IΣΤΟΡΙΚΟ ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΟ ΜΝΗΜΕΙΟ ΚΑΙ ΤΟΠΟΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΑΛΛΟΥΣ Ή ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΑΠΟ ΑΠΟΨΕΩΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ - ΑΠΟΦ. ΚΗΡ. Φ.Ε.Κ. 353/Β/1967 - Φορέας Προστ. 2η Ε.Β.Α. (ΑΘΗΝΑ)
Μέσα σ΄αυτό το καταπιεστικό πλαίσιο οι κάτοικοι είχαν να αντιμετωπίσουν και τις επιθέσεις των πειρατών που έβαζαν σε κίνδυνο τις ζωές τους. Κάποια απανωτά περιστατικά το 1587 τους οδήγησαν στα πρόθυρα τού να εγκαταλείψουν σύσσωμοι το νησί. Αυτό θα ματαίωνε το έργο εποίκησης τής Πύλης, αλλά τελικά αποτράπηκε. Παρά την συνεχιζόμενη ανασφάλεια που αισθάνονταν οι οικιστές, η Σάμος απέκτησε τρία μεγάλα Μοναστήρια: την Μονή Πεντοσπητίων τής Κοιμήσεως Θεοτόκου ή Μεγάλης Παναγίας (1586 και 1593), την Μονή Σταυρού (1592-1604-1835) και την Παναγία Βροντιανή (1593). Εκτός αυτών μέσα στον 16ο αιώνα υπήρχαν τρεις Πατμιακές Μονές-Μετόχια, η Σιναϊτικη Μονή τού Αγίου Γεωργίου στο Καρλόβασι, καθώς και κάποιοι ναοί που ιδρύθηκαν ή αποκαταστάθηκαν εκείνη την περίοδο.
Παρουσία καλογήρων στη Σάμο επιβεβαιώνουν και οι Πηγές τής Μονής Ιωάννου Θεολόγου Πάτμου, οι οποίες μνημονεύουν θανάτους μοναχών στο νησί στα 1572 και 1576. Μέχρι τα μέσα δε τού 17ου αιώνα φαίνεται πως ζούσαν περίπου 400 καλόγηροι και καλόγριες στις Μονές, υπήρχαν δε και εκατό ιερείς. Ήδη όμως από τα βυζαντινά χρόνια στην περιοχή "Καλλιθέα", στον δυτικό ορεινό όγκο τού Κέρκη, είχαν ιδρυθεί οι αναφερόμενες ως "αρχαίες Μονές" τής Σάμου: ο Άγ.Χαράλαμπος και η Παναγία Μακρινή (Καλλιθέας), καθώς και ο Άγ.Γεώργιος Δρακαίων, όπου διέμεναν μοναχοί από τον 8ο μ.Χ. αιώνα (συνδέονται αυτές και με τον ασκητισμό στη Σάμο). Οι παραπάνω Μονές καταστράφηκαν από τούς Σαρακηνούς (περί το 889 μ.Χ.) και επανασυστάθηκαν στα τέλη μάλλον τού 10ου αιώνα κατά την έλευση στο νησί τού Οσίου Παύλου τού Λατρηνού, από την Μικρασία(3). Κατά τον 10ο αιώνα πολλοί μοναχοί και ασκητές κατέφυγαν από την Μ.Ασία στη Σάμο, στην ευρύτερη περιοχή τού όρους "Κέρκης". Η αιτία για τις μεταναστεύσεις δεν ήταν τόσο οι καταστροφές που υπέστησαν οι περισσότερες λαύρες (των εικονολατρών) όπου αυτοί διαβιούσαν, όσο οι φορολογικές επιβαρύνσεις τού τέλους τού 9ου και 10ου αιώνα"(4). Πριν την ερήμωση της Σάμου (1476 μ.Χ.) σε μία μόνον περιοχή αυτής, δηλαδή νοτίως του Κέρκη, βρίσκονταν 500 περίπου Ασκητές και Μοναχοί. Κατ΄άλλους σε ολόκληρη τη Σάμο περί τούς 1500.
(β) Το Ιδρυτικό τής Μονής-1593 Ιερεμίας Β΄ |
Στο ιδρυτικό Συγγίλιο τού Οκτωβρίου 1593 ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β΄(1587-1595) εγκρίνει την επανίδρυση τού ναού τής Παναγίας πάνω στα θεμέλια τού παλαιότερου ερειπωμένου ναού και κηρύσσει τον ναό και τη Μονή πατριαρχικά και σταυροπηγιακά. Επί πλέον ή Σάμος μνημονεύεται στο Συγγίλιο και ώς αρχιεπισκοπή. "Εν δε τή επαρχία τής αγιωτάτης αρχιεπισκοπής Σάμου ευρέθησαν λείψανα παλαιών θεμελίων σεβασμίου και θείου ναού, επ΄ονόματι τιμωμένου τής υπεραγίας δεσποίνης ημών Θεοτόκου εις το Κροκάρι, χρόνω τώ πολλώ κατεδαφισθέντος και αφανισθέντος....Τήν σύστασιν δε αυτού και τής Μονής ....άδειαν τυχείν ητήσαντο επ΄ονόματι πατριαρχικού σταυροπηγίου ανακτίσαι εξ αυτών θεμελίων..."(6).
Η Μονή λανθασμένα θεωρήθηκε (κι ακόμα διαιωνίζεται) από μελετητές ότι ιδρύθηκε το 1566 κι ότι πρόκειται για την αρχαιότερη μονή τής Σάμου. Αυτό οφείλεται στην αυθαίρετη χρονολόγηση τού χαλκέντερου Επ. Σταματιάδη: «,ζρπ', μηνί όκτωβρίω ίνδικτιώνος η'»(7) από το γνωστό ιδρυτικό Συγγίλιο τής Μονής που ο ίδιος δημοσίευσε στο έργο του. Η Μ. Παϊζη Αποστολοπούλου, ωστόσο, που ασχολήθηκε με το θέμα περί το 1998, διαπίστωσε ότι:
(γ) Ή χρονολογία «εν ετει ,ζρβ^ μηνί όκτωβρίφ, ινδ(ικτιώνος) ζης », όπως διακρίνεται στό σιγίλλιο τού Θεόληπτου Α' υπέρ τής Παναγίας Βροντά - από τήν έρευνα τής ΜΑΧΗΣ ΠΑΤΖΗ-ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ |
Ο Ιωσήφ Γεωργειρήνης 73 περίπου χρόνια αργότερα, περί το 1666/1671, κάνοντας μνεία στη μονή, αναφέρει: "Ήμισυ μίλλιον μακράν τού χωρίου τούτου (ενν. των Βουρλιωτών) ωκοδόμηται έν μοναστήριον, περιλαμβάνον δώδεκα μοναχούς και ονομαζόμενον Παναγία Βροντιανή". Το χωριό Βουρλιώτες είχε ήδη ιδρυθεί (το 1599 ή το 1605) και διέθετε σύμφωνα με τον Γεωργειρήνη 100 περίπου σπίτια και μία εκκλησία. Το 1677 προσδιορίζεται ο πληθυσμός σε 400 κατοίκους. Η μονή (αλλά και το χωριό κοντά της), που την αποκαλεί στο έργο του "Βροντιανή", φαίνεται πως είχε αναπτυχθεί αρκετά στα 73 αυτά χρόνια και είχε 12 μοναχούς. Κάνει δε ο ίδιος κι ένα άλλο σχόλιο που σχετίζεται με το φυσικό περιβάλλον τής Μονής, ότι γύρω απ΄αυτή, την άνοιξη, φύονταν ένα χόρτο δηλητηριώδες για όλα τα ζώα (όσα δεν ήταν συνηθισμένα σ΄αυτό, επεξηγεί ο Επ. Σταματιάδης στα Σαμιακά). Έτσι όταν βοσκούσαν εκεί ξένα άλογα, σύντομα, πέθαιναν, ενώ "οι περί το μοναστήριον εκτρεφόμενοι και οι τού χωρίου ίπποι" δεν πάθαιναν τίποτα (9).
Ο Josef Pitton de Tournefort τον Ιανουάριο τού 1702 επισκέφθηκε τη Σάμο. Αναφερόμενος στις μονές τού νησιού συμπεριλαμβάνει σ΄αυτές και την Μονή Βροντά. Aπαριθμεί δε σε όλο το νησί 200 Ιερείς και πολύ περισσότερους καλογήρους, 7 ανδρικά μοναστήρια (Αγία Ζώνη, Μονή βροντά, Μεγάλη Παναγία, Προφήτης Ηλίας, Μονή Σταυρού, Άγιος Γεώργιος, Άγιος Ιωάννης), 4 γυναικεία (το ένα στον Άγιο Ηλία, το άλλο κοντά στη Μεγάλη Παναγία, το τρίτο στον Παγώνδα και το τελευταίο στο μοναστήρι τού Σταυρού) και περισσότερους από 300 ναούς και εκκλησάκια. "Ο Επίσκοπος αυτής τής νήσου, που είναι (Επίσκοπος) και τής Ικαρίας διαμένει στη Χώρα, και καρπούται έσοδα περί τις δύο χιλιάδες ecus (=νόμισμα) . Εκτός των εκκλησιαστικών εσόδων αποκομίζει ένα σημαντικό εισόδημα από την ευλογία των νερών και απ΄αυτήν των κοπαδιών, που γίνεται στις αρχές Μαϊου. Όλα τα γαλακτοκομικά και όλα τα τυριά που γίνονται την ημέρα των ευλογιών ανήκουν στον Επίσκοπο: τού δίνουν επίσης δύο ζώα από κάθε κοπάδι".
Στη Μονή Βροντά έφτασε στις 21 Φεβρουαρίου κατά τη διάρκεια ισχυρής θεομηνίας, καταιγίδων και αστραπών. "Αυτοί οι λόγοι μας υποχρέωσαν να μείνουμε στο Μοναστήρι, από το οποίο μετά βίας μπορούσαμε να απομακρυνθούμε διακόσια βήματα· καθώς είναι γερά κτισμένο, ήμασταν προφυλαγμένοι από τη θύελλα που είχε καταστρέψει τόσα σπίτια...". Εκεί εντυπωσιάστηκε κι από έναν μοναχό: "Ήταν ένας καλός καλόγερος ηλικίας 120 χρόνων που διασκεδάζει ακόμα κόβοντας ξύλα και φροντίζει τον μύλο τής μονής..."(10).
(δ)2019- Βόρεια όψη και πύλη εισόδου στη Μονή |
(ε) Ανατολική όψη τής Μονής και το παρεκκλήσι στον όροφο |
(στ) Ν.Α όψη τής Μονής και το παρεκκλήσι |
(ζ) 2019- Δυτική όψη τής Μονής- Η 2ώροφη πτέρυγα |
Αρκετοί αδελφοί τής Μονής Βροντά, σύμφωνα με τον Επ. Σταματιάδη, διέπρεψαν στην εκκλησιαστική ιεραρχία, και άλλοι ως εφημέριοι ή διδάσκαλοι έδρασαν σε πόλεις τής Μικρασίας, στο Λιβόρνο, στη Μόσχα και αλλού. "Αλλά συνάμα διεδραματίσθηκαν εν αυτή κατά παρελθούσας εποχάς και αξιοθρήνητα και αιματηρά συμβεβηκότα": ο ηγούμενος της μονής Νείλος δολοφονήθηκε το 1821 στον Κέδρο (επιστρέφοντας από το Βαθύ) από τον μοναχό Νικόδημο Κονταξή, ως υποστηρικτής "δήθεν" τής φατρίας των Καλικατζάρων. Συγγενείς δε του δράστη επέδραμαν στη Μονή κι επιδόθηκαν σε αρπαγές.
"Οι Κοτσαμπάσηδες και όσοι παρασιτούσαν γύρω από τόν Αγά αποτέλεσαν τήν κυρίαρχη τάξη... οργανώθηκαν στο κόμμα τών "Καλλικατζάρων"(σύμμαχο κόμμα τής τουρκικής εξουσίας).. ενάντια στο κόμμα τών "Καρμανιόλων" που συγκέντρωσε μετά το ξέσπασμα τής γαλλικής επανάστασης το 1789, τον εξαθλιωμένο αγροτικό πληθυσμό και τούς εμποροκαπετανέους, κόμμα επαναστατικό, λαϊκό, φιλελεύθερο, δημοκρατικό που το 1821 οδήγησε τον λαό τής Σάμου στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα"(11).
΄Ενα άλλο συμβάν διαδραματίστηκε τον Σεπτέμβρη του 1850 όταν οκτώ άτομα απήγαγαν από τη Μονή και εφόνευσαν τον ηγούμενο Δανιήλ, με την δικαιολογία ότι συνηγορούσε υπέρ τού τυραννικού Ηγεμόνα Βογορίδη και ενεργούσε ως καταδότης. Τον οδήγησαν στο χωριό Μανωλάτες , τον βασάνισαν και τον έθαψαν ζωντανό στο κτήμα κάποιου Φακλάνου (στον μικρό συνοικισμό τών Σκοπελιτών). Μετά τρες μήνες οι μοναχοί το ανακάλυψαν και μετέφεραν το σώμα του στο κοιμητήριο τής Μονής (12).
(η) Πανοραμική έποψη τής Μονής από Β.Α. κατά τις εργασίες αποκατάστασης μετά την πυρκαγιά τού 2000 |
Στη Μονή Βροντά υπήρχε o πρώτος, πολυσέλιδος κώδικας με πράξεις Ηγουμένων και κάποια ιστορικά σημειώματα ,ο οποίος δυστυχώς κάηκε από απροσεξία. Σήμερα στη Βιβλιοθήκη τής Ι. Μητροπόλεως Σάμου-Ικαρίας βρίσκονται δύο μεταγενέστεροι κώδικες, εκ των οποίων ο ένας είναι εκείνος που κρατούσε στα χέρια του ο Επίσκοπος Ακάκιος όταν δολοφονήθηκε στα 1780 (βλ.παρακάτω). Η Μονή διαθέτει μικρή Βιβλιοθήκη με βιβλία εκδόσεων από το 1676. Τα περισσότερα βιβλία και χειρόγραφα αυτής βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη τής Ι.Μητροπόλεως. Δύο Ιερά Ευαγγέλια τού 1737 και τού 1898 υπήρχαν, κατά την εποχή τουλάχιστον τού Ι.Σιδηροκάστρου, στη Μονή. Το πρώτο με την επιγραφή: "Αύτη η βίβλος πέφυκε καμού Ιακώβου Καθηγουμένου τής Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής τού Βροντά...", και το δεύτερο με την αφιέρωση: "Το παρόν επάργυρον Ιερόν Ευαγγέλιον αφιερώθη παρά τού Αριστείδου Σ.Φώλα τήν 30 Ιανουαρίου 1898"(13).
Όπως και τα άλλα μοναστήρια, η Μονή Βροντά διέθετε μεγάλες εκτάσεις κτημάτων από τα οποία προέρχονταν τα περισσότερα έσοδά της. Την κτηματική αυτή περιουσία απέκτησε από αφιερώσεις, κυρίως στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας(14) και από εικονικές πωλήσεις των περιουσιών των χριστιανών στο Μοναστήρι, προκειμένου να μη κατασχεθούν αυτές από τον Βοεβόδα. Οι κατασχέσεις γίνονταν σε αποθανόντες άκληρους γονείς, ενώ αν δεν υπήρχαν αρσενικά παιδιά οι αγροί τού πατέρα περιέρχονταν στον Βοεβόδα, ενώ στις θυγατέρες έμεναν οι κήποι, οι ελαιώνες κι οι αμπελώνες. Τής μητέρας δε η περιουσία περιέρχονταν ολόκληρη στον Βοεβόδα. Το 1810 ο Σουλτάνος Μαχμούτ με γενικό διάταγμα σταμάτησε τις εικονικές αυτές πωλήσεις προς τις Μονές. Το διάταγμα εφαρμόστηκε και στη Σάμο επί Βοεβόδα Απτουραχμάν αγά. Οι ηγούμενοι όμως των Μονών έστειλαν επιτροπή στην Κωνσταντινούπολη, εδωροδόκησαν την Πύλη και με τη συνδρομή και τού Πατριάρχη πέτυχαν να εκδοθεί νέο διάταγμα το 1818, το οποίο ακύρωνε το προηγούμενο(15).
Σε κώδικα τού 1741 με ΑΡ. 90 τής Ι.Μ.Σάμου (16) περιγράφονται αναλυτικά οι εκτάσεις γύρω από τα καθιδρύματα τής Μονής. Εδώ θα αναφέρουμε αποκλειστικά τη μεγάλη έκταση γύρω από το Μοναστήρι με τα σύνορά της: "ράχη Στήνη σύνορον, Εκκλησίτζαν ράχη σύνορον, Ασβεστοκάμινον σύνορον, Κριθαράκια σύνορον, Τουρπά το ρεύμα σύνορον, Άσπρα Χώματα σύνορον, τού Λαζάρου τήν βρύση σύνορον, τού Λαζάρου το καστρότοιχον σύνορον, Κρυφονέρι σύνορον, Σύρτη Μυτιληνούς σύνορον, Καβέσου σύνορον, Ανωγάκι ταίς τού Στεφάνη και τάς δύο πάρες είς τού Καρβουνιτορέμα". Στον ίδιο κώδικα "μνημονεύεται μια σπάνια για τα χρονικά της μονής πώληση περιουσιακών στοιχείων, που απηχεί τη δεινή οικονομική θέση της αδελφότητας αμέσως μετά την λήξη του αγώνα της ανεξαρτησίας και την επιβολή του Ηγεμονικού Καθεστώτος στο νησί. Παρόμοιες διακυμάνσεις στα έσοδα και στα έξοδα αυτή την περίοδο είναι ανάλογες και για τις υπόλοιπες μονές της Σάμου..."(17).
Από μια
σειρά Χαρτώων Κωδίκων Moνών που απαρριθμεί στο βιβλίο του ο Ι.Σιδηροκάστρου (18) και βρίσκονται κι αυτές στη Βιβλιοθήκη τής Ι. Μ. Σάμου παραθέτουμε τούς παρακάτω δύο κώδικες κτηματικών εγγράφων: Ο πρώτος με χρονολογία αφκζ΄ (δηλαδη. 1527;;) και ο δεύτερος τού 1746:
1."Κώδιξ Χ(αρτώος): κτηματικά έγγραφα τής Μονής Παναγίας Βροντά (αρχαιοτέρα μνεία: Δεκεμβρίου θ΄ έτους αφκζ΄ (δλδ. 1527;;). 0,32Χ0,14. Προέλευσις: Παναγία Βροντά". / 2. Κώδιξ Χ.: κτηματικά έγγραφα τής Μονής Παναγίας Βροντά (φ.3) "κατά τό αψμξ΄ (1746) έτος...σεβασμιωτάτου πατρός ημών Σεραφείμ ιερομονάχου τού καί νέου αναφανέντος κτήτορος..." Τελευταία μνεία: 1905. 0,31Χ0,20 Προέλευσις: Παναγία Βροντά". (Ο Ι.Σιδηροκάστρου περιλαμβάνει στο βιβλίο του και διάφορα άλλα έγγραφα τής Μονής και των καθιδρυμάτων της -αφιερωματικά κ,ά., καθώς και τούς καταλόγους των Ηγουμένων από ιδρύσεως τής Μονής μέχρι το 1958, όπως και των Μετοχίων και εκκλησιδίων της με διάφορα χρήσιμα στοιχεία και σχόλια).
Περί το 1880 ο Επ. Σταματιάδης μας δίνει συγκεκριμένα στοιχεία για την κτηματική περιουσία τής Μονής. Διέθετε τότε ένα σύνολο 104 κτημάτων (876 στρεμμάτων) από τα οποία τα περισσότερα ήταν αμπελώνες (752 στρέμματα). Από αυτά εκμίσθωνε 53 κτήματα (544 στρεμμάτων), ενώ 51 κτήματα (332 στρεμμάτων) ήταν προς διάθεσιν. Επιπλέον των κτημάτων αυτών, είχε στην κατοχή της 2.252 δέντρα, ήτοι: 913 ελαιόδεντρα, 505 χαρουπόδεντρα και 834 διάφορα οπωροφόρα δέντρα.
(θ)2019-Το παρεκκλήσι στην Β.Δ περιοχή, εξωτερικά τής Μονής |
Στο Συγγίλιο τού 1694 τού Ιερεμίου (του οποίου γίνεται η αναφορά 50 χρόνια μετά τη σύνταξή του, στο Συγγίλιο τού 1745) καταγράφονται τα εκκλησιαστικά ενιδρύματα, τα εξαρτώμενα στη μονή: "είς τό Κροκάρι, καλούμενον δε ήδη τού Βροντά, εν τοίς φθάσασι χρόνοις κατεδαφισθέν καί αφανισθέν, άμα τή είς έπειτα ανεγέρσει εκ βάθρων και θεμελίων καί ανοικοδομή αυτού ετιμήθη σταυροπηγιακή αξία...κατά καιρούς αυτώ προσηλώθησαν και προσεκτήθησαν μονύδριά τινα και εκκλησίδια και μετόχια, άτινα εισι ταύτα." , 25 στον αριθμό, τα οποία και περιγράφει.
Το Συγγίλιο τού 1737 τού Νεοφύτου ΣΤ΄ σχετίζεται με την προσφυγή των πατέρων τής Μονής προς τον Πατριάρχη Νεόφυτο, προκειμένου να συνδράμει αυτός οικονομικά για την εξόφληση τού εναπομείναντος χρέους των 400 γροσίων (σε σύνολο εξόδων 1.000 γροσίων) τής Μονής, που προέκυψε από εργασίες στο "υπό τής πολυκαιρίας σαθρωθέν καί παλαιωθέν καί επισκευής δεόμενον" Μοναστήρι. Ο Νεόφυτος κάνει έκκληση για οικονομική συνδρομή προς τον Ηγούμενο Σεραφείμ (1732-1747), στους κληρικούς και λαϊκούς της Κωνσταντινουπόλεως "κληρικούς, ιερομόναχους, άρχοντες και επίτροπους εκκλησιών, χρήσιμους πραγματευτές και καραβοκύριους, μαγίστορες και πρωτομαγίστορες τών ρουφετίων και λοιπούς απαξάπαντες ευλογημένους χριστιανούς". Από το Συγγίλιο συνεπώς` αυτό, μαθαίνουμε ότι πριν το 1737 ο Ηγούμενος Σεραφείμ "περιέστειλε το μοναστήρι κατά το δυνατόν, και την περιοχή αυτού και μερικά κελλιά, και άλλα αναγκαία εκ βάθρων και θεμελίων ανήγειρε και ανοικωδόμησε".
Στο Συγγίλιο τού 1745 τού Κυρίλλου Ε΄ δίνεται έμφαση από τον Πατριάρχη Κύριλλο στην αναγκαιότητα διαφύλαξης των εκκλησιαστικών εγγράφων από τούς πατέρες των Μονών, εξ αφορμής ότι τού προσκομίσθηκε και εμφανίστηκε το Συγγίλιο τού 1694 όπου καταγράφονταν τα μονύδρια, εκκλησίδια και μετόχια, τα εξαρτώμενα στη Μονή Βροντά. Ο Κύριλλος επικυρώνει το προηγούμενο τού 1694 και συμπληρώνει τον κατάλογο με νέα αφιερωθέντα στην Μ.Βροντά: "...μετόχιον τού αγίου Κωνσταντίνου εν τοποθεσία Κώστα, άντικρυ τούτου εξωκκλήσιον τού αγίου Ιωάννου τού Θεολόγου και έτερον τού αγίου Νικολάου, ο εν "Ποτάμι" ναός τής αγίας Παρασκευής και τού αγίου Παντελεήμονος, εις τήν αυτήν τοποθεσίαν τού αγίου Σάββα, εν ταίς Ρεματιαίς τού αγίου Γεωργίου, έτι εις τού Σταυρινού τού Αγίου Γεωργίου, μετόχιον τής αγίας Ματρώνης εις τό Παλαιοχώρι, άντικρυ τούτου εξωκκλήσιον τών αγίων Αποστόλων καί έτι τού αγίου Γεωργίου υποκάτωθι τού Πινακά, τού αγίου Ιωάννου τού Προδρόμου, τής Παναγίας εις τά Αυλάκια, τού αγίου Γεωργίου εις τήν τοποθεσίαν τού Μάρκου, τής Παναγίας εις τον Καστανόλογγον, τού αγίου Αθανασίου εις τό Κροκάρι, τού αγίου Ιωάννου τού Προδρόμου εις τό επάνωθι μέρος τού μοναστηριακού μύλου, τού αγίου Γεωργίου εις τό Γεωργάκι τά καλύβια επάνωθι τών μύλων, τού αγίου Δημητρίου εις τού Βενετζάνου, τού αγίου Γεωργίου εις τού Ιωάννου, τής Παναγίας εις τού Καλαθή, τού αγίου Κωνσταντίνου εις ταίς Βίγλαις τήν καμάραν, μετόχιον έτερον εις τό βαθύ, τής αγίας Τριάδος ναός εις τήν Βλαμαρήν και τής Παναγίας τής Ζωοδόχου Πηγής εις τόν Κότζικα". (Απαριθμούνται και πάλι 25 μονύδρια, εκκλησάκια και μετόχια).
Στο Συγγίλιο τού τού Κυρίλλου Ε΄ τού 1753 γίνεται έκκληση για οικονομική βοήθεια προκειμένου να συγκεντρωθεί το ποσό των 500 γροσίων, για το "σταυροπηγιακόν μοναστήριον...επικαλούμενον τού Βροντά, όπερ ως έγνωμεν και εβεβαιώθημεν, ταίς τού καιρού ανωμαλίαις και περιστάσεσιν είς εσχάτην ένδειαν κατήντησε καί είς χρέος βαρύτατον περιέπεσεν γροσίων πεντακοσίων, ού μήν αλλά καί τών πέριξ αυτού τοίχων κατακρημνισθέντων, καί μή δυνάμενοι...πληρώσαι το ειρημένον χρέος..". Σαράντα χρόνια περίπου μετά τις οικοδομικές εργασίες τού 1737, η Μονή είχε να αντιμετωπίσει όχι μόνον το βαρύτατο χρέος των 500 γροσίων που αδυνατούσε να πληρώσει, αλλά και σοβαρές φθορές στο περιτοίχισμά της, (γεγονός που θα έβαζε σε κίνδυνο την ασφάλειά της). Κάποιες περιστάσεις αλλά και φυσικές καταστροφές την είχαν φέρει σε μεγάλη ένδεια.
Στο Συγγίλιο τού 1777 τού Σωφρονίου εξετάζεται η διένεξη που προέκυψε μεταξύ τού Αρχιεπισκόπου Ακακίου και των κατοίκων των Βουρλιωτών αφ΄ενός, και των πατέρων τής Μονής Βροντά αφ΄ετέρου, σχετικά με το Μετόχι τού Αγίου Ιωάννου Θεολόγου (ενοριακός ναός) στο χωριό Βουρλιώτες: "η εκκλησία τού αγίου Ιωάννου τού Θεολόγου...διτάς υπείληφε τάς μορφάς, ενοριακής εξουσίας μέρος γενομένη τό πρότερον, είτα δε σταυροπηγιακή αξία τιμηθείσα καί προσηλωθείσα τώ αυτόθι...μοναστηρίω...τού Βροντά καλουμένου, περί ής διένεξις συνέβη μεταξύ τού...αρχιεπισκόπου...κύρ Ακακίου και τών..πατέρων τού αυτού μοναστηρίου, αντιποιουμένων εκατέρων τών μερών τής εκκλησίας ταύτης". Ο Αρχιεπίσκοπος Ακάκιος, με επιστολή του που προηγήθηκε προς το Πατριαρχείο, δήλωνε ότι αποποιείται τής κατοχής του επ΄αυτής τής εκκλησίας, κι ότι προέβη σε συμφωνίες με τους πατέρες τής Μονής: "η αυτή εκκλησία, ερείπιον ούσα, ανεκτίσθη και ανωκοδομήθη δια δαπάνης και εξόδων τού αυτού μοναστηρίου, χαρισθή πάλιν αυτώ" ως ιδιοκτησία του. Ζητούσε δε να συνεχίσουν οι εφημερεύοντες καλόγηροι και ιερομόναχοι τού ναού, να τού αποδίδουν τα δικαιώματα που απολάμβανε πρότερον από τούς εφημερεύοντες κοσμικούς ιερείς τού ναού. Ο Σωφρόνιος επικύρωσε τις αποφάσεις αυτές, ώστε ο ναός να περιέλθει - με όλα τα κτήματα και τα αφιερώματα που διαθέτει, αλλά και με όσα άλλα θα αποκτούσε στο μέλλον - στην ιδιοκτησία τής Μονής και των πατέρων που ξόδεψαν χρήματα ("άσπρα") για την ανακαίνισή του, και οι οποίοι θα νέμονται και θα καρπούνται ανεμπόδιστα εφεξής τα προκύπτοντα εισοδήματα και δικαιώματα, εγκρίνοντας συνάμα και τις απαιτήσεις τού Ακακίου.
Τι ακριβώς συνέβη; Το μετόχι αυτό γκρεμίστηκε παλαιότερα (σχετίζεται άραγε με τον μοναδικό ναό των Βουρλιωτών που αναφέρει ο Γεωργειρήνης το 1666;). Μερικοί
από τούς κατοίκους των Βουρλιωτών αφαίρεσαν απ΄αυτό διάφορα αντικείμενα. Οι Πατέρες ανέφεραν την πράξη στο Πατριαρχείο
,το οποίο απέστειλε την εγκύκλιο τού Μαϊου 1776 με την οποία ο
Πατριάρχης Σωφρόνιος ζητούσε την επιστροφή των κλοπιμαίων ειδάλως "τάς
αράς πάντων τών απ΄ αιώνος Οσίων και Θεοφόρων τής Εκκλησίας Αγίων Πατέρων έως
ού ποιήσωσιν ώς λέγομεν". Οι κάτοικοι φοβούμενοι "τάς αράς" έσπευσαν να
υπογράψουν (όσοι υπέγραψαν) ότι δεν αφαίρεσαν αντικείμενα, όπως επιβεβαιώνεται από άλλο ημικατεστραμμένο έγγραφο
που βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη τής Ι.Μητροπόλεως. Το επόμενο έτος (1777) ο ερειπωμένος ναός
επισκευάστηκε από τους Πατέρες τής Μονής και τότε ο Αρχιερέας Σάμου Ακάκιος ηρθε σε συμφωνία με τον Ηγούμενο Ιάκωβο και τούς Πατέρες να περιέλθει τελικά η
εκκλησία στη Μονή με το συμφωνητικό - υποσχετικό γράμμα τού Σεπτεμβρίου
1777: ..."θείω ζήλω κινούμενος, καί τής ειρήνης αυτοποιούμενος απέστη
τής διακατοχής αυτής, και εχαρίσατο αυτήν τώ Ιερώ ημών μοναστηρίω..." (21)
Όσον αφορά στον Αρχιεπίσκοπο Ακάκιο (χειροτονηθείς το 1777) δολοφονήθηκε - σύμφωνα με τον Εμμ. Κρητικίδη- στις 16 Αυγούστου 1780, από τον Τούρκο Καζδή Μεϊμέτ που πληρώθηκε για την πράξη αυτή από τον μοναχό Ιωακείμ Μανουλούκο. Η δολοφονία του έγινε στο σπίτι του Χριστόδουλου Παπαχατζή, στο χωριό Βουρλιώτες, όπου ο Ακάκιος έμεινε εκεί σε κάποια περιοδεία του, ή κατ’ άλλους σε κελλί τού μοναστηριού όπου διανυκτέρευσε, έχοντας στα χέρια του τον κώδικα τής Μονής. Ο κώδικας βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Ι.Μ. Σάμου. Προσθέτει μάλιστα ο Μητροπολίτης Σιδηροκάστρου: "Διακρίνονται αμυδρώς λόγω τής πολυκαιρίας εις τό κάλυμμά του αι κηλίδες τού αίματος».
Το Συγγίλιο τού Γρηγορίου Ε΄ τού 1797 είναι ανανεωτικό κι επικυρώνει τα προηγούμενα Συγγίλια των άλλων Πατριαρχών. Επαναλαμβάνονται σ΄αυτό τα μετόχια και εξωκκλησίδια και παρατίθενται επιπλέον 10 κανονισμοί, τούς οποίους οφείλουν να τηρούν και να εφαρμόζουν οι μοναχοί. Φυλάσσεται στη Βιβλιοθήκη τής Μητροπόλεως. Εκεί υπάρχει και επιστολή τής 22 Αυγούστου 1868 τού Ηγεμόνα τής Σάμου Παύλου Μουσούρου προς τον Ηγούμενο τής Μ. Βροντά, από τον οποίο ζητούσε "ευανάγνωστον και ορθώς γεγραμμένον" αντίγραφο τού Συγγιλίου τού "Γρηγορίου τού Ε΄ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως τού απαγχονισθέντος, εκδιδομένον εν έτει σωτηρίω 1797".
Το Συγγίλιο τού Κυρίλλου ΣΤ΄ τού 1817 απευθύνεται στον τότε Αρχιεπίσκοπο Σάμου Κύριλλον Αγραφιώτην, στους κληρικούς και εν γένει στους χριστιανούς, με αφορμή τις ζημιές που υφίστατο η μονή λόγω καταπατήσεων, αρπαγής καθώς και χρήσης κτημάτων της χωρίς την άδεια και γνώμη των πατέρων. Ζητά λοιπόν από τον Αγραφιώτη "καταργήσαι τάς τοιαύτας κακοηθείας και αταξίας...και επιτάττομεν, όπως από τούδε και είς τό εξής νά μή τολμήσει τινάς ή νά οικοιοποιηθεί καί διόλου κατακρατήση μοναστηριακόν τι κτήμα, ή αμπέλιον ή χωράφιον, ή άλλο τι όλον δηλονότι ή μέρος αυτού..." και από όσους κατέχουν περιουσιακά τής Μονής να τα επιστρέψουν, ειδάλως "αφορισμένοι υπάρχουσι παρά Θεού κυρίου-Παντοκράτορος..."
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑΚΟΥ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΟΣ
Αν συγκρίνουμε με την σημερινή όψη τής Μονής, θα διαπιστώσουμε από κάποιες λεπτομέρειες την εγκυρότητα τής σχεδίασης αυτής:
Ως προς το καθολικό έγινε προσπάθεια να αποδοθεί σχεδιαστικά ακόμα και η λοξή τοποθέτησή του μέσα στην αυλή τής Μονής. Η είσοδος τής εκκλησίας στα δυτικά, ο οκτάεδρος τρούλος με τις φωτοθυρίδες ανά δεύτερη έδρα, το παράθυρο στο κέντρο τού βορείου τοίχου τού ναού αποτυπώθηκαν με ακρίβεια. Πρόκειται για τον πρώτο μικρότερο ναό τής Μονής που κτίστηκε στα 1593 (πάνω στα θεμέλια άλλου προ τού 1476) και πριν τις προσθήκες (κατ΄αρχάς τής λιτής όπου προστέθηκε και δεύτερος τρούλος ,και στη συνέχεια τού εξωνάρθηκα). Στο σχέδιο που εξετάζουμε διακρίνεται και το παλιό κωδωνοστάσιο στην δυτική όψη τού ναού και αριστερά τής εισόδου. Ο ναός είχε δίρριχτες στέγες σε όλες τις πλευρές του, επικαλυμμένες από σχιστόπλακες, που μεταβλήθηκαν σε μονόρριχτες προφανώς όταν προστέθηκε η Λιτή.
Ως προς το κτιριακό συγκρότημα, με την φρουριακή του μορφή και τα λίγα προς τα έξω ανοίγματα (στις δύο τουλάχιστον πλευρές), σχηματίζει ένα αυστηρό τετράπλευρο σχήμα. Τα κελλιά ήταν τοποθετημένα περιμετρικά καθ΄όλο το μήκος των τεσσάρων πτερύγων (εκτός ενός σημείου στα δυτικά) και στεγασμένα με νησιωτικά δώματα (ταράτσες)- τυπου που επικρατουσε και σε όλο το νησί εκείνη την εποχή. Η Μονή στην αρχική της μορφή ακολούθησε τη λαϊκή νησιωτική οικοδομική παράδοση. Αυτό παρατηρείται και σε άλλη απεικόνιση τού 1730 επίσης, τού ιδίου σκιτσογράφου, τής Μονής Αγίας Ζώνης (1696) στη Βλαμαρή. Παρατηρούμε και την ομοιότητα των δύο Καθολικών.
(κ) Μονή Αγίας Ζώνης στη Βλαμαρή |
Ωστόσο, δεν είναι εύκολο να εξακριβώσουμε με αξιοπιστία τις διαφορετικές οικοδομικές φάσεις. Κατά την πάροδο των αιώνων έγιναν προσθήκες, μεταβολές και εξωραϊσμοί που προσδώσανε τελικά στο συγκρότημα τη σημερινή του μορφή. Ωστόσο από τις πηγές βεβαιωνόμαστε ότι μέσα τουλάχιστον στον 18ο/19ο αιώνα (1737/1753/1769/1776/1812) έγιναν σημαντικές εργασίες, για κάποιες από τις οποίες απαιτήθηκαν έρανοι με τη βοήθεια τού Πατριαρχείου. Οι εργασίες δε περί το 1737, πιστεύουμε ότι ήταν οι πλέον καθοριστικές όσον αφορά στην κτιριακή διαμόρφωση τής Μονής και στο μέγεθός της.
(λ) Ν.Α.τής Μονής- το παρεκκλήσι στον α΄όροφο, κατά τις αναστηλώσεις. |
(ξ) Η Μονή σε παλαιότερους χρόνους |
Το 1957 έχουμε μια ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική αποτύπωση τής Μονής Βροντά με τη συνεργασία των Αρχιτεκτόνων Κ. Παπαϊωάννου και Π. Βασιλάκη που δημοσιεύτηκε από τον πρώτο κι έγινε γνωστή πολύ αργότερα, σε βιβλίο τού 1997. Η περιγραφή του καθώς και οι φωτογραφίες τής εποχής είναι πολύτιμα ντοκουμέντα, για την εικόνα τής Μονής στα μισά τού 20ου αιώνα (23).
Είναι ένα αρκετό μεγάλο κι επιβλητικό συγκρότημα που ακολουθεί πιστά τον ορθόδοξο μοναστηριακό τύπο. Τα κτίρια διατάσσονται γραμμικά με στοές μπροστά τους, σχηματίζοντας ένα περίκλειστο γεωμετρικό σχήμα γύρω από μια εσωτερική αυλή προς την οποία στρέφονται, και στο μέσο τής οποίας τοποθετείται το καθολικό. Το συγκρότημα καλύπτει μια συνολική επιφάνεια κατά τους ανω μελετητές 2.130 τ.μ. περίπου, από την οποία 775 τ.μ. περίπου καταλαμβάνει η εσωτερική αυλή με το Καθολικό. Οι περιμετρικές πτέρυγες είναι διώροφες και μόνο η δυτική - προς την ανωφέρεια - τριώροφη. Τα μήκη τους κυμαίνονται από 42μ.μ. ως 50μ.μ.
Αποτ.Κ.Παπαϊωάννου- Π.Βασιλάκη- ΚΑΤΟΨΗ ΙΣΟΓΕΙΟΥ |
|
Αποτ. Κ.Παπαϊωάννου- Π.Βασιλάκη-ΚΑΤΟΨΗ Β΄ΟΡΟΦΟΥ |
Αποτύπωση Κ.Παπαϊωάννου-- Π.Βασιλάκη- ΤΟΜΕΣ |
Οι χώροι τού ισογείου και οι στοές τους εξαιρουμένης τής βόρειας πτέρυγας είναι καμαροσκέπαστοι. Χρησιμοποιούνται σαν αποθήκες, για τη σταύλιση ζώων, μαγειρεία, φούρνοι κ.λ.π. ενώ στη δυτική, το μεγαλύτερο τμήμα τής στοάς έχει κλειστεί και διαιρεθεί σε μικρά δωμάτια. Στον όροφο, είναι καμαροσκέπαστοι οι κλειστοί χώροι τής νότιας και ανατολικής πτέρυγας. Οι υπόλοιποι των δύο άλλων πτερύγων, καθώς και κι αυτοί τού β΄ορόφου , είναι ξυλόστεγοι. Οι όψεις των στοών προς την αυλή είναι διαμορφωμένες σαν τοξοστοιχίες, εκτός από εκείνες στις τελευταίες στάθμες τής ανατολικής και δυτικής πτέρυγας και σε τμήμα τής βορινής που αποτελούνται από ξυλοκατασκευή.
(0) 1957- Ισόγεια πτέρυγα με τοξοστοιχίες |
(π)1957- Β.Πτέρυγα δίπλα στην πύλη |
(ρ)1957- Δυτική πτέρυγα |
(υ)1957- Σκάλα προς τον όροφο |
(σ)1957- Δ.Πτέρυγα |
(τ)1957-Ν.πτέρυγα και παρεκκλήσι |
(φ)1957-Τυποποιημένο κελλί Ν.Πτέρυγας |
Ιδιαίτερα
επιμελημένη είναι η διπλή κεντρική πέτρινη σκάλα
που οδηγεί από την αυλή στα κελλιά τής νότιας πτέρυγας. Είναι από τα
καλύτερα δείγματα, μοναστηριακής αρχιτεκτονικής. Η κατασκευή της από
λοξές σχιστόπλακες είναι πολύ ιδιαίτερη και εντυπωσιακή. Οι άλλες σκάλες
προς τούς ορόφους βρίσκονται στα άκρα των στοών και μέσα σ΄αυτές.
(ω)1997-Λεπτομέρεια τής σκάλας |
(χ)1997- Η Νότια πτέρυγα και η σκάλα |
(ψ) 2018-Η ίδια όψη μετά την αποκατάσταση |
Το 1963 (έξη χρόνια μετά την αποτύπωση των Παπαϊωάννου και Βασιλάκη τού 1957) έχουμε την τοπογραφική αποτύπωση και περιγραφή τής Μονής, που πρώτη όμως δημοσιοποιήθηκε από τον Αρχιτέκτονα Ι.Κουμανούδη (25), καθώς κι ένα ελεύθερο σχέδιο τής νοτιοανατολικής όψης τού Μοναστηριού. |
1963- Τοπογραφικό Διάγραμμα Ι.Κουμανούδη |
1963-Ν.Α. έποψη - Ελεύθερο σχέδιο Ι.Κουμανούδη |
Την προσδιορίζει (βασισμένος κι ο ίδιος προφανώς στο λάθος τού Σταματιάδη) ως την
αρχαιοτέρα Μονή τής Σάμου με δεύτερη την Μεγάλη Παναγία των
πεντοσπιτίων. Κατά την παρακάτω περιγραφή και τις εκτιμήσεις του τού
1963 η όλη μορφή της, η διάταξη των κτιρίων και άλλες λεπτομέρειες
ακολουθούν τα πρότυπα και τις συνθετικές αρχές των Βυζαντινών Μονών. "Το ανατολικόν σύστημα τής απομονώσεως και η εις ηπιωτέραν μορφήν
φρουριακή διάπλασις τής εξωτερικής της όψεως είναι πάλιν εδώ τα κύρια
και χαρακτηριστικά γνωρίσματα". Το γενικό σχήμα τής Μονής είναι
τετράπλευρο, ελαφρώς σκαληνό, τα όρια τού οποίου μορφοποιούνται από τους
επιμήκεις, ανισοϋψείς όγκους των κελλιών και των υπολοίπων κυρίων ή
βοηθητικών χώρων. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι εξωτερικοί τοίχοι δεν
είναι συνεχείς και μονότονοι , αλλά διακόπτονται σε πολλά σημεία από
μικρές ή μεγάλες "οδοντώσεις". Στις δε γωνίες τού συγκροτήματος, οι όγκοι των πτερύγων προεξέχουν ή υποχωρούν τού καθαρού τετραγώνου
προσδίδοντας ένα ενδιαφέρον αισθητικό αποτέλεσμα "προσδίδουσα κλίμακα και συμπαθή μορφήν είς το έργον".
Το μοναστηριακό συγκρότημα καταλαμβάνει μια επιφάνεια 2.250 τ.μ. (διαφορετική καταμέτρηση απο την αποτύπωση του 1957), από τα οποία το ένα τρίτο (1/3) περίπου (ήτοι τα 780τ.μ.) αποτελεί την εσωτερική αυλή συμπεριλαμβανομένου και τού Καθολικού τής Μονής. Οι εξωτερικές διαστάσεις των πτερύγων ποικίλλουν: Βόρεια=42,80 μ., Νότια=44,20 μ., Ανατολική=50,00 μ., δυτική=52,30 μ., ενώ οι αντίστοιχες διαστάσεις εσωτερικά τής αυλής είναι αντίστοιχα 25,35μ., 27,10μ., 30,00μ. και 29,50μ..
Οι πτέρυγες είναι ανισοϋψείς αποτελούμενες από διώροφα ή τριώροφα τμήματα, κεραμοσκεπείς. Εσωτερικά, στην αυλή, μορφούνται από συνεχόμενες στοές από κτιστές ελαφρά οξυκόρυφες τοξοστοιχίες ή ξύλινα απλά υποστυλώματα. Το ισόγειο τμήμα καταλαμβάνουν οι σταύλοι, οι αποθήκες τροφίμων και υλικών και άλλοι βοηθητικοί χώροι, όπως π.χ. το μαγειρείο και ο φούρνος στην ανατολική πτέρυγα. Στη δυτική πλευρά αποφράχθηκαν οι τοξοστοιχίες τής στοάς και ο χώρος μεταβλήθηκε σε κελλιά· διατηρήθηκαν όμως οι πίσω αποθήκες.
(γ')2019- Ανάγλυφο ψηλά στην πύλη |
(α΄) Η πύλη το 1997 |
(β΄) 2019-Η πύλη μετά από εργασίες |
Η κεντρική είσοδος τής Μονής βρίσκεται στο μέσον τής βόρειας πτέρυγας, όπου σχηματίζεται διαβατικό με το δωμάτιο τού Πορτάρη στα δεξιά τού εισερχόμενου. Στην απέναντι νότια στοά και στο μέσον αυτής κτίστηκε σε σχήμα Πι, κατά τα βυζαντινά πρότυπα, η κεντρική σκάλα που οδηγεί στον όροφο.
(δ΄)1957- Η σκάλα Ν.πτέρυγας |
(ε΄)1957- Στοά στον όροφο |
Στον α΄όροφο βρίσκονται ευρύχωρα κελλιά με δυο παράθυρα και εστία (νότια πτέρυγα), καθώς και συνήθεις βοηθητικοί χώροι. Στο μέσον τής ανατολικής πτέρυγας είναι η Τράπεζα, στην Β.Α. γωνία το Ηγουμενείο, και στην Ν.Α. γωνία το παρεκκλήσι που κατέχει την υψηλότερη θέση απ΄όλους τούς όγκους τής Μονής. Ο β΄όροφος, με κελλιά επίσης, εκτείνεται μόνο στην δυτική πτέρυγα και είναι προσβάσιμος από το ισόγειο με ξύλινη σκάλα.
(ζ΄)Β. όψη-Μετά την αποκατάσταση |
Το καθολικό τής Μονής δεν διατάσσεται πανταχόθεν ελεύθερο μέσα στην αυλή, αλλά εισδύει κατά 0,70μ. στην τοξοστοιχία τής ανατολικής πτέρυγας. Ο άξονας τού ναού έχει και μια λοξή διάταξη. Είναι σπάνια περίπτωση ,αλλά αρχιτεκτονικά ενδιαφέρουσα. Στη δική μας Μοναστηριακή αρχιτεκτονική "μόνον κατ΄εξαίρεσιν το Καθολικόν προσκολλάται εις τάς περιμετρικάς κτηριακάς μάζας π.χ. Μονή Πρασούδας παρά το Τρίκερι, μονή Αγίου Νικολάου παρά το Ημεροβίγλιον τής Σαντορήνης κ.λ.π. αν και η λύσις αύτη είναι σύνηθες φαινόμενον εις τήν Δύσιν. Εν Ελλάδι τούτο γίνεται μόνο εις περιπτώσεις στενότητος χώρου ή ιδιαζούσης τινός γεωμορφολογικής διαπλάσεως"(26). Εκ πρώτης όψεως, συνεχίζει ο μελετητής, η λύση αυτή επί τού σχεδίου μας ξενίζει. Στην πραγματικότητα όμως δημιουργούνται άλλα αισθητικά αποτελέσματα. Η παρουσία τού Καθολικού λοξά διατεταγμένου ως προς το τετράπλευρο τής αυλής, η διαίρεση τού χώρου τής αυλής, αλλά και η οργανική σύνδεση των δύο μερών αυτής και η επίτευξη τέλος ενδιαφερουσών προοοπτικών φυγών προσδίδουν στην όλη σύνθεση όλα τα γνωρίσματα μιας επιτυχούς, από αρχιτεκτονικής πλευράς, λύσης.
(η΄) Ν.Α. όψη καθολικού μετά την αποκατάσταση |
Το Καθολικό απαρτίζεται από χώρους που κτίστηκαν σε διαφορετικές χρονικές περιόδους. Ο κυρίως ναός είναι το αρχαιότερο κατασκεύασμα (1593) και υπάγεται στον αρχιτεκτονικό τύπο των μονοκλίτων τρουλαίων Βασιλικών με τυφλά εσωτερικά αψιδώματα στις κατά μήκος πλευρές. Μπροστά στον μικρό ναό κατασκευάστηκε μεταγενέστερα τρουλαία Λιτή (μετά από το 1730), που λόγω στενότητας τού χώρου δεν έγινε ακριβώς τετράγωνη αλλά πιο συνεπτυγμένη. Ακολούθησε τη διάπλαση τού δικιόνιου ναού ενσωματώνοντας τους ανατολικούς πεσσούς τού τρούλου με τον δυτικό τοίχο τού κυρίως ναού. Αργότερα ακόμα προστέθηκε μπροστά στη Λιτή ανοικτός εξωνάρθηκας και προς νότον μικρό καμαροσκεπές παρεκκλήσι (επικοινωνεί αποκλειστικά με τη Λιτή) με δίκογχο εσωτερικά Ιερό. Μια τέτοια ιδιότυπη διάπλαση τού ανατολικού τμήματος τού παρεκκλησίου προκύπτει ασφαλώς από την στενότητα τού χώρου. Το Ιερό εξωτερικά δεν προεξέχει τού κυρίου σώματος τού παρεκκλησίου. Τέλος, ότι ο τρούλος τής Λιτής δεν φέρει φωτοθυρίδες, παρά έναν καλαίσθητο διάκοσμο από τυφλά, αβαθή αψιδώματα, (σε αντίθεση με τον τρούλο τού κυρίως ναού και τού παρεκκλησίου τής Μεταμορφώσεως τού α΄ορόφου).
(κ΄) Η είσοδος στη Λιτή σήμερα |
(θ΄)Ν.Δ. έποψη ναού προ αποκατάστασης |
(ι΄)Β.Δ.έποψη ναού προ αποκατάστασης |
Αποτύπωση 1957-Κ.Παπαϊωάννου-Π.Βασιλάκη |
Αποτύπωση 1957-Κ.Παπαϊωάννου-Π.Βασιλάκη |
Η κατασκευή τού αρχικού ναού συμπίπτει με την κατασκευή τής Μονής στα 1593. Έχει διαστάσεις (σύμφωνα με την αποτύπωση τού 1957) 4,95Χ9,40μ. και ύψος 5,40μ. έως την κορυφή τού θόλου. Φέρει (εσωτερικά) τυφλά αψιδώματα στις κατά μήκος πλευρές του. Ο ναός ήταν στεγασμένος με σχιστόπλακες. Σήμερα επικαλύπτεται από δικλινείς κεραμωτές στέγες, ανισοϋψείς. Το Ιερό εσωτερικά είναι ημικυκλικό και εξωτερικά ημιεξαγωνικό. Στην μαρμάρινη πλάκα τής Αγίας Τράπεζας υπάρχει επιγραφή: "1703/ Παναγία τού Βροντά/..... ... .......Βασιλείου/..... ... ..."(27).
(λ΄) Φ. 1997 - Η επιγραφή τού μαρμαρογλυφέα Μιχαήλ τού 1776 |
"ΕΝΝΕΑ ΜΑΡΤΙΟΥ 1776 ΕΔΟΥΛΕΨΕ ΤΟ ΜΑΡΜΑΡΟΝ ΜΙΧΑΗΛ...ΕΚΤΙΣΘΗΚΕ ΚΑΙ ΣΤΑΘΗΚΕ ΠΑΝΟΥ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΟ(Υ) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΣΤΟΛΙΣΘΗΚΕ ΣΥΝΔΡΟΜΑΣ ΤΩΝ ΕΞΟΔΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΑΟΥ ΤΩΝ(;) ΚΤΗΤΟΡΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ ΒΡΟΝΤΑ ΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑΣ ΚΥΡ ΙΑΚΩΒΟΥ ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ" (28)
Κατά το β΄μισό τού 18ου αιώνα, πρωτοστατούντων τών
ιερομονάχων τής Βροντιανής και ιδιαίτερα τού Ηγουμένου Ιακώβου, διαπιστώνουμε μιά τάση
εξωραϊσμού όχι μόνον τής Μονής, αλλά και άλλων εξαρτημένων σ΄αυτή ενιδρυμάτων τής
ευρύτερης περιοχής με τη συμμετοχή των δύο καλλιτεχνών:
(μ) Σχεδιαστική απόδοση τού ρόδακα |
(ξ΄) 1997- Ο ρόδακας τού Μιχαήλ στο ιερό Βήμα τής Αγ. Πελαγίας |
(ο΄)1997- Η επιγραφή τού Γ. Κωνσταντή Περή τού 1779 |
"ΑΝΙΣΤΟΡΗΘΗ
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΑΟΣ ΒΟΥΛΗΣ ΚΑΙ ΑΡΧΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΥΠΕΡ ΤΟΝ ΔΟΥΛΟΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ
ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΧΙΛΙΟΥΣ ΕΠΤΑΚΟΣΙΑ (ΕΒ)ΔΟΜΗΝΤΑ ΕΝΝΕΑ ΕΝ ΜΗΝΙ
ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 19 ΥΠΟ ΧΕΙΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΗ ΠΕΡΗ" (30)
Το πέρασμα δυστυχώς της πυρκαγιάς τού 2000 από την Μονή ήταν ολέθριο, καθώς πολλές τοιχογραφίες, το ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο και μεγάλη συλλογή από ιερά σκεύη χάθηκαν στις φλόγες. Από τις τοιχογραφίες τού 1776 τού καθολικού τής Μονής, σήμερα ελάχιστες σώζονται μέσα στο ιερό Βήμα και σε δύο, από τα τόξα του τρούλου.
(π΄) 1997 -Απεικονίσεις στο ιερό Βήμα |
"Στην κόγχη εικονίζεται η πλατυτέρα. Κάτωθεν αυτής παριστάνεται η θεία Λειτουργία. Οι Απόστολοι εν κατανύξει προσέρχονται να κοινωνήσουν από τόμ Μέγαν Αρχιερέα, τόν Χριστόν. Είς τήν αμέσως κατωτέραν ζώνην απεκαλύφθησαν..., είς τήν νοτίαν πλευράν, οί Άγιοι Γρηγόριος, Βασίλειος και Κύριλλος. Άνωθεν, είς τό εντός τού ιερού Βήματος τύμπανον, εικονίζεται ο Αναληφθείς Κύριος, και κάτωθεν τής Αναλήψεως, προς βορράν μεν η Παναγία με τούς Αποστόλους ατενίζοντες τόν αναλαμβανόμενον εις τούς Ουρανούς Κύριον, πρός νότον δε παριστάνεται ή Γέννησης τού Κυρίου και ή Υπαπαντή"(31).
Το τέμπλο είναι καλής τέχνης ξυλόγλυπτο, επιχρυσωμένο και διακοσμημένο με πολλές παραστάσεις από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, όπως η θυσία τού Αβραάμ κ.ά.. Στην στεφάνη τής Ωραίας Πύλης παριστάνονται οι τέσσερις Ευαγγελιστές και στο μέσον επάνω η Αγία Τριάς.
(ρ΄) 1997- Το τέμπλο τού καθολικού |
(τ΄) Εσωτερικό τού ναού |
(σ΄) 1997- Λεπτομέρεια |
Οι φορητές εικόνες τού τέμπλου (σύμφωνα με τον Ι.Σιδηροκάστρου) είναι τού 18ου και 19ου αιώνα. Φέρουν επιγραφές τού μεν Χριστού: "Έργον Πολυδώρου Σμυρναίου 1883", τής δε Παναγίας (το Γενέθλιον) η οποία είναι επαργυρωμένη: "Εικών διά χρυσίου εκκαλωπίσθη διά χειρός Ιακώβου Καθηγουμένου τού και Κατερίνη εν έτει 1777".
(υ΄) 1997- Λεπτομέρεια τού δαπέδου |
To
κωδωνοστάσιο κτίστηκε το 1812. Βρίσκεται στην βόρεια πτέρυγα τής Μονής, πάνω από το οξυκόρυφο δοξάτο της πύλης
εισόδου, στην εσωτερική μεριά αυτής. Φέρει ωραία μαρμάρινη πλάκα με
τον δικέφαλο αετό και δύο όφεις με δύο
κεφαλές ο καθένας και με επιγραφή: "Εν έτει αωιβ΄ τό παρόν
καμπαναρίον οικοδομήθη διά συνδρομής τού πανοσιωτάτου αγίου καθηγουμένου εκ τής
αυτής Μονής τού Κυρίου Κυρίου Γαβριήλ Προσκυνητού 20 Ιουλίου 1812". |
|
|
|
|
|
Το κωδωνοστάσιο τού 1812, σήμερα |
(φ΄) Το κωδωνοστάσιο πάνω από τήν πύλη |
(χ΄) Φωτ. 1957 |
(ψ΄) Το μαρμάρινο ανάγλυφο τού κωδωνοστασίου |
(ω΄) Η βρύση το 1997 |
(α΄΄) Η βρύση μετά την αποκατάσταση |
Την ίδια περίοδο έργα "εξωραϊσμού" κατέστρεφαν κι αλλοίωναν την φυσιογνωμία κι άλλων επίσης Μονών καθώς και παρεκκλησίων τού 16/17/18ου αιώνα. Παράλληλα ο υπερβάλλων ζήλος των χριστιανών εξαφάνιζε τοιχογραφίες, επιγραφές και ανάγλυφα κάτω από ασβέστες και λαδομπογιές. Η παρέμβαση τότε του Υπουργείου Πολιτισμού έβαλε σε τάξη κάπως τα πράγματα και προσδιόρισε κατά κάποιο τρόπο τίς "αρμοδιότητες". Ένα πολύ μικρό, ενδεικτικό παράδειγμα των αλλοιώσεων στη Μονή Βροντά είναι π.χ. η βρύση στην αυλή τού συγκροτήματος, κάτω από τοξοστοιχία.
ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ
(β΄΄) Η Παναγία Βροντιανή |
Κατά το 1632/3 και 1642, αναφέρεται πλέον ο οικισμός ως "URLA" (Βουρλά) σε κατάστιχα κεφαλικού φόρου (MAD 1416 και MAD 14822) που αφορούσαν στο σύνολο τού νησιού. Σύμφωνα με αυτά μοιράστηκαν από την τουρκική εξουσία 34 κεφαλοχάρατσα φόρου σε 4 αρχηγούς εύπορων οικογενειών των Βουρλιωτών αλλά και σε 4 παπάδες και καλογήρους τής Μονής Βροντά, η οποία όπως διαπιστώνεται, υπόκειτο επίσης στο σουλτανικό χαράτσι: στον παπά Θεόδωρο, στον παπά Παρασχούλη, στον παπά Κωνσταντάρα και στον παπά Μιχελίδα(32).
Περί το 1666/1671, αναφερόμενος ο τότε Αρχιεπίσκοπος Σάμου Γεωργειρήνης στο Μοναστήρι το τοποθετεί πλέον μισό μίλι από το χωριό Βουρλιώτες (που είχε πλέον ιδρυθεί και διέθετε την εποχή εκείνη 100 περίπου σπίτια και μία εκκλησία· λίγο δε αργότερα, το 1677 είχε 400 κατοίκους). Η μονή φαίνεται πως είχε αναπτυχθεί αρκετά στα 73 αυτά χρόνια και είχε 12 μοναχούς. Την αποκαλεί δε "Βροντιανή". (Εκτός τής επικρατούσας άποψης ότι το όνομα οφείλεται στις βροντές που ακούγονται έντονα την ημέρα τής γιορτής της (;), μια άλλη άποψη σχετίζει την ονομασία "Βροντά"(ή Γροντά) με οικογενειακό όνομα από το χωριό "Κοκκάρι". Κάποιος Βροντάς που σχετίζονταν ίσως με το παλιό ερειπωμένο εκκλησάκι, ή είχε κτήματα εκεί, ή διαδραμάτισε κάποιο ρόλο στην ίδρυση τής Μονής;). Τα περιουσιακά της στοιχεία εκείνη την περίοδο δεν μας είναι γνωστά αφού ο παλιότερος κώδικας τής Μονής καταστράφηκε. Το 1694 όμως (100 χρόνια μετά την ίδρυσή της) η Μονή διέθετε (από αφιερώματα κυρίως) 25 ενιδρύματα (μετόχια και εκκλησάκια) και οπωσδήποτε κάποιες σημαντικές καλλιεργήσιμες εκτάσεις γύρω από αυτά. Διέθετε και δικό της μύλο για την επεξεργασία των σιτηρών που θα καλλιεργούσε ασφαλώς η ίδια η Μονή. (Σε μεταγενέστερες ενοικιάσεις κτημάτων της, σε περιόδους έλλειψης σιτηρών, η Μονή απαιτούσε μεταξύ άλλων και κάποιες ποσότητες σιτηρών από τούς ενοικιαστές).
Mετά από τα αρχικά έργα τού 1593 ίδρυσης τής Μονής, για τις επόμενες εργασίες που έγιναν, οι πηγές (εξ όσων γνωρίζουμε) μας παραπέμπουν στα 1737 και λίγο πριν. Το Μοναστήρι λόγω πολυκαιρίας είχε σαθρωθεί καί χρειαζόταν όχι μόνον κατεδαφίσεις και επισκευές, αλλά και την οικοδόμηση εκ νέου των κελλιών και άλλων προσθηκών (στις υπόλοιπες πτέρυγες). Το κόστος ανήλθε στα 1.000 γρόσια. Συνεπώς, αμέσως μετά την απεικόνιση τού 1730 που εξετάσαμε, η Μονή θα άλλαξε μορφή και θα επεκτάθηκε. (Ενδιάμεσα, στα 1703, έχουμε μια αναφορά για την τοποθέτηση μαρμάρινης Αγίας Τράπεζας στο Καθολικό που φέρει και επιγραφή). Ο Εμμ.Κρητικίδης (στην "Τοπογραφία" σελ.70) αφού έγραψε για τον χρόνο ίδρυσης τής Βροντιανής, συνεχίζει "και ανοικοδομηθείσα είτα κατά το 1703". Από τις πηγές, συνεπώς, εξακριβώνεται μια δεύτερη σημαντική οικοδομική φάση στις αρχές τού 18ου αιώνα.
Τελικά κατά το 1741 καταγράφεται μια μεγάλη κτηματική περιουσία με τα ακριβή σύνορά της, που σχετίζονταν με τα ήδη υπάρχοντα ενιδρύματα τής Μονής, αλλά και όσα άλλα είχαν στο μεταξύ προστεθεί. Περιγράφεται φυσικά και η μεγάλη έκταση που περιέκλειε τη Μονή· έφτανε μόνον στα νοτιοδυτικά, μέχρι το "καστρότοιχο" τού Λαζάρου. Το 1745 προστίθενται νέα ενιδρύματα στη Μονή. Η αύξηση των περιουσιακών τής Μονής οφείλονταν όπως είδαμε και στις εικονικές πωλήσεις περιουσιών των χριστιανών κατά τα χρόνια τής Τουρκοκρατίας (που ανακόπηκαν όμως, από το 1810 ως το 1818). Ωστόσο περί το 1753 η Μονή φαίνεται πως βρίσκεται σε έσχατη οικονομική ένδεια. Ίσως να χρειάστηκε τότε να προβεί σε πωλήσεις. Σε Συμβολαιογραφική πράξη τής 1/1/1751 π.χ. περιγράφεται "Πωλητήριο κτήματος (τόπου), που είχε δωρίσει η Μορφιά, η γυναίκα του Μανόλη Παρπούνη στο Μοναστήρι της Βροντιανής, στον Κωνσταντή Στερεωμένου"(33).
Το 1769 έγινε νέος έρανος για να κτιστούν τα "θολωτά τοιχώματα", όπως θεωρεί πιθανότατο ο Σιδηροκάστρου. Το 1776 επί Ηγουμένου Ιακώβου έγιναν έργα εξωραϊσμού. Δούλεψαν ο μαρμαρογλυφέας Μιχαήλ και ο Γεώργιος Κωνσταντή Περής που τοιχογράφησε εξ ολοκλήρου το καθολικό τής Μονής, γνωστοί και οι δύο στην ευρύτερη περιοχή. Στα 1777 επαργυρώθηκε και η εικόνα τού Γενεθλίου τής Παναγίας "διά χειρός Ιακώβου Καθηγουμένου". Κατά το β΄μισό τού 18ου αιώνα, διαπιστώσαμε (σε άλλες εργασίες μας) εξωραϊστικά έργα που ανέλαβε η Μονή κι αφορούσαν σε ναούς κι εκκλησίδια που είχε στην κατοχή της. Στα 1777 επισκευάστηκε με έξοδα των Πατέρων (και επί Ηγουμένου Ιακώβου) και ο ερειπωμένος ναός τού Αγίου Ιωάννου Θεολόγου στο χωριό Βουρλιώτες και περιήλθε στη Μονή, προκειμένου να λήξει η διένεξη μεταξύ των κατοίκων των Βουρλιωτών και τής Μονής. Στις 20 Ιουλίου 1812 κατασκευάστηκε επί Ηγουμένου Γαβριήλ Προσκυνητού τo κωδωνοστάσιο πάνω από την πύλη εισόδου τής Μονής. Περί το 1817 διαπιστώνονται ζημιές που υφίστατο η μονή λόγω καταπατήσεων και αρπαγών, καθώς και τής αυθαίρετης χρήσης κτημάτων της. Θα σχετίζονταν μάλλον τα γεγονότα αυτά με τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης των αγροτών, λόγω των καταχρήσεων τής εξουσίας και των χριστιανών προεστών. Ο πληθυσμός συνεχώς ελλατώνονταν από τις μεταναστεύσεις. Από το 1849 δε και μετά, εξ αιτίας τής μυκητίασης τών αμπελιών που ενέσκηψε στο νησί και στέρησε από τους αγρότες το κυριώτερο προϊόν, τα σταφύλια, οι άνδρες αποδημούσαν στην Μικρασία, Ευρωπαϊκή Τουρκία, Αίγυπτο και Παραδουνάβιες πόλεις προς βιοπορισμό(34).
Η Μονή αμέσως μετά την λήξη του αγώνα τής ανεξαρτησίας και την επιβολή του Ηγεμονικού Καθεστώτος στο νησί (1834-1912) περιέπεσε σε δεινή οικονομική θέση και μνημονεύεται μια σπάνια για τα χρονικά της πώληση περιουσιακών στοιχείων. Παρά το γεγονός ότι η Μονή το 1880 διέθετε 104 κτήματα (876 στρεμμάτων) και 2.252 δέντρα, και είχε ακόμα στην κατοχή της -εκτός των εκκλησιδίων- και πέντε μετόχια, είχε περιπέσει σε οικονομική δυσπραγία, όπως συνέβη και για τα άλλα σαμιακά μοναστήρια στο β΄μισό τού 19ου αιώνα.
"Από το 1941 με το υπ΄αρ. 64) ΦΕΚ) 7-3-41, η Μονή Βροντά έγινε Μετόχι υπαγόμενο στη μονή Τιμίου Σταυρού. Από το 1952 έχουν δοθεί πολλά κτήματα κατά τις απαλλοτριώσεις που έγιναν τότε, υπέρ των ακτημόνων. Κατέχει όμως αρκετά ακόμα που δυστυχώς, μέχρι στιγμής δεν έχουν αξιοποιηθεί"(35).
Τέλος, μια μεγάλη οικοδομική φάση άρχισε -μετά την πυρκαγιά τού 2000 - που αποκατέστησε περί το 2010 σε μεγάλο βαθμό την φυσιογνωμία του Μοναστηριού, αυτήν τουλάχιστον που θα είχε διαμορφώθει κατά τον 18ο/19ο αιώνα. Από την αποψίλωση των επιχρισμένων επιφανειών στον ναό , αλλά και όπως διακρίνουμε σε παλιές φωτογραφίες, καταλαβαίνουμε ότι υπήρξαν μες στα χρονια κι άλλα στάδια επεμβάσεων λόγω προσαρμογής σε νέες ανάγκες και νέες οικοδομικές συνήθειες που επίτασσαν οι καιροί.
📚 Πηγές:
(1)ΜΑΧΗ ΠΑΤΖΗ-ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ «Χριστιανοί... την νήσον κατέλαβον» ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΑΜΟ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ- ΑΝΑΤΥΠΟ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Η ΣΑΜΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΑΜΟΥ «ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ» ΑΘΗΝΑ 1998
(2) Μανόλης Σίμου “Απ΄ τον εποικισμό ως τήν Ενωση” (3) Ιωάννα Π.Παραφέστα-"ΟΙ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΑΚΡΥΝΗΣ Ή ΘΑΥΜΑΣΤΗΣ ΣΤΗΝ ΚΑΛΛΙΘΕΑ ΣΑΜΟΥ" 2020 - parafestareseatch.blogspot.gr(4) Richard Krautheimer “Παλαιοχριστιανική και Βυζαντινή Αρχιτεκτονική” Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τράπεζας Αθήνα 1991
(5) Μ. Βαρβούνης "Οι επιδράσεις τού μικρασιατικού μοναχισμού στην ίδρυση και ανάπτυξη των Μονών τής Σάμου (19ος-20ός αι.)
(6)Επαμεινώνδας Ι. Σταματιάδης "Σαμιακά -Ιστορία τής νήσου Σάμου από τών παναρχαίων χρόνων μέχρι τών καθ΄ημάς", Τ. 4ος, σ.279,280
(7) Επαμεινώνδας Ι. Σταματιάδης "Σαμιακά -Ιστορία τής νήσου Σάμου από τών παναρχαίων χρόνων μέχρι τών καθ΄ημάς", Τ. 4ος, σ.283)
(8) ΜΑΧΗ ΠΑΤΖΗ-ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ «Χριστιανοί... την νήσον κατέλαβον» ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΑΜΟ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ- ΑΝΑΤΥΠΟ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ Η ΣΑΜΟΣ ΑΠΟ ΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΑΜΟΥ «ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ» ΑΘΗΝΑ 1998
(9) Ιωσείφ Γεωργειρήνη “Περιγραφή τής παρούσης καταστάσεως τής Σάμου, , Ικαρίας, Πάτμος και Αθωνος” 1677 (διετέλεσε Επίσκοπος Σάμου από το 1666 ως το 1671)
(10) Pitton de Tournefort “Relation d΄un voyage du Levant -Paris, 1717, Lettre X, σελ.106, 107 και 132,133 (Στη Σάμο ήρθε τον Ιανουάριο τού 1702)
(11) Μανόλης Σίμου "Απ΄ τον εποικισμό ως τήν Ενωση"
(12) Επαμεινώνδας Ι. Σταματιάδης "Σαμιακά -Ιστορία τής νήσου Σάμου από τών παναρχαίων χρόνων μέχρι τών καθ΄ημάς", Τ. 4ος, σ.279,280 - Εν Σάμω εκ τού Ηγεμονικού τυπογραφείου 1886
(13) Mητροπολίτου Σιδηροκάστρου Ιωάννου (Ιωάννης Παπάλης)- "Η εκκλησία τής Σάμου από τής ιδρύσεως αυτής μέχρι σήμερον" Σάμος 1967 (Διετέλεσε Επίσκοπος Σάμου από το 1948 ως 1967)
(14) Σοφία Λαΐου, «Αφιερωτικά έγγραφα των μονών της Σάμου (17ος-18ος αι.)», Πρακτικά ΙΔ΄ Πανελληνίου Ιστορικού Συνεδρίου. Θεσσαλονίκη 1994, σ. 201-202
(15) Mητροπολίτου Σιδηροκάστρου Ιωάννου (Ιωάννης Παπάλης)- “Η εκκλησία τής Σάμου από τής ιδρύσεως αυτής μέχρι σήμερον” Σάμος 1967 (Διετέλεσε Επίσκοπος Σάμου από το 1948 ως 1967)βλ.πηγές: Ιωσείφ Γεωργειρήνη “Περιγραφή τής παρούσης καταστάσεως τής Σάμου, , Ικαρίας, Πάτμος και Αθωνος” 1677, Επ, Σταματιάδη, Επιστολιμαία Διατριβή σ.36 και Επ. Σταματιάδη, "Σαμιακά -Ιστορία τής νήσου Σάμου από τών παναρχαίων χρόνων μέχρι τών καθ΄ημάς", Τ. 2ος, σ.24
(16) Μ.Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗ - ΠΑΝ. ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ "Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΑΡ. 90 ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΣΑΜΟΥ ΚΑΙ Η ΣΑΜΙΑΚΗ ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΒΡΟΝΤΑ"- ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΦΑΡΟΣ-EΠΙΣTHMONIKON ΘEOΛOΓIKON ΠEPIOΔIKON -ΣΥΓΓPAMMA TOY ΠATPIAPXEIOY AΛEΞANΔPEIAΣ KAI ΠΑΣΗΣ ΑΦPIKHΣ- TOMΟΣ ΠΓ΄-ΠΔ΄ (2012-2013)
(17) Μ.Γ. ΒΑΡΒΟΥΝΗ - ΠΑΝ. ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ "Ο ΚΩΔΙΚΑΣ ΑΡ. 90 ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΣΑΜΟΥ ΚΑΙ Η ΣΑΜΙΑΚΗ ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΒΡΟΝΤΑ"- ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΣ ΦΑΡΟΣ-EΠΙΣTHMONIKON ΘEOΛOΓIKON ΠEPIOΔIKON -ΣΥΓΓPAMMA TOY ΠATPIAPXEIOY AΛEΞANΔPEIAΣ KAI ΠΑΣΗΣ ΑΦPIKHΣ- TOMΟΣ ΠΓ΄-ΠΔ΄ (2012-2013) σημ.38,σ.115 Κώδικας 90
(18) Mητροπολίτου Σιδηροκάστρου Ιωάννου (Ιωάννης Παπάλης)- “Η εκκλησία τής Σάμου από τής ιδρύσεως αυτής μέχρι σήμερον” Σάμος 1967 (Διετέλεσε Επίσκοπος Σάμου από το 1948 ως 1967 ).
(19) Μ. Γ. Βαρβούνη "Η λέπρα στη Σάμο: Από την παραδοσιακή ιατρική στην επιστημονική αντιμετώπιση" https://www.academia.edu(20) Επαμεινώνδας Ι. Σταματιάδης "Σαμιακά -Ιστορία τής νήσου Σάμου από τών παναρχαίων χρόνων μέχρι τών καθ΄ημάς", Τ. 4ος, σ.279,280 - Εν Σάμω εκ τού Ηγεμονικού τυπογραφείου 1886
(21) Mητροπολίτου Σιδηροκάστρου Ιωάννου (Ιωάννης Παπάλης)- “Η εκκλησία τής Σάμου από τής ιδρύσεως αυτής μέχρι σήμερον” Σάμος 1967 σ.146
(22) Σπύρος Συμεών https://www.romfea.gr/afieromata/2312-i-panagia-pou-bronta-panagia-i-brontiani
(23,24) Kωνσταντίνος Σπ. Παπαϊωάννου "Εκκλησίες και Μοναστήρια της Σάμου" Πνευματικό Ιδρυμα Σάμου "Νικόλαος Δημητρίου" Αθήνα 1997
(25,26) ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΟΥΜΑΝΟΥΔΗ Αρχιτέκτονος – ΣΑΜΙΑΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ «Σκαρίφημα Σαμιακών Μονών»(27) Mητροπολίτου Σιδηροκάστρου Ιωάννου (Ιωάννης Παπάλης)- “Η εκκλησία τής Σάμου από τής ιδρύσεως αυτής μέχρι σήμερον” Σάμος 1967
(28) Ι.Π.Παραφέστα “O Κάμπος Βουρλιωτών-ΚάστροΣουβάλα-Aγ.Ματρώνα-Αγ.Πελαγία....” parafestaresearch.blogspot.gr(29) Ευαγγελίας Μπαλτά "Σουσάμι άνοιξε” Σαμιακές μελέτες Τ.3ος 1997-1998 Πνευματικό Ιδρυμα Νικολάου Δημητρίου Αθήνα 1999
(30) Ι.Π.Παραφέστα “O Κάμπος Βουρλιωτών-Κάστρο Σουβάλα-Aγ.Ματρώνα-Αγ.Πελαγία....” parafestaresearch.blogspot.gr
(31) Mητροπολίτου Σιδηροκάστρου Ιωάννου (Ιωάννης Παπάλης)- “Η εκκλησία τής Σάμου από τής ιδρύσεως αυτής μέχρι σήμερον” Σάμος 1967
(32) Ευαγγελίας Μπαλτά "Σουσάμι άνοιξε” Σαμιακές μελέτες Τ.3ος 1997-1998 Πνευματικό Ιδρυμα Νικολάου Δημητρίου Αθήνα 1999
(33) Αρχεία Νομού Σάμου (Γ.Α.Κ. Σάμου)- ΣΥΛΛΟΓΕΣ. ΦΑΚΕΛΟΣ Γ2.
ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ (1734-1820)- Κωδικός
αναγνώρισης:
GRGSA-SAM_COL007.01.F000001.IT000003
(34) Εμμ. Ι. Κρητικίδης “Τοπογραφία- Αρχαία και σημερινή τής Σάμου”. Εν Ερμουπόλει- Εκ τού τυπογραφείου Ρενιέρη Πρίντεζη- 1869
(35) Mητροπολίτου Σιδηροκάστρου Ιωάννου (Ιωάννης Παπάλης)- “Η εκκλησία τής Σάμου από τής ιδρύσεως αυτής μέχρι σήμερον” Σάμος 1967
Εικόνες:
category=-160