Α'
ΜΕΡΟΣ: ΠΡΩΤΟ ΚΑΙ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΤΙΡΙΟ ΤΗΣ
ΣΧΟΛΗΣ (ΧΡΟΝΟΣ
ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΕΡΓAΣΙΑΣ 1995-6 και 2016)
Β'
ΜΕΡΟΣ: Ο ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΤΣΟΥΚΑΛΑΔΑΚΗΣ
(ΧΡΟΝΟΣ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ
ΕΡΓΑΣΙΑΣ 2000 και 2016)
ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΡΑΦΕΣΤΑ
ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ
ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ
Α' ΜΕΡΟΣ
1 - ΤΟ
ΠΡΩΤΟ ΚΤΙΡΙΟ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
ΖΑΜΠΕΤΗ
Στο περιβάλλον μιας
αρχαίας πόλης
Στο
σημερινό "Αλωνάκι" τού Καρλοβασίου
βρισκόταν η ακρόπολη αρχαίας πόλης.
Χτισμένη
γύρω από αυτήν, εκτείνονταν μέχρι την
παραλία. Ο Κρητικίδης γράφει το 1867(1) ότι
μέρος των Κυκλωπείων τειχών τής
ακρόπολης σώζονται ακόμα, καθώς και
λαξευμένες πέτρες διάσπαρτες εδώ κι
εκεί. Μερικές είχαν χρησιμοποιηθεί για
να κτιστούν τα γύρω σπίτια.
Στο βόρειο τμήμα
τού Αλωνακίου -στο ύψωμα τού " Όχτου"-
βρίσκονταν συγκεντρωμένες μεγάλες
πέτρες πού επιβεβαιώνουν τα παραπάνω.
Σήμερα στο Αλωνάκι, σώζεται τμήμα κυκλωπείου τείχους, μήκους 3-4 μέτρων,
ενσωματωμένο στον περιβάλλοντα χώρο
σπιτιών.
Το 1869(2)
αναφέρονται πολλά αρχαία λείψανα που
ανακαλύφθηκαν μέχρι την παραλία σε διάφορα σημεία.
Δύο μεγάλα μαρμάρινα τεμάχια ανακαλύφθηκαν
στην “Ρίβα” (Ορμος) περί το 1749 και
τοποθετήθηκαν το μεν ένα σαν κατώφλι
τής θύρας τού Μητροπολιτικού ναού
Καρλοβασίου, το δε άλλο σαν βαθμίδα τού
καθολικού τού ιδίου ναού.
Ένα κιονόκρανο
Δωρικού ρυθμού αναφέρεται κάτω από την
Τράπεζα τού Ιερού Βήματος τής δεξιάς υπόστασης τού
ειρημένου ναού.
Ένα κυκλικό
υποστήλιο “εκ μέλανος μαρμάρου”
υπήρχε στο προαύλιο τού μετοχίου τού
Αγίου Νικολάου στον “Ορμο”, καθώς και
πλάκες, επιγραφές και άλλα ευρήματα
συγχωνεύθηκαν στους ναούς, στην Σχολή
τού Πορφυρίου Ζαμπέτη και στα σπίτια
τού Νεοκαρλοβασίου.
Αλλά και ο
Σταματιάδης(3)
γράφει ότι στο Νέο Καρλόβασι
στα 1830 βρέθηκαν συντρίμματα μαρμάρων,
κίονες και τεμάχια αγαλμάτων.
Ο Κρητικίδης
θεωρούσε οτι η αρχαία πόλη ήταν η Γοργυία,
περίβλεπτη για τον ναό τού Διονυσίου Γοργυιέως
ή Γοργύρου, στηριζόμενος στους χάρτες
των Αββά Βαρθολομαίου και Gouffier. Ελλείψει
όμως αρχαιολογικών ερευνών, δεν μπορούμε
παρά να λάβουμε υπ' όψιν και την εκδοχή
τού Ortelin (χάρτης τού 1584)
που χαρακτήριζε αβέβαιη την θέση τής
Γοργυίας.
Από τον 3ο π.χ
αιώνα αναφέρει ο Δούρις ο Σάμιος, την
πόλη Γοργυία με τον ναό τού Διονύσου. Μας
είναι άγνωστοι όμως οι λόγοι που ο
Κρητικίδης θέτει και τούς δύο
προσδιορισμούς Γοργυιέως ή Γοργύρου.
Το “Γοργυιέως” παραπέμπει στην πόλη
“Γοργυία”. Ο προσδιορισμός όμως“Γοργύρου”που προέρχεται -όπως ο ίδιος σημειώνει-
από την λέξη Γοργύρα, “τόπος
τής Σάμου που σημαίνει υπόνομο”,
αδυνατούμε να καταλάβουμε γιατί
χρησιμοποιείται.
Ο Ηρόδοτος, στο 3ο βιβλίο,
αναφέρει την λέξη “γοργύρα” με την
σημασία όμως, όχι κάποιας τοποθεσίας, αλλά τής:
“Φυλακή-μπουντρούμι”- π.χ “ετούτος
(ο Χαρίλαος, αδελφός τού Τυράννου Μαιάνδριου) κάποιο
σφάλμα είχε κάνει και ήταν κλεισμένος
σε υπόγειο φυλακή (ούτος οτι δι' εξαμαρτών εν γοργύρη
εδέδετο).(4)
Μέσα σε όλες τις εκδοχές
σκεφτήκαμε και τον Γόργο από την Ιασό
τής Καρίας που επί Αλεξάνδρου οι Σάμιοι ευγνωμονούντες
αυτόν, τον τίμησαν με πολιτεία.
Τη
θέση τού ναού ( “τού Γοργυιέως Διονύσου”),
την προσδιορίζει ο Κρητικίδης στον
ευρύ περίβολο τής Σχολής τού Πορφυρίου
(Ν.Δ τού Αλωνακίου, στην θέση ακριβώς τού
Χατζηγιάννειου ή τής σημερινής
Πανεπιστημιακής Βιβλιοθήκης).
Εκεί
βρεθήκανε έξη μονόλιθοι κίονες (οι τρεις
σπασμένοι), δύο κιονόκρανα Δωρικού ρυθμού,
πολλά τετραγωνικά σφυρήλατα τεμάχια
λευκού μαρμάρου καθώς και άλλα που σχηματίζανε
το στόμιο τού “εντός και εκτός τής
επαύλεως” πηγαδιού καθώς και τοαρδάνιο
που τα θεωρεί λείψανα τού ναού τού
Διονύσου.
EΠΙ
ΤΩΝ ΕΡΕΙΠΙΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΝΑΟΥ ΙΔΡΥΘΗΚΕ
ΣΧΟΛΗ
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟ ΖΑΜΠΕΤΗ
Γεννήθηκε
στο Νέο Καρλόβασι το 1701. Ο πατέρας του,
ο Γεώργιος ήταν Ιερέας .Διδάχθηκε
τις αρχές τής ελληνικής γλώσσας και
εκκλησιαστική μουσική στο Καρλόβασι.
Κατόπιν εφοίτησε
στήν Πατμιακή Σχολή όπου δίδασκε ο
Ελληνιστής Γεράσιμος ο Κρής. Μετά τριετή
φοίτηση, συνέχισε τις σπουδές του στο
Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, στην
Μεγάλη τού Γένους
Σχολή. Έγινε διάκονος και γραμματέας
τού Αρχιεπισκόπου Κυζίκου. Μετά από
χρόνια χειροτονήθηκε από τον ίδιο
Ιερέας και Πρωτοσύγγελος και τέλος,
από τον Πατριάρχη, Επίσκοπος Τυρολόης
τής Ανατολικής Θράκης μέχρι το 1780.
Ο
Πορφύριος συναποφάσισε με τον Μητροπολίτη
Ηρακλείας και Ραιδεστού Μεθόδιο, την ιδρυση
Σχολείου Ελληνικών μαθημάτων, στο
“χωριό” Καρλόβασι. Ο Μεθόδιος
προσέφερε γι' αυτό τον σκοπό
τρεις χιλιάδες γρόσια (3.000), άλλες δύο
χιλιάδες (2.000) που συγκέντρωσε από τούς εκεί
χριστιανούς και ο Πορφύριος την Βιβλιοθήκη
του, την προπατορική- κτητορική του
εκκλησία τής Αγίας
Σοφίας και το πατρογονικό κτήμα του.
Την
περίοδο αυτή στην Σάμο υπάρχει έλλειψη
σχολείων και τα στοιχειώδη γράμματα διδάσκονται λίγα παιδιά στα Μοναστήρια,
σε καλύβες και κάτω από τα δέντρα. Μοναδικό
σχολείο ήταν το “Δασκαλειό” (1757) στην
Χώρα, όπου διδάσκονταν μόνον Ιερά γράμματα, τα
λεγόμενα “κολλυβογράμματα”.
Οι δάσκαλοι ήταν κυρίως
ιερείς και εδίδασκαν ανάγνωση από το
Ψαλτήρι και τον Απόστολο, γραφή και τα “τέσσαρα
πάθη τής αριθμητικής λεγόμενα σουμαρισμόν,
υφειλμόν, πολυπλασιασμόν και μοιρασμόν”. Μερικοί
εδίδασκαν και εκκλησιαστική μουσική.
Ήταν σπουδαίο
συνεπώς το εγχείρημα τού Πορφυρίου, και
θα προσέφερε τα μέγιστα στην υποθεση τής εκπαίδευσης
τής νεολαίας τού νησιού.
Παραιτήθηκε
λοιπόν από το αξίωμά του το 1780 και
επέστρεψε στην γενέτειρά του, προκειμένου
να υλοποιήσει το όραμά του, μέσα στο
πατρικό κτήμα του, δυτικά του Αλωνακίου.
Το πατρογονικό κτήμα
Στην τοποθεσία αυτή, προ τού 1738,
υπήρχε έκταση πού περιελάμβανε:
Ναόν
ενοριακόν, κτητορικόν έχων και κήπον
και περίβολον και θύραν μετά τής περιοχής αυτού”
και κοντά στον ναό “οσπήτιον-επισκοπείον”
που χτίστηκε από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Σάμου
- Ικαρίας (Γρηγόριο Β'), για κατοικία-ανάπαυση
τού ιδίου και τών εκάστοτε Αρχιερέων.
Τα
στοιχεία αυτά αντλούνται από Συγγίλιο
τού 1738, τού Πατριάρχη Νεοφύτου
(5). Σε αυτό
διασαφηνίζεται ότι ο ναός τής Αγ.Σοφίας
“υπάρχει στην δεσποτείαν και
εξουσίαν τού διαληφθέντος
κτήτορος Παππά Γεωργίου Ζαμπέτη, ομού
μετά τού κήπου, τού περιβόλου, τής θύρας
και της περιοχής αυτού” (ώστε να
μην υπάρξει στο μέλλον σύγχιση από τούς
διαδεχθέντες τόν
Γρηγόριο Β' Αρχιερείς), και δικαιωματικά
όλα τα παραπάνω θα περιέρχονται στούς
απογόνους και κληρονόμους τού Παππά
Γ.Ζαμπέτη.
Η
ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
Το
1781, κατά το έτος των εργασιών οικοδόμησης
τής Σχολής, ο Πορφύριος πέθανε, σε ηλικία 80 ετών και
ετάφη στον κήπο τού σπιτιού του, δίπλα
στον ναό τής Αγίας Σοφίας. Ο Κρητικίδης γράφει ότι παρόλο που οι ευγνώμονες συμπολίτες
του ούτε πλάκα με επιτύμβια επιγραφή ούτε ανδριάντα έθεσαν,
τελούν όμως ετήσιο μνημόσυνο στο ναό
τής Αγίας Σοφίας, στις 17 Σεπτεμβρίου.
Πριν πεθάνει
συνέταξε την Διαθήκη του ιδιοχείρως,
κάλεσε τούς ιερείς και προύχοντες τού Νέου Καρλοβασίου και
την παρέδωσε. Εδώρησε την Σχολή και την
Βιβλιοθήκη στους συμπολίτες του, ενώ
τα σπίτια με τον κήπο (τον αμπελώνα
μάλλον) τα άφηνε στον ανεψιό του Ιωάννη
Λαχανά (περιελθόντα
ήδη στα εγγόνια του και τις ανηψιές του
Αγγελίνα και Ελπίδα Γ.Λαχανά, και Ευδοκία Γ.Παράσχου). Ο προαναφερόμενος
Ι. Λαχανάς ήταν αυτός που δώρησε στον
Εμ. Κρητικίδη (πού φοίτησε κι ο ίδιος
στην Σχολή) μια κεφαλή παιδιού που
βρέθηκε κατά την ανέγερση τού κτιρίου, την οποία επέστρεψε αργότερα ο
Κρητικίδης και τοποθετήθηκε αυτή στη
Βιβλιοθήκη τής Σχολής.
To
έργο του συνεχίστηκε από τούς
κατοίκους τού Καρλοβασίου και
αποπερατώθηκε το 1784, οπότε λειτούργησε
και η Σχολή.
Χτίστηκε
“μεγαλοπρεπής και πολυδάπανος
διόροφος οίκος” για να στεγάσει
τη Σχολή και τη Βιβλιοθήκη την
οποία εμπλούτισε ο Πορφύριος με την
συνδρομή των Γουναράδων τής Κωσταντινουπόλεως. Αυτοί συνεισφέραν
στο κεντρικό ταμείο τής Σχολής που
φρόντισε να δημιουργήσει ο Πορφύριος
για απαρτισμό πληρεστάτης βιβλιοθήκης,
αλλά και γιαα τούς μισθούς των διδασκάλων.(6)
Ήταν η Βιβλιοθήκη
από τις πιο σημαντικές τής Ανατολής.
Τα βιβλία δε αυτής ήταν καταγεγραμμένα “διά
καθαρού καταστίχου”(7)
Το
κτίριο εκοσμήθη με αρχαία ανάγλυφα
και επιγραφές που βρέθηκαν επιτόπου
και εξοπλίσθηκε με έπιπλα.
Δίπλα δε
στον ναό, χτίστηκε διώροφος οίκος
με διπλή σειρά δωματίων
-30 στον αριθμό- για να στεγάσει διδασκάλους
και μαθητές αλλοδαπούς και χωρικούς.
Χτίστηκε
επίσης σπίτι με κηπάριο δίπλα στο
ναό που το προόριζε ο Πορφύριος για
ιδία κατοίκηση. Μετά τον θάνατό του
παραχωρήθηκε για διαμονή τού διδασκάλου.
Δίπλα στα
κτίρια δημιουργήθηκε μεγάλος και
πολύδενδρος κήπος και πέραν τού
χειμάρρου και δίπλα στον
δρόμο που οδηγεί προς το Μεσαίο Καρλόβασι
αμπελώνας με αγροτικό οίκημα.
Σε Συγγίλιο τού
1784, τού Οικουμ.Πατριάρχη Γαβριήλ Δ',
γίνεται αναφορά και στον ναό και στο
“οσπήτιον” (στο επισκοπείο τού Γρηγορείου
β' που διατηρήθηκε).
Ξεκαθαρίζει
επίσης το κληροδότημα
προς την Σχολή πού ήδη εξετάσαμε και
μάς πληροφορεί ότι αφιερώθηκε και ένας
αμπελώνας από τούς συγγενείς-κληρονόμους
τού Πορφυρίου (“...και
ούτως ανωκοδομήθη
τα τής Σχολής”). Αυτοί
στο μεταξύ,αμέσως μετά τον θάνατό του,
είχαν οικειοποιηθεί κάποιων χρημάτων(;)
και της λοιπής περιουσίας τού Πορφυρίου.
Μετανιωμένοι όμως, αφιέρωσαν τον
αμπελώνα “πέραν τού
χειμάρρου (Κερκησίου
ή Καρλοβασίτικου ή τού Αη Γιώργη) παρά
τη αγούση προς το μεσαίον Καρλοβάσιον
λεωφόρω.
Κατά την γνώμη μας, θα
υπήρξε διεκδίκηση στην κληρονομιά
που τούς είχε αφήσει έτσι κι αλλιώς, ο
Πορφύριος.
Μπροστά
στο έντονο αίτημα προυχόντων κ.λ.π πού
εκδηλώθηκε τότε στο Καρλόβασι, ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Κων/πόλεως Γαβριήλ Δ',
κατοχύρωσε με το Συγγίλιο τού 1784 και
αναγνώρισε ως Σταυροπηγιακά,
Πατριαρχικά ελεύθερα, αυτεξούσια και
ακαταπάτητα, την Σχολή, το “οσπήτιον”
και τον ναό της Αγίας Σοφίας. Προσδιόρισε
επίσης τα σχετικά με τις απολαβές τού Διδασκάλου,
τού Εφημέριου τού ναού και άλλους
κανονισμούς.
Πρώτος Διδάσκαλος εχρημάτισε ο
Ιεροδιδάσκαλος Ιάκωβος Σφίγγος ή
Σφίγκας (Ιωάννης Παπαγεωργίου κατά
κόσμον). Γεννήθηκε στον Παγώνδα της
Σάμου, το 1760 (ή 1755) και πέθανε το 1850.
Σπούδασε στην Πατμιάδα Σχολή.
Από τον Ν.Ζαφειρίου
(1946), αντλούμε τα κάτωθι στοιχεία:
Διορίστηκε ισόβιος
διδάσκαλος τής Πορφυριάδας με
Πατριαρχικό γράμμα. Για μισθό θα ελάμβανε όλα τα εισοδήματα
τής Σχολής. Ακόμα και αν, λόγω γήρατος
ή ασθενείας, αδυνατούσε να διδάξει, πάλι όσο θα
ζει- έλεγε το γράμμα- θα απολαμβάνει από
την Σχολή τα αναγκαία προς διατροφή
και ένδυσή του. 'Ηταν ευρυμαθής και είχε
μάλλον επιβληθεί από το 1785, στους λογίους
κύκλους τής εποχής του. Είχε αλληλογραφία
με τον Δανιήλ Κεραμέως και με τον Σέργιο
Μακραίο (προϊστάμενος τότε στην Φιλοσοφική
Σχολή Κων/πόλεως). Ένα από τα γράμματα
τού Μακραίου εμφανίζουν τον
Ι.Σφίγγο ως προϊστάμενο τής
Πορφυριάδας, κατά το σχολικό έτος
1785-1786.(8)
Από τον Β.Δημητριάδη
(1991), πληροφορούμαστε ότι έπαψε να
διδάσκει στη Σχολή Καρλοβασίου μάλλον κατά
το 1790. Οι επικρατέστεροι λόγοι που
τον οδήγησαν στην πρόωρη παραίτησή
του ήταν συνδυασμός οικονομικών
προβλημάτων διαβίωσης και υγείας για
τα οποία συχνά παραπονιόταν στα γράμματά
του προς τον Σέργιο Μακραίο.
Η δυσκολία στο να
καλυφτούν τα λειτουργικά έξοδα τής
Σχολής και κυρίως οι μισθοί τού Δασκάλου
παρουσιάστηκε από την πρώτη κιόλας
διετία τής ίδρυσης της. Η φτωχή κοινωνία τής Σάμου δεν αντέχει
στη συνέχιση τής οικονομικής ενίσχυσης
τού Σχολείου.
Ο Σφίγκας τρία χρόνια
στερείται τα πάντα. Σκέφτεται να μεταβεί
σε άλλο τόπο. Τού λείπουν τα αναγκαία
για τη διατροφή του και φάρμακα ένεκα
τής φιλασθενείας του. Ο τόπος που
κατοικώ, δηλώνει, είναι πολύ
δύσκολος.. . Είναι απελπισμένος και μόλις
30 χρονών. Πέθανε δε, περίπου στα ...90
του!
Το 1809 βρίσκεται στήν
Μονή Ζωοδόχου Πηγής, το 1821 συντάσσει
μια Διαθήκη στον Παγώνδα, το 1828, με άλλους δασκάλους
περιοδεύει σε χωριά τής κεντρικής Σάμου,
αποσαφηνίζοντας τις διακηρύξεις τού έκτακτου Επιτρόπου Ιωάννη Κωλέττη
για την συμφιλίωση των αντιμαχόμενων παρατάξεων τού νησιού.
Το 1830 παραδίδει ιδιωτικά μαθήματα στον
Παγώνδα. Εκεί μάλλον ή σε κάποιο μοναστήρι
έζησε και τα τελευταία 20 χρόνια τής ζωής
του.(9)
Μετά τον Ιάκωβο
Σφίγγο εδίδαξαν οι Σαμουήλ και Δανιήλ,
αυτάδελφοι από την Ανδρο. Στην συνέχεια, την
Διεύθυνση τής Σχολής ανέλαβε ο Γεώργιος
Παπαϊωάννου, Σάμιος. Γεννήθηκε το 1781, σπούδασε στην
Πορφυριάδα, Πάτμο και Κυδωνίες. Πέθανε
στις Κυδωνίες το 1823.
Μετά τον Γ. Παπαϊωάννου
αναφέρεται σαν Σχολάρχης ο Ελευθέριος
Σμυρναίος και στην
συνέχεια ο Μητροφάνης
Καλούδης ο Κείος
πού ανέλαβε την Διεύθυνση προ τού 1820,
μέχρι την Επανάσταση.
Η
Σχολή “έξω”
τότε, από το Νέο Καρλόβασι (μετά την
επανοίκηση, κατοικήθηκε κυρίως προς
νότον τού Αλωνακίου και γύρω από το
ναό τού Αγίου Δημητρίου), βρισκότανε
μέσα σε κήπους και αμπελώνες, με το
περιβάλλον ανατολικά της, κατάφυτο από
ελαιώνες, αμυγδαλιές, λεμονιές και
κυπαρίσσια.
Σε ένα
τέτοιο τοπίο προσφέρθηκε η προεπαναστατική
παιδεία σε μεγάλες φυσιογνωμίες της
ιστορίας τού νησιού, όπως ο Λυκούργος
Λογοθέτης, ο Ιωάννης Λεκάτης
και ο Γεώργιος Κλεάνθης.
ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ
Κατά
τα χρόνια τής Επανάστασης
η Σχολή δεν λειτούργησε
κανονικά. Εχρησίμευσε σαν κατάλυμα των
“Ανατολιτών και Κυδωνιέων”
προσφύγων. Άνοιγε όμως περιστασιακά
και για σύντομα χρονικά διαστήματα.
Τότε απέκτησε και την πρώτη της
μαθήτρια,την Κλεοπάτρα, κόρη τού αγωνιστή
Καρμανιόλου χιλιάρχου καπετάν Σταμάτη
Γεωργιάδου, και κατόπιν σύζυγο τού
Γεωργίου Κλεάνθους ”τήν πρώτη
ασφαλώς μαθήτρια ανωτέρας Σχολής τής
νεώτερης Ελλάδας”.(10)
Την περίοδο αυτή και
κυρίως τα πρώτα χρόνια παραμελήθηκε
πολύ η Εκπαίδευση.
Ο Ν.Ζαφειρίου,
υποστηρίζει (από στοιχεία των Σχολικών
Εφοριών και άλλα) ότι παρ' όλα αυτά τα
σχολεία τού νησιού δεν έκλεισαν τις
πόρτες τους καθ' όλο το διάστημα τής
Επανάστασης. Μάλιστα τον Φεβρουάριο
1824 ιδρύθηκε αλληλοδιδακτικό Σχολείο
στην Χώρα.
Ο Λογοθέτης Λυκούργος
με εγκύκλιό του καλούσε τούς φιλοπάτριδες
να συνεισφέρουν προαιρετική βοήθεια, ώστε να
“..εισέρχονται όλοι οι παίδες τής
πατρίδος πλούσιοι και φτωχοί”.
Η Γεν.Συνέλευση
(18-10-1828) “...ειδικώς ησχολήθη με τήν
εξεύρεσιν πόρων προς συντήρησιν τών
υπαρχόντων Σχολείων και ίδρυσιν νέων
τοιούτων”.
Το 1829, “προς πνευματικήν
διάπλασιν τής νεολαίας η ηγεσία τών
Καρμανιόλων προτείνει ίδρυση σχολείων ελληνικών
και αλληλοδιδακτικών. Γιατί ο
καρμανιολισμός πίστευε, σύμφωνα και με
τις ιδέες τού Διαφωτισμού,
σε διάδοση τής προοδευτικής παιδείας”(11)
Ισότητα, παιδεία γνώση
αποτελούσαν το θεμέλιο τού επαναστατικού
κινήματος και των πολιτικών δικαιωμάτων,
σύμφωνα με τις αρχές τού επαναστατικού
Διαφωτισμού πού εστερνίζονταν οι Καρμανιόλοι.(12)
Συμπεραίνεται λοιπόν, ότι δεν υπήρξε πλήρης εγκατάλειψη και
παραμέληση τής Εκπαίδευσης στο νησί, αλλά γινόταν κατά
καιρούς προσπάθειες σε αντίξοες ,είναι
αλήθεια, συνθήκες.
Η Σχολή τού Πορφυρίου
όμως, είχε να αντιμετωπίσει και ένα
σκληρό συμβάν που έμελε να γίνει σε
αυτά τα πρώτα, δύσκολα
χρόνια τής Επανάστασης. Την 24η προς 25η
Ιουλίου 1822, τριάντα οκτώ χρόνια μετά την
ίδρυσή της, έγινε παρανάλωμα πυρός(13)
από απροσεξία κάποιου Εμμ.
Καραγιάννη. Χάθηκε έτσι η Βιβλιοθήκη,
αρχαιότητες και η πολύτιμη διαθήκη τού
Πορφυρίου.
H Σχολή
είχε ανοίξει τις πόρτες της και φιλοξενούσε
Ανατολίτες και Κυδωνιείς πρόσφυγες που
κατέφευγαν κατά τη διάρκεια τής
Επανάστασης στην Σάμο, για να σωθούν
από τις διώξεις.
Αρχές Ιουνίου
μόνον, κατέφθασαν 2.500 χιλ. πρόσφυγες στο
Καρλόβασι και στο Βαθύ , ενώ μέχρι τέλους
τού 1922 στή Σάμο υπήρχαν 30.000 χιλ.
πρόσφυγες.
Η
ΣΧΟΛΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Μετά την Επανάσταση αρχίζει μια άλλη περίοδος για τή Σχολή. Παρά την άθλια κατάσταση τού κτιρίου, “εξακολουθεί να είναι το μόνον άξιον λόγου πνευματικόν τής Σάμου κέντρον, τουλάχιστον μέχρι τής ιδρύσεως(1868) τού Πυθαγορείου γυμνασίου”.
Μετά την Επανάσταση αρχίζει μια άλλη περίοδος για τή Σχολή. Παρά την άθλια κατάσταση τού κτιρίου, “εξακολουθεί να είναι το μόνον άξιον λόγου πνευματικόν τής Σάμου κέντρον, τουλάχιστον μέχρι τής ιδρύσεως(1868) τού Πυθαγορείου γυμνασίου”.
Σχολάρχες είναι
οι εξείς:
Ιάκωβος Σφόνδυλας,
Ακάκιος Βαρβατές, Γεώργιος Δημητριάδης,
Ιωάννης Λεκάτης.
Δημήτριος Ιθαγένης
, όλοι Σάμιοι.
Μιλτιάδης
Βρατσάνος, από τα Ψαρά.
Παναγιώτης Χατζής
(κοινώς Πανάγος) από την Τρίπολη.
Λεωνίδας Ορφανός,
Σάμιος.
Παναγιώτης Χατζής
(2η φορά).
Ιωάννης Γιαννικάκης
και Γ. Μανταφούνης, συνδιδάσκοντες.
Στέργιος Βαφειάδης,
διδάκτωρ Φιλοσοφικής , Πανεπιστημίου
Αθηνών.
Η
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
Αποκατάσταση της
Σχολής έγινε περί το 1847, 25 χρόνια
περίπου μετά την πυρκαγιά, στην διάρκεια των
οποίων η Σχολή τελούσε (κατά τον Γ.
Κλεάνθη ) σε ελεεινή κατάσταση. Η αγωνία
του για την νεολαία εκφράζεται σε
επιστολή του, το 1837,
επ' αφορμή τής ανάθεσης πού
τού είχε γίνει από τούς έφορους της
Σχολής, προς απαρτισμό
της Ακολουθίας των
Αγίων μαρτύρων
Σοφίας, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης, ως
προς τα ελλείποντα τροπάρια.(14)
Η πρωτότυπη αντιγραφή
τής Ακολουθίας, έγινε μετά
από 42 χρόνια από ανώνυμο Αγιορείτη
μοναχό “τή προτροπή μέν τών Τιμιωτάτων
Κυρίων Εφόρων τής εν Νέω Καρλοβασίω
Σχολής Πυθαγόρου Μ.Πανέρη καί Θεοδώρου
Παπαδημητρίου, δαπάνη δέ τού ιερού ναού
τής Αγίας Σοφίας τού όντος εντός τής
ρηθείσης σχολής. Εν τή νήσω Σάμω 1879”.
Φυλάσσεται στον Μητροπολιτικό
Ναό Καρλοβασίου, τής Κοιμήσεως τής
Θεοτόκου (1898).
Παραθέτουμε την επιστολή:
“ Εκπληρώ την φιλικήν σου αίτησιν και τήν ιδίαν μου πρόθεσιν συντάξας και συναπαρτίσας τα ελλείποντα τής ακολουθίας τών Αγίων ενδόξων και καλλινίκων μαρτύρων Σοφίας, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης τών πανσεβάστων εφόρων τής εν Ν. Καρλοβασίω Πορφυριάδος Σχολής. Αλλά το έργον μου τούτο σεβάσμιε Πρεσβύτερε, ουδέ πλήρες νομίζω, ουδ'ανάργον θεωρώ τής εφέσεώς μου διά δύο αίτια, τα εφεξής. Το μεν, ότι είναι η πρώτη μου απόπειρα εις σύνταξιν εκκλησιαστικών ασμάτων, και πείραν ού την τυχούσαν και γνώσεις απαιτούντων πολυειδείς. Το δε, ότι αυτό τούτο με προυτέθη και εκτελέσθη εν βία κατ'αυτήν τήν εποχήν τής τρίτον ήδη καταγνωσθείσης υπερορίας μου.
“ Εκπληρώ την φιλικήν σου αίτησιν και τήν ιδίαν μου πρόθεσιν συντάξας και συναπαρτίσας τα ελλείποντα τής ακολουθίας τών Αγίων ενδόξων και καλλινίκων μαρτύρων Σοφίας, Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης τών πανσεβάστων εφόρων τής εν Ν. Καρλοβασίω Πορφυριάδος Σχολής. Αλλά το έργον μου τούτο σεβάσμιε Πρεσβύτερε, ουδέ πλήρες νομίζω, ουδ'ανάργον θεωρώ τής εφέσεώς μου διά δύο αίτια, τα εφεξής. Το μεν, ότι είναι η πρώτη μου απόπειρα εις σύνταξιν εκκλησιαστικών ασμάτων, και πείραν ού την τυχούσαν και γνώσεις απαιτούντων πολυειδείς. Το δε, ότι αυτό τούτο με προυτέθη και εκτελέσθη εν βία κατ'αυτήν τήν εποχήν τής τρίτον ήδη καταγνωσθείσης υπερορίας μου.
Αλλά
μάλλον εις το πρόθυμον τού προσφέροντος
αποβλέπων αξιοσέβαστε πρεσβύτερε, δέξου το
προσφερόμενον πονημάτιον, ως τεκμήριον
μεν τής προς σέ μου αγάπης, και υπολήψεως, ως
δείγμα δε μικρόν τής άκρας μου ευγνωμοσύνης
προς την ευεργέτιδά μου Ιεράν Σχολήν τών
Καρλοβασίων και τού βαθυτάτου εκείνου
σεβασμού προς τούς αγίους και πανσέπτους αυτής
εφόρους. Πολλαπλασίασε δε τον ζήλον σου, και
μη απολείπης συντρέχων και προσπαθών
μέ πάντα τρόπον υπέρ τής αναστάσεως και
προόδου τής ελεεινής εισέτι κειμένης
Σχολής εκείνης, οικτείρων τήν αθλίαν
τής Σάμου Νεολαίαν, τήν οποίαν υπέρ τα
τρία ήδη έτη δαίμων καταχθόνιος κρατεί υπό τα
δεσμά τής θεοστυγούς και δημοκαταράτου
απαιδευσίας.
Εν Νέω Καρλοβασίω
Σάμου, κατά Νοέμβριον 1837
Γεώργιος
Αναγνώστου Κλεάνθους
(Μήπως βρίσκεται στο Καρλόβασι τον
Νοέμβριο τού 1837, σύμφωνα με την ημερομηνία
που αναγράφεται στο τέλος τής επιστολής
του; ).
Θέλοντας μάλλον να δικαιολογηθεί,
εξηγεί επίσης ότι εκτός τής απειρίας
του, συνέγραψε την Ακολουθία, κατά
την εποχή τής τρίτης χρονιάς τής
εξορίας του, "εν
βία".
“Ο Κλεάνθης
γεννήθηκε εδώ. Το 1801. Ο παππούς του
Γεώργιος ήταν Διάκος. Ο
πατέρας του, Ιωάννης Διακογεωργίου
ήταν εμποροκαπετάνιος και στην εκκλησία
σπουδαίος αναγνώστης”. Το όνομα Κλεάνθης
το απέκτησε στη Σμύρνη, όταν μαζί με
τον θείο του Γεώργιο Παπλωματά (Λυκούργος Λογοθέτης)
μυηθήκανε στή Φιλική Εταιρεία.(15).
Ο ίδιος φέρει
λοιπόν τα ονόματα: Γεώργιος Ιωάννου
ή Αναγνώστου Διακογεωργίου Κλεάνθης. Διδάχθηκε στη Σχολή
τού Πορφυρίου, στην Ευαγγελική Σχολή
τής Σμύρνης και στο σχολείο τού Μαραθοκάμπου, και τη
φωνητική μουσική με τη βοήθεια τού
πατέρα του και τού Γεωργίου Ελευθεριάδου
Σμυρναίου.
Ποιητής και μελωδός,
παρών σε όλη τη διάρκεια τού επαναστατικού
αγώνα και στις πολεμικές επιχειρήσεις,
γραμματέας και τελευταίος Πρόεδρος
τής Επιτροπής των Σαμίων (Διακήρυξη
προς όλους τούς κατοίκους
τής νήσου Σάμου, 5 Ιουνίου 1834 “κατά την
πεδιάδα τής Χώρας”).(16)
Παντρεύεται το 1833 την
Κλεοπάτρα και τον Ιούλιο 1834 εγκαταλείπουν
τη Σάμο (μετά την απόφαση μη προσάρτησης
τής Σάμου στην Ελλάδα) για την Εύβοια,
ακολουθώντας και άλλους αγωνιστές
στην εξορία. Στην Χαλκίδα, λόγω των
κακουχιών και των παρακείμενων ελών,
πέθαναν 1.500 Σαμιώτες από πυρετούς και
άλλες αρρώστιες. Μετά λίγους μήνες
στην Κάρυστο, έχασε ο Κλεάνθης την
Κλεοπάτρα πάνω στον τοκετό. Η θλίψη
τον κατέβαλε για τα υπόλοιπα λίγα χρόνια
που έζησε. Στην Μύκονο βρισκόταν
(σε αποστολή) όταν έμαθε για τον θάνατο
τής αγαπημένης του Κλεοπάτρας.
“...Στ'
ακρογιάλι ρωτώ τής Μυκόνου
και ηχώ
μ' απαντάει βραχνά
εβασίλευσ'
ο ήλιος τής Σάμου
στής
Καρύστου τά μαύρα βουνά”
Μετά δύο
χρόνια από την επιστολή που εξετάσαμε
παραπάνω, ο Κλεάνθης πέθανε (1839), στην Κάρυστο (ή στο Ωρωπό, κατά τον Καλατζή),
σε ηλικία μόλις 38 ετών. Χρειάστηκαν άλλα
οκτώ περίπου χρόνια για να εκπληρωθεί
ο μεγάλος πόθος τού ποιητή σε σχέση με
τη Σχολή τού Καρλοβασίου.
Η ευγνωμοσύνη
του για τη Σχολή, εκφράστηκε νωρίτερα
με πολύ θέρμη, σε ποίημά του:
“Σχολεία τί μάς
ωφελούσι;
Σκότος και φώς δέν συμφωνούσι
Από ημάς λοιπόν μακράν
Αν έλειπεν ολωσδιόλου
Τού Καρλοβάσου η Σχολή
ουδ'επανάστασις καθόλου
ουδέ άλλη τίς Βουλή
Ουδ'αγώνες άλλοι πλέον
Τό σύστημά μας το αρχαίον
Νά αναστήσωμεν λαμπρόν”(17)
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Αποκαθίσταται
η Σχολή περί το 1847 και λειτουργεί στον
ίδιο χώρο προσφέροντας,
πριν και μετά τον αγώνα
για την ανεξαρτησία, πολύτιμο έργο.
Πρώτη, έδωσε την Ελληνική παιδεία στο
νησί.
Ο Εμ. Κρητικίδης
δίνει
μια σειρά ονομάτων μαθητών τής Σχολής,
αναφέροντας και τη μετέπειτα εξέλιξή
τους:
Γρηγόριος Σαράφης,
καθηγητής τής Σχολής Κυδωνιών
Ανθιμος Κομνηνός,
Αρχιερέας Κυκλάδων
Γ. Λογοθέτης Λυκούργος
Γεώργιος Δ. Παπα Ιωάννου,
Διδάσκαλος (ο πρώτος δάσκαλος τού
Κρητικίδη το 1798, στο σχολείο τής Αγ.Ματρώνας -ο
Γ.Παπαγιάννης- “με υπό μάλης τήν οκτώηχον,
τό ψαλτήριον τού Δαυϊδ και τάς πράξεις τών
Αποστόλων....ενθυμείσαι (λέει στον
παιδικό του φίλο Δημήτριο Αυγουστίνο
παπά Πέτρου) ότι προβιβασθέντες και
κρατούντες υπό μάλης τήν χαρτοθήκην,
ήν ελέγαμεν φύλακα, τήν γραμματικήν τού
Λασκάρεως και τούς Αισωπείους μύθους
με το ορειχάλκινον μελανοδοχείον
(καλαμάρι) εις τήν ζώνην, εφοιτώμεν εις
τήν Πορφυριάδα σχολήν εν ή εδίδασκεν ο
εκ τύφου αποβιώσας εις Ναύπλιον κατά
τό 1823 Γεώργιος Δ.παπά Ιωάννου....;” (18)
Ιωάννης Σφήνης, Φιλόλογος
(από τόν Μαραθόκαμπο)
Γεώργιος Κλεάνθης,
Ποιητής
Ιωάννης Λεκάτης, Ιω.
Φωτιάδης, Δ. Γεωργιάδης, Δικαστικοί
Διονύσιος Σταματιάδης
από τούς Φούρνους
Αρίσταρχος Ιωαννίδης,
ο Σάμου και Ικαρίας (από το Μεσαίο
Καρλόβασι)
Ιγνάτιος Χ. Πολυχρόνης,
ο Παλαιστίνης
Κύριλλος, ο νύν Πατριάρχης
και πολλοί άλλοι,
συνεχίζει, που διαπρέπουν σήμερα ως
δικαστικοί και πολιτικοί καθώς και
μερικοί πού σπουδάζουν
Φιλολογία, Νομική και Ιατρικοί στο
Πανεπιστήμιο Αθηνών.
(Προσθέτουμε από δικά
του, σκόρπια στοιχεία, επίσης:
Γ.Αριστοτέλης Μητσάκης,
Ιατρός,από το Καρλόβασι
Αλέξανδρος Ανδρονίκου, άριστος
αγιογράφος από το Καρλόβασι. Εδίδαξε
την τέχνη του στην κόρη του Πηνελόπη).
Στην πορεία της,
η Σχολή τού Πορφυρίου και για δεκάδες
χρόνια, συμβάδιζε ως προς το εκπαιδευτικό
της πρόγραμμα με άλλα εκπαιδευτήρια
τού νησιού. Είναι γεγονός όμως ότι οι Ηγεμόνες την δεκαετία
1867-1876 (παρά την πολιτική τους που οδήγησε
στην έλλειψη πόρων και παρέλυε μεταξύ
άλλων την Εκπαίδευση), δήλωναν ότι η
Παιδεία έπρεπε να γίνει “πρακτική
και κοσμοπολιτική” για να στηρίξει την
οικονομία τού νησιού. Να διδάσκεται
δε υποχρεωτικά στο Γυμνάσιο, η γαλλική
και η οθωμανική γλώσσα.
Ο Σέργιος Γ. Βαφειάδης,
Διευθυντής τής Σχολής επί μιά δεκαετία
(1890-1900) εισηγήθηκε την μετατροπή τού
εκπαιδευτικού συστήματος και την
προσαρμογή του στις νέες απαιτήσεις
τής οικονομικής ζωής τού
νησιού. Την στροφή τής Σχολής σε μια νέα
κατεύθυνση πού θα προσέφερε εμπορικές και λογιστικές
σπουδές. Αλλωστε, το ακμάζον πλέον
Πυθαγόρειο Γυμνάσιο αρκούσε για να
καλύπτει τα προγράμματα γενικής παιδείας.
Ο Γ. Βαφειάδης
είχε συμπαραστάτες, τον Κων/νο
Παναγιωτόπουλο από τον Πλάτανο τής
Σάμου, (τον πρώτο πανεπιστημιακό καθηγητή
Λογιστικής στην Ελλάδα), τον Αλέξανδρο
Ράμφο (φυσικομαθηματικό) και τον Δημήτριο
Γεωργίου (γαλλικής γλώσσας).
Υπέδειξε λοιπόν στην
Κυβέρνηση την ανάγκη ίδρυσης Εμπορικής
Σχολής, για την πρακτικότερη μόρφωση τής
νεολαίας. Με την αρωγή των ισχυρών
πολιτικών τού νησιού που πολλοί ήταν επιχειρηματίες και πρόσβλεπαν σε ίδια
οφέλη, επετεύχθη η έγκριση τής Κυβέρνησης.
“Οσο εύκολη ήταν η
συνδρομή αυτής, τόσο δύσκολη η υποστήριξη
τού κοινού. Υπό το κράτος τής αμαθείας και
τής τυπικής διεξαγωγής τών υποθέσεων
διατελούντες ούδ'ήθελον ούδ' επείθοντο να αναγνωρίσωσι
τήν ανάγκην ή τό δυνατόν τής υπάρξεως
εμπορικής εκπαιδεύσεως. Τίς να παραδεχθή
οτι αλλαχού εμορφώθη Εμπορική
Επιστήμη;”(19)
Μετά όμως από
πολλές προσπάθειες τού Σ.Βαφειάδη,
δεκάδες μαθητές προσήλθαν, και καταρτίστηκε η Πρώτη Εμπορική Τάξη.
Ελλείψει ειδικού διδασκάλου, προσλαμβάνεται
ένας καθηγητής από το εξωτερικό
κι αρχίζει έτσι, το 1891, η λειτουργία
τής Πρώτης Τάξης και το 1892 τής Δεύτερης. Το καθεστώς
αυτό ίσχυσε μέχρι το 1896. Το 1897,
αναγνωρίζεται επισήμως η Σχολή από την Κυβέρνηση και
προστίθεται Τρίτη Εμπορική Τάξη, ενώ
το 1898 η Τετάρτη Ανωτάτη.
Αρθρα στο μεταξύ,
εμφανίζονται στον τοπικό Τύπο το
1897-1898-1899:
Τού Καθηγητή των
εμπορικών μαθημάτων στην Πορφυριάδα
Σχολή, Θεμιστοκλή Ξ. Ζύγουρα “περί τής εμπορικής
εκπαιδεύσεως εν Ανατολή”.(20)
Τού Κωνστ.Παναγιωτόπουλου “Πορφυριάς Εμπορική Σχολή-
Ιστορικόν τής ιδρύσεως και αναπτύξεως
αυτής” - “Τίς ο σκοπός
τής Σχολής” και “Συνοπτικόν
πρόγραμμα τών εν αυτή διδασκομένων”.(21)
Σκοπό έχουν να αναδείξουν
τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει
η Σχολή με τις εξειδικευμένες γνώσεις
που παρέχει, στην εξέλιξη τής Βυρσοδεψίας,
οινοποιίας, εξωτερικού εμπορίου κ.λ.π,
γενικά στην ανάπτυξη τής
οικονομίας και ευημερίας.
Προβάλλεται ως υπόδειγμα
η Σχολή των Παρισίων που ιδρύθηκε το
1820 και ένα -βραβευμένο στο εξωτερικό-
διδακτικό σύγγραμμα που η Πορφυριάδα
με αυτό θέλει να καταδείξει οτι παρακολουθεί
τις προόδους τής Λογιστικής στην
Ευρώπη και οτι αποσκοπεί η Σχολή στη
διάδοση γνώσεων πού η εφαρμογή τους θα
συντελέσει στην απρόσκοπη πορεία των
επιχειρήσεων. Συγχρόνως θέλει να
αντιμετωπίσει και να αλλάξει την
γνώμη όσων κακώς διάκεινται προς
τήν Σχολή.
“... τεχνικήν
εκπαίδευσιν και ηθικήν μόρφωσιν
επαγγέλλεται να παράσχη τή νέα γενεά η Πορφυριάς συντελούσα ούτω τα μέγιστα
εις τήν κοινωνικήν, πνευματικήν, ηθικήν
και οικονομικήν ανάπτυξιν
τής Πατρίδος...”
“...η Σχολή μεγάλας
προσπαθείας καταβάλλει εργαζομένη πάση
δυνάμει όπως φανή ανταξία τού υψηλού αυτής
προορισμού και δικαιώση τας προσδοκίας
τής κοινωνίας ήτις μεθ'ύπερηφανείας προσβλέπει
αυτήν.
Απόδειξις δε τής
αληθείας τών ανωτέρω είναι αυτό το
χημείον και αι συλλογαί τών φυτιών και επιστημονικών
οργάνων δι'ών εφοδιάσθη η Σχολή. Μόλις
τυχούσα τής κυβερνητικής συνδρομής έσπευσε
να πληρώση τήν έλλειψιν ταύτην καταρτίσασα,
το ήδη λίαν επιτυχώς λειτουργούν Χημείον,
διά τού οποίου τα μάλιστα καρποφόρος
αποβήσεται, η διδασκαλία τής Τεχνολογικής Χημείας, τής Εμπορευματολογίας ως και
τής Πειραματικής φυσικής διά τών φυσικών οργάνων.
Ευτυχείς οι κάτοικοι
τών βιομηχανικών και εμπορικών πόλεων
έχοντες προ οφθαλμών εφηρμοσμένην τήν
επιστήμην....”
Παρατίθεται
επίσης σε αρθρο, το πρόγραμμα με την
ύλη των μαθημάτων.
“Εν γενικαίς γραμμαίς
παραθέτομεν το επικεκυρωμένον υπό τής
Α.Υψηλότητος τού Ηγεμόνος πρόγραμμα, χάριν
τών πολλών οίτινες αγνοούντες τα περί
τήν Σχολήν, εκ κακοβουλίας αρέσκονται να διάκεινται
δυσμενώς προς τήν Εμπορική εκπαίδευσιν”.
Θεματικά μόνον, εμείς αναφέρουμε:
“Ελληνικά- Γενικαί
γνώσεις Εμπορίας (Ελληνιστί και Γαλλιστί)-
Λογιστική (Ελλην.και Γαλλιστί) Εμπορική Αριθμητική-
Ιερά, Εκκλησιαστική ιστορία- Γεωγραφία-
Φυσική- Πολιτική- Κοσμογραφία- Ιστορία Ανατολικών
Εθνών- Ελληνική Ιστορία τών καλών τεχνών-
Αρχιτεκτονική- Γλωσσική- Γραφική- Ιστορία
Εμπορίου από τών αρχαιοτάτων χρόνων
μέχρι τής σήμερον- Σπουδαιότερα πολιτικά
γεγονότα- Ιστορία τής τιμής και τών
νομισμάτων- Μαθηματικά- Πρακτικά-
Θεωρητική Αριθμητική Χατζηδάκη-
Γεωμετρία- Αλγεβρα- Φυσική Ιστορία-
Ζωολογία και φυτολογία- Γεωργική- Ορυκτολογία-
Γεωλογία- Φυσική Πειραματική-Τεχνολογική
Χημεία, Εμπορευματολογία- Γενική ανόργανος-
Οργανική- Τεχνολογική μετ'αναλύσεων
και συνθέσεων- Χημική εξέτασις τών βυρσοδεψικών υλών
και τών οίνων- Εξέτασις τών κυριωτέρων
εμπορευμάτων- Καλλιγραφία Ιχνογραφία- Γυμναστική”.
Φιλόδοξο- πρέπει να
σχολιάσουμε- το πρόγραμμα μαθημάτων
τής Πορφυριάδας!
Η Σχολή έμεινε
γνωστή ως
“Πορφυριάδα
- όνομα που δόθηκε από τον
Εμμ.Κρητικίδη οπως ο
ίδιος γράφει
στην “Πανδώρα”.(22)
Ο Γεώργιος Κλεάνθης όμως,
την αποκαλεί Πορφυριάδα, ήδη από το 1837, σε επιστολή του (;)
Ο
ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ
Θα
αναφερθούμε ιδιαιτέρως, αφού η ύπαρξή
του, ιστορικά και χωροταξικά, ήταν
άρρηκτα συνδεδεμένη με τον τόπο τού
αρχαίου ναού (τού Διονύσου;), και τη θέση
τής Σχολής τού Πορφυρίου,
όπως και με πρόσωπα που διαδραμάτισαν
ιστορικούς ρόλους. Αλλά και η κατεδάφισή
του συνδέθηκε κι εξυπηρέτησε ένα νέο
σχέδιο ανέγερσης, μιας άλλης Σχολής στον
ίδιο χώρο, τού Χατζηγιάννειου Παρθεναγωγείου
(1903).
O
μικρός
θολωτός ναός τής Αγίας Σοφίας χτίστηκε
πριν τήν ερήμωση τής Σάμου (προ
τού 1476 περίπου) κι εγκαταλείφθηκε
μέχρι την επανοίκηση (περί το1550).
O Eμ.Κρητικίδης
τον αναφέρει στην “Τοπογραφία”1869, ως
“ναϊδιον θολοειδές και
βαθύ κτισθέν πρό τής ερημώσεως
τής νήσου”
Επισκευάστηκε μετά το
1550 από τούς προγόνους τού Ιερέα Γεωργίου
Ζαμπέτη και κατέστη οικογενειακός.
Στο
Συγγίλιο τού Πατριάρχη Νεοφύτου το
1738, αναφέρεται ως ενοριακός,
κτητορικός, υπό την “..δεσποτείαν
και εξουσίαν τού διαληφθέντος κτήτορος..”,
έχει δε και κήπο, και περίβολο και θύρα. Στο
Συγγίλιο τού Πατριάρχη Γαβριήλ, το
1784, πληροφορούμαστε οτι με την Σχολή
μαζί, κατέστη
σταυροπήγιο Πατριαρχικό.
Ο
ναός ανοικοδομήθηκε
πάλι, 21 χρόνια
μετά την ίδρυση τής Σχολής, τον Μάϊο
1805, όταν
διδάσκαλοι στη Σχολή ήταν -μετά τον
Ιάκωβο Σφίγγο- ο Σαμουήλ και Δανιήλ
από την Ανδρο. Θα επρόκειτο για ριζικές
εργασίες αναδόμησης,
αν λάβουμε υπ' όψιν τούς δύο αιώνες που
μεσολάβησαν από την προηγούμενη
ανακαίνιση (των προγόνων τού Ιερέα
Ζαμπέτη). Αλλωστε, οι πηγές αναφέρουν
επεμβάσεις στα θεμέλια τού κτίσματος.
Επίσης, έχουμε την πληροφορία, τής
ύπαρξης νάρθηκα.
Μικρός
λοιπόν, θολωτός, βαθιά κτισμένος και με
νάρθηκα ναός, με δικό του κήπο, και περίβολο
με πόρτα, νότια τής όλης περιοχής. Κοντά
του και το πηγάδι “το έσωθεν και έξωθεν
“ τής ιδιοκτησίας τού Ιερέα Γ.Ζαμπέτη.
Κατά
τη διάρκεια των εργασιών, ανακαλύφθηκαν
δύο στήλες, ένα “κεκολοβωμένον άγαλμα
και ύλη
τού αρχαίου ναού”, στα θεμέλια τού
δεξιού τοίχου τής Αγίας Σοφίας, προς
τον κήπο, τα οποία κατά διαταγή των
προυχόντων καλυφθήκανε, από φόβο μήπως
αυτοί ενοχοποιηθούν από την τουρκική
εξουσία. Εξ άλλου κάποιες από τις
αρχαιότητες τού περιβόλου που
προαναφέρθηκαν στην εργασία μας, σώζονταν
μέσα στον ναό, στον νάρθηκα και στο ιερό
βήμα. (Οι συγκεκριμένες πληροφορίες
δοθήκανε από τον εν ζωή τότε Χ. Δημ.
Κωνσταντηρεϊζη και τις επιβεβαίωσε ο
τότε Αρχιμανδρίτης
Ματθαίος Νικολέτης στον Εμμ. Κρητικίδη).
Οι εργασίες έγιναν “με
συνδρομές τών κατοίκων τών Καρλοβασίων
και τού Ηγουμένου τής
Μονής Καρακάλου τού Αγίου Ορους Νεοφύτου,
ο οποίος δαπάνησε αρκετά χρήματα για
τον καλλωπισμό
τού νάρθηκα”
Στην είσοδο υπήρχε η εξής
επιγραφή:
αωε περί μήνα Μάιου
“ούτος
ο περικαλλής ναός επ'ονόματι ανηγέρθη
τής
Τριάδος
τών αυταδέλφων καλλιπαρθένων τε και
αθληφόρων
τού
Χριστού Πίστεως, Ελπίδος και Αγάπης και
τής μητρός
αυτών
Σοφίας επί Αρχιερέως Δανιήλ τού
Πελοποννησίου
και
επί διδασκάλων Σαμουήλ και Δανιήλ
αυταδέλφων
τής
εξ Ανδρου επιτροπεύοντος τού Κων/νου
Διαμαντή”.
Χριστώνυμε είσελθε ένδον
ευσεβοφρόνως
οφρα τ'όν αντέξεις λάβοις
τ'αφθόνως
Ο
Δανιήλ Κομνηνός ο Πελοποννήσιος,
από την Κουμουστά Λακωνίας, ήταν
Επίσκοπος Σάμου κατά τα έτη 1783-1814
(έχτισε με
δικά του έξοδα το εξωκκλήσι τού Αγ.
Χαραλάμπους στη Χώρα). Αρνήθηκε να
εισπράξει οφειλές φτωχών αγροτών (εν
αντιθέσει με τούς κοτζαμπάσηδες) και
κατηγορήθηκε ότι υπεστήριζε τούς
καρμανιόλους. Τον διέβαλαν επίσης
διάφοροι θρησκόληπτοι για την άρνησή
του (λόγω τής κατάχρησης ανέγερσης
ναϊδίων) να εκδόσει άδειες.(23)
Πέθανε το 1815 και ετάφη στον ναό τής
Αγίας Παρασκευής στη Χώρα, σε παλαιό
μνημείο πίσω από το δεσποτικό θρόνο,
κατά το παρεκκλήσιο των Αγίων Αποστόλων.
Τον διαδέχθηκε ο Κύριλλος Αγραφιώτης. Αφησε με Διαθήκη 200 γρόσια “εις
το Σχολείον τού κοινού τής Σάμου, κατά
το Καρλόβασι”.(24) Ο Κρητικίδης
αναφέρει στην “Τοπογραφία” ότι ο
Δανιήλ έχτισε με δικά του έξοδα μία από
τις πέντε παλιές βρύσες τού Ν. Καρλοβασίου,
την επωνομαζόμενη “Τού
Δεσπότη”, μέσα στην
πρώτη μάλλον δεκαετία
τού 1800.
Εναν
αιώνα περίπου μετά, κατά
το 1902 κατεδαφίστηκε ο ναός,
συγχρόνως μάλλον, με τη Σχολή
τού Πορφυρίου, προκειμένου να υλοποιηθεί
το νέο σχέδιο, τού
Ι. Χατζηγιάννη
αυτή τη
φορά.
Θα οικοδομήσει Παρθεναγωγείο στον ίδιο
χώρο.
Από
τον ναό, πλέον έχει χαθεί σχεδόν η
ανάμνηση. Για όσους όμως ενδιαφέρονται
για τη διατήρηση τής ιστορικής
μνήμης (προυπόθεση και για τη διατήρηση
και συντήρηση των μνημείων τού νησιού),
αναφέρουμε ότι σώζεται μια
μαρμάρινη στήλη στο
βόρειο τοίχο τού Χατζηγιάννειου (στην
αυλή), τό πηγάδι στην
οδό Αγίας Σοφίας (εξωραϊσμένο), και
δίπλα του ένα αφιερωματικό εικονοστάσιο,
στην Αγία Σοφία. Τέλος στην Μητρόπολη,
σώζεται η εικόνα
τής Αγ. Σοφίας,
Πίστεως, Αγάπης και ελπίδας, καθώς και
η Ακολουθία
που συνέταξε ο Γ. Κλεάνθης.
(Επ'
αφορμή αναφέρουμε, οτι πρόσφατα
μετονομάστηκε η οδός “ Αγίας Σοφίας”
σε οδό “Εμμ. Καλομοίρη”. Κατά τήν γνώμη
μας δεν έπρεπε να αλλαχθεί, γιατί η
ονομασία τής οδού παρέπεμπε ακριβώς
στον ιστορικό χώρο. Ετσι
διατηρείται η ιστορική μνήμη, ενώ με
τέτοιες παρεμβάσεις.....χάνεται).
Τί
συνέβη στο μεταξύ πού ήταν μοιραίο για
τον ναό τής Αγίας Σοφίας;
- Αποφασίστηκε η εγκατάλειψη τού κτιρίου τού Πορφυρίου.
- Η εκ βάθρων ανέγερση νέου κτιρίου τής Σχολής σε άλλο χώρο.
- Η Κατασκευή Παρθεναγωγείου στο χώρο τής Παλαιάς Σχολής τού Πορφυρίου.
- Αποφασίστηκε η εγκατάλειψη τού κτιρίου τού Πορφυρίου.
- Η εκ βάθρων ανέγερση νέου κτιρίου τής Σχολής σε άλλο χώρο.
- Η Κατασκευή Παρθεναγωγείου στο χώρο τής Παλαιάς Σχολής τού Πορφυρίου.
Για
την αναγκαιότητα κατεδάφισης τού κτιρίου τού Πορφυρίου να
υποθέσουμε οτι το νέο κτίσμα τού Χατζηγιάννη
δεν μπορούσε πλέον να αναπτυχθεί μέσα στην άλλοτε μεγάλη έκταση τού Πορφυρίου,
είτε γιατί πουλήθηκαν στο μεταξύ τμήματα αυτής, είτε
γιατί παραχωρήθηκαν.
Μερικές
δεκαετίες μετά τήν αποκατάσταση τού
κτιρίου (1847), η Σχολή στα τέλη τού 1800
έχει πέσει σε παρακμή. Ερειπώνεται
από τήν πολυκαιρία και φαίνεται πως
είναι κτιριακά ανεπαρκής. Η μετατροπή της από το 1891 (και επισήμως
από το 1897) σε Εμπορική Σχολή εχει αυξήσει
τον αριθμό τών μαθητών της.
Αποφασίζεται
λοιπόν η εκ νέου κατασκευή της, και
αναζητάται πιό ευρύχωρη τοποθεσία. Επιλέγεται
νέα θέση, ανατολικά του Αλωνακίου, με
μεγάλο περίβολο που εχει όψη στην σημερινή
πλατεία Βαλασκατζή.
Η μελέτη
εκπονείται από τον Ιερομόναχο και
Αρχιτέκτονα Νικόλαο Δ.Τσουκαλαδάκη
και το 1897 κατατίθεται η Τεχνική Εκθεση
τού Μηχανικού τής Ηγεμονίας.
Χτίστηκε από τήν
περιουσία της Σχολής και με δωρεές τού
γιατρού Χριστοδούλου Γ. Μανταφούνη(1847-1929), τού Μεγαλέμπορου
Γεωργίου Κ. Νικολάου (1846-1922) και τού Ιωάννου
Γ. Χατζηγιάννη (1832-1914), ισχυρού πολιτικού άντρα. Ετάφησαν και οι τρείς στο κοιμητήριο Ν. Καρλοβασίου όπου σώζονται τα ταφικά τους μνημεία. Εκείνο τού Ι.Χατζηγιάννη φέρει την επιγραφή τού καλλιτέχνη: "ΚΩΝΣΤ. Σ. ΛΙΟΡΗΣ ΕΠΟΙΕΙ ΑΘΗΝΑΙ".
Γιά τήν Σχολή δαπανήθηκαν περισσότερες από 2.000
λίρες
Γεώργιος .K. Nικολάου 1846-1922 |
Ιωάννης Γ. Χατζηγιάννης 1832-1914 |
Χριστόδουλος Γ. Μανταφούνης 1847-1929 |
Στην θέση τής παλιάς
Σχολής χτίζεται το Χατζηγιάννειο
Παρθεναγωγείο (επιγραφή 1903), όπως προείπαμε, και
κατεδαφίζεται η Αγία Σοφία.
(Λίγο
νωρίτερα κατεδαφίστηκαν οι Ναοί τού
Αγίου Δημητρίου (περί το 1898), τού Ιωάννου Θεολόγου στο Ν. Καρλόβασι (στήν θέση
τού παλιού Δημαρχείου;) και επανδρώνεται
με τα υλικά τους ο
Μητροπολιτικός Ναός Καρλοβασίου που
επανηγέρθη εκ βάθρων το 1898).
Ο Ι. Χατζηγιάννης χιώτικης(;) προέλευσης, βιομήχανος
και πολιτευτής, υπήρξε ισχυρό πρόσωπο
στήν σαμιακή κοινωνία και αντίπαλος
τού Θ.Σοφούλη.
Επωφελούμενος
κοινωνικών και άλλων καταστάσεων,
φιλόδοξος και εκρηκτικός, προκειμένου
να επιβληθεί
μεταξύ άλλων ισχυρών, ενεπλάκη παρορμητικά
μάλλον σε μεγαλεπίβολα έργα. Παρά τις
ενστάνσεις, σ' αυτόν ωφείλουμε τήν ύπαρξη
ενός από τα σημαντικότερα δημόσια κτίρια
αυτής τής
πόλης, τού “Χατζηγιάννειου”. Ως
ένας εκ τών τριών δωρητών συνέβαλε
επίσης τα μέγιστα, στήν
οικοδόμηση τής νεώτερης Πορφυριάδας.
Ι. Χατζηγιάννης- Ελαιογραφία αναρτημένη στο Δημαρχείο Καρλοβασίου |
Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ
ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ
Τέλος
Μαίου-αρχές Ιουνίου 1897 γίνεται η τελετή
θεμελίωσης τού νέου κτιρίου.
Ο
Σέργιος Βαφειάδης Διευθυντής
τής Σχολής, στον λόγο που εκφώνησε,
βρήκε τήν ευκαιρία να υπενθυμίσει
τήν παρακμή στην οποία είχε περιέλθει
η πρώτη Πορφυριάδα Σχολή και την αδιαφορία προς το ιστορικό κτίριο, των
εκάστοτε κυβερνώντων. Eγκωμιάζει
όμως το έργο τής Σχολής και τήν
συμβολή της στήν Επανάσταση. Τήν
αποκαλεί “θυγατέρα” τού Πορφυρίου.
“...Αναθεμελιούται
σήμερον, Συμπολίται, η Πορφυριάς Σχολή,
καλλύνεται η μήτηρ και τροφός τής αοιδήμου
ευανδρίας τών Σαμίων, κοσμείται
μεγαλοπρεπέστατα το παιδευτήριον τό δικαιότατα σεμνυνόμενον
διά τό ένδοξον αυτού παρελθόν. Εν αυτή
αρχομένου τού αιώνος ουδεμιάς ετέρας
υπαρχούσης προ τών ανυστάκτων ομμάτων
τών τής εκκλησίας ημών μουσών Πίστεως και
Ελπίδος και Αγάπης, τών θυγατέρων τής
φιλόπαιδος Σοφίας, έλαβον τον φωτισμόν τής γνώσεως
και ευσεβείας οι ευλογητοί εκείνοι
άνδρες, οι εργάται τής τών Σαμίων αυτονομίας.
Υπ'αυτής πρώτον και άρτιον επαιδεύθη
τήν τού γνησίου πολίτου παιδείαν, ο περίνους Λυκούργος
ο Λογοθέτης, και εκ τών μουσοτραφών
διδαγμάτων αυτής ενεπνεύσθη Τυρταίου ποίησιν
ο αχράντως φιλόπατρις Κλεάνθης.
Τούτους ενέδειξεν
άνδρας η μεμουσωμένη θυγάτηρ τού
Πορφυρίου, ώστε ετοίμως έσχον εν καιρώ να επιτελέσωσιν
άνευ φειδωλίας και φιλοψυχίας το
υπέρτατον προς τήν γεννέθλιον γην καθήκον και
ούτως η ύπαρξις αυτής εγένετο αιτία τού
μεγίστου τών αγαθών....Και ετηρήθη πιστώς και
εφυλάχθη ευλαβώς επί πλείστων ο τού
ιδρυτού ιερός θεσμός και ανδρες εδίδαξαν
εν αυτή και εν τοίς ύστερον χρόνοις
ουδέν ήττονες εις λόγον παιδείας και
ήθους και φιλοπατρίας τών
προειρημένων, οίος ο μακαρίτης Ι.
Λεκάτης. Μετά ταύτα επήλθεν η
παρακμή....”(26)
Ο τοπικός Τύπος τής
εποχής αυτής, εκθειάζει τήν πρωτοβουλία
και “φιλομουσίαν”τών Καρλοβασιτών,
και την προθυμία τών δωρητών, να
προσφέρουν τήν οικονομική τους στήριξη,
προκειμένου να υλοποιηθεί στον τόπο
τους αυτό το μεγάλο έργο, σε αντίθεση
με όσα συνέβαιναν στό Βαθύ, και για τα
οποία ο Τύπος εξαπέλυε αυστηρή κριτική
και ερωτήματα.
Καυτηριάστηκε όμως ,
από τον Ζήσιμο Σίδερη (από την Χώρα), και
το γεγονός οτι κατά την τελετή τής
θεμελίωσης , παραλήφθηκε να αναφερθεί
έστω το όνομα τού Σχεδιαστή. Η εφημερίδα ¨ΦΩΣ” επανορθώνει,
δημοσιεύοντας το άρθρο τού Ζ.Σίδερη
(27)
“...τό είδατε το
σχέδιον; Λέγουσιν ότι αν η εκτέλεσις
δεν το αδικήσει θα είναι το κτίριον
μοναδικόν εις τήν Ανατολήν, Εντελές
αρχιτεκτονικώς, κατασκευασμένον
καθ'όλους τούς κανόνας ούς επιβάλλει
η Τέχνη, Επαρκούν εις όλας τάς ανάγκας.
Αρτιον έργον, και πρωτότυπον. Με ρυθμόν
ίδιον, με καλαισθησίαν απαράμιλλον.
Εργον άξιον τού Τσουκαλαδάκη και τού χρυσίου τών
ευγενών χορηγών το οποίον θα το
πραγματοποιήση........Ηξεύρετε τήν ιστορίαν όλων τών
ωραίων έργων. Ο χορηγός αποθανατίζεται
με τον τεχνίτην. Τούς συνδέει είς δεσμός ο οποίος
τούς παραδίδει ηνωμένους εις τούς
αιώνας...... Και πρέπει να μήν αγνοώμεν οτι είναι
σπουδαίον ευτύχημα εις τόν χορηγόν ο
τεχνίτης ο καλός – αδιάφορον ποίου είδους τεχνίτης - ο
οποίος θα σωματοποιήση τήν ευγενή
πρόθεσίν του. Οπως π.χ εις τήν Πορφυριάδα Σχολήν
έτυχον οι χορηγοί καλού τεχνίτου. Και
όμως παρελήφθη να μνημονευθή έστω και το όνομά
του όπως έδει να γίνη. Παρήγορον είναι
οτι είμεθα ακόμη εν καιρώ να επανορθώσωμεν τήν
αδικον αυτήν παράλειψιν. Πράξατέ το”.
Στο νέο κτίριο,
εγκαταστάθηκε η από τού 1897 εγκεκριμένη
Εμπορική Σχολή, το 1905.
Ο Βαφειάδης που
τόσο σπουδαίο ρόλο διαδραμάτισε στον
νέο προσανατολισμό τής Σχολής, έφυγε στην Γερμανία και
Αγγλία γιά ευρύτερες σπουδές, κυρίως
παιδαγωγικές. Πέθανε στο Λονδίνο.
Μετά τον Βαφειάδη
Σχολάρχες στην Πορφυριάδα έγιναν οι
εξείς:
Δημήτριος Φαίδας
(1900-1904)
Αλέξανδρος Χατζόγλου
(1904-1906)
Γεώργιος Χουβαρδάς
(1906-1908)
Αλέξανδρος Χατζόγλου (1908-1912), όταν
έγινε η Ενωση τής Σάμου με τήν Ελλάδα
και υπήχθη- σαν όλα τα σχολεία τής Σάμου
στο Υπουργείο Παιδείας.(28)Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΤΗΣ ΗΓΕΜΟΝΙΑΣ
Προηγήθηκε μιά περίοδος διαφωνιών μεταξύ τών χορηγών και τού Αρχιτέκτονα.
Στο υπόμνημα, με το
οποίο επισυνάπτει και υποβάλλει στον
Ηγεμόνα της Σάμου, Σ. Μουσούρο, στις
27 Ιανουαρίου 1897, τήν “Συγγραφή
τεχνικών όρων τής εκ βάθρων εγερθησομένης
εν Νέω Καρλοβάσω Πορφυριάδος Σχολής
“, ο Μηχανικός τής Ηγεμονίας Ηλίας Δ.
Σιμιτόπουλος, (29)
αναφέρει, μεταξύ
άλλων, την καθοριστική αλλαγή στο κτίριο
που οι χορηγοί κατάφεραν να επιβάλλουν
στο τέλος, προκειμένου να μειώσουν το
κόστος τής κατασκευής σε βάρος τού
αρχικού σχεδίου τού Αρχιτέκτονα.
Ο Ηλίας
Σημιτόπουλος, γεννήθηκε στη Σμύρνη
το 1865. Σπούδασε Αρχιτέκτων Μηχανικός στο
Πανεπιστήμιο τού Εδιμβούργου. Στη
Σμύρνη ασχολήθηκε με οικοδομικές
επιχειρήσεις. Υπερασπίστηκε
τα εθνικά συμφέροντα, με την άνεση που
τού παρείχε η Αγγλική υπηκοότητά του.
Ταξίδευε πολύ στο εξωτερικό διεκδικώντας
τις αποζημιώσεις των προσφύγων τής
Μικρασιατικής καταστροφής, από διάφορες
Ασφαλιστικές Ευρωπαϊκές Εταιρείες.
Αναδείχθηκε σε εκλεκτό μέλος τής
κοινωνίας τής Σμύρνης. Υπήρξε και
συνεργάτης τού Μητροπολίτη Χρυσοστόμου. Διετέλεσε
Πρόεδρος τού Πανπροσφυγικού Συνδέσμου
Αρχιτεκτόνων Μηχανικών. Πέθανε
στην Αθήνα το 1939.
Από το υπόμνημα τού
Ηλία Σημιτόπουλου πληροφορούμαστε
οτι:
Κατ'εντολή τού Ηγεμόνα, και κατόπιν
αιτήσεως τού Δημάρχου Νέου Καρλοβασίου,
ο Ηλίας Σιμιτόπουλος συναντήθηκε στο Καρλόβασι
με τον Δήμαρχο τού Νέου Καρλοβασίου και
με τούς
Δωρητές και συναποφάσισαν τα κάτωθι,
(τα οποία και υπέβαλε για έγκριση στον Ηγεμόνα):
Το πλάτος
τής Σχολής ορίστηκε στα 36 μ..
Το μήκος
στα 36 μ..
Το ύψος στα
11 μ από την επιφάνεια τού εδάφους..
Οσον αφορά
τον ρυθμό, εγκρίνανε το σχέδιο που
υπέβαλε ο Τσουκαλαδάκης.
Ενημερώνει
τον Ηγεμόνα ότι προέβη στη συγγραφή
των τεχνικών όρων τής τοιχοποιίας και
τής ξυλουργικής
εργασίας και τα υποβάλλει στον ίδιο
προς επικύρωση. Βάσει αυτών θα διεξαχθεί μειοδοτική
δημοπρασία τού έργου, την
μεθεπόμενη Κυριακή, στο Νέο Καρλόβασι, από
το Δήμαρχο. Ως πρώτη
προσφορά ορίσανε για μεν την τοιχοποιία
ανερχόμενη σε 5.500 τετρ.μέτρα το ποσό των 120.000
γροσίων, για δε την ξυλουργική
εργασία 130.000 γρόσια. Στα ποσά αυτά
δεν συμπεριλαμβάνεται
το σοβάντισμα της Σχολής, ούτε η κατασκευή
των “αποπάτων”, που θα είναι ξεχωριστό
κτίριο.
Αναφέρεται
επίσης στη μοναδική του διαφωνία με
τούς δωρητές, οι οποίοι για λόγους
οικονομίας, δεν θέλουν να ανυψωθεί το
κτίριο ως τη στάθμη τού δρόμου (που
βρίσκεται υψηλότερα τού οικοπέδου) και
επισημαίνει ότι, “αν ούτε
το κρηπίδωμα δεν έφτανε στην ίδια
γραμμή με τον δρόμο, από καλλιτεχνική
έποψη πολύ θα αδικηθεί το κτίριο...”, παρ'ότι θα χτιστεί σε απόσταση 50 μέτρων από τον
δρόμο.
Το
αρχικό λοιπόν σχέδιο τού Αρχιτέκτονα
τροποποιήθηκε κατά το κρηπίδωμά
του. Σήμερα το
κτίριο θα βρισκόταν στο ίδιο ύψος με
τον δρόμο.
Δεν
είμαστε βέβαιοι επίσης, αν οι διαστάσεις
τού κτιρίου που συμφωνήθηκαν μεταξύ
Δωρητών και Μηχανικού τής Ηγεμονίας
(απόντος τού Αρχιτέκτονα, ως φαίνεται)
ήταν οι προβλεπόμενες στη μελέτη τού
Τσουκαλαδάκη.
Παραλήφθηκε το νότιο αέτωμα, και
εντελώς τα βόρεια προπύλαια (φυσικά και
το εκεί αέτωμα). Ο Ιερομόναχος Ν.
Μικέδης λέει χαρακτηριστικά: “Αετώματα εις τα κτίρια δεν
έφτιαξε, λόγω αντιδράσεως τών Καρλοβασιτών
ένεκα υψηλού κόστους, και αγανακτήσας τα άφησε
έτσι. Αργότερα για να καλυφθή το κενό,
έκτισαν τούβλα”.(30)
Ο Μηχανικός
τής Ηγεμονίας, δίνοντας κατασκευαστικές
οδηγίες, γράφει για προπύλαια και
για τέσσερις σε αριθμό κυκλικές
στήλες. Επ' αυτών θα στηριζόταν οι
θόλοι, οι κορωνίδες και τέλος τα
αετώματα. Οι δύο από τις τέσσερις θα
τοποθετούνταν στη βόρεια όψη τού
κτιρίου.
Στην
Τεχνική Εκθεση, περιγράφονται και δύο
σκάλες ακόμα, στη βόρεια όψη τού
κτιρίου που δεν υλοποιήθηκαν, και
ενισχύουν την πεποίθηση περί δύο
προπυλαίων.
Η Εκθεση Τεχνικών Ορων, εκτός των
άλλων, περιέχει σημαντικές πληροφορίες
για την κατασκευή τού κτιρίου, για την
ποιότητα των υλικών, για τις αγορές
προμήθειας αυτών και για ειδικές
συμφωνίες σχετικά με τις υποχρεώσεις
τού εργολάβου.
Το συμφωνητικό
με τον εργολάβο:
Μαθαίνουμε ότι εποχή έναρξης τής
εργασίας ορίζεται η δέκατη πέμπτη
ημέρα μετά την ειδοποίηση
τού εργολάβου για την επικύρωση των
πρακτικών από την Διοίκηση.
Προθεσμία αποπεράτωσης τού έργου
ορίζεται δωδεκάμηνος (1 έτος) γιά όλη
την τοιχοποιία και εξάμηνος (μήνες 6)
γιά τήν ξυλουργική εργασία. Για διευκόλυνση
δε τού εργολάβου, προς εντελή
αποπεράτωση των παραπάνω εργασιών,
ορίζεται δεκαοκτάμηνη (μήνες 18) προθεσμία.
Η κατασκευή τού έργου μέχρι τής
εντελούς αποπερατώσεως αυτού θα
επιβλέπεται από τόν κον
Δήμαρχο Νέου Καρλοβάσίου και τού
επιστάτη, που θα διορίσει ο ίδιος. Ο
επιστάτης θα συμμορφούται
με τις οδηγίες τού Μηχανικού τής
Ηγεμονίας.
Σε περίπτωση που η εργασία δεν
γίνεται στερεά, ο Μηχανικός τής
Ηγεμονίας θα διακόπτει το
έργο. Εάν ο εργολάβος δεν σπεύσει εντός
τριών ημερών να επανορθώσει τις ατέλειες,
θα αντικαθίσταται από άλλο τεχνίτη.
Οι πληρωμές θα γίνονται κάθε μήνα,
ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών
(βάσει προηγούμενης έκθεσης τού Μηχανικού
τής Ηγεμονίας), και θα κρατείται κάθε
φορά το 10% επί τού
ποσού πληρωμής. Αυτό θα επιστραφεί στον
εργολάβο δύο μήνες (2) μετά τήν εντελή
αποπεράτωση
τού έργου.
Η παράδοση τού έργου θα γίνει
στον Μηχανικό τής Ηγεμονίας.
Σε περίπτωση που ο εργολάβος δεν
αποπερατώσει και παραδώσει το έργο
στήν ορισθείσα ημερομηνία, θα πληρώσει
100 γροσια για κάθε ημέρα για τις πρώτες
δέκα ημέρες και πεντακόσιες για
κάθε ημέρα από την δέκατη και πέραν,
χωρίς καμμιά προφασολογία.
Ο εργολάβος οφείλει να χορηγήση
αξιόχρεο εγγυητή και πληρωτή
ευθυνόμενο καθ' όλα και γιά
όλα για τον εργολάβο. Η εγγύηση θα είναι κτηματική.
Ο εργολάβος κι ο εγγυητής υποβάλλονται
σε όλες τις διατάξεις τού περί εργολαβιών υπ'
αρθ. 651 Νόμου.
Για τα
υλικά , ενδεικτικά αναφέρουμε:
Η προμήθεια λίθων για τις εργασίες
θεμελίωσης να γίνουν μόνο από το λατομείο
τής Παναγίτσας
παρά το λωβοκομείο. Για τήν λοιπή
τοιχοποιία, από οιονδήποτε άλλο λατομείο
που βρίσκεται στην περιφέρεια Χειμαδιά
ή Ασπροσπηλιές.
Η αγορά ποτζαλάνης να γίνει από
τον εργολάβο.
Η προμήθεια ξυλείας, σιδήρων και
ό,τι άλλο επιβαρύνει τον εργολάβο, να
αγοραστεί από τή
Σμύρνη ή απ' αλλού, και δεν θα υποβληθεί
σε τελωνειακό ή άλλο φόρο.
Η ξυλεία θα χρησιμοποιηθεί γιά τήν
κατασκευή όλων των σκαλωσιών του Δήμου
και Δημοσίου όπου χρειάζεται.
Τα κεραμίδια να είναι εγχωρίου
κατασκευής, αλλά τής καλύτερης ποιότητας.
Οι κάσες θυρών-παραθύρων να είναι
από καστανιές ή τράβες
Τα τζαμιλίκια από ξύλο καραγατσίου
ή οξιάς.
Οι πόρτες από ξύλα Τεργέστης.
Η εξωτερική μεγάλη πόρτα από
καρυδιά κ.λ.π
Για τον κατασκευαστικό τρόπο
Θεμέλια
Τα
θεμέλια θα
κατέλθουν σε βάθος 2 μέτρων και οπωσδήποτε
μέχρι στερεού εδάφους. Ο πυθμένας θα εσταθμισθεί,
κοινώς θα “αλιφαδιασθεί”. Θα πέσει
μια μόνη σειρά μεγάλων ξηρολίθων. Επ'αυτών θα
ξεκινήσει το χτίσιμο τής τοιχοποιϊας
με ασβέστη και “ποτζολάνη” σε ύψος 1,50 μέτρου. Σε αυτό το
σημείο τής θεμελίωσης, ο εργολάβος θα
κατασκευάσει και θα ρίξει εσχάρα από αγριόξυλα ή δρένια
καθ'όλη την περιφέρεια τού κτιρίου. Τα
ξύλα θα έχουν πλάτος 12 εκατοστών και πάχος 15. Το ένα
ξύλο τιθέμενο επί τού άλλου να γίνεται
με δόντι και να καρφώνεται με καρφιά και όχι με
βελόνες.
Μετά την τοποθέτηση
τής εσχάρας, η τοιχοποιία θα εξακολουθήσει
επί αυτής, σε ύψος 50 εκατοστών ακόμα, για να
συμπληρωθεί το ύψος που ορίστηκε των
2 μέτρων τής θεμελίωσης. Το πλάτος των θεμελίων μέχρι την
επιφάνεια τού εδάφους, ορίζεται σε ένα
μέτρο και δέκα εκατοστά (1,10).
Οι εσωτερικές
διαιρέσεις ή χωρίσματα (72 μέτρα
τρέχοντα) θα κατέλθουν στο ίδιο βάθος με τις εξωτερικές
πλευρές τού κτιρίου. Το πλάτος ορίζεται
σε ογδόντα εκατοστά (0,80).
Το κρηπίδωμα
Από
την επιφάνεια τού εδάφους και σε ύψος
δύο μέτρων(2) θα χτιστεί το κρηπίδωμα
από απλή τοιχοποιϊα πάχους ογδόντα
εκατοστών (0,80). Σε αυτό θα ανοιχθούν 16
φεγγίτες που θα φέρουν σιδερένιο
ραβδωτό περίφραγμα και εσωτερικά
δικτυωτό από σύρμα επί ξυλίνου τελάρου.
Μετά
το πέρας τού κρηπιδώματος ο εργολάβος
θα σταματήσει επί ενάμισυ μήνα και θα
καταβρέχει καθημερινά, σε περίοδο
ξηρασίας. Το ίδιο και για τήν θεμελίωση.
Υποχρεούται να κατασκευάσει όλες τις
εξοχές τού κτιρίου, στις γωνίες των
οποίων πρέπει με
προσοχή να βάζει τούς γωνιακούς λίθους,
κοινώς “καντούνια”.
Το ύψος τής
οικοδομής από τού κρηπιδώματος μέχρι
τής κορωνίδας (συμπεριλαμβανομένης αυτής) ορίζεται
σε 9,50 μέτρα, το δε πάχος τών τοίχων σε
70 εκατοστά για τούς εξωτερικούς τοίχους. Των εσωτερικών
θα είναι 50 εκατ.
Το κτίσιμο θα
γίνεται κατά κανονικά ύψη των 40 εκατοστών.
Κάθε στρώση ή “σαβάκι” κοινώς, θα έχει 40
εκατ.ύψος. Επί τής κορυφής κάθε σαβακίου
θα ρίχνεται “αριάνη”, ήτοι ασβέστης με άμμο και
ποτζολάνη και νερό, σε ρευστή ύλη.
Από το κρηπίδωμα
και πάνω, η λοιπή τοιχοποιία θα γίνεται
με αμμοκονία, ήτοι με “άμμο ποταμίας” και
ασβέστη καλής ποιότητας. Η αναλογία θα
είναι τρία μέρη άμμου και ένα μέρος ασβέστη.
Στήλες
Οι τέσσερις
στήλες των προπυλαίων θα γίνουν
χτιστές, με τον ακόλουθο τρόπο: Στο μέσον ακριβώς κάθε
στήλης θα τεθεί σιδηρά στρογγυλή ράβδος
διαμέτρου 0,05 και ύψους 7,50 μέτρων. Γύρω απ΄αυτήν
θα κτισθούν οπτόπλινθοι εγχώριας
προέλευσης, αλλά καλής ποιότητας. Η διάμετρος κάθε
στήλης θα είναι 80 εκατοστά. Οι βάσεις
θα φτάνουν στο ίδιο βάθος με τις πλευρές
τού κτιρίου (2 μέτρα). Οι κορυφές των
τεσσάρων σιδηρών ράβδων, θα συνδεθούν
μεταξύ τους με επίσης σιδηρούς συνδέσμους,
στην κορυφή. Μετά θα τεθούν επ'αυτών
και τού απέναντι τοίχου, σιδηροί
δοκοί. Το μεταξύ τους κενό θα πληρωθεί
με οπτοπλίνθους, δηλαδή θα κατασκευαστούν
θολίσκοι και πάνω σ'αυτούς θα
κατασκευαστεί η ζωοφόρος κορωνίς
(κορνίζα) και το αέτωμα. Ολος ο χώρος
τών προπυλαίων θα επιστρωθεί με ευρωπαϊκά
μάρμαρα, τα μισά λευκού χρώματος και τα άλλα
μισά, βαθέος κυανού.
Τόξα
Τα τόξα των παραθύρων και των
φεγγιτών θα κατασκευαστούν από διπλή
σειρά οπτοπλίνθων εγχώριας προέλευσης,
αλλά από τα καλύτερα. Αμέσως μετά ο
εργολάβος υποχρεούται
να συνδέσει με σίδερα και “σταγγέτα”,
σε κάθε γωνία, όλους τούς τοίχους τού
κτιρίου.
Η κάσα τής εξωτερικής θύρας θα
κατασκευαστεί από μάρμαρο Τήνου ή τού
Μαρμαρά.
Κλίμακες
Η σκάλα τής πρόσοψης και οι δύο
άλλες στην πίσω πλευρά τού κτιρίου, θα
κατασκευαστούν
από μάρμαρο, σύμφωνα με το σχέδιο και
τις διαστάσεις και με τις οδηγίες τού
Μηχανικού τής Ηγεμονίας.
Ξυλουργική εργασία
Πατώξυλα
Σε
όλα τα δωμάτια, στην μεγάλη αίθουσα και
στους διαδρόμους θα τεθούν πατώξυλα, 12εκατ.πλάτους και 25 πάχους και θα είναι
ισοκέφαλα. Η μεταξύ τους απόσταση θα
είναι 40 εκατ.
Σανίδωμα
πατωμάτων
Ανεξαιρέτως σε όλους
τούς χώρους, τα πατώματα θα είναι από
ξύλα Σουηδίας “παρκέ σαπέν”, 12εκατ.πλάτους και 3 εκατ.πάχους. Θα
καρφώνονται σε κάθε πατώξυλο και θα
συσφιγγονται
με σιδηρά “τσενέτια”.
Σουβαντιπιά
Θα
έχουν πλάτος 20 εκατ. Ο εργολάβος θα θέσει
μικρούς, ξύλινους τάκους γενομένου τού
κτισίματος, για να καρφωθούν επάνω τους
τα σουβαντιπιά. Θα κατασκευαστούν
από τάβλες.
Οι κάσες των θυρών και των παραθύρων
θα γίνουν από καστανιές ή τράβες, πλάτους
15 εκατ. και πάχους 10 εκατοστών.
Τα τζαμιλίκια θα κατασκευαστούν
από ξύλα καραγατσίου ή οξιάς.
Θύρες
Περαστές δίφυλλες, όλες από ξύλα
Τεργέστης, πάχους 5 εκατοστών και σύμφωνα
με το σχέδιο.
Η μεγάλη εξωτερική θύρα από καρυδιά, σύμφωνα με το σχέδιο και τις οδηγίες τού Μ.Η.
Η μεγάλη εξωτερική θύρα από καρυδιά, σύμφωνα με το σχέδιο και τις οδηγίες τού Μ.Η.
Ο εργολάβος υποχρεούται σε όλα
όσα χρειάζονται γιά τις θύρες και τα
παράθυρα, ήτοι πορταβέλες,
κλειδωνιές, πόμολα, σύρτες, σπανιολέτες
κ.λ.π που θα είναι τορνάτα και της εκλογής τού
Μ.Η.
Υαλοι
παραθύρων
Πρέπει
να είναι από κρύσταλλα καλής ποιότητας.
Οροφές
Οι
οροφές θα γίνουν σουβαντιστές. Γι' αυτόν
τόν σκοπό θα τεθούν εσωτερικά καδρόνια (7Χ5 εκ.) σε απόσταση 30 εκ.
μεταξύ τους. Οι βέργες που θα καρφωθούν
πάνω τους (3Χ1εκ.). Τα καδρόνια θα
καρφώνονται κάτω από τούς δοκούς τής
στέγης με καρφιά.
Στέγη
Θα
γίνει σύμφωνα με το ιδιαίτερο σχέδιο.
Οι δοκοί-μεσιές
θα απέχουν μεταξύ τους 2,50
μέτρα. Το πλάτος ορίζεται σε 25 εκ. Και
το πάχος ομοίως.
Μακάσια
Τα
ξύλα θα έχουν πλάτος 22 εκ. Και πάχος 18
εκ. Επί τής κορυφής των εξωτερικών τοίχων
και στις εσωτερικές αυτών άκρες, θα
τεθούν ξύλα 15 εκ. πλάτους και πάχους.
Πάνω σ'αυτά θα
κάθονται οι μεσιές.
Επί των μακασίων θα καρφωθούν
καδρόνια πλάτους 9 εκ. και πάχους 7 εκ.. Η μεταξύ τους απόσταση ορίζεται σε
35 εκ.
Σε
κάθε μακάσι θα τοποθετηθούν τρεις
σιδηροί σύνδεσμοι, ήτοι “βραχιόλι”,
που θα συγκρατεί
τήν μεσιά και τον “μπαμπά”,
και τις δύο άκρες τής μεσιάς με τις
ψαλλίδες.
Κέραμοι
Τα
κεραμίδια θα είναι εγχώριας κατασκευής,
αλλά από τα καλύτερα.
__________________
Τεχνική ντοπιολαλιά που
χρησιμοποιείται στήν Εκθεση:
Αλιφαδιάζω
– εσχάρα – βελόνα – καντούνια – σαβάκι
– αριάνη – άμμος ποταμίας – σταγγέτα- τσενέτια –
σουβαντιπιά - μασιές – βραχιόλι –
μπαμπάς -ποτζολάνη – τράβες – δρένια
___________________
Από την Τεχνική
Εκθεση προκύπτει σαφώς, ότι ο Μηχανικός
τής Ηγεμονίας είναι ο υπεύθυνος που
επιβλέπει και κατευθύνει όλες τις
εργασίες, με οδηγίες και λεπτομερή
σχέδια, σε όλο το εύρος τής
κατασκευής. Επιλέγει ακόμα και τα
πόμολα.... (Χρειάζεται και δίκαιο είναι,
να τού αναγνωρίσουμε
την αδιαμφισβήτητη συμβολή του στο έργο
τής Πορφυριάδας, στην επιλογή των κατάλληλων
υλικών, στις αισθητικές λεπτομέρειες
που επιλύει με μεγάλη ικανότητα και γνώσεις, καθώς
και στην άρτια εκτέλεση τού έργου που
σχετίζεται και με την επίβλεψη αυτού).
Ο Τσουκαλαδάκης
δεν αναφέρεται πουθενά. Είναι ανύπαρκτος κατά την κατασκευαστική διαδικασία και την υλοποίηση τού σχεδίου του, τουλάχιστον κατά
πως ορίζει η Τεχνική Εκθεση. Ηταν άραγε
μια τυπική γραφειοκρατική αναγκαιότητα
ή παραγκωνισμός τού Τσουκαλαδάκη;
Οι εξ αρχής
διαφωνίες με τούς χορηγούς (
4 τουλάχιστον μήνες πριν τήν τελετή
θεμελίωσης), ήταν λόγος για να
παραμερισθεί, ή ο ίδιος εγκατέλειψε
κάθε συνεργασία από την αρχή;
Στην τελετή
θεμελίωσης δεν έγινε μνεία ούτε στο
όνομά του. Δεν ξέρουμε κάν αν παρευρίσκονταν στα
τεκταινόμενα.
Ο
Μικέδης μας αφήνει να καταλάβουμε ότι
λόγω τής παράλειψης των αετωμάτων, τούς
έγκατέλειψε.
Αυτή όμως η μετατροπή δεν απαιτήθηκε
εξ'αρχής από τους χορηγούς, αλλά
προέκυψε στην πορεία τού έργου
(1897-1905). Τότε λοιπόν ήταν που αποσύρθηκε;
(Γνωρίζουμε
πάντως, ότι από το 1904 κινείται μεταξύ
Ιεροσολύμων και Αλεξανδρείας).
ΤΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ
Στην Πορφυριάδα τού Τσουκαλαδάκη
-αλλοιωμένη τελικά ως προς το αρχικό
σχέδιό της- παρά
τα νεοκλασικίζονται στοιχεία που
διαθέτει - διαβλέπουμε την προσήλωσή
του στην παράδοση
τού ανεπίχριστου πέτρινου τοίχου που
τόσο επίμονα εφαρμόζει και στα τρία (;)
γνωστά σ'εμάς, έργα του.
Οι
τοίχοι της ζωντανεύουν από την μικτή
χρήση πέτρας και πλίνθων, κατά τήν
βυζαντινή τεχνοτροπία.
Το συγκρατημένο παιχνίδι τού διάκοσμου
από πλίνθους πού χρωματικά αφομοιώνονται στους
πέτρινους τοίχους, όχι μόνο διασώζει
την λιτότητα τού κτιρίου, αλλά επί πλέον
τούς προσδίδει
την βαθύτερη έννοιά τους, εξωθώντας τον
παρατηρητή να την ανακαλύψει σταδιακά
και να την
βιώσει σαν μια αφήγηση.
Οι
κορνίζες των παραθύρων από οπτόπλινθους,
οι κορωνίδες, οι ροζέττες (με τα 48 τούβλα
σε κυκλική διάταξη κι άλλα 32 “φυτευτά”!)
η εκλεπτυσμένη διακόσμηση, το εκπληκτικό
γείσο των στεγών, σε
συνδυασμό με τις σωστές αναλογίες
των ανοιγμάτων, το ωραίο πρόπυλο,
δημιουργούν
ένα έργο κομψότητας και καλλιτεχνίας
, μιας ανάλαφρης αίσθησης, παρά το
μέγεθος τού κτιρίου και τής αυστηρής συμμετρικής
ογκοπλασίας του.
Ο Ν.
Χατζηιακώβου μας δίνει τήν ευκαιρία να
το διαπιστώσουμε, με μια εναέρια υπέροχη φωτογραφία του, όπου απολαμβάνουμε το
ανάλαφρο τελικά “παιχνίδι” τών στεγών,
ενός μεγάλου κτιρίου πού απλώνεται με
τάση ελευθερίας, μέσα στον χώρο.
Φωτ. Ν. Χατζηιακώβου. Η Πορφυριάδα μετά τήν ανακαίνιση τού 2015 |
Φυσικά
ο μεγάλος περίβολός του εναρμονίζεται
αναλογικά και επαυξάνει αυτή τήν
ιδιαίτερα ευχάριστη αίσθηση “αποδόμησης”
και συγχρόνως δημιουργικά ελεγχόμενης
φαντασίας τού δημιουργού. Κατά τήν γνώμη
μας είναι ένα έργο αρμονικών αναλογιών,
ενώ οι διακοσμητικές του λεπτομέρειες, καταφέρνουν να το “ανυψώσουν” και
να τού χαρίσουν εξαιρετική “φινέτσα”.
Ως
προς το μέγεθος τού κτιρίου, δεν μπορούσε
παρά να τού προσδώσει ο Αρχιτέκτονας έναν επιβλητικό
χαρακτήρα, αν λάβουμε υπ'όψιν το τι
προσδοκούσε η κοινωνία απ'αυτή τή Σχολή,
και μάλιστα σε μιά εποχή που εκδηλώνεται
μεγάλος ζήλος για την παιδεία λόγω και των αναπτυξιακών βλέψεων.
Κάτοψη Πορφυριάδας- Αποτύπωση Ι.Παραφέστα τού 1995 |
Κατά την αποτύπωση τής Σχολής
(Ιούνιος 1995)(31)
μείναμε έκπληκτοι από την ακρίβεια
στην εκτέλεση κι από τις κατασκευαστικές
γνώσεις των μαστόρων. Αρκεί να
αναφέρουμε οτι το μήκος τών δύο μεγάλων
πλευρών των πτερύγων διαφέρουν μεταξύ
τους κατά δύο μόνον εκατοστά. Οι τέλειες
ακμές των προεξοχών, όλα τα διακοσμητικά
στοιχεία από οπτόπλινθους, οι στήλες,
παραπέμπουν σε έμπειρους τεχνίτες και
με πολλή αγάπη για τη δουλειά τους.
Δικαίως
λοιπόν, κάποιοι μάστορες αφήσανε
χαραγμένα τα ονόματά τους στον τοίχο
τού αιθρίου των
στεγών. Μεγάλη η συμβολή τους σ'αυτό
το αρχιτεκτόνημα τού καλλιτέχνη
Τσουκαλαδάκη. Εγινε έργο ομορφιάς
και αντοχής που το αφήσανε πίσω τους
και στους αιώνες.
B' ΜΕΡΟΣ
Ο ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ
Στο Β΄Μέρος τής εργασίας πού ακολουθεί, ασχολούμαστε ιδιαιτέρως με τη ζωή και το έργο τού Τσουκαλαδάκη, μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο τής εποχής του.
Στο Β΄Μέρος τής εργασίας πού ακολουθεί, ασχολούμαστε ιδιαιτέρως με τη ζωή και το έργο τού Τσουκαλαδάκη, μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο τής εποχής του.
Με την
προσέγγιση αυτή επιχειρείται η γνωριμία
με τον κατά κόσμον Νικόλαο, τον Ιερομόναχο Δωρόθεο
και Αρχιμανδρίτη Δαμιανό, τόν καλλιτέχνη
Πλατανίδη και Αρχιτέκτονα Τσουκαλαδάκη. Στα μέχρι
σήμερα στοιχεία που βγήκαν στο φώς,
εμείς συμβάλλουμε και με τήν παρουσίαση τριών
επιστολών που η συγγραφή
τους ανάγεται στα 1870
(32).
Θα γίνουν αφορμή για
να ανιχνεύσουμε την
ζωή του, και να αναπλάσουμε – μετά από
ενάμισυ περίπου αιώνα - την εποχή κατά την οποία
ανατράφηκε και δημιούργησε ο Νικόλαος
Τσουκαλάς.
ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ
ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΑΝΟ
Αποστολέας
των γραμμάτων η
Αγγελίνα, η
αδερφή τού Νικολάου και σύζυγος αργότερα τού
Χρήστου Χρήστου. Παραλήπτης, ο πατέρας
της Δημήτριος
(Νικολάου) Τσουκαλάς που αναφέρεται
-κατά το 1863 τουλάχιστον- ως ο Ληξίαρχος
τού Πλατάνου. Πίσω από
τις επιστολές παρούσα η μητέρα των
δύο παιδιών η Μαρία, κόρη τού Δημητρίου Ζαφείρη. Παραθέτουμε
τις επιστολές όπως ακριβώς γράφτηκαν,
ιδιωματικά και με την απόδοσή τους στην σύγχρονη κοινή).
Προς
τόν Κύρ(ίρ)ιον Δημήτριον
Νικολάου Τσουκαλά
εις Νέον
Καρλοβάσιον
Πλάτανος
1870
" Ενπλατάνου Σαμου τή Απριλίου 1870
Η απόδοση:
"Εν Πλατάνω Σάμου τή 4 Απριλίου 1870
" Ενπλατάνου Σαμου τή Απριλίου 1870
Πατέρα σί ασπάζουμι. δέν ιμπορούμι να μάθουμι τόρα πού έφγις ίσχι καλά ά δέν ήσαι κή δέν έχουμι ισηχία. έχουμι διστιχία έχουμι και τήν πίκρα τή θικής. Πατέρα σι προσκινό καί σού φιλό το δεξίσο χέρι κά εγό κά οδελφόσμου ονικολάκης κή μιτέραμου. έχομι πολί διστιχία χιριτούμι τού θίμας τού κοστατί χιριτούμι σίσαμας παγόνα να μας γράψεις πατέρα και την ηγίασου να μάθουμαι κριφά απού τίς παπούδισμου και έχουμι διστιχία έχουμι κή τά λόατις τά λόατις τα σχαμένα. τή να υποφέρι ή μιτέρα μου τά λόα τής παπούδισμου γά τή διστιχία".
Η απόδοση:
"Εν Πλατάνω Σάμου τή 4 Απριλίου 1870
Πατέρα σε ασπάζομαι. Δεν μπορούμε να μάθουμε τώρα που έφυγες, αν είσαι καλά ή δεν είσαι και δεν έχουμε ησυχία. Εχουμε δυστυχία, έχουμε και τήν πίκρα τήν δική σου. Πατέρα σε προσκυνώ και σού φιλώ το δεξί σου χέρι και εγώ και ο αδελφός μου ο Νικολάκης και η μητέρα μου. Εχουμε πολύ δυστυχία. Χαιρετούμε τον θείο μας τον Κωνσταντή, χαιρετούμε τή θείτσα μας Παγώνα. Να μας γράψεις πατέρα και (για) την υγεία σου να μάθουμε, κρυφά από τούς παππούδες μου. Και έχουμε δυστυχία, έχουμε και τα λόγια τους τα σιχαμένα. Τί να υποφέρει η μητέρα μου, τα λόγια των παππούδων μου για τη δυστυχία;" (εννοεί την φτώχια)
Μεγάλη η αγωνία τής οικογένειας
με την αναχώρηση τού πατέρα. Λόγοι
σοβαροί προφανώς,
τόν οδήγησαν στο Καρλόβασι. Λόγοι
διαβίωσης, λόγοι υγείας ή κάτι άλλο;
Η
οικογένεια πίσω, στον Πλάτανο, φαίνεται
να βιώνει αβάσταχτη δυσχέρεια. Εκτός
των άλλων, δεν
έχουν νέα από τον Δημήτριο, αφ'ότου
έφυγε, και ανησυχούν. Η μητέρα και η κόρη
της Αγγελίνα
βρίσκονται σε αδιέξοδα.
Το
κορίτσι μαθαίνει (μάλλον περιστασιακά)
γράμματα στο σχολείο τού Πλατάνου πού
είχε ήδη
ιδρυθεί, από το 1865. Ετσι αναλαμβάνει ως
η μόνη εγγράμματη (ή η πιό εγγράμματη)
την συγγραφή των επιστολών, με φανερή
την παρουσία τής μητέρας που έχει τον
ρόλο τού υποβολέα.
Ο
Νικολάκης είναι μικρός, 6-7 χρονών.
Γεννήθηκε εκεί, στον Πλάτανο, στις 7
Ιουνίου 1863, σύμφωνα με την ληξιαρχική
πράξη πού ο ίδιος ο πατέρας του συνέταξε
τότε, ως ληξίαρχος.
Ποιό ηταν το περιβάλλον τού
Πλατάνου κατά τήν χρονική εκείνη περίοδο;
Το χωριό είχε 691
κατοίκους, οι μισοί σχεδόν άντρες. Οι
118 ήταν γεωργοί, ιερείς 2, έμποροι 2, κτηματίες 3,
βιομήχανοι 16.
Διέθετε 130 σπίτια, 1 ναό
(τής Κοιμήσεως τής Θεοτόκου) τού 18ου
αιώνα, ελαιοτριβείο και 1 σχολείο. Η ονομασία του δόθηκε από τούς
πρώτους αποίκους κατά τα 1555 και μετά ,
ίσως από την Πλατάνα τής Κυνουρίας τής
Πελοποννήσου.(33)
Είχε Δήμαρχο – κατά
το 1870 – τον Ι.Χατζή. Είχε εκλεγμένο
πληρεξούσιο –εκπρόσωπο τής λαϊκής βούλησης– στην
Ηγεμονική διακυβέρνηση τού Ι.Παπαχατζή
που αντικατέστησε τον Γ.Τζουκαλαδάκη (συγγενής
προφανώς τού πατρός Δημητρίου, των
επιστολών μας).
Στον Πλάτανο
υπήγετο το οικογενειακό χωριό “Αγ.Θεόδωροι”
με 130 κατοίκους, τα “Κοντέϊκα” με 273 κι ένας
μικρός οικισμός, τα “Καμίνια” με 20
σπίτια κι ένα μικρό ναό. Γεωργοί και κεραμείς (τσουκαλάδες
κοινώς) οι περισσότεροι κάτοικοί του,
τον εγκατέλειψαν προ τού 1870, και μετανάστευσαν στη Μ.Ασία προς βιοπορισμό.
Το ίδιο συνέβη και με τον οικογενειακό
οικισμό “Βαρενέϊκα”. (34)
Ο Πλάτανος
αναφέρεται το 1632 σε οθωμανικό
κατάστιχο κεφαλικού φόρου με 52 φορολογούμενους αρχηγούς οικογενειών, εκ
τών οποίων οι 29 είναι ιερείς, δηλαδή το
55,8% τών φορολογουμένων (35).
Ο Γεωργειρήνης αναφέρει τον Πλάτανο το
1666, και γράφει για 300 κατοίκους και δύο
εκκλησίες. ότι κατοικήθηκε λίγα χρόνια
μετά την επανοίκηση τού νησιού κι ότι φέρει το όνομά
του από τούς πολλούς
πλατάνους. (36)
Η βρύση τού χωριού
φέρει πρώτη χρονολογία σε επιγραφή, το
1600. Τέλος, ο
Ζαφειρίου γράφει για το “Παλιοχώρι”,
βυζαντινό οικισμό στην περιοχή,
όπου βρέθηκαν παλαιότερα αρχαία νομίσματα
και κεραμεική. Από εκεί μετακινήθηκαν
οι κάτοικοι και δημιούργησαν το νέο
χωριό.
Επιστολή 2η
Προς
τόν κύριον Δημήτριον
Τσουκαλά εν άκκιο
"Πατέρα σύ ασπάζομι η θυγατέρας Αγγελίνα. σύ ασπάζιτι η Μητεραμ. νά μίνις ύσιχος απού τάπέλα όσι πουρέσαμη τα σκάψαμη. υφχαριστχόμαστη πά κούμι πός ύσι καλά. κημίς καθός το γνορίζης πος πηρνούμι πολί διστιχία. άλο δε παρακαλό Πατέρα να παρακύλις να μού δόκη τού κομάτη τού σύτη ούπάρπασμου γατή δέν έχου φουστάν να βανου κή η Μητέραμ δέ προυφτάνη νά μασκάμη πούχα κή από κανένανη δέν έχούμη αβούθχου. Πατέρα μένη ύσηχος πος ήμαστη καλά. λάβαμη δίο οκάδις ψάργα από τό θιολόο.
Πατέρα σι ασπάζομι η θυγατέρας ΑγγελίναΠατέρα σιασπάζομι εγό όγόσου όνικόλαος
τή 18 Απριλίου"
Η απόδοση:
"Πατέρα σε ασπάζομαι, η θυγατέρα σου Αγγελίνα. Σε ασπάζεται (και) η μητέρα μου. Να μείνεις ήσυχος από τ' αμπέλια, όσα μπορέσαμε τα σκάψαμε. Ευχαριστιόμαστε που ακούμε πως είσαι καλά. Κι εμείς, καθώς το γνωρίζεις πως περνούμε πολλή δυστυχία. Αλλο δε σε παρακαλώ πατέρα, να παραγγείλεις να μου δώκει το κομμάτι το τσίτι ο μπάρμπας μου, γιατί δεν έχω φουστάνι να βάνω κι η μητέρα μου δεν προφτάνει να μας κάμει ρούχα κι από κανέναν δεν έχουμε βοήθεια. Πατέρα μείνε ήσυχος πως είμαστε καλά. Λάβαμε δύο οκάδες ψάρια από τον Θεολόγο.
Πατέρα σε ασπάζομαι, η θυγατέρα σου Αγγελίνα
Πατέρα σε ασπάζομαι εγώ ο γυιός σου ο Νικόλαος
τή 18 Απριλίου "
Με
παιδιάστικη επισημότητα απευθύνεται
ο Νικόλαος στην επιστολή τής Αγγελίνας
προς τόν πατέρα τους, ενώ η ίδια βελτιώνει
κάπως τον γραφικό χαρακτήρα της (στο
πρωτότυπο). Ισως να διατηρεί κάποια επαφή με το σχολείο.
Αχρονολόγητη είναι και η 2η
επιστολή, γραμμένη κοντά στην άνοιξη.
Η μάννα με τα παιδιά
είχε να ασχοληθεί με τις αγροτικές
δουλειές. Σκάψανε τ'αμπέλια, “όσα
μπορέσανε”, και καθησυχάζουνε στο
γράμμα τους τον Δημήτριο. Αυτός τούς
φροντίζει από μακριά, τους στέλνει
ψάρια με τον Θεολόγο και τώρα η Αγγελίνα
τού ζητά το τσίτι για να ράψει φουστάνι.
Η μάννα δεν έχει χρόνο για να κάτσει
στον αργαλειό.
Είναι αποκαλυπτικό το γράμμα αυτό,
ως προς τον ρόλο τών γυναικών την εποχή
εκείνη και το
βάρος των εργασιών που τις αναλογούσαν.
Τα παιδιά, επίσης συμμετείχαν στις
αγροτικές δουλειές
και ήταν αυτός ο λόγος που πολλά
παρακολουθούσαν τα μαθήματα τού σχολείου περιστασιακά ενώ άλλα εγκατέλειπαν το σχολείο οριστικά. Την
περίοδο αυτή, σε σύνολο 8.000 οικογενειών στο
νησί, οι εγγεγραμμένοι στα σχολεία
μαθητές είναι 2.700 μαθητές (οι 525 μαθήτριες)
εκ τών οποίων οι μισοί μόνον είναι
παρόντες.
Το
μόνο Γυμνάσιο που υπήρχε, παραμελήθηκε
και τα δύο Παρθεναγωγεία είχαν σχεδόν
παύσει να λειτουργούν.
Στον Πλάτανο είχε ιδρυθεί εκπαιδευτήριο
το 1865, σύμφωνα με έγγραφο (Δελτίο Στατιστικής)
που φυλάσσεται στο σημερινό σχολείο.
Δεν γνωρίζουμε αν λειτούργησε αδιαλείπτως
στα δύσκολα εκείνα χρόνια.
Πρός τόν κύριον Δημήτριον στουκαλά εις άκκιον
"Πατέρα σί ασπάζομε. Λάβε 6 οκάδες πατατσις, δεν είχαμι άλις. Τσαγουράσαμι. παρακγέλνις γα πικάμισα. Στηλίμας παπάκη να σού κάμουμη ρούχα, άν έχις ρούχα άπλιτα στίλιτα μιτού κουστατίνου να σου τά πλίνουμι. έχουμι μεγάλι διστιχία. απού καρπό δέν έχουνι στίς ρίβις κάν έχις κουλάη στίλιμας. Πατέρα σι ασπάζομε ι κόρις Αγγελίνα.
Νικόλαος σε ασπάζομι Πατέρα"
Η απόδοση:
"Πατέρα σε ασπάζομαι. Λάβε 6 οκάδες πατάτες, δεν είχαμε άλλες. Τις αγοράσαμε. Παραγγέλνεις για πουκάμισα. Στείλε μας μπαμπάκι να σου κάμουμε ρούχα. Αν έχεις ρούχα άπλυτα, στείλε τα με τον Κωσταντίνο να σου τα πλύνουμε. Εχουμε μεγάλη δυστυχία. Από καρπό δεν έχουνε στις Ρίβες κι αν εχεις την άνεση, στείλε μας. Πατέρα σε ασπάζομαι, η κόρη σου Αγγελίνα.
Νικόλαος, σε ασπάζομαι Πατέρα"
Αχρονολόγητη η
επιστολή. Υποθέτουμε οτι είναι φθινόπωρο
αφού αναφέρονται στο μάζεμα μάλλον
των ”καρπών” (ελιές) στις Ρίβες (
"Ρίβες" αναφέρονταν και στο Καρλόβασι. Επρόκειτο για παραθαλάσσια τοποθεσία όπου
επωλούντο διάφορα προϊόντα. Σήμερα η γειτονιά αυτή ονομάζεται "Ρίβα"). Ο Νικολάκης, απευθύνει
τούς ασπασμούς του προς τον πατέρα του,
ως Νικόλαος.
Η φτώχεια που βιώνει η
οικογένεια συνεχίζεται. Φαίνεται όμως,
απ'αυτό το γράμμα ότι πέρασε αρκετός
καιρός, αφ'ότου ο Δημήτριος άφησε το
Καρλόβασι. Υπάρχει πια μεταξύ τους
τακτική επικοινωνία και
δυνατότητα εύκολης αποστολής ειδών,
για αλληλοκάλυψη των αναγκών τους. Του ζητούν να στείλει
βαμβάκι για να του υφάνουν πουκάμισα
και τα άπλυτα ρούχα του κι εληές. Ο θείος Κωνσταντής,.
καϊκτσής προφανώς, έχει συχνή επαφή και
μεσιτεύει ανάμεσά τους. Είναι ο σύνδεσμος.
Η 2η και 3η εποστολή
βρήκαν τον Δημήτριο στο “Ακ-Κιόϊ”
τής Μ.Ασίας, στο Ασπροχώρι, κοντά στα
ερείπια τής Μιλήτου και στις εκβολές
τού Μαιάνδρου ποταμού. “Πεδιάδα τής
Μιλήτου" ονομάζεται ή “Παλάτ-¨Οβας”.
Εδώ, πάνω στα ερείπια τής Μιλήτου υπήρχε
μικρό τουρκικό χωριό με 30 οικογένειες,
ονομαζόμενο “Παλάτια”. Δίπλα στο
Ακκιόϊ το 1880 κατοικούσαν 200 χριστιανικές
οικογένειες. Είχε αξιόλογο ναό και
δημοτική σχολή με ένα διδάσκαλο, όπου
φοιτούσαν 40 μαθητές. Στην πεδιάδα τού
Μαιάνδρου και τής Εφέσου, στην επαρχία
Ανέων υπήρχαν αρκετά χριστιανικά χωριά,
όπως αναφέρονται σε συνοδικό τόμο, μετά
την διχοτόμηση τής επαρχίας Κρήνης
και Ανέων, την 11η Μαϊου 1883, από τόν
οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ': Το
Νεοχώρι, Κελεμπέσι, Τούζ-πουργάζ,
Δωμάτια, Γέροντας, Ακ-μπούκι, Τσαγγλή
κ.λ.π. Τα περισσότερα είχαν από 200 ως 500
οικογένειες. Διέθεταν, άλλα
γραμματοδιδασκαλείο, άλλα δημοτικές
και ελληνικές σχολές, άλλα αρρεναγωγείο
και παρθεναγωγείο.(37)”
Στην περιοχή,
κατέφευγαν πολλοί Σάμιοι για να εργαστούν
κυρίως σαν θεριστές. Η τρίμηνη συνήθως παραμονή τους
εκεί, εξασφάλιζε τα μισά σχεδόν έξοδα
που είχε μιά οικογένεια για να συντηρηθεί, γύρω στα
1.000 γρόσια.
Μια πενταμελής οικογένεια, για τα βασικά
είδη διατροφής, (σιτάρι, όσπρια,
ελιές, λάδι, κρασί), τό σαπούνι και τον
αναγκαίο ρουχισμό, χρειάζονταν περί τα
2.000 γρόσια όταν ένα στρέμμα αμπέλι
απέδιδε 470 γρόσια, συμπεριλαμβανομένου
και τού φόρου τής δεκάτης.
Δούλευαν εκεί, με
αντίξοες συνθήκες επισιτισμού και
στέγασης, με βροχές και καύσωνες, προσβαλλόμενοι από ελονοσία
στις ελώδεις κοιλάδες τού Μαιάνδρου.
Αλλοι παραμέναν και γιά μονιμότερη δουλειά.(38) Ισως είναι η
περίπτωση του Δημητρίου, που δεν φαίνεται
έτοιμος να επιστρέψει στη Σάμο. Αντιθέτως παραγγέλνει να του φτιάξουν
πουκάμισα.
Οι λόγοι τής μετανάστευσης
Η βασική αιτία
τής εποχιακής αυτής μετανάστευσης στην
Μ.Ασία, αλλά και τής οριστικής στο εξωτερικό χιλιάδων
Σαμίων, ήταν τα μικρά έσοδα από τις
καλλιέργειες λόγω των συνεχιζόμενων
επιπτώσεων από τις ασθένειες
των αμπελιών (και
όχι από την φυλλοξήρα που αυτή εμφανίστηκε το 1892-1908)
και τις καιρικές
συνθήκες, καθώς και από τις υπερβάσεις
των μεσιτών και την τοκογλυφία των
δανειστών. Μόνον στην Μ. Ασία λοιπόν,
μετανάστευσαν 5.000 αγρότες από τις 8.000
που ήταν τότε στο νησί.
Η πολιτική επίσης
των Ηγεμόνων Μιλτιάδη Αριστάρχη
(1861-1866) και Παυλάκη Μουσούρου -περίοδος
που εξετάζουμε- (1867-1873) είχε ολέθριες
συνέπειες στη γεωργία, ναυτιλία και εμπόριο. Οι
καταχρήσεις δημοσίου χρήματος, οι
σπατάλες κ.λ.π παράλληλα με τήν επιβολή σκληρών φόρων από τον Σουλτάνο
(εξ αιτίας τής πολιτικής των Ηγεμόνων),
είχαν σαν αποτέλεσμα το άδειασμα των
δημοσίων ταμείων και το δανεισμό ακόμα
και των Ηγεμόνων από εμποροχρηματιστές.
Οι αγρότες, ήταν
υποχρεωμένοι να πωλούν την πενιχρή
αμπελοπαραγωγή τους στους μεσίτες που αγόραζαν σε
εξευτελιστικές τιμές τα αγροτικά
προιόντα και τούς ανάγκαζαν έτσι να
χρεώνονται σε επιτήδειους
δανειστές, προκειμένου να επιβιώσουν
και να ανταπεξέλθουν στους αβάσταχτους φόρους που τούς είχαν επιβληθεί.
Καταχρεωμένοι
και καταδιωκόμενοι από τούς δανειστές
τους, φτάναν στη χρεωκοπία και στις κατασχέσεις
των κτημάτων τους. Η κατάσταση αυτή
ήταν εντονότερη στη δυτική Σάμο, όπου συγκεντρώνονταν
το 1/4 μόνον των αμπελιών και το 1/3 των
οπωροφόρων δέντρων. Στις κατασχέσεις, στα εσωτερικά
χωριά υπερτερούσαν τα χωράφια και οι
δασικές εκτάσεις, ενώ στα τρία Καρλοβάσια, τα σπίτια
και τα μαγαζιά.
Στα 1869, σε διάστημα
εννέα μηνών, γίνονται 70 κατασχέσεις. Οι
50 από τις 70 κατασχέσεις αφορούν στο
Καρλόβασι και στα γύρω χωριά. Οι δανειστές
είναι τα ίδια πρόσωπα. Πρωταρχική θέση
κατέχουν τρεις: Ο Ι.Γ.Χατζηιωάννου
και Ευάγ.Γ. Αιγινίτης στο Νέο Καρλόβασι
και ο Γ. Νικήτας στο Παλαιό
και Μεσαίο. Ο Γ.Μουτάφης μας πληροφορεί
επίσης,“οτι η Μονή Τιμίου Σταυρού λειτουργούσε
ως δανειστής και συμμετείχε σε
πλειστηριασμούς κτημάτων μεγάλης αξίας
και συγκεκριμένα δασικών
εκτάσεων και χωραφιών στήν περιφέρεια
Νεοχωρίου”.
“Από τούς πλειστηριασμούς
που ακολουθούσαν Κυριακές πρωί, μπροστά
στα καφενεία, στις πλατείες τών χωριών, ένας
στούς τρείς οφειλέτες απουσίαζε,
παίρνοντας τον δρόμο τής μεταναστευσης,
κυρίως στη Μ.Ασία, Αίγυπτο και
Μολδοβλαχία”.39
Οι συνθήκες αυτές
υπέσκαπταν το βιοτικό επίπεδο των
αγροτών που εκτός των άλλων είχαν να αντιμετωπίσουν και
την τρομερή ασθένεια τής λέπρας που
έπληξε κυρίως τα κατώτερα οικονομικά
στρώματα τού πληθυσμού. Οι ασθενείς
διαβιούσαν σε άθλια καταλύματα, κοντά
σε Μοναστήρια στα οποία ορισμένοι
παραχωρούσαν και μέρος τής περιουσίας
τους.
Με σκοπό την
βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους, οι αγρότες συμμετείχαν όλο και περισσότεροι σε τοπικές
κομματικές ομάδες και φατρίες, κάτι
που ήταν απειλητικό για την Ηγεμονία και συνδεόταν-οχι
αβάσιμα- με τις προτροπές για ξεσηκωμό,
των εξορίστων (1834) στην Ελεύθερη Ελλάδα,
παλιών Σαμιωτών αγωνιστών, μέσα από
άρθρα τους σε εφημερίδες των Αθηνών και τής Ερμούπολης,
με αφορμή την εξέγερση τής Κρήτης
(1866-1867).
Ισχυροί Δήμαρχοι και
παντοπώλες, σιτοπώλες, εμποροχρηματιστές,
Δημοτικοί Σύμβουλοι εξεβίαζαν οικονομικά και
κοινωνικά την πλειοψηφία των αγροτών,
για να τούς οδηγήσουν πιεστικά στις κάλπες προς ενίσχυση τής Ηγεμονικής
εξουσίας.
Μπροστά στην απειλή τής συνεχιζόμενης
μετανάστευσης και εγκατάλειψης τού
αγροτικού κλήρου, ο νέος Ηγεμόνας
Αδοσίδης φοβήθηκε την κατάρρευση τής
οικονομίας του νησιού και τού φοροδοτικού
συστήματος τής Ηγεμονίας. Αναζητούσε
ευνοϊκότερους όρους δανεισμού, δια
μέσου μιας γεωργικής Τράπεζας που έπρεπε
να δημιουργηθεί.(40)
Η
ΕΝΤΑΞΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΤΗΝ ΜΟΝΗ Τ.
ΣΤΑΥΡΟΥ
Σ'αυτές
τις συγκεκριμένες συνθήκες, μετά από
μια δεκαετία, περί
το 1880,
βρίσκουμε τον νεαρό Νικόλαο (16-17 χρονών)
στην Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού, επί
Ηγουμενίας Θεοφάνους Αρέλη
(1870-1904). Ως Ιερομόναχος ονομάστηκε
Δωρόθεος.(41)
Η τύχη στο μεταξύ τού πατέρα του (Δημητρίου) μας είναι άγνωστη, όπως και η πορεία που ακολούθησε ο Νικολάκης ως προς την εκπαίδευσή του και μέχρι να διαβεί την πόρτα τής Ιεράς Μονής. Πάντως στο μπαούλο του που άφησε κλειδωμένο στη Μονή, μεταξύ άλλων υπήρχαν και τα βιβλία του, τού Σχολαρχείου.
Ποιοί
οι λόγοι για να επιλέξει την μοναστική
ζωή και το συγκεκριμένο Μοναστήρι; Η
πίστη, η ανέχεια,
η προοπτική μόρφωσής του; Ισως όλα αυτά
μαζί.
Η παρουσία
πάντως τού Θεοφάνους Αρέλη που τον πήρε
υπό τήν προστασία του, θα άσκησε μεγάλη
επιρροή πάνω του.
Ο Θ. Αρέλης
από το Άνω Βαθύ
γεννήθηκε το 1833. Ο Ανάδοχός του, Ηγούμενος
τής Μονής Τιμίου
Σταυρού Χρύσανθος εκ Κύπρου, τον
παρέλαβε όταν ενηλικιώθηκε υπό την
προστασία του
και φρόντισε για
την μόρφωσή του.
Τον έστειλε στο Σχολείο τής Χώρας, και
μετά στην Θεολογική Σχολή Τιμίου
Σταυρού στα Ιεροσόλυμα. Κατόπιν ο
Πατριάρχης Σάμου Κύριλλος Β' τον έστειλε
στην Ριζάρειο Σχολή Αθηνών. Μετά την
αποφοίτησή του συνέχισε σπουδές στο
Πανεπιστήμιο
Αθηνών, Φιλοσοφίας και θεολογίας, καθώς
και Αρχαιολογίας και Αρχιτεκτονικής.
Διαδέχθηκε
ως Ηγούμενος στη Μονή Τιμίου .Σταυρού τον
πνευματικό του Χρύσανθο. Επετέλεσε σημαντικό
έργο στη Μονή, σχεδίασε και έχτισε τον
ναό τού Αγίου Σπυρίδωνος, τον ναό Αγίου
Γεωργίου Μαυρατζαίων, επιστάτησε στις
εργασίες τής νοτίου πλευράς τού
Ευπαλινείου ορύγματος
και ανήγειρε εκ βάθρων τη δυτική και
μέρος τής ανατολικής πλευράς τής Μονής.
Πέθανε
το 1904 και ετάφη σε μνημείο που κατασκευάστηκε
δεξιά τού νάρθηκα, τού ναού τού Αγίου Σπυρίδωνα.(42)
Σήμερα δεν
υπάρχει πια, αφού προ πολλών ετών
μετέφεραν τα οστά του στη Μονή Τ.Σταυρού.
Ο
Δωρόθεος γρήγορα εξεδήλωσε στήν Μονή
τήν κλίση του προς τις τέχνες. Χρησιμοποιεί ως καλλιτέχνης, το
ψευδώνυμο “Πλατανίδης”.
Ξύλινος
εσταυρωμένος φυλασσόταν στη
Μονή σε θήκη, με την εξής επιγραφή: “Η
σταύρωσις τού Χριστού εν
Σάμω 1883 διά χειρός Ν.Δ. Πλατανίδου”.
Η ίδια προφανώς εικόνα, χορηγία τής Μονής, βρίσκεται
στο Βυζαντινό Μουσείο Σάμου. Είναι
ξυλόγλυπτη, από άσπρο μαλακό ξύλο, (27Χ14 εκατ.) και βρίσκεται τώρα σε
ξυλόγλυπτη κορνίζα (30Χ43 με βελούδινο
φόντο.(43)
Ο Θεοφάνης Αρέλης, υπό την
προστασία ο ίδιος (ως νεαρός μοναχός)
τού Ηγουμένου Χρύσανθου, παίρνει στην
δική του τώρα προστασία τον Δωρόθεο
(κατά κόσμον Νικόλαο Τσουκαλά). Το 1884-1885 στέλνει τον Δωρόθεο (21-22 χρονών)
για σπουδές στο Πολυτεχνείο Αθηνών
όπου παρακολούθησε τριετή μαθήματα
ζωγραφικής από σπουδαίους δασκάλους,
μεταξύ των οποίων ο Νικηφόρος Λύτρας,
ο Κων/νος Βολανάκης, ο Γεώργιος Βρούτος,
και αρίστευσε.
Με την προτροπή των καθηγητών
του, την υποστήριξη τού Θ.Αρέλη και με
χρήματα τής Ηγεμονίας συνέχισε τις
σπουδές του, περί το 1888-1890 στο Παρίσι,
στη Σχολή Καλών Τεχνών όπου και
διέπρεψε. Καθηγητές του ήταν ο Jean
Paul Laurens, ο William Adolphe
Bouguereau, ο Jean Joseph Benjamin
Constant και ο Αρχιτέκτονας
Ρεμί Μενέ(;)(44)
Στο Παρίσι βραβεύτηκε για τη ζωγραφική
του.
Επιστρέφει το 1890 στη
Σάμο, σε ηλικία 27 περίπου ετών. Παραμένει
για ένα χρόνο και επιστατεί στό ξεκίνημα
των εργασιών ανέγερσης τού νέου σχολείου
τού Πλατάνου.
Ο Δωρόθεος το 1891 και 1892 διαμένει και πάλι στο Παρίσι, ενώ το 1893 εγκαθίσταται στη Μονή Σταυρού στη Σάμο.
Μέχρι το 1896 (33 ετών) επιδόθηκε και σε προσωπογραφίες. Δύο είναι γνωστές: Τού Ηγεμόνα Αλεξάνδρου Καραθεοδωρή σε δύο πιθανές χρονικές περιόδους, είτε το 1890, είτε στο διάστημα 1893-1894 και τού Θεοδώρου Ροδοκανάκη, μεγαλεμπόρου τής Οδησού. Επίσης καταγίνεται με έργα ζωγραφικής, γλυπτικής και αρχιτεκτονικής, για τον ναό τού Αγίου Σπυρίδωνα (μεταξύ τής Μονής Τιμίου Σταυρού και τού χωριού “Μαυρατζαίοι”).(45)
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ Ν. ΤΣΟΥΚΑΛΑΔΑΚΗ
1) Το Σχολείο του Πλατάνου
Το πρώτο σχολείο τού Πλατάνου ιδρύθηκε το 1865, εκεί όπου έμαθε τα πρώτα του γράμματα ο Τσουκαλαδάκης. Ανεπαρκές και ακατάλληλο, έπρεπε να εγκαταλειφθεί και να δοθεί μια οριστική λύση. Αποφασίστηκε λοιπόν η ανέγερση νέου σχολείου.
Για το έργο αυτό ενεπλάκησαν οι Δήμαρχοι Πλατάνου Στα(μάτιος) Ι.Πρωτογέρου και στην συνέχεια ο Ιω(άννης) Ποθ. Ζαφήρης. Παρουσιάζουμε έγγραφη αίτηση προς τον Ηγεμόνα, τού Δημάρχου Πρωτογέρου που ζητά την έγκρισή του για την κατασκευή τού σχολείου. (ΠΗΓΗ: Ιστορικό Αρχείο Σάμου - Αρχείο Ηγεμονικού Διοικητικού γραφείου)
Φ.Ο51/1895/001-Ψηφιακό αντίγραφο
Εγγραφο 1- 19 Σεπτ.1894 |
Εγγραφο 1 συνέχεια |
ΗΓΕΜΟΝΙΚΟΝ Δ.ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΣΑΜΟΥ
Ελήφθη τή 22 Φεβρ.1894
ΑΡ.ΠΡΩΤ.
ΑΡ.ΔΙΕΚΠ. 4240
Προς
Τήν Αυ.Υψηλότητα τόν Σεβ.
Ηγεμόνα τής Σάμου
κ.τ.λ κ.τ.λ κ.τ.λ
Εν Πλατάνω Σάμου
τή 19 Σεπτεμβρίου 1894
Υψηλότατε
Τήν Αυ.Υψηλότητα τόν Σεβ.
Ηγεμόνα τής Σάμου
κ.τ.λ κ.τ.λ κ.τ.λ
Εν Πλατάνω Σάμου
τή 19 Σεπτεμβρίου 1894
Υψηλότατε
Προτιθέμενοι να ανεγείρωμεν νέαν Δημοτικήν Σχολήν, επειδή στερούμεθα τοιαύτης και έχομεν
μεγάλην ανάγκην, ως είνε τούτο γνωστόν τή Υμ.Υψηλότητι και τώ επόπτη τών Σχολείων,
παρακαλούμεν τήν Υμ.Υψηλότητα όπως ευαρεστηθείσα χορηγήση ημίν τήν άδειαν περί ανεγέρσεως τής Σχολής, συγχρόνως δε στείλη τεχνήτην ή τον επόπτην τών Σχολείων ίνα καταμετρήση το μέρος και αρχίσωμεν τήν συλλογήν τών υλικών.
Οι πόροι δε δι'ών θέλει ανεγερθή η Σχολή αυτή ανέρχονται εις γρόσια 8.006 και 5/40 καθώς φαίνεται εν τώ προυπολογισμώ τού 1894.
Υποσημειούμεθα ευσεβάστως
Ευπειθέστατοι
Ο Δήμαρχος Πλατάνου
Στα. Ι. Πρωτογέρου
Οι Δημοτικοί Σύμβουλοι
Σταμάτιος ΣαρριΝικολάου
Λ.Πάφος
..Κλέωνος (;)
Ο Ηγεμόνας (1885-95) Θεόδωρος Καραθεοδωρής απαντά στις 22 Σεπτ.1894, επί τού παραπάνω εγγράφου το οποίο απεστάλθη στον Δήμαρχο Πλατάνου.
2309
Τώ Κ. Δημάρχω Πλατάνου οτι σταλήσεται ακολούθως ο Επόπτης, αλλά μέχρι ού ούτος σταλή και ρέξη(;) απόφασιν να μην προβεί και εις προμήθειαν υλικών, διότι η δαπάνη έσεται εις βάρος του.
Μετά από τέσσερις σχεδόν μήνες, ο Νέος Δήμαρχος Πλατάνου Ιω. Ποθ. Ζαφήρης ενημερώνει τον νέο Ηγεμόνα (1895-96), Πρίγκιπα Γεώργιο Βέροβιτς, σχετικά με το αίτημα που είχε σταλεί στον προκάτοχό του κ.λ.π
ΗΓΕΜΟΝΙΚΟΝ ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΣΑΜΟΥ
Ελήφθη τή 20 Ιαν.1895
ΑΡ.ΠΡΩΤ.
ΑΡ.ΔΙΕΚΠ. 271
Αρ.Πρωτ.33 Πρός
Τήν Αυ.Υψηλότητα τόν Σεβ.
Ηγεμόνα τής Σάμου
κ.τ.λ κ.τ.λ κ.τ.λ
Εν Πλατάνω Σάμου
τή 17 Ιανουαρίου 1895
Υψηλότατε
Απαντών επί τής υπ'αριθ.4.240 επισημειωτικής διαταγής τού προκατόχου τής Υμ.Υψηλότητος λέγω ότι εστάλη επί τούτω ο κ. Μηχανικός όστις θα πληροφορήση τήν Υμ.Υψηλότητα, όθεν επιστρέφων το σχετικόν.
υποσημειούμαι ευσεβεστάτως
ευπειθέστατος
ο Δήμαρχος Πλατάνου
Ιω. Ποθ. Ζαφήρη
Από τα δύο έγγραφα διαπιστώνουμε ότι το σχέδιο των Πλατανιωτών να αποκτήσουν καινούργιο σχολείο, είχε ήδη δρομολογηθεί. Είχε βρεθεί το οικόπεδο για την ανέγερσή του και οπωσδήποτε είχε ολοκληρωθεί η μελέτη τού Τσουκαλαδάκη, γιατί βιάζεται ο Δήμαρχος να προμηθευτεί τα υλικά. Είχαν προφανώς υπολογίσει και το κόστος τού έργου, γι'αυτό αναφέρεται στα έσοδα τής προηγούμενης χρονιάς (8.000 γρόσια), τα οποία προορίζονται ασφαλώς για την ανέγερση τού σχολείου, ή μέρους αυτού. Ζητά λοιπόν να καταμετρηθεί το οκόπεδο από τον αρμόδιο- για τα σχολεία- επόπτη.
Στη συνέχεια, μεσολαβούν τέσσερις σχεδόν μήνες από την επισημειωτική διαταγή υπ'αρ.4.240 τού Ηγεμόνα Καραθεοδωρή (που είχε ρθεί σαν απάντηση στο αίτημα τού Δημάρχου για ανέργεση σχολείου) και έδινε σαφή εντολή να μη προβεί σε προμήθεια υλικών αν δεν αποφάσιζε πρώτα ο Επόπτης Σχολείων, αλλιώς θα τα χρεωνόταν ο ίδιος. Ο νέος Δήμαρχος Ι. Ζαφήρης στέλνει καινούργιο έγγραφο στον Πρίγκιπα Γεώργιο Βέροβιτς (νέος Ηγεμόνας που αντικατέστησε τον Καραθεοδωρή, λόγω τού εσπευσμένου διορισμού τού δεύτερου, ως Γενικού Διοικητού Κρήτης) και αναφέρει οτι εστάλει ο Μηχανικός (Τσουκαλαδάκης) για να τον πληροφορήσει σχετικά με την ανέγερση τού σχολείου. Κάνει δε μνεία στο έγγραφο 4.240 που θα τού το αποδώσει αυτοπροσώπως ο Μηχανικός.
Υπήρξε λοιπόν "πάγωμα" των συνεννοήσεων επί ένα τετράμηνο, λόγω τής αντικατάστασης μάλλον των Ηγεμόνων. Για ό,τι ακολούθησε δεν έχουμε προς το παρόν στοιχεία. Το νέο σχολείο πάντως χτίστηκε και στεγάζει μέχρι σήμερα τούς μαθητές τού Πλατάνου.
Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε τό 1896-1897. Ανηγέρθη σε ωραία θέση, στην είσοδο τού χωριού, σε ιδιόκτητο οικόπεδο για την εξασφάλιση τού οποίου συνηγόρησε και ο Τσουκαλαδάκης.
Ομορφο έργο, λιτό, που το κοσμεί ο κεντρικός πυλώνας και τα πλάγια τετραπλά παράθυρα στις δύο στενές όψεις του. Προαναγγέλλει το ώριμο έργο τής Πορφυριάδας και παραμένει ακόμα ο ίδιος, πολύ στενά δεμένος με τήν παράδοση τού τόπου του. Το παραλληλόγραμμο επιβλητικό κτίσμα δέχτηκε μιά μεταγενέστερη προσθήκη στη βόρεια πλευρά του (όπου ίσως να υπήρχε και δεύτερος πυλώνας) όπως προκύπτει από τον ίδιο τρόπο κατασκευής των γείσων καθώς και από τα υλικά.
Μετά από τέσσερις σχεδόν μήνες, ο Νέος Δήμαρχος Πλατάνου Ιω. Ποθ. Ζαφήρης ενημερώνει τον νέο Ηγεμόνα (1895-96), Πρίγκιπα Γεώργιο Βέροβιτς, σχετικά με το αίτημα που είχε σταλεί στον προκάτοχό του κ.λ.π
ΗΓΕΜΟΝΙΚΟΝ ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΣΑΜΟΥ
Ελήφθη τή 20 Ιαν.1895
ΑΡ.ΠΡΩΤ.
ΑΡ.ΔΙΕΚΠ. 271
Αρ.Πρωτ.33 Πρός
Τήν Αυ.Υψηλότητα τόν Σεβ.
Ηγεμόνα τής Σάμου
κ.τ.λ κ.τ.λ κ.τ.λ
Εν Πλατάνω Σάμου
τή 17 Ιανουαρίου 1895
Υψηλότατε
Απαντών επί τής υπ'αριθ.4.240 επισημειωτικής διαταγής τού προκατόχου τής Υμ.Υψηλότητος λέγω ότι εστάλη επί τούτω ο κ. Μηχανικός όστις θα πληροφορήση τήν Υμ.Υψηλότητα, όθεν επιστρέφων το σχετικόν.
υποσημειούμαι ευσεβεστάτως
ευπειθέστατος
ο Δήμαρχος Πλατάνου
Ιω. Ποθ. Ζαφήρη
Από τα δύο έγγραφα διαπιστώνουμε ότι το σχέδιο των Πλατανιωτών να αποκτήσουν καινούργιο σχολείο, είχε ήδη δρομολογηθεί. Είχε βρεθεί το οικόπεδο για την ανέγερσή του και οπωσδήποτε είχε ολοκληρωθεί η μελέτη τού Τσουκαλαδάκη, γιατί βιάζεται ο Δήμαρχος να προμηθευτεί τα υλικά. Είχαν προφανώς υπολογίσει και το κόστος τού έργου, γι'αυτό αναφέρεται στα έσοδα τής προηγούμενης χρονιάς (8.000 γρόσια), τα οποία προορίζονται ασφαλώς για την ανέγερση τού σχολείου, ή μέρους αυτού. Ζητά λοιπόν να καταμετρηθεί το οκόπεδο από τον αρμόδιο- για τα σχολεία- επόπτη.
Στη συνέχεια, μεσολαβούν τέσσερις σχεδόν μήνες από την επισημειωτική διαταγή υπ'αρ.4.240 τού Ηγεμόνα Καραθεοδωρή (που είχε ρθεί σαν απάντηση στο αίτημα τού Δημάρχου για ανέργεση σχολείου) και έδινε σαφή εντολή να μη προβεί σε προμήθεια υλικών αν δεν αποφάσιζε πρώτα ο Επόπτης Σχολείων, αλλιώς θα τα χρεωνόταν ο ίδιος. Ο νέος Δήμαρχος Ι. Ζαφήρης στέλνει καινούργιο έγγραφο στον Πρίγκιπα Γεώργιο Βέροβιτς (νέος Ηγεμόνας που αντικατέστησε τον Καραθεοδωρή, λόγω τού εσπευσμένου διορισμού τού δεύτερου, ως Γενικού Διοικητού Κρήτης) και αναφέρει οτι εστάλει ο Μηχανικός (Τσουκαλαδάκης) για να τον πληροφορήσει σχετικά με την ανέγερση τού σχολείου. Κάνει δε μνεία στο έγγραφο 4.240 που θα τού το αποδώσει αυτοπροσώπως ο Μηχανικός.
Υπήρξε λοιπόν "πάγωμα" των συνεννοήσεων επί ένα τετράμηνο, λόγω τής αντικατάστασης μάλλον των Ηγεμόνων. Για ό,τι ακολούθησε δεν έχουμε προς το παρόν στοιχεία. Το νέο σχολείο πάντως χτίστηκε και στεγάζει μέχρι σήμερα τούς μαθητές τού Πλατάνου.
Από τον πίνακα πληφοριών, αναρτημένο στην βρύση τής πλατείας. |
Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε τό 1896-1897. Ανηγέρθη σε ωραία θέση, στην είσοδο τού χωριού, σε ιδιόκτητο οικόπεδο για την εξασφάλιση τού οποίου συνηγόρησε και ο Τσουκαλαδάκης.
Ομορφο έργο, λιτό, που το κοσμεί ο κεντρικός πυλώνας και τα πλάγια τετραπλά παράθυρα στις δύο στενές όψεις του. Προαναγγέλλει το ώριμο έργο τής Πορφυριάδας και παραμένει ακόμα ο ίδιος, πολύ στενά δεμένος με τήν παράδοση τού τόπου του. Το παραλληλόγραμμο επιβλητικό κτίσμα δέχτηκε μιά μεταγενέστερη προσθήκη στη βόρεια πλευρά του (όπου ίσως να υπήρχε και δεύτερος πυλώνας) όπως προκύπτει από τον ίδιο τρόπο κατασκευής των γείσων καθώς και από τα υλικά.
Το κτίριο είναι ανεπίχριστο εκτός
τού τμήματος τής προσθήκης. Για τούς
τοίχους χρησιμοποιήθηκε μικτή λαξευτή
πλινθοδομή από πέτρες και πλίνθους. Οι γωνίες τού κτιρίου
κοσμούνται με φαρδιές τετραγωνισμένες
κολόνες που προσδίδουν στο κτίριο στιβαρότητα. Στην κορυφή τους στέφονται
με διπλή σειρά πλίνθων.
Κεντρικά δημιουργείται
προπύλαιο που ορίζει την είσοδο στο
σχολείο.Στηρίζεται και κοσμείται από δύο στρογγυλές κολόνες από δακτύλια.
Πάνω από το προπύλαιο
υπάρχει χτιστό αέτωμα . Μεταξύ δε τού
προπυλαίου και τού αετώματος, κορνίζα διατρέχει
περιμετρικά το κτίριο, προεξέχοντας
πάνω από ένα φαρδύ διάζωμα.
Οι αναλογίες τών παραθύρων υπηρετούν
τήν τοπική παραδοσιακή αρχιτεκτονική
.Ο πυλώνας κυρίως προσδίδει τήν
ιδιαιτερότητα τής μορφής τού κτιρίου. Ολο το οικοδόμημα είναι
ανυψωμένο από το έδαφος.
Το κτίριο αποκαταστάθηκε από
τις μετατροπές που υπέστη στο παρελθόν,
με έξοδα τού Πολιτιστικού Συλλόγου
Πλατάνου και με επιστασία τού Πλατανιώτη
Αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου. Εγινε αποκατάσταση τού “λαμπά” μεταξύ τών
παραθύρων: 1ου-2ου / 3ου-4ου.
Στεγάζει και σήμερα το σχολείο τού
Πλατάνου.Εναρξη και αποπεράτωση εργασιών 1897-1905. Το έργο αυτό εξετάσαμε αναλυτικά στο Α' Μέρος τής εργασίας μας.
3) Ο Ναός τού Αγίου Σπυρίδωνα -προ του 1886- κοντά στήν Μονή Τ. Σταυρού
Το 1903 ο Δωρόθεος συνεργάζεται
με τόν Θεοφάνη Αρέλη
και χτίζουν τον ναό τού
Αγίου Σπυρίδωνα
“κατά το σχέδιο
τού Αρέλη”.
Αυτό ισχυρίζεται ο υποτακτικός τού
Θ.Αρέλη (Αρχιμανδρίτης Αγαθαγγέλου
Αντώνιος) εξιστορώντας τον βίο τής Μονής
Τιμίου Σταυρού. Ο Δωρόθεος
ασχολείται με διάφορα έργα που αφορούν
στον ναό, ζωγραφικής, γλυπτικής,
αρχιτεκτονικής.
Αλλωστε ο Αρέλης, περίπου 70 ετών “πιέζει”
τούς μαστόρους να τελειώσουν το έργο,
για να προλάβει να το δεί πρίν πεθάνει.
Πράγματι πέθανε ένα χρόνο μετά την
αποπεράτωση τού Αγίου Σπυρίδωνα.
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ (46)
Βρίσκεται πάνω
από τη Μονή Τιμίου Σταυρού, πολύ κοντά στο χωριό “ Μαυρατζαίοι”, σε υψόμετρο.
Εποπτεύει τον κάμπο μέχρι το Ηραίο,
μέσα σε ένα κατάφυτο περιβάλλον. Ο ναός χτίστηκε σε μία
επίπεδη έκταση, πλέον τού ενός στρέμματος.
Περιβάλλεται από λιθόκτιστη υψηλή “μάντρα” με
“σαμάρι” στο τελείωμά της εκτός των
σημείων που επιδιορθώθηκαν μάλλον μεταγενέστερα.
Η πρόσβαση σε αυτόν
γίνεται από τον επαρχιακό δρόμο
Μαυρατζαίων. Βρίσκεται χαμηλότερα από την στάθμη τού εν λόγω
δρόμου. Στην είσοδο και επί τής οδού
χτίστηκε συγχρόνως με τον ναό, κρήνη
δύο όψεων. Είναι ένα σπάνιο
“καλοσώρισμα” όλο αυτό το πρόσκτισμα,
που μας προδιαθέτει ιστορικά και
συναισθηματικά.
Ο τόπος με την έκταση που περιβάλλει
τον ναό, με τα μεγάλα κυπαρρίσια, τον
πετρόχτιστο περίβολο και την εκπληκτική
θέα είναι εντυπωσιακός.
Ο ναός είναι βυζαντινού ρυθμού, σταυροειδής με εξωνάρθηκα σε τρείς πλευρές. Εγγράφεται σε ένα ευρύτερο παραλληλεπίπεδο διαστάσεων 16,56Χ10,22 μ. (συμπεριλαμβανομένου και τού Ιερού).
Στις κατά μήκος πλευρές
και μέχρι και τού σταυροειδούς τμήματος
του ναού έχει μήκος 12,16μ, Στήν συνέχεια
το κτίσμα στενεύει κατά 2,25μ και
επεκτείνεται για άλλα 3,20μ. Ακολουθεί
το Ιερό.
Το εσωτερικό τού ναού,
εκτός τών τμημάτων που δημιουργούν το
σταυροειδές, είναι ένα παραλληλεπίπεδο διαστάσεων
12,70Χ5,72 μ.
Σκαριφήματα αποτύπωσης υπό κλίμακα 2016 - Ι.Παραφέστα |
Το Ιερό είναι πεντάεδρο
με ίσες έδρες, πλάτους 0,90μ. Εγγράφεται
σε ένα τετράπλευρο διαστάσεων 3,83Χ1,20μ. Έχει
μεγάλο ύψος και καλύπτεται με ημικυκλικό
τρούλο.
Ο εξωνάρθηκας
καθαρού πλάτους 2,05μ, καταλαμβάνει όλη
την κύρια (δυτική) όψη τού ναού, όπου
βρίσκεται και η είσοδος (συνεχίζεται
δε βόρεια και νότια).
Υποβαστάζεται από
τέσσερις (4) τετράγωνους πετρόχτιστους
πεσσούς. Οι δύο ενσωματώνονται δεξιά κι αριστερά στους
τοίχους και εσωτερικά τού νάρθηκα
σχηματίζουν “φωλιές” πλάτους 1,59μ. Οι δύο άλλοι κεντρικοί
πεσσοί, πλευρών 0,62μ. πατούν σε βάση (ύψους
0,20μ), με συνολικό ύψος 2,65μ., και φέρουν
διακοσμητικές πέτρινες κορωνίδες.
Επάνω τους πατάνε καμάρες με διπλή τοξωτή διακόσμηση και
κοσμήτες. Δημιουργούνται τρία ανοίγματα
ανάμεσα στους πεσσούς φάρδους (1,06μ), με το κεντρικό
πλατύτερο από τα άλλα (1,36μ). Ακριβώς
απέναντι είναι η είσοδος του ναού, τοξωτή με μαρμάρινες
παραστάδες και κιονόκρανα, κορνιζώματα
και ανάγλυφους διάκοσμους.
Εξωνάρθηκες υπάρχουν
και στην βόρεια και στην νότια πλευρά
τού ναού μικρότερου πλάτους (1,50μ). Είναι τυφλοί
πρός την ανατολική τους πλευρά, εκεί
που “συναντούν” τον δυτικό τοίχο τού σταυροειδούς
τμήματος. Στο σημείο αυτό υπάρχουν
“φωλιές” πλάτους 0,79μ., ύψους δε
1,42μ Υποβαστάζονται οι πλευρικοί
εξωνάρθηκες από ένα τετράγωνο πεσσό
πλευράς 0,62μ που σχηματίζει δύο τοξωτά
ανοίγματα ιδίας τεχνοτροπίας με αυτά
τής κεντρικής όψης. Φέρουν επίσης από ένα άνοιγμα τύπου
παράθυρου, με σιδεριά που σε κάθε
πλευρά προσφέρουν ορατότητα.
Δημιουργείται μια ωραία
αίσθηση τού φωτός και των σκιών, αλλά
και τής “περιπλάνησης” στό χώρο, αφού
τελικά οι εξωνάρθηκες προσφέρουν
μεγαλύτερη ποικιλία στην όλη ογκοπλασία.
Είναι θολωτοί και στις τρείς πλευρές, ενώ στα σημεία που συναντιούνται (επιφάνεια 2.05Χ1,50) δημιουργούνται από δύο τόξα που πατούν αφ' ενός στους “κρυφούς” πεσσούς, αφ'ετέρου στους επίσης ενσωματωμένους (στις δύο άκρες τού δυτικού τοίχου) πεσσούς τού καθαρώς ναού. Τα τόξα στηρίζουν μικρά “λοφεία” κι αυτά με την σειρά τους μικρούς θόλους, σε κωνική μορφή (σταυροθόλια). Οι θόλοι υπερέχουν τού ύψους τών τοιχών τού εξωνάρθηκα και δημιουργούν ένα υπερυψωμένο, σαν γείσο τμήμα όπου απολήγει η στέγη. Στο βόρειο και νότιο άκρο τού δυτικού εξωνάρθηκα υπάρχουν δύο χτιστές βάσεις. Στην μια απ'αυτές τοποθετήθηκε το καμπαναριό.
Ο κυρίως ναός,
βόρεια και νότια έχει από δύο παράθυρα
που βλέπουν μέσα στους προστατευμένους χώρους τού
εξωνάρθηκα, και ακριβώς απέναντι από
τα τοξωτά ανοίγματα για την εξασφάλιση τού απαιτούμενου
φωτισμού τού ναού. Παράθυρα υπάρχουν από
ένα, στα δύο μέρη τού σταυροειδούς, από
ένα στο υπόλοιπο τού κτίσματος και ένα μικρό στην
κεντρική έδρα τού Ιερού. Η καθαρή τους
διάσταση είναι 0,50Χ1,25μ. Στο κάτω μέρος
έχει πέτρινο περβάζι. Είναι τοξωτά και
περιβάλλονται από μαρμάρινη, τοξωτή επίσης κορνίζα και σιδεριές.
Εσωτερικά ο ναός είναι τρίκογχος, σταυροειδής με τρούλο που εδράζεται πάνω στα γωνιακά λοφία κι αυτά επί τών τόξων τών κογχών.
Υπάρχει μαρμάρινο τέμπλο, έργο τού Δωρόθεου, με ανάγλυφες παραστάσεις, υποστυλώματα με ραβδώσεις και κεντρικό αέτωμα. Δεν διακρίνεται από ιδιαίτερη μαστοριά ως προς τις λεπτομέρειές του. Στο σύνολο το αποτέλεσμα είναι αρκετά ενδιαφέρον. Ο ίδιος αναφερόμενος το 1932 είπε στόν Ν.Δημητρίου: “Αυτό είναι εξάμβλωμα, άστο όταν έλθω θα κάνουμε ωραία πράγματα”.
Ο ναός έχει δίρριχτες στέγες από σχιστολιθικό πέτρωμα που όπως λέγεται αντικατέστησαν τα κεραμίδια πριν 2-3 δεκαετίες. Οι στέγες είναι ισοϋψείς, με αετώματα (κετσούλια). Ο εξωνάρθηκας έχει τρίρριχτη στέγη με μαλακή κλίση. Δημιουργείται ένα χαρούμενο παιχνίδισμα στεγών με πολύ ενδιαφέρον.
Η κρήνη δύο όψεων
και η στέρνα
Στον περίβολο τού ναού
υπάρχει δεξαμενή νερού και κρήνη δύο
όψεων, κατασκευασμένη με τα ίδια υλικά
τού ναού και με την ίδια τεχνοτροπία.
Η κρήνη και η στέρνα στην αυλή τού ναού |
Στην εξωτερική όψη,
επί τού δρόμου υπάρχει μαρμάρινη
γούρνα με ανάγλυφες τετράγωνες προεξοχές σε κάθε γωνία και σταυρό μετωπικά
τής γούρνας. Κοσμείται πιο υψηλά με
ωραίο βυζαντινό,
μαρμάρινο κοσμήτη. Ακριβώς δε από
κάτω, υπάρχει μαρμάρινη πλάκα
σκαλισμένη. Έχει τόξο που στηρίζεται
σε δύο παραστάδες με κοσμήτες. Στο επάνω
μέρος τελειώνει με διακοσμητικό διάζωμα.
Στην όψη της προς την πόρτα τής εισόδου υπάρχει δυσανάγνωστη παλιά επιγραφή, εντοιχισμένη στην λιθοδομή. Μοιάζει θα λέγαμε επιφυλακτικά, με αρχαιοελληνική γραφή.
Στην όψη εντός τού
περιβόλου τού ναού, τού εν λόγω
προσκτίσματος, υπάρχει δεύτερη κρήνη με τόξο και παραστάδες και μαρμαροθέτηση
σε όλη την όψη τού εσωτερικού τού τόξου. Από εκεί διοχετεύονταν
με σωλήνα το νερό, στη στέρνα που είναι τοποθετημένη ακριβώς μπροστά.
Στα δεξιά τής
κρήνης αυτής, υπάρχουν εντοιχισμένα
στον αυλοτοιχο τρία βυζαντινά μέλη.
Γενικά πρόκειται
για ωραιότατο ναό. Εντυπωσιακός είναι
και ο μικτός τρόπος κτισίματος των τοίχων με την
παρεμβολή ανάμεσα στις λευκές πέτρες,
πλίνθων και λευκών μαρμάρων. Αυτή η
ποικιλομορφία δίνει μια εξαιρετικά
χαρούμενη επιφάνεια που μας ελκύει να
την παρατηρήσουμε κομμάτι-κομμάτι και
να ανακαλύψουμε “όλη την εξέλιξη
των επεισοδίων τής δομής των τοίχων”.
Η περιπέτεια αυτή “ καταργεί
τον οδυνηρό συμβολισμό των τοίχων ως
εμποδίων”.(47)
Χρειάζεται να πούμε οτι ο ναός χτίστηκε με πέτρες που προέρχονταν από το νταμάρι, πάνω από το χωριό Μαυρατζαίοι. Το ίδιο ίσχυσε και για τα παλιά σπίτια τού χωριού. Τώρα είναι ανενεργό.
Για την κατασκευή
τού ναού εργάστηκε ο πρωτομάστορας
Γεώργιος Β. Ροδίτης μαζί με τόν Καρπάθιο ομότεχνό του
μάστρο-Γιάννη (Γιαννίκο) Γεωργιάδη.
Ο Ροδίτης εργαζόταν κοντά στον Αρέλη στη Μονή και
έχτισε τη Ν.Α και Β.Δ πτέρυγα των
κελλιών.(48)
Ο
μαστρο-Γιάννης
Γεωργιάδης, ήρθε από
την Κάρπαθο με το συνεργείο του και τούς
“πελεκάνους” του (“ισνάφι”
ή “σινάφι”) και έχτισε επίσης τον Αγιο
Γεώργιο Μαυρατζαίων, καθώς και σπίτια
στο χωριό.
Καρπάθιοι μάστορες
συμμετείχαν σε μεγάλα έργα στην Ελλάδα
και στο εξωτερικό. Απο τη Διώρυγα τού
Σουέζ, τον Ισθμό τής Κορίνθου, τούς
σιδηροδρόμους στην Αμερική, αμέτρητα
Δημόσια κτίρια, ναούς, γεφύρια, σπίτια
κ.λ.π
Αναφέρονται από
τούς πιό φημισμένους τεχνίτες σε ολόκληρη
την Ελλάδα. Ηταν σπουδαίο το ταλέντο
τους, από το σμίλεμα τής πέτρας μέχρι
το φινίρισμα οποιασδήποτε εργασίας.
Επιδείκνυαν μεγάλο ζήλο για την εξέλιξη
τής κατασκευαστικής ικανότητάς τους
και των γνώσεων τους.
Εργα δικά τους
έχουμε και στο Βαθύ τής Σάμου. Θα είχε
πολύ ενδιαφέρον να εντοπισθούν στο νησί και να μελετηθούν.
Λέγεται οτι ήταν πολύ μετρημένοι και
σεμνοί άνθρωποι κι ήταν ο λόγος που δεν άφηναν πάνω
στα έργα τους τα ονόματά τους
Επιγραφές επισκεπτών στόν ναό
τού Αγίου Σπυρίδωνα
Κάποιος Γεώργιος
Γεωργιάδης από τήν Κάρπαθο άφησε γραπτό
σημείωμα πάνω στην μαρμάρινη κορνίζα τού Ν.Δ
παραθύρου τού κυρίως ναού που βλέπει
μέσα στον εξωνάρθηκα:
“Γεώργιος Γεωργιάδης
εκ τής Νήσου Καρπάθου
επεσκεύθην τον Ιερόν τούτον
ναόν κατά Απρίλιον τού έτους
1889”
Πρωθύστερη
επιγραφή βρήκαμε τού 1886:
Επίσης: “
Ιωάννης Εμ. Ιωάννου 1903 10 Οκτωβρίου"
Τέλος, μέσα στον ναό
είναι αναρτημένη φωτογραφία τού Θεοφάνους
Αρέλη που τελικά για την ιστορική μνήμη
των ανθρώπων που ζούν στην γύρω περιοχή,
αυτός είναι ο Αρχιτέκτονας (ή ο μοναδικός Αρχιτέκτονας)
τού ναού. Ετάφη εκεί, το 1904, ένα χρόνο
μετά την οικοδόμηση τού ναού, σε ηλικία 70 ετών.
Οπως προείπαμε όμως ο τάφος του δεν
υπάρχει πιά εκεί. Ο Δωρόθεος δε
την εποχή εκείνη ήταν 41 ετών.
Ο
ΔΩΡΟΘΕΟΣ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Μεταξύ τού 1904
και 1932, ο Δωρόθεος
έχει επαφή με τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων
και Αλεξανδρείας
και χρήζεται Αρχιμανδρίτης με το όνομα
Δαμιανός. Δέν έχουμε στοιχεία για
τις δραστηριότητές του, κατά την μακρά
διαμονή του (28 χρόνια) εκεί. Ως
προς την καλλιτεχνική δράση του, γίνεται
λόγος για έναν πίνακα που φιλοτέχνησε
και βρίσκεται στα Ιεροσόλυμα, βασισμένος στην φράση τού Χριστού "τά τού Θεού τώ Θεώ, τά τού
Καίσαρος τώ Καίσαρι", και για τις γνώσεις του στη βυζαντινή μουσική.(49)
Την
περίοδο αυτή, στα μεν
Ιεροσόλυμα, Πατριάρχες
ήταν ο Γεράσιμος Α' (1891-1897) και ο Δαμιανός
Α' (1897-1931). Στα τέλη τού 19ου αιώνα ξεκίνησε
η ανακαίνιση τού κτιριακού συγκροτήματος
τού Πατριαρχείου και η ανοικοδόμηση
πολλών χώρων τού χριστιανικού τομέα
τής Παλαιάς Πόλης των Ιεροσολύμων, από
την Πύλη Δαυίδ προς τον Ναό τής Αναστάσεως.
Η Σχολή Τιμίου Σταυρού επανελειτούργησε,
επί Πατριάρχου Γερασίμου Α' (1891-1897). Η
Αδελφότητα τού Παναγίου Τάφου διασφάλισε
στη φάση αυτή, τα χειρόγραφα και λοιπούς
θησαυρούς τού Πατριαρχείου καθώς και
την περιουσία αυτού.(50)
Στην δε Αίγυπτο
από το 1870 ακόμα, υπήρξε μεγάλη αύξηση
των Ελλήνων, με την κοινότητα να είναι
στο απώγειο τής οικονομικής ευημερίας
της ανάμεσα στα έτη 1880-1920, οπότε ιδρύθηκαν πολλά
εκπαιδευτικά και πολιτιστικά ιδρύματα.,
νοσοκομεία κ.λ.π. Ο πληθυσμός ενώ στα τέλη τού 18ου αιώνα είναι κάτω από 2.000,
το 1907 ανέρχεται στίς 132.947, πλέον 40.000 από
εδάφη υπό τουρκική κατοχή και άλλοι
30.000 ελληνόφωνοι από διάφορα μέρη.(51)
Στην Αλεξάνδρεια,
την περίοδο αυτή Πατριάρχης είναι ο
Φώτιος Πέρογλου (1900-1925). Ιδρυσε επτά νέες Επισκοπές,
ενώ ο Μελέτιος Μεταξάκης (1926-1935) που τον
διαδέχτηκε, επόπτευε δέκα Μητροπολιτικές
επαρχίες. Ηταν Βενιζελικός με μεγάλη
ανάμειξη στα πολιτικά και στα εκκλησιαστικά
ζητήματα τής εποχής.
Στο διάστημα αυτό, τών
28 χρόνων απουσίας τού Νικολάου από τη
Σάμο, μεσολάβησαν επίσης, ο πόλεμος στα
Βαλκάνια (1912-1913), ο Α' Παγκόσμιος
(1914-1918), η απελευθέρωση ελληνικών εδαφών και η προσάρτησή
τους στην Ελλάδα, η Μικρασιιατική
εκστρατεία και καταστροφή (1922) και διάφορα
ταραχώδη πολιτικά γεγονότα στην Ελλάδα
πού δεν άφησαν ανεπηρέαστη ούτε τήν Εκκλησία, αντιθέτως
οξύνανε περισσότερο τα δικά της
προυπάρχοντα ζητήματα.
Απόπειρα
επανεγκατάστασης στη Σάμο και επιστροφή
του στήν Αλεξάνδρεια
Στο
Μοναστήρι τού Τ.Σταυρού στη Σάμο ο
Νικόλαος επέστρεψε τό 1932, σε ηλικία
69 χρονών, επί Ηγουμένου Δανιήλ Καμινάρη,
με σκοπό να παραμείνει ως Ηγούμενος.
Λέγεται οτι έθεσε κάποιους όρους
στον τότε Μητροπολίτη Σάμου Ειρηναίο
που δεν έγιναν αποδεκτοί κι έτσι έφυγε
πάλι.
Κατευθύνθηκε στην Αλεξάνδρεια τής
Αιγύπτου, (είχε και συγγενείς εκεί,
ίσως από τα χρόνια ακόμα των μεταναστεύσεων
των Σαμίων). Ταξίδευε σε χωριά τής
Αιγύπτου και αλλού, φτάνοντας μέχρι την Αιθιοπία, επιτελώντας προφανώς
ιεραποστολικό έργο στις εκεί κοινότητες.
Στην Αλεξάνδρεια
επέστρεψε επί
Πατριάρχου Νικολάου Ε' (1935-1939).
Η περίοδος αυτή ήταν φάση αναδιοργάνωσης
των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων τής εκεί
εκκλησίας και τής καλύτερης λειτουργίας των
εκπαιδευτηρίων. Τον Νικόλαο Ε' διαδέχτηκε
ο Χριστόφορος Β', Πατριάρχης
Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής
(1939-1967). Αυτή ήταν περίοδος ανακαινίσεων
και αναδιαρθρώσεων πού συνδέονταν
με τις εκεί πολιτικές εξελίξεις. Από
το 1940 και μετά μεθοδεύτηκε η ανάσυρση
των προνομίων των Ελλήνων και συνεπώς
η σταδιακή μείωση τού ελληνικού πληθυσμού.
Για την ενίσχυση τής θέσης τής Εκκλησίας
, ο Πατριάρχης οργανώνει νέες Επισκοπές
σε όλη την Αφρική στις οποίες δόθηκε
επίσημη αναγνώριση. Αυτό βοήθησε τις
ιεραποστολικές δραστηριότητες τού
Πατριαρχείου.
Το 1952 έγινε η επανάσταση
τού Νάσερ. Η παροικία ήταν ακόμα
“ολοζώντανη”. Η αποχώρηση
τών Αιγυπτιωτών συντελέσθηκε την περίοδο
1957-1967 με κορύφωση στο έτος 1960.
Το 1952 πέθανε στην
Αλεξάνδρεια σε ηλικία 89 ετών, σε σπίτι
συγγενών του, ο Νικολάκης τού Πλατάνου, ο Δωρόθεος
τής Μονής Τ. Σταυρού, ο Ν. Πλατανίδης των
καλλιτεχνημάτων, ο Τσουκαλαδάκης τής
Πορφυριάδας, ο Δαμιανός τής Αλεξανδρείας,
ο κατά κόσμον Νικόλαος Τσουκαλάς ή Τσουκαλαδάκης.
ΤΕΛΟΣ Α' και Β'
ΜΕΡΟΥΣ
ΓΙΑ ΤΟ Β' ΜΕΡΟΣ
Το θέμα αυτό, κάπως
διαφοροποιημένο, παρουσιάστηκε σε
εκδήλωση στον Πλάτανο, γενέτειρα τού Αρχιτέκτονα
Τσουκαλαδάκη, με την πρωτοβουλία τού
Συλλόγου Πλατανιωτών Αττικής, και έγινε στις 13 Αυγούστου
2000, μέσα στο Σχολείο που εμπνεύστηκε ο
Τσουκαλαδάκης.
Με την ευκαιρία
εκείνη μνημονεύσαμε και ένα άλλο γέννημα
αυτού τού τόπου, τον Κυριάκο Κρόκο, τον
Αρχιτέκτονα που άφησε κι αυτός πίσω του
σπουδαία έργα, βαθιάς ευαισθησίας και
ανθρωπιάς, και που δεν μπορεί παρά να
αντλήθηκαν από σπουδαίο άνθρωπο, άξιο
δημιουργό, με αίσθηση υπευθυνότητας
για την ιστορία και την πολιτιστική
κληρονομιά αυτού τού τόπου.
Εφυγε νωρίς!
Ευχαριστήσαμε
ιδιαιτέρως, τον αγαπητό μας Γιώργο
Κρόκο, Γενικό Γραμματέα τότε, τού
Συλλόγου Πλατανιωτών Αττικής, για την
εξαιρετική ευγένειά του και τις πολύτιμες
πληροφορίες που μας παρείχε. Ενας
ανιδιοτελής ανθρωπος που θα θυμόμαστε
όλοι μας!
Ευχαριστήσαμε
επίσης τον Μανόλη Βουρλιώτη - με το
ασίγαστο πάθος του για την ιστορία τού νησιού και τη μεγάλη
συμβολή του στην έρευνα - για τη βοήθεια
που μάς έδωσε.
Τον Σύλλογο τού
Πλατάνου για την διορατικότητα των
μελών του όσον αφορά στην αποκατάσταση τού Σχολείου τού Τσουκαλαδάκη και την ευαισθησία τους για τη διάσωση τού ιστορικού Μνημείου. Ηταν
υποδειγματική ενέργεια “διαπαιδαγώγησης”
για τούς πολίτες τού νησιού και σε
αντίθεση με τις κάθε τόσο άστοχες παρεμβάσεις
που αλλοιώνουν και “σβήνουν” πολύτιμα
στοιχεία και την ίδια ακόμα την ιστορία.
Τέλος, το υπέροχο
κοινό τού Πλατάνου που μας καθήλωσε με
τον σεβασμό που έδειξε στο κομμάτι αυτό τής ιστορίας
του, και ιδιαίτερα με τον επικοινωνιακό
τρόπο με τον οποίο συμμετείχε κατά τη ροή τής ανάγνωσης
τού κειμένου. Οι Πλατανιώτες, τα κάνανε
όλα να μοιάζουν ζωντανά, τα φέρανε στο σήμερα
και τους δώσανε υπόσταση. Ηταν πολύ
σπουδαία αυτή η εμπειρία, σπουδαιότερη κι από την...εργασία
μας.
Η όλη εργασία
Α' ΜΕΡΟΣ και Β' ΜΕΡΟΣ έχει συμπληρωθεί
στο μεταξύ με επιπλέον
στοιχεία, και τροποποιήθηκε ως προς
τήν οργάνωση τού κειμένου και τήν ροή
του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ- ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α' ΜΕΡΟΣ
1
Eμμ.Ι.Κρητικίδης “Αρχαιολογία-
Αρχαίοι Ναοί τής Σάμου μετ' ανακαλειφθουσών
επιγραφών”. Εν
Ερμουπόλει Σύρου. Τύποις Ρ. Πρίντεζη.
1867
2 Εμμ. Ι.
Κρητικίδης “Τοπογραφία- Αρχαία και
σημερινή τής Σάμου”. Εν Ερμουπόλει- Εκ
τού τυπογραφείου Ρενιέρη Πρίντεζη- 1869
3 Επ. Σταματιάδης
– 1ος Τόμος τών Σαμιακών σ.2274 -
Εμμ.Ι.Κρητικίδης “Αρχαιολογία” σ.57
4 Ηρόδοτος
ΙΙΙ, 145
5 Ιω. Σιδηροκάστρου
“Η εκκλησία τής Σάμου” 1967- Σιγγίλιο
1738 Νεοφύτου
6 Γεωργίου
Δημητριάδου “Ιστορία τής Σάμου “ Εν
Χαλκίδι Τυπογραφείον Ευριπου 1865
7 Ιω. Σιδηροκάστρου
“Η εκκλησία τής Σάμου” 1967-Σιγγίλιο
1784 Οικουμ. Πατριάρ. Γαβριήλ Δ'
8 Ν.
Ζαφειρίου “Πορφυριάς Σχολή”
Αρχείο Σάμου Τ.Α' 1946
9 Β.Δημητριάδης
“Η σχολή Καρλοβάσου και ο πρώτος
σχολάρχης Ιάκωβος Σφίγκας” Πρακτικά Συνεδρίου
– Σάμος 1991
10 Π.Διακογιάννης
“ Η παιδεία στην Σάμο από τήν Τουρκοκρατία
ως σήμερα”
11 Β. Γεωργίου
“Ο Κλεάνθης και η εποχή του” Πρακτικά
συνεδρίου – Σάμος 1999
12 Γιώργος
Καραμπελιάς “Η Εθνική και Κοινωνική
συνείδηση στήν επαναστατημένη Σάμο (1805-1834) Από
τόν νέο Ερμή Λόγιο Τ.3
13 Εμμ.Ι.Κρητικίδης
“Αρχαιολογία”
14 Γεώργιος
Αναγνώστου Κλεάνθους “ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΙ”
1837 (Αντίγραφο αγνώστου Αγιορείτη Μοναχού)
15
K. Kαλατζής “Γεώργιος Κλεάνθης
φωνή ελευθερίας” Πρακτικό Συνεδρίου-
Σάμος 1991
16 Επαμ.Σταματιάδης
“Σαμιακά” Τ. 2ος
17 Γιώργος
Καραμπελιάς “Η Εθνική και Κοινωνική
συνείδηση στήν επαναστατημένη Σάμο (1805-1834) ”Απαντα” Γ.Κλεάνθη
18 Εμμ.Ι.Κρητικίδης
“Πραγματεία περί τής ερημώσεως και
τού συνοικισμού τής Σάμου” 1870
19 Εφημερίδα
“ΦΩΣ” Φ.93- 6/12/1898 Κων. Παναγιωτόπουλος
20 Εφημ. “ΦΩΣ”
Φ.23- 8/6/1897 Ξ. Ζυγούρα (ανακοίνωση γιά
επικείμενο άρθρο)
21 Εφημ. “ΦΩΣ”
Φ. 93- 6/12/1898 Κων. Παναγιωτόπουλος
Φ. 96- 20/12/1898 Κ. Π
Φ. 98- 1/1/1899 Κ.Π
Φ. 99- 10/1/1899 Κ.Π
22 Εφημ. “Πανδώρα”
Φ. 191 σ.542
23 Περιοδικό
Σαμιακή Επιθεώρηση Τ.24- Ιούλιος 1979 “
Η Πνευματική Σάμος” Γιώργου
Βαλέτα
24 Ιω, Σιδηροκάστρου
“Η εκκλησία τής Σάμου” 1967
25 Ιω. Παραφεστα
“Μαγγανοπήγαδο Ι. Χατζηγιάννη στο
Ν.Καρλόβασι Σάμου”...........................
26 Εφημ. “ΦΩΣ”
Φ.22 – 1/6/1897 Σέργιος Βαφειάδης “Λόγος
κατά τήν θεμελίωση τού νέου κτιρίου.
27 Ζήσιμος
Σίδερης “ΦΩΣ” Φ.23 / 8-6-1897
28 Ν. Ζαφειρίου
“Πορφυριάς Σχολή” Αρχείο Σάμου Τ. Α'
1946
29 Ηλίας Δ.
Σημιτόπουλος, Μηχανικός τής Ηγεμονίας.
“Συγγραφή τεχνικών όρων τής εκ βάθρων εγερθησομένης εν Νέω Καρλοβάσω
Πορφυριάδος Σχολής” 27/1/1897
(Ιδιωτ.συλλογή
Ι.Παραφέστα)
30 Ν. Μικέδης
“Ο Ιερομόναχος Τσουκαλαδάκης Δαμιανός
(Νικόλαος)
31
H αποτύπωση έγινε από τήν
Ιω. Παραφέστα, Αρχιτέκτονα, τήν 14/6/1995
Β' ΜΕΡΟΣ
32 Τρείς επιστολές
τής Αγγελίνας Τσουκαλά - Πηγή Ι.Μονή
Τιμίου Σταυρού
33 Εμμ. Κρητικίδης
“Τοπογραφία Αρχαία και σημερινή τής
Σάμου” 1869
34 Εμμ.Ι.Κρητικίδης
“Τοπογραφία Αρχαία και σημερινή τής
Σάμου” 1869
35 Ευαγγελίας
Μπαλτά “Σουσάμι άνοιξε” Σαμιακές
μελέτες Τ.3ος 1997-1998 Πνευματικό Ιδρυμα Νικολάου Δημητρίου Αθήνα
1999
36 Ιωσείφ
Γεωργειρήνη “Περιγραφή τής παρούσης
καταστάσεως τής Σάμου, , Ικαρίας, Πάτμος και Αθωνος”
1678
37 Ευστρατίου
Ι. Δράκου- Μοσχονησίου “Μικρασιαναί
Πραγματείαι-Ιστορικαί και Τοπογραφικαί ήτοι: Αι
Εκατονησοι, ο Δήμος Νυμφαίου και η
Επαρχία Ανέων” Τεύχος Α', Αθήνησι 1888 Βιβλιοθήκη
Αγγελου Ν. Παπακώστα
38 Σταματιάδης
“Σαμιακά”
39 Γ. Μουτάφη
“Ιστορικοί προβληματισμοί”, Ιστορ.Αρχείο
Σάμου-Τοπική Ιστορία και Αρχεία Πρακτικά
Διημέρου.
40 Γ. Μουτάφη
“Ιστορικοί προβληματισμοί”, Ιστορ.
Αρχείο Σάμου-Τοπική Ιστορία και Αρχεία Πρακτικά
Διημέρου.
41 Ν. Μικέδη “Ο
Ιερομόναχος Τσουκαλαδάκης Δαμιανός
(Νικόλαος)
42 Ι. Σιδηροκάστρου
“Η εκκλησία τής Σάμου” 1967
43 Ν. Μικέδη “Ο
Ιερομόναχος Τσουκαλαδάκης Δαμιανός”
(Νικόλαος)
44 Καρόλου Φλέγελ
“Εκδρομή εις τήν εν Σάμω Μονήν τού
Τιμίου Σταυρού” Εφημ.“Νεολόγος” Κων/πόλεως
Φ. 11/10/1896 – Το άνω στοιχείο μας έδωσε ο
Μανόλης Βουρλιώτης και τον ευχαριστούμε
45 Καρόλου Φλέγελ
“Εκδρομή εις τήν εν Σάμω Μονήν τού
Τιμίου Σταυρού” Εφημ. “Νεολόγος...
46 Αποτύπωση
Ι.Παραφέστα
47 Ν.Πεντζίκη
“Ανδρέας Δημακούδης και άλλες μαρτυρίες
χαμού και δεύτερης πανοπλίας”ΑΣΕ α.ε
-1977- Θεσσαλονίκη.
48 Γ. Δ. Ροδίτη
“Γ.Β.Ροδίτης (1875-1964). Ενας Πρωτομάστορας
στή Σάμο”. Σύμμεικτα-Σαμιακές
Μελέτες/ Τόμ.Τρίτος 1997-1998 Πνευμ.Ιδρ.”Νικολάου
Δημητρίου” 1999
49 Ν.Μικέδης “Ο
Ιερομόναχος Τσουκαλαδάκης Δαμιανός”
(Νικόλαος)
50 “Συνοπτική
Ιστορία τού Πατριαρχείου Ιεροσολύμων”
εκ τού επισήμου ιστοχώρου τού Π.Ι
51 Φ.Τομαή “Η
έξοδος τών Ελλήνων από τήν Αίγυπτο”.Εφημ.
“ΤΟ ΒΗΜΑ” 28/5/2016 (Προϊσταμένη
Υπηρ.Διπλωμ.-Ιστορ,Αρχείου ΥΠΕΞ)
ΣΥΜΠΛΗΡΏΣΕΙΣ- ΤΥΧΟΝ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΣΤΑ ΗΔΗ ΑΝΑΡΤΗΘΕΝΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
Σεπτ. 2016
ΠΗΓΗ: Ιστορικό Αρχείο Σάμου - Αρχείο Ηγεμονικού Διοικητικού γραφείου-
Φ.Ο51/1895/001-Ψηφιακό αντίγραφο
Προστίθενται:
Εγγραφο (1) Αίτηση τού Δημάρχου Πλατάνου Στ.Ι. Πρωτογέρου προς τον Ηγεμόνα τής Σάμου προκειμένου να εγκρίνει την κατασκευή σχολείου στον Πλάτανο, τήν 19 Σεπτ. 1894 και απάντηση τού Ηγεμόνα Καραθεοδωρή τήν 22 Σεπτ.1894.
Εγγραφο (2) Απάντηση τού Δημάρχου Ιω.Ποθ.Ζαφήρη πρός τον Ηγεμόνα, σχετικά με τήν υπ'αρ. 4.240 επισημειωτική διαταγή.
Νοέμβριος 2018
Πηγή: Πίνακας πληροφοριών στην βρύση (τού 17ου αιώνα), στην σημερινή πλατεία τού χωριού.
Φωτογραφία τού σχολείου