χωριά τους χωρίς εργασία;

Ένα άλλο σχέδιο τού Υπουργείου είναι να μετατρέψει τα πιο κοντινά στα μεγάλα αστικά κέντρα χωριά σε προάστια για τούς εργαζόμενους, ώστε να αποσυμφορηθούν οι πόλεις και να επιλυθεί κατά κάποιο τρόπο το πρόβλημα τής στέγασης που προκύπτει από την μεγάλη αστυφιλία.
Είναι αυτονόητο βέβαια ότι τα χωριά αυτά δεν μπορούν υπ΄αυτές τις προϋποθέσεις να διατηρήσουν τον παραδοσιακό τους χαρακτήρα αποκομμένα από κάθε αγροτική και άλλη οικονομική δραστηριότητα. Η υποβάθμιση τής αγροτικής οικονομίας είναι η αιτία τού μαρασμού τού πλαισίου ζωής στα χωριά και τής πολιτιστικής κληρονομιάς. Το να ξαναδοθεί στα χωριά η δραστηριότητα κι ο χαρακτήρας τους είναι ένα πολιτικό ζήτημα που δεν συνάδει σήμερα με τα σχέδια τής εξαρτημένης ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, το μέλλον τής οποίας ξένες δυνάμεις  έχουν ήδη προδιαγράψει. Η πολιτική  που προκάλεσε τα προβλήματα τής φτώχειας, τής εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, τής ερήμωσης τής υπαίθρου και τής αστυφιλίας των πόλεων, των αυθαίρετων περιοχών και τής αντιπαροχής που μεταμόρφωσε τις πόλεις και εξαφάνισε ή έπληξε ανεπανόρθωτα τα ιστορικά τους κέντρα, αυτή η ίδια πολιτική διατείνεται ότι θα φέρει λύσεις στα προβλήματα που η ίδια γέννησε.
Όσον αφορά λοιπόν  τα σχέδια τού Υπουργείου για την προστασία και επανάκτηση τού παραδοσιακού δομημένου περιβάλλοντος τής υπαίθρου, είναι βέβαιο ότι θα βρούνε σημαντική αποδοχή από μέρος τής προνομιούχας κοινωνικής τάξης που  έχει τα οικονομικά μέσα να υιοθετήσει αυτά τα σχέδια.   Ωστόσο δεν αμφιβάλλουμε ότι και οι κάτοικοι  τής Αιτωλοακαρνανίας  θα προτιμούσαν π.χ την στέγη με κεραμίδια, αν μπορούσαν να την πληρώσουν.



                                                    ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ


Το Ασβεστοχώρι, τόσο στο επίπεδο τής κοινωνικής του οργάνωσης όσο και τής κατοικίας του, έχασε τα καθαρά χαρακτηριστικά του  που δικαίωναν την πορεία  του μέσα στον χρόνο  ιστορικά,  κοινωνικά, πολιτιστικά.

Έτσι, στο πεδίο τής κοινωνικής οργάνωσης η σταδιακή υποβάθμιση των οικονομικών δραστηριοτήτων που χαρακτήριζαν το χωριό (γεωργία, κτηνοτροφία, εμπόριο) μετέβαλε σιγά-σιγά το Ασβεστοχώρι από ένα μικρό ζωντανό εμπορικό κέντρο, σε έναν οικισμό  με πολλά σημάδια εγκατάλειψης.

Οι ιστορικές συγκυρίες και η πολιτική που ασκήθηκε στα πλαίσια μιας εξαρτημένης  οικονομίας εξανάγκασε πολλούς από τούς κατοίκους  να στραφούν στην εσωτερική ή εξωτερική μετανάστευση για αναζήτηση εργασίας. Οι καλλιέργειες εγκαταλείφθηκαν  και τα σπίτια σιγά-σιγά ερειπώνουν. Ορισμένοι κάτοικοι σήμερα, ενώ εργάζονται  στην πόλη, συνεχίζουν να διαμένουν στο χωριό. Αρκετοί άλλοι εργάζονται στα λατομεία.

Πρόκειται για ένα χωριό που μετράει τις φθορές του, ενώ  αποκτά σιγά-σιγά τα νέα χαρακτηριστικά του, ως  προαστίου δηλαδή τής Θεσσαλονίκης. Πληρώνει το τίμημα μιας οικονομικής ανάπτυξης στη χώρα, από την οποία, ακόμα κι αν ήταν πραγματική, δεν  επωφελήθηκε το χωριό και οι κάτοικοί του. Αντιθέτως, αντιμετωπίζοντας τις συνέπειες, χρειάζεται να προσαρμοστεί στο νέο μέλλον που τού έχει επιβληθεί. Ωστόσο ο κυβερνητικός προγραμματισμός για την επέκταση τής Θεσσαλονίκης, η εγγύτητά του Ασβεστοχωρίου με την Θεσσαλονίκη και τον Χορτιάτη καθώς και η φήμη για το καλό κλίμα του που προσέλκυε μέχρι την δεκαετία τού 1960 πολλούς παραθεριστές δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την μελλοντική του μεταμόρφωση σε αστικό προάστιο. Άλλωστε επισήμως εδώ και αρκετά χρόνια ο αριθμός των κατοίκων  τού χωριού δεν φαίνεται να μεταβλήθηκε, λόγω τής εγκατάστασης εκεί άλλων μεταναστών που ήρθαν από την Πελοπόννησο, την Κρήτη και από άλλα μέρη οι οποίοι διαμένουν στο Ασβεστοχώρι  και εργάζονται στην πόλη.
Όπως άλλωστε προαναφέραμε και επαναλαμβάνουμε εδώ, το σχέδιο τού Υπουργείου είναι να μετατρέψει τα πιο κοντινά στα μεγάλα αστικά κέντρα χωριά σε προάστια για τούς εργαζόμενους, ώστε να αποσυμφορηθούν οι πόλεις και να επιλυθεί κατά κάποιο τρόπο το πρόβλημα τής στέγασης που προκύπτει από την μεγάλη αστυφιλία.
Στο πεδίο τής κατοικίας εκδηλώθηκε η ίδια διαδικασία μαρασμού των τοπικών χαρακτηριστικών. Η αναχώρηση των κατοίκων μεταφράστηκε σε εγκατάλειψη και σε ερείπωση ενός μεγάλου αριθμού παραδοσιακών σπιτιών. Αργότερα νέα σπίτια άρχισαν να κτίζονται στη θέση των παλαιών από Ασβεστοχωρίτες που διέμεναν κι εργάζονταν στην Θεσσαλονίκη, ή να επισκευάζονται ορισμένα παλιά σπίτια σαν εξοχικά, αλλά και νέοι κάτοικοι (Θεσσαλονικείς) αναγείρουν σήμερα νέες οικοδομές. Τα καινούργια "μοντέλα" που αντιγράφονται από ιδιώτες και εργολάβους σαν "εκδοχές" εκσυγχρονισμού  των κατοικιών και τής ζωής γενικότερα, ακόμα κι αν είναι λειτουργικά,  δημιουργούν από τώρα στο Ασβεστοχώρι  μια πανσπερμία, έναν ατυχή αρχιτεκτονικό πολυμορφισμό που προσβάλλει την άλλοτε χαρακτηριστική οικιστική  ενότητα, τμήματα τής οποίας διασώζονται ακόμα μέσα στο χωριό.
Η ιδιαιτερότητα τού τοπικού -ήδη αλλοιωμένου- παραδοσιακού περιβάλλοντος καθημερινά υποβαθμίζεται περισσότερο. Η έλλειψη μιας αρχιτεκτονικής έρευνας και μελέτης τού οικισμού από την μεριά τής Πολιτείας και μιας Επιτροπής εκτίμησης των  κτιρίων που η δουλειά της θα ανέκοπτε σε ένα βαθμό την ανεξέλεγκτη κατεδάφιση, καθώς και η έλλειψη παροχής σοβαρών οικονομικών κινήτρων από την μεριά τού Κράτους, ώστε να μπορέσουν να επισκευαστούν τα περισσότερα σπίτια, θα περιόριζαν κατά την γνώμη μας την καταστροφή τής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και θα διατηρούνταν σε γενικές έστω γραμμές η φυσιογνωμία τού οικισμού. Πάνω όμως κι από αυτά, πιστεύουμε ότι η προστασία τού παραδοσιακού περιβάλλοντος σαν μέρος τής πολιτιστικής μας κληρονομιάς (προσαρμοσμένου φυσικά στις ανάγκες τής σημερινής ζωής) θα επιτευχθεί με την ενημέρωση των κατοίκων, με την γνώση και την εκτίμηση τού ιστορικού τους περιβάλλοντος, με μια σειρά ενεργειών δηλαδή που θα έπρεπε να αναλάβει η Πολιτεία, οι δημοτικές αρχές, οι δάσκαλοι στα σχολεία, οι τοπικοί σύλλογοι κι άλλοι φορείς, οι πνευματικοί άνθρωποι που ασχολούνται με τον τομέα αυτό. Η προστασία είναι ζήτημα "διαπαιδαγώγησης" πιστεύουμε, κι έχει εργαλείο της την ιστορική κυρίως γνώση. Στην δύσκολη αυτή προσπάθεια  πρέπει  να αμφισβητηθούν και πολλές στερεότυπες αντιλήψεις.
Στην εικόνα τής καταστροφής υπάρχει βέβαια και το "αντιπαράδειγμα", θα λέγαμε, κάποιων τουριστικών τόπων στην Ελλάδα που προλάβανε να ανακόψουν την καταστροφή τού οικιστικού τους περιβάλλοντος, όταν συνειδητοποίησαν ότι το  περιβάλλον που διέθεταν στον τόπο τους ήταν τόσο ιδιαίτερο και ενδιαφέρον για τον ξένο τουρισμό που  άλλαζε τα οικονομικά  δεδομένα τους και την ζωή τους. Εδώ το κίνητρο ήταν καθαρά οικονομικό, αλλά και έτσι ακόμα καταλήγει συνήθως στην εκτίμηση (ιστορική και πολιτιστική) και στην προστασία τού περιβάλλοντος.

Σήμερα που γράφουμε (1978), θα υπήρχε ίσως ακόμα η ελπίδα να διασωθούν κάποιες "ενότητες", κάποιες οικιστικές "νησίδες" στο Ασβεστοχώρι. Τα εργολαβικά όμως συμφέροντα και η οικοδόμηση έφτασαν ήδη εδώ, προσπερνώντας  τα όρια τού χωριού, δημιουργώντας σιγά-σιγά το σύγχρονο δομημένο περιβάλλον. Αλλά δυστυχώς και η ματιά των ιδιοκτητών των παραδοσιακών κατοικιών τού Ασβεστοχωρίου είναι  ήδη στραμμένη  προς τα εκεί, κατακλύζοντας τον νου με νέες προσδοκίες. Κατά την γνώμη μας, για μια ακόμα περιοχή στην Ελλάδα, η καταστροφή είναι μη αναστρέψιμη.
  

Περίπτερο στο Ασβεστοχώρι- Φωτ. 1978
                                                        


                                                                  ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 


(1) Chadzi Ioannou M., "Description topographique de Thessalonique", edition Makedonias, 1880
(2) Cousinery E.M. "Voyage en Macedoine" σ.19
(3) C. Tsoucalas "La Grèce de l΄ indépendance aux colonels" FM/ Petite collection Maspero p.29
(4) P.P.E.K.T., "Le metier d' Architecte Aujourd' hui", Athenes  Mars 1978 p..6
(5) Kordatos J., "La Signification Sociale de la Revolution Grecque de 1821, Athenes 1972 σ.94
(6) Moskof K., "La Conscience Nationale et Sociale en Grece 1830-1909" p. 167
(7) C. Tsoucalas "La Grèce de l΄ indépendance aux colonels" FM/ Petite collection Maspero p.15
(8) G,Dertilis "Transformation sociale et intervention militaire de 1880 a' 1990", Exadas 1977 p.157
(9) Psiroukis N., "Le Fascisme et le 4 Aout", Epikairotita, 1974, p. 34
(10) Πηγή : Economic development-analysis and case studien
            Harper et Sow, New York, 1964, p.511
            M. Nikolinakos "Etudes sur le capitalisme grec" op.cit.p.54 
(11) G,Dertilis "Transformation sociale et intervention militaire de 1880 a' 1990", Exadas 1977 p.41
(12) .P.P.E.K.T., "Le metier d' Architecte Aujourd' hui", Athenes  Mars 1978 p. 7
(13) Ν. Svoronos " Retrospective sur l΄ histoire de la Grece moderne". Ed. Themelio 1976 p.41
(14) Kordatos J., "La Signification Sociale de la Revolution Grecque de 1821, Athenes 1972 p.70, Edition Epikairotita. 
(15) Vergopoulos "Le probleme Agraire" p. 83-85 
(16) "Thèmes de Macédoine", Périodique no 2, Thessalonoque, Mars-Avril 1977
(17) "Venizelos", Discour du 11/9/1917", Tome 2, p.325
(18)  Cousinery E.M" Voyage en Macedoine" 1800 p.23
(19)  Cousinery E.M " Voyage en Macedoine" 1800 p.19 
(20) Statical Yearbook of Greece 1972 p.26
(21) Office National de Statistique de Grece 1961
(22) Ikonomikos Tachydromos, 1971 (periodique)
(23) P. ILIOPOULOS. "L΄Evolution du Commerce Exterieur de la Grece 1830", 1972, Athenes
(24) Centre de Programme et de Recherches Economique, "Le Programme du developpement a long terme" 1972   
(25) Psiroukis N., "Le Fascisme et le 4 Aout", Epikairotita, 1974, p..33
(26) Sideri A.D.,"La politique Agricole en Grece pendant le Siecle dernier", Athenes, 1934 p.218 
(27) Chambre du Commerce et de l' Industrie, "Quarante Annees (1919-1959)", Athenes 1960 p.30.
(28)  Tsouderos I., "Les Cooperatives Agricoles",Athenes 1960
(29)  Statistical Yearbook of Grece 1972 p. 26
(30) Office National de Statistique de Grece
(31) Office National de Statistique de Grece
(32) Office National de Statistique de Grece
(33)  Ministere de la Coordination, "Programme de developpement economique, 1968-1972", Athenes 1968
(34)  J.Meynaud "Forces politiques en Grece" Byron Athenes p.162
(35) Office National de Statistique de Grece, Juin1965 
(36) Banque de Grece, " L' economie grecque en 1967"Πηγή: p.46
(37)  Centre de Programmation et de Recherches Economiques, "Le programme  de Developpement a long terme", 1972, p.201) 
(38) O. Doumanis - P. Oliver "Architecture in Greece" Press Shelter in Greece, 1974 p.140
(39) Ministere des Travaux Publics, "Plan Directeur de Thessalonique"1966, p.96)
(40) Nikolinakos, "Etudes sur le capitalisme Grec
(41) Office National de Statistique de Grece "Des calculs Nationaux de Grece"
(42) A.Pepelassi "Themes de Macedoine" Thessalonique  2 Mars-Avril 1977
(43) Ministere des Travaux Publics, service de στέγασης, Janvier 1978